Στις κινηματογραφικές αίθουσες ξεκίνησε να προβάλλεται το “John Wick: Chapter 4” και αν αναρωτιέστε «Ποιο Κεφάλαιο 4; Υπάρχουν δηλαδή ακόμα 3 που έχουν προηγηθεί;», τότε σημαίνει πως έχετε χάσει ένα σημαντικό κομμάτι της σύγχρονης ποπ κινηματογραφικής κουλτούρας, γιατί το franchise των ταινιών John Wick είναι, ίσως, το πιο δυνατό χαρτί των ταινιών πολεμικών τεχνών που θέλουν να είναι διασκεδαστικές και ταυτόχρονα «ποιοτικές».

Τι σημαίνει αυτό; Πως ο Keanu Reeves -ο John Wick δηλαδή- δεν έχει καμία σχέση με τους μάτσο χαρακτήρες του Jason Statham στις ταινίες “Transporter”, ούτε με τον εξωπραγματικό, στα όρια καρικατούρας, Tom Cruise των “Mission Impossible”, ενώ υπολείπεται των μυών των τελευταίων James Bond και του The Rock. Η λογική «μόνος μου και όλοι σας», για πρώτη φορά, μοιάζει όντως πραγματικότητα, φαίνεται να είναι εφικτό πως ένας άνθρωπος μπορεί να σκοτώσει 77 αντιπάλους του (στην πρώτη ταινία “John Wick”) και όλα γίνονται με μία φυσικότητα. Η υπεροχή του  απέναντι σε όλους είναι ξεκάθαρη και ατάκες όπως «Ε καλά, δεν γίνονται αυτά» δεν χωράνε στον κόσμο του franchise. Κι αυτό του δίνει ένα μεγάλο προβάδισμα συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη παρόμοια ταινία έχουμε δει στο σινεμά.

Όταν κυκλοφόρησε η πρώτη ταινία “John Wick”, το 2014, δεν έσπασε το box office. Ταπεινά, απέφερε 14 εκατομμύρια δολάρια στην αμερικανική αγορά -είναι και το ποσό επικήρυξης του χαρακτήρα John Wick στο τέλος του “John Wick: Chapter 3 – Parabellum” -, όμως τώρα το 4ο μέρος του franchise υπολογίζεται ότι θα κάνει κοντά στα 70 εκατομμύρια δολάρια. Αυτό το τεράστιο άλμα μεταξύ των ταινιών δομήθηκε επάνω στην απήχηση που είχε ο χαρακτήρας του Keanu Reeves στους λάτρεις των ταινιών περιπέτειας, που βαρέθηκαν το σύμπαν των κόμικ και θέλουν κάτι πιο «γήινο».

Ποιος είναι ο John Wick

O John Wick είναι ένας πρώην πληρωμένος δολοφόνος, ο καλύτερος εκτελεστής ενός τεράστιου δικτύου εγκληματικών οργανώσεων, που αποφάσισε να αποσυρθεί κάποια στιγμή γιατί γνώρισε τον έρωτα της ζωής του. Όταν πέθανε η γυναίκα του, Helen, από μια αρρώστια (δεν ξέρουμε λεπτομέρειες),  την επόμενη μέρα της κηδείας της έλαβε ένα απρόσμενο δώρο: ένα κουτάβι.

O Wick σε αυτό βρήκε μια σανίδα σωτηρίας και δεν βούλιαξε στην θλίψη του χαμού της Helen. Όλα όμως άλλαξαν όταν μια ανούσια ανταλλαγή λίγων λέξεων και βλεμμάτων σε ένα βενζινάδικο με έναν «περίεργο» τύπο, μετατράπηκε, το ίδιο βράδυ, σε κλοπή του αυτοκινήτου του και δολοφονία του κουταβιού. Αυτές οι δύο ενέργειες οδήγησαν στην επιστροφή του με σκοπό την εκδίκηση.

Ο «περίεργος» τύπος στο βενζινάδικο, που ενορχήστρωσε και την νυχτερινή εισβολή στο σπίτι του Wick, αποδείχθηκε πως ήταν ο γιος ενός αρχηγού εγκληματικής οργάνωσης -μέρος του παγκόσμιου δικτύου που διαχειρίζεται η Υψηλή Τράπεζα-, ο οποίος, φυσικά, γνώριζε ποιος είναι ο John Wick και τι μπορεί να κάνει.

«Ο John είναι ένας άνθρωπος με συγκέντρωση, αφοσίωση, απόλυτη θέληση… Κάτι που δεν γνωρίζετε εσείς [σ.σ. αναφερόμενος στον γιό του]. Κάποτε τον είδα να σκοτώνει τρεις άντρες σε ένα μπαρ… με ένα μολύβι, με ένα γαμημένο μολύβι. Και ξαφνικά μια μέρα ζήτησε να φύγει. Για μια γυναίκα, φυσικά. Έτσι έκανα μια συμφωνία μαζί του. Του έδωσα μια αδύνατη αποστολή. Μια δουλειά που κανείς δεν θα μπορούσε να κάνει. Τα πτώματα που έθαψε εκείνη τη μέρα έβαλαν τα θεμέλια αυτού που είμαστε τώρα. Και μετά, γιε μου, λίγες μέρες μετά το θάνατο της γυναίκας του, κλέβεις το αμάξι του και σκοτώνεις τον γαμημένο σκύλο του.»

Η φυσικότητα

Η ροή των ταινιών John Wick είναι καταιγιστική, αλλά όχι κουραστική. Εδώ, δεν υπάρχουν CGI μάχες και τεράστιες εκρήξεις, παρά μόνο χορογραφημένες μάχες σώμα με σώμα, χρήση όπλων με τεράστια ποικιλία και λίγες λέξεις -από πλευράς Keanu Reeves τουλάχιστον.

Όλα λειτουργούν υπέρ του θεατή αφού οτιδήποτε συμβαίνει παρουσιάζεται με τέτοιον φυσικό τρόπο, σαν αυτή να είναι η πραγματικότητα που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Το σενάριο είναι σιωπηρά παρόν και δεν σε μπλέκει με άχρηστες λεπτομέρειες. Ποια είναι η Υψηλή Τράπεζα και πώς δημιουργήθηκε; Τι είναι αυτά τα νομίσματα που ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα μέλη των οργανώσεων; Τι κάνουν οι κυβερνήσεις των χωρών για την καταπολέμηση αυτού του παρακράτους; Που είναι η αστυνομία; Πώς μπορεί ο  John Wick να διασχίζει ηπείρους με αιματοβαμμένο πουκάμισο; Πώς αντέχει να παλεύει έχοντας δεχθεί σφαίρες στα πλευρά; Γιατί ο απλός κόσμος στον δρόμο δεν αντιδράει όταν δίπλα του σκοτώνεται κάποιος; Ποιοι είναι όλοι αυτοί στα ξενοδοχεία Continental; Ποιος εκπαίδευσε τον John Wick;

Τίποτα. Δεν παίρνουμε καμία απάντηση, σε κανένα σημείο του franchise, για όλα αυτά τα ερωτήματα και άλλα τόσα που μπορεί να προκύψουν όσο παρακολουθείς τις ταινίες. Και αυτό είναι άκρως απελευθερωτικό. Με έναν μαγικό κινηματογραφικό τρόπο ό,τι βλέπεις παρουσιάζεται ως «αλήθεια», σαν να το ήξερες από πάντα ότι έτσι συμβαίνει, αλλά ακόμα και αν δεν το γνωρίζεις, δεν χρειάζεται να μάθεις κάτι παραπάνω. Απλά απόλαυσε τον John Wick να σκοτώνει, να λέει “Yes”, να σκοτώνει, να λέει “Yes”, να σκοτώνει. Όλα τα υπόλοιπα ας τα αφήσουμε στον Ευρωπαϊκό κινηματογράφο.