Από τον τίτλο αυτού του βιβλίου υποψιάζεται κανείς τί πρόκειται να επακολουθήσει. Ακόμα όμως και οι αναγνώστες που είναι εξοικειωμένοι με το γράψιμο του Στέργιου Χατζηκυριακίδη θα βρεθούν προ εκπλήξεως γιατί στο «Μην μιλάς, δεν είναι απαρέμφατο» ο συγγραφέας εκπλήσσει ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό του: χρησιμοποιεί πλοκή.

Για να εξηγούμαι, αυτή η υβριδική, μεταιχμιακή πεζογραφία του Χατζηκυριακίδη, ακραία μεταμοντέρνα στον πυρήνα και στις στοχεύσεις της αλλά και συγχρόνως εύληπτη, ρέουσα, σπαρταριστή, αρέσκεται να διερευνά τα όρια της λογοτεχνικότητας. Και συχνά να τα ακυρώνει. Έτσι, έννοιες όπως λογοτεχνικός χαρακτήρας, γραμμικότητα, αιτιότητα, τεντώνονται στον ύπατο βαθμό. Είναι σαν παιχνίδια που ο συγγραφέας τα περιεργάζεται με ένταση, ακόμα και με βία, για να δει μέχρι ποιο σημείο αντέχουν και τί γίνεται αν σπάσουν.

Η ιστορία λέγεται μέσα από την εναλλαγή αφηγητών. Τα point of view είναι πολλά – όσα και τα κεντρικά πρόσωπα –  και αλληλοσυμπληρώνονται. H φωνή των προσώπων είναι συνειδητά ίδια, χωρίς καμιά προσπάθεια να διαφοροποιηθεί (επιλογή που συναντάμε, όχι σπάνια, σε πολύ διαφορετικά κείμενα σύγχρονης λογοτεχνίας και αποτελεί από μόνη της καιριο σχόλιο για τις δυνατότητες και τους περιορισμούς της μυθοπλαστικής αφήγησης).

Ο συγγραφέας Φώτης Δούσος.

Η υπόθεση είναι αρκετά «τρελή». Βρισκόμαστε σε μια εναλλακτική πραγματικότητα όπου τίθεται (για δεύτερη φορά στην ιστορία της χώρας μας…) γλωσσικό ζήτημα. Οι ιδιόλεκτοι και οι διάλεκτοι πρέπει να εξαφανιστούν και να κυριαρχήσει μόνο η «ΝΑΕ» (Νέα Ανακαινισμένη Ελληνική).  Διαισθανόμαστε ότι ο συγγραφέας, που είναι καθηγητής Γλωσσολογίας, βρίσκεται «στα νερά του».

Οι παρενθέσεις, οι παρεκκλίσεις, οι επεξηγήσεις, οι καταιγιστικές αναφορές σε διάφορες όψεις της σύγχρονης κουλτούρας, οι ανεκδοτολογικές παρεκβάσεις, δημιουργούν ένα λεκτικό πανόραμα που με τη σειρά του ορίζει, δημιουργεί και στερεώνει τον μυθοπλαστικό κόσμο.

Το αποτέλεσμα είναι ένα άκρως χιουμοριστικό και ειρωνικό κείμενο, αναρχικό τόσο στην τεχνική του όσο και στις ιδέες που διαπραγματεύεται και προάγει. Αν για κάτι μπορεί να είναι σίγουρος ο αναγνώστης είναι ότι θα γελάει ασταμάτητα από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα.