Η κόρη μου κάποιες φορές αστειευόμενη και στα πλαίσια του πειράγματος, με ρωτάει γιατί δεν μου αρέσουν οι YouTubers και γιατί δεν συμπαθώ διάφορες «φάτσες» που στέκονται μπροστά σε μία κάμερα και μιλάνε για την πρωινή ρουτίνα τους, δείχνουν τις διακοπές τους ή μαζεύονται με τους φίλους τους κάνοντας διάφορα challenge.
Την απάντηση θα την αφήσω για κάποιο επόμενο κείμενο, αφού σκοπός του συγκεκριμένου, είναι να επικεντρωθώ στον προβληματισμό που δημιουργεί το engagement των παιδιών με τον ψηφιακό κόσμο και πιο συγκεκριμένα με πλατφόρμες όπως το YouTube και το TikTok, όπου παρατηρείται τα τελευταία χρόνια έντονη χρήση από παιδιά μικρής ηλικίας. Και όταν εννοώ «χρήση», ενώ τα παιδιά σε ρόλο influencer.
Τα παιδικά accounts στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι πιο δημοφιλείς από ποτέ. Ήδη, μελέτες απ’ το 2010 έχουν δείξει ότι το 1/4 των παιδιών είχαν διαδικτυακή παρουσία πριν καν τη γέννησή τους, την οποία φυσικά επιμελούνταν οι γονείς του. Το υπερηχογράφημα και στιγμές έξω απ’ το μαιευτήριο σε stories, ξεχωριστό Instagram προφίλ για το παιδί με φωτογραφίες του απ’ την καθημερινότητά του.
Υπάρχουν φυσικά και οι εξαιρέσεις γονιών που νιώθουν «άβολα» με την έκθεση των παιδιών τους, αρνούμενοι την εμπορευματοποίησή τους και την δημιουργία ενός ψηφιακού αποτυπώματος που δεν θα μπορούν – πιθανόν – να διαγράψουν στο μέλλον.
Σε κάποιες περιπτώσεις, εγχώριες και μη, τα παιδιά που θα γεννηθούν – και κάποια που έχουν γεννηθεί ήδη – θα καλεστούν να συνεχίσουν την οικογενειακή επιχείρηση του καναλιού των γονιών τους στο YouTube, όπως για παράδειγμα οι γενιές Τσακιριάν που ταυτίζονται με τα χειροποίητα μουσικά έγχορδα. Άλλος τομέας, διαφορετικός κόσμος, η ίδια προσπάθεια για διατήρηση του legacy.
Τα παιδιά απ’ τη στιγμή που αναπνέουν, βρίσκονται «εκτεθειμένα» στο ίντερνετ. Είναι κάτι που δεν επέλεξαν, δεν τους ζητήθηκε η άδεια, δεν ξέρουν πως να το διαχειριστούν και απλά μαθαίνουν να ζουν σε/με αυτό.
Οικογένειες όπως οι The Shaytards (4,8 εκατ. subscribers), Not Enough Nelsons (1,6 εκατ. subscribers), The Ace Family (18,8 εκατ. subscribers) και οι Ελληνίδες αδερφές Artemis & Ariadni (359 χιλ. & 395 χιλ. subscribers), συγκεντρώνουν τόσους συνδρομητές όσους ονειρεύεται κάποιος καλλιτέχνης ή ένα δημοσιογραφικό Μέσο. Στα βίντεο τους καταγράφουν στιγμές από γενέθλια, vlog εκδρομών, στιγμές διαβάσματος, ψώνια σε σούπερ μάρκετ, βραδινές ρουτίνες ύπνου, (φυσικά) unboxing – χορηγούμενων – δώρων, ακόμα και επισκέψεις στα επείγοντα περιστατικά νοσοκομείου με την απαραίτητα δραματουργία.
Γι’ αυτά τα παιδιά, τους μικρούς influencer, τα social media είναι πλέον «δουλειά». Δεν θα χρησιμοποιούσα εισαγωγικά, αν τα λεφτά απ’ τους χορηγούς και τις διαφημίσεις, έμπαιναν απευθείας στον κουμπαρά τους, και δεν κατέληγαν στους τραπεζικούς λογαριασμούς των γονιών τους. Για παράδειγμα, ο Ryan Kaji που έχει το κανάλι “Ryan’s World” με 33,3 εκατομμύρια subscribers και δική του σειρά παιχνιδιών, έχει «δουλέψει» σκληρά για να βρεθεί στην κορυφή των παιδιών influencer/YouTuber. Το Forbes το 2019, τον είχε χαρακτηρίσει ως τον υψηλότερα αμειβόμενο streamer κάθε ηλικίας, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, εκτιμώντας ότι η οικογένειά του εισέπραξε 22 εκατομμύρια δολάρια το 2018 και 24 εκατομμύρια δολάρια το 2019.
Κάποτε θα λέγαμε, με κάποια δόση αφέλειας, πως η ζωή αυτών των παιδιών έχει γίνει reality. Αλλά όχι. Η ζωή τους έχει γίνει «περιεχόμενο» και αυτό είναι ακόμα πιο επικίνδυνο ή προβληματικό.
Μια έρευνα της Morning Consult, διαπίστωσε ότι το 54% των Αμερικανών ηλικίας 13 έως 38 ετών, θα επέλεγαν να γίνουν influencer αν τους δινόταν η ευκαιρία, ενώ μία μελέτη της Harris Poll σε 3.000 παιδιά σε Η.Π.Α. και Ηνωμένο Βασίλειο, έδειξε πως το 30% αυτών θα επέλεγαν να γίνουν YouTuber ανάμεσα σε μια λίστα επαγγελμάτων όπως αθλητής, μουσικός, αστροναύτης, δάσκαλος.
Πολλοί αναρωτιούνται ποιος είναι ο ρόλος του γονέα σε αυτή την παιδική τάση και στα επαγγελματικά όνειρα μικρής ηλικίας. Αναζητούν απαντήσεις κοιτώντας στο παρελθόν, θυμούμενοι τις απαντήσεις που έδιναν όταν οι ίδιοι ήταν μικροί, στην ερώτηση «τι θες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;». Σπάνια κάποιος (νοήμων) γονιός θα ανησύχησε όταν το παιδί του, του απάντησε «ποδοσφαιριστής ή πιανίστας», «γιατρός ή χορεύτρια», καθώς γνώριζαν πως ο γιός ή η κόρη τους, έχουν μπροστά τους πολλά χρόνια για να καταλήξουν ή να ακολουθήσουν μια επαγγελματική σταδιοδρομία.
Τώρα όμως, ένα παιδί 8 χρονών όταν λέει «θέλω να γίνω YouTuber», ξέρει ότι μπορεί να το κάνει και μέσα σε πέντε λεπτά να δοκιμάσει την επιθυμία του. Έτσι, ο γονιός έρχεται αντιμέτωπος με μια κατάσταση που περίμενε να την ζήσει τουλάχιστον σε 8-10 χρόνια αργότερα.
Υπάρχει λοιπόν κάποιο όριο στην λήψη αποφάσεων που θα πάρει ένας «μεγάλος» για τα όνειρα ενός «μικρού»; Σχετικά με αυτό, ο Benjamin Burroughs, Αναπληρωτής Καθηγητής Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στο Πανεπιστήμιο της Νεβάδα, δήλωσε στο Vox: «Από τη μία οι γονείς μπορεί να αναρωτηθούν γιατί να καταπνίξουν τη δημιουργικότητα του παιδιού τους, αφού αυτά θέλουν να μοιραστούν κάτι με τον κόσμο. Αλλά αυτό αργότερα γίνεται δουλειά, και τότε έρχεται μια «γκρίζα ζώνη», στην οποία οι γονείς θα πρέπει να σκεφτούν τι είδους έκθεση θα έχουν τα παιδιά μπροστά στην κάμερα».
Τα παιδιά και οι έφηβοι που περνάνε αρκετές ώρες της ημέρας τους στο YouTube ή στο TikTok, μπορεί να δυσκολεύονται να καταλάβουν ότι οι πιθανότητες να βγάλουν αρκετά χρήματα από ένα «περιεχόμενο» είναι ελάχιστες, αφού οι παραπάνω αναφορές στα «χρυσά» παιδιά των social media δεν είναι ο κανόνας.
Μαγεύονται απ’ την εικόνα και παρασύρονται απ’ τον φαινομενικά επικερδή τρόπο ζωής. Τα παιδιά και οι οικογένειες αυτών των καναλιών/των προφίλ, δείχνουν να έχουν έναν δικό τους «πρόγραμμα», κάπως ελεύθερο χωρίς περιορισμούς και υποχρεώσεις, ενώ ταυτόχρονα οι εταιρείες τους χαρίζουν προϊόντα για να τα παρουσιάσουν. Ένα παιδί όμως δεν μπορεί να αντιληφθεί πως οι συνέπειες ενός χορηγούμενου Playmobil, μπορεί να είναι περισσότερες απ’ την χαρά του «κέρδους».
Αν δεν στηθούν όλα όπως πρέπει, αν η κάμερα δεν εξυπηρετήσει τα απαιτούμενα του εταιρικού brand, αν δεν φορέσει το καλύτερο χαμόγελο που έχει, αν ο ήχος δεν είναι καθαρός, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η χορηγία να σταματήσει και η ματαίωση να είναι μεγαλύτερη απ’ το αναμενόμενο και μη διαχειρίσιμη.
Μια ανάλυση του 2018 έδειξε ότι το 85% της επισκεψιμότητας στο YouTube πήγαινε μόλις στο 3% των καναλιών και ότι περίπου το 96% των YouTubers στις Η.Π.Α. έχουν λιγότερα έσοδα απ’ το όριο της φτώχειας που ορίζει το κράτος [σ.σ. για το 2022, αυτό το ποσό για 1 άτομο ορίζεται στα 13.590 δολάρια ετησίως ενώ για μια τετραμελής οικογένεια στα 27.750 δολάρια].
Ερευνητές και ψυχολόγοι, αναφέρουν πως η συζήτηση που θα πρέπει να γίνεται μεταξύ γονιού και παιδιού, θα πρέπει να τα βοηθάει να συνειδητοποιήσουν πως η ζωή τους θα γίνει «προϊόν» προς πώληση απ’ την στιγμή που θα αποφασίσουν να κάνουν έναν κανάλι στο YouTube και πως ναι μεν αυτά θα νιώθουν πως μοιράζονται χαλαρές στιγμές παιχνιδιού και ξεγνοιασιάς με συνομήλικούς τους, αλλά καμία πλατφόρμα social media δεν ευνοεί ή στηρίζει κάποιον που δεν φέρνει «χρήμα» σε αυτήν.
Είναι φυσιολογικό τα παιδιά να νιώθουν μια σχετική «λαχτάρα» για την ζωή που παρουσιάζεται στα παιδικά vlogs. Μια καθημερινότητα γεμάτη χαμόγελα, ενθουσιασμό, όμορφα χρώματα, χωρίς διάβασμα, μια ζωή μόνο με διακοπές και παιχνίδι. Εξάλλου, ποιος δεν επιθυμεί κάτι τέτοιο;
Γνωρίζουμε όμως πως είναι ουτοπικό. Και αν υπάρχει ένα ωραίο «δώρο» που μπορούμε να δώσουμε στα παιδιά, δεν είναι ένα κίνητρο να γίνουν influencer, αλλά να μην εγκλωβιστούν στον κόσμο της ιντερνετικής επικύρωσης της ανθρώπινης ύπαρξης και της ατομικής αξίας, και απελευθερωμένα από διάφορα «πρότυπα» και «είδωλα», να ανακαλύψουν έναν δικό τους τρόπο να αφηγηθούν όπως εκείνα θέλουν την ζωή τους.