Είσαι από εκείνους που λένε «σε πέντε λεπτά φεύγω» και τελικά φεύγεις σαράντα λεπτά αργότερα; Πού βάζεις ξυπνητήρι στις 7:00, σηκώνεσαι στις 7:20 και πείθεις τον εαυτό σου ότι «προλαβαίνεις»; Αν ναι, τότε ίσως χωρίς να το ξέρεις είσαι tidsoptimist, δηλαδή, σε ελεύθερη μετάφραση «αισιόδοξος του χρόνου». Ο όρος tidsoptimist έρχεται από τα σουηδικά και σημαίνει κυριολεκτικά «αισιόδοξος του χρόνου». Είναι εκείνος ο άνθρωπος που πιστεύει ειλικρινά πως έχει περισσότερο χρόνο απ’ όσο στην πραγματικότητα έχει, και ναι το παραδέχομαι είμαι μία από αυτούς.

Για χρόνια πίστευα ότι απλώς δεν οργανώνω σωστά τον χρόνο μου, ότι είμαι κομματάκι «χαοτικός τύπος» ή ότι βαριέμαι να ξεκινήσω έγκαιρα. Όμως, διαβάζοντας πρόσφατα για το φαινόμενο του tidsoptimism, κατάλαβα πως δεν πρόκειται για τεμπελιά. Πρόκειται για μια ψευδαίσθηση ελπίδας και μια αίσθηση ότι ο χρόνος θα «χωρέσει» όλα όσα θέλω να κάνω. Οι ερευνητές εξηγούν πως οι tidsoptimists δεν είναι αδιάφοροι ή ασυνεπείς, είναι ελπιδοφόροι. Όλοι εμείς οι tidsoptimism πιστεύουμε βαθιά μέσα μας πως μπορούμε να κάνουν τα πάντα λίγο πιο γρήγορα, να γράψουμε ένα ακόμα email, ένα ακόμα ντους, ένα ακόμα «γρήγορο τσεκ» στο κινητό. Το πρόβλημα είναι ότι ο χρόνος δε λειτουργεί έτσι και κάθε λεπτό έχει 60 δευτερόλεπτα, όχι 180 που το κάνουμε εμείς.

Στη δική μου καθημερινότητα, αυτό μεταφράζεται σε ένα ατελείωτο «πέντε λεπτά ακόμα». Πέντε λεπτά ακόμα ύπνος, πέντε λεπτά ακόμα Instagram, πέντε λεπτά ακόμα για να τελειώσω ένα project, και κάπως έτσι, το «σε λίγο» γίνεται «πολύ αργά».

Ο εγκέφαλος χάνει το μέτρημα

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των tidsoptimists είναι η λεγόμενη «τύφλωση στον χρόνο» (time blindness). Όταν ανοίγω το κινητό μου «για ένα λεπτό», τελικά περνάει μισή ώρα και όχι γιατί αδιαφορώ, αλλά γιατί η προσοχή μου διασπάται. Η τεχνολογία λειτουργεί σαν παγίδα, τα βίντεο, τα μηνύματα και οι ειδοποιήσεις «σπάνε» τη ροή του χρόνου και ο εγκέφαλος δεν καταλαβαίνει πόσος χρόνος έχει περάσει. Αν σε αυτό προσθέσεις την κούραση και το άγχος της καθημερινότητας, η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο θολή και χαοτική. Όταν είμαι αγχωμένη ή κουρασμένη, ο χρόνος «ρευστοποιείται» και άλλοτε κυλάει γρήγορα, άλλοτε παγώνει. Και κάπως έτσι, φτάνω πάλι αργοπορημένη στο επόμενο ραντεβού, με την γνώστη δικαιολογία «είχε μία κίνηση…» .

Για πολλά χρόνια, είχα ενοχές για την ασυνέπειά μου και θεωρούσα ότι όποιος αργεί, δεν σέβεται τον χρόνο των άλλων. Όμως οι ερευνητές επιμένουν ότι οι tidsoptimists δεν είναι τεμπέληδες ή αδιάφοροι. Είναι άνθρωποι που ελπίζουν περισσότερο απ’ όσο επιτρέπει το ρολόι τους. Ο εγκέφαλός τους (μας) απλώς εκτιμά λάθος τον χρόνο που χρειάζεται για μια δραστηριότητα. Αυτή η «αισιοδοξία του χρόνου» έχει δύο όψεις, από τη μία, οδηγεί σε άγχος, καθυστερήσεις, χαμένες προθεσμίες, απογοητεύσεις. Από την άλλη, δείχνει κάτι όμορφο όπως την πίστη πως όλα είναι πιθανά, πως πάντα υπάρχει χρόνος για ένα ακόμα βήμα, ένα ακόμα χαμόγελο, ένα ακόμα όνειρο.

Οι άνθρωποι που είναι πάντα στην ώρα τους φαίνεται να λειτουργούν διαφορετικά. Δεν έχουν περισσότερο αυτοέλεγχο, αλλά περισσότερη επίγνωση. Χωρίζουν τις δουλειές τους σε μικρότερα κομμάτια, βάζουν υπενθυμίσεις, υπολογίζουν πάντα ένα μαξιλάρι ασφαλείας χρόνου, πριν από κάθε ραντεβού. Εγώ, πάλι, έχω την αυταπάτη πως η διαδρομή από το σπίτι ως το γραφείο παίρνει δέκα λεπτά, ενώ στην πραγματικότητα χρειάζεται σαράντα πέντε.

Κάποτε πίστευα ότι το πρόβλημα θα λυθεί με περισσότερη πειθαρχία, όμως, όσο πιο αυστηρή γινόμουν, τόσο περισσότερο αποτύγχανα. Τώρα καταλαβαίνω πως χρειάζεται όχι πειθαρχία αλλά ρεαλισμός και το να μάθω να βλέπω τον χρόνο όπως είναι, όχι όπως θα ήθελα να είναι. Πλέον, προσπαθώ να εφαρμόζω μικρές πρακτικές για να τιθασεύσω την αισιοδοξία μου σε ό,τι αφορά τον χρόνο μου και να ξεκινώ νωρίτερα απ’ όσο νομίζω ότι χρειάζεται. Αν πιστεύω ότι θέλω δέκα λεπτά να ετοιμαστώ, αρχίζω τη διαδικασία είκοσι λεπτά πριν. Ένα από τα βασικά πλέον είναι ότι αποφεύγω το multitasking, γιατί όταν κάνω πολλά πράγματα μαζί, χάνω κάθε αίσθηση του χρόνου. Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι εύκολο να αλλάξει κανείς. Αλλά όλοι εμείς οι tidsoptimists κουβαλάμε μια ρομαντική ψευδαίσθηση, «ότι στη ζωή προλαβαίνουμε και ότι υπάρχει χρόνος για όλα». Και ίσως, κατά βάθος, αυτό το χαρακτηριστικό να είναι γοητευτικό και να έχει μία παιδική αθωότητα.

Το να αργείς μπορεί να προκαλεί άγχος σε σένα και στους άλλους, αλλά δείχνει και κάτι ανθρώπινο, την ανάγκη μας να πιστεύουμε ότι υπάρχει πάντα λίγος ακόμη χρόνος για ζωή. Ίσως, ένας tidsoptimist να είναι, τελικά, ο τελευταίος ρομαντικός, σε έναν κυνικό κόσμο. Και αν αύριο καθυστερήσω ξανά πέντε λεπτά; Θα το δεχτώ με χαμόγελο, είμαι tidsoptimist και προσπαθώ να είμαι στην ώρα μου, με αισιοδοξία.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.