Αυτό που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια σχετικά τις ψυχεδελικές ουσίες, είναι ένα διαρκές déjà vu. Μπορεί να μην έχει αναστηθεί το flower power κίνημα, να μην υπάρχουν προσωπικότητες αντίστοιχες του Timothy Leary και του Ken Kesey ή κοινοβιακές ομάδες σαν τους Mary Pranksters, ωστόσο, ουσίες σαν το LSD, που κάποτε «ξέφυγαν» από τα πειραματικά εργαστήρια της CIA και κατέληξαν στις γλώσσες της νεολαίας των ‘60s, έχουν επιστρέψει στα ερευνητικά εργαστήρια κάποιων χωρών και οι επιστήμονες εξερευνούν εκ νέου τις «Πύλης τις αντίληψης» που την δεκαετία του 1970 σφραγίστηκαν από τις κυβερνήσεις.

Πριν από το 1962, οι περισσότερες έρευνες για το LSD δεν είχαν επιστημονικές ομάδες ελέγχου και επικεντρώνονταν κυρίως σε μικρές ομάδες ασθενών που γνώριζαν ότι έπαιρναν μια παραισθησιογόνο ουσία. Στον απόηχο του σκανδάλου θαλιδομίδης (thalidomide), όπου περίπου 10 χιλιάδες βρέφη επηρεάστηκαν από το φάρμακο που κυκλοφορούσε ελεύθερο και χωρίς ιατρική συνταγή σε 46 χώρες για την καταπολέμηση διάφορων παθήσεων (πνευμονία, κρυολόγημα, γρίπη, ναυτία κ.α.), από το 1970, η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ άρχισε να ζητάει αποτελέσματα RCT για τις αιτήσεις νέων φαρμάκων που έφταναν στα γραφεία της.

Ορισμένες μελέτες που επικεντρώθηκαν στην ορθή εκτέλεση μιας RCT για ψυχεδελικές ουσίες δεν πέτυχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα για την FDA, όπως μια μελέτη του 1969 για χρήση του LSD ως θεραπεία για τον αλκοολισμό. Όλοι οι ασθενείς που συμμετείχαν στο πείραμα περίμεναν να λάβουν LSD, αλλά σε ορισμένους δόθηκε ένα διεγερτικό ή ένα ηρεμιστικό ως ενεργό εικονικό φάρμακο (placebo). Η κλινική έρευνα δεν περιλάμβανε κάποια ψυχοθεραπεία και το LSD δεν είχε καλύτερη απόδοση από άλλα φάρμακα ελέγχου του αλκοολισμού, σύμφωνα με το Wired.

Στη συνέχεια, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Richard Nixon υπέγραψε τον νόμο περί ελεγχόμενων ουσιών (Controlled Substances Act – CSA), απαγορεύοντας πολλά ψυχεδελικά στη χώρα, και η έρευνα ουσιαστικά σταμάτησε. Αυτή η κίνηση δημιούργησε ένα ντόμινο εξελίξεων που είχε ως αποτέλεσμα και την παύση οποιασδήποτε επίσημης επιστημονικής έρευνας και στις υπόλοιπες χώρες του κόσμου. Το ζήτημα του τρόπου μελέτης των ψυχεδελικών ουσιών, με τρόπο που θα μπορούσε να παρέχει τα κατάλληλα δεδομένα για τις ομοσπονδιακές ρυθμιστικές αρχές, παρέμεινε άλυτο.

Οι ψυχεδελικές ουσίες επανήλθαν

Τώρα όμως οι νευροεπιστήμονες και οι ψυχίατροι επανεξετάζουν την επίδραση των ψυχεδελικών ουσιών στον ανθρώπινο εγκέφαλο και την συμπεριφορά, προκειμένου να βρουν νέες θεραπείες για μια σειρά από νευρολογικές παθήσεις και προβλήματα ψυχικής υγείας.

Εκεί που εστιάζουν περισσότερο οι επιστήμονες που μελετούν το νευρικό μας σύστημα, είναι οι «κρίσιμες περίοδοι» (Critical periods), οι οποίες είναι φάσεις κατά τις οποίες οι συνδέσεις των εγκεφαλικών κυττάρων μας είναι πιο εύπλαστες και δεκτικές στην επίδραση διαφόρων εμπειριών. Αυτές οι συνδέσεις, που ονομάζονται «συνάψεις», μπορούν να σχηματιστούν ή να ενισχυθούν πιο εύκολα κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής «κρίσιμης περιόδου». Οι συναπτικές συνδέσεις συνήθως ωριμάζουν και σταθεροποιούνται μετά από αυτή τη χρονική περίοδο, καθιστώντας δυσκολότερη την αλλαγή των συνδέσεων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων καθώς μεγαλώνουμε. Για παράδειγμα, η έλλειψη ορισμένων εμπειριών στα πρώτα χρόνια της ζωής μας μπορεί να έχει βαθιά επίδραση στην ανάπτυξη των συγκεκριμένων νευρωνικών συνδέσεων και αργότερα όταν λάβουμε κάποιο σχετικό ερέθισμα, με αυτό που κάποτε δεν λάβαμε, δεν μπορούμε να το αποκωδικοποιήσουμε και να το κατανοήσουμε.

Τα ευρήματα μιας μελέτης που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature και πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια, καταδεικνύουν ότι οι ψυχεδελικές ουσίες έχουν την ικανότητά τους να ανοίξουν ξανά αυτές τις «κρίσιμες περιόδους», αλλά διαφέρουν ως προς το χρονικό διάστημα που η «κρίσιμη περίοδος» παραμένει ανοιχτή -με μία μόνο δόση, η περίοδος αυτή κυμαίνεται από δύο ημέρες έως τέσσερις εβδομάδες.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι ψυχεδελικές ουσίες έχουν τη δυνατότητα να θεραπεύσουν μια ευρύτερη ποικιλία ασθενειών, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο και η κώφωση, εκτός από εκείνες που ήδη μελετώνται, όπως η κατάθλιψη, ο εθισμός και η διαταραχή μετατραυματικού στρες

Στο παρελθόν η επιστημονική κοινότητα έχει αποδείξει ότι «κρίσιμες περίοδοι» βοηθούν τα πουλιά να μάθουν να κελαηδούν και τους ανθρώπους να μάθουν μια νέα γλώσσα ή να ανακτήσουν τις κινητικές τους ικανότητες μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο. Μια έρευνα του 2005 με τίτλο “Critical period plasticity in local cortical circuits”, που είχε πραγματοποιηθεί σε θηλαστικά ζώα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι εάν το ένα μάτι (αλλά όχι και τα δύο) έχει καλυφθεί αμέσως μετά τη γέννηση, το συγκεκριμένο μάτι θα χάσει μόνιμα την οπτική οξύτητά του, ακόμη και αν η περίοδος κάλυψης είναι σύντομη μετά τη γέννηση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η αισθητηριακή στέρηση και η έλλειψη οπτικών εισροών κατά τη διάρκεια της «κρίσιμης περιόδου» μπορεί να προκαλέσει δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο.

«Υπάρχει μια χρονική περίοδος κατά την οποία ο εγκέφαλος των θηλαστικών είναι πολύ πιο ευαίσθητος και ανοιχτός στη μάθηση από το περιβάλλον», λέει η Gül Dölen, αναπληρώτρια καθηγήτρια νευροεπιστήμης στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, που συμμετείχε στην έρευνα “Psychedelics reopen the social reward learning critical period”. Επεσήμανε επίσης ότι όταν αυτή η περίοδος «κλείσει», τότε, ο εγκέφαλος είναι «πολύ λιγότερο ανοιχτός για νέα μάθηση».

Η ομάδα της Dölen εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα ψυχεδελικά ναρκωτικά, αξιοποιώντας την εμπειρία του εργαστηρίου της στη μελέτη της κοινωνικής συμπεριφοράς -η ομάδα της ανακάλυψε το 2019 ότι η ψυχεδελική ουσία MDMA, ενεργοποίησε μια «φάση-κλειδί» στα ποντίκια. Η Dölen, τότε, υποστήριξε ότι τα χαρακτηριστικά του MDMA διευκόλυναν την επαναλειτουργία της «κρίσιμης περιόδου», αλλά η επιστημονική ομάδα της, τώρα, έμεινε έκπληκτή όταν ανακάλυψε στην παρούσα μελέτη ότι και άλλες ψυχεδελικές ουσίες χωρίς τις ιδιότητες του MDMA (συναίσθημα χαράς και αγάπης, κοινωνικοποίηση κ.λπ.) θα μπορούσαν επίσης να θέσουν σε λειτουργία ξανά αυτές τις περιόδους.

Εξέτασαν λοιπόν τη δυνατότητα επαναλειτουργίας μέσω πέντε ψυχεδελικών ουσιών -ιμπογκαΐνη (ibogaine), κεταμίνη (ketamine), LSD, MDMA και ψιλοκυβίνη (psilocybin)- τα οποία έχουν αποδειχθεί, σε πολλαπλές μελέτες, ότι διαταράσσουν την τυπική μας αντίληψη για τον κόσμο, προκαλούν μια τροποποιημένη κατάσταση συνείδησης και προσφέρουν μια αίσθηση ανακάλυψης του εαυτού μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Το πείραμα

Στο εργαστήριο, η Dölen και οι συνεργάτες της, διεξήγαγαν ένα συμπεριφορικό τεστ σε ενήλικα ποντίκια προκειμένου να κατανοήσουν τι επιδράσεις έχουν οι ψυχεδελικές ουσίες στην «κοινωνική ανταμοιβή» (social reward) και πως οι «κρίσιμες περίοδοι» μπορούν να επηρεαστούν από τα ψυχεδελικά.

Δημιουργήσαν λοιπόν δύο διαφορετικά περιβάλλοντα για τα ποντίκια: έναν χώρο που ήταν απομονωνόμενα επενδύοντας στο αίσθημα της μοναξιάς και έναν άλλον χώρο όπου υπήρχε κοινωνική αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Συγκρίνοντας τον χρόνο που πέρασαν σε κάθε περιβάλλον, μετά τη χορήγηση του ψυχεδελικού φαρμάκου, οι ερευνητές μπόρεσαν να δουν αν η «κρίσιμη περίοδος» άνοιξε ξανά στα ενήλικα ποντίκια, επιτρέποντάς τους να μάθουν την αξία των κοινωνικών συναναστροφών, μια συμπεριφορά που συνήθως μαθαίνουν σε νεαρή ηλικία.

Στα ποντίκια που χορηγήθηκε κεταμίνη, η βασική φάση της εκμάθησης της κοινωνικής ανταμοιβής παρέμεινε ανοιχτή για 48 ώρες. Στην περίπτωση της ψιλοκυβίνης διήρκεσε 2 εβδομάδες, όπως παρατηρήθηκε αντίστοιχα και στα ποντίκια που έλαβαν MDMA, LSD και ιμπογκαΐνη.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, το χρονικό διάστημα που η «κρίσιμη περίοδος» παρέμεινε ανοιχτή στα ποντίκια φαίνεται να ακολουθεί σε γενικές γραμμές το τυπικό χρονικό διάστημα που οι άνθρωποι αναφέρουν τις οξείες επιδράσεις κάθε ψυχεδελικής ουσίας. «Αυτή η σχέση μας δίνει μια ακόμη ένδειξη ότι η διάρκεια της οξείας επίδρασης των ψυχεδελικών ναρκωτικών μπορεί να είναι ο λόγος για τον οποίο κάθε φάρμακο μπορεί να έχει μεγαλύτερη ή μικρότερη επίδραση στο άνοιγμα της “κρίσιμης περιόδου”», σχολίασε η Dölen.

Οι συγκεκριμένες εργαστηριακές μελέτες αποδεικνύουν ότι θέτοντας ξανά σε λειτουργία τις «κρίσιμες περιόδους» του εγκεφάλου μέσω ψυχεδελικών ουσιών, ως θεραπεία, ενισχύεται η «κοινωνική ανταμοιβή» βοηθώντας έτσι την επανένταξη και ενσωμάτωση σε κοινότητες. «Πολύ συχνά, μετά από μια σοβαρή επέμβαση ή σημαντική θεραπεία, οι άνθρωποι επιστρέφουν στη χαοτική, πολυάσχολη ζωή τους που μπορεί να είναι συντριπτική για τον ψυχισμό τους», τόνισε η Dölen.

Στη συνέχεια οι ερευνητές διερεύνησαν τις επιδράσεις των ψυχεδελικών ουσιών στα μοριακά μονοπάτια τα οποία καθορίζουν και τα μονοπάτια της κατανόησης. Αρχικά, εξέτασαν τη θέση του νευροδιαβιβαστή σεροτονίνη, γνωστή και ως «υποδοχέας» ή «ορμόνη της καλής διάθεσης», σε εγκεφαλικά κύτταρα ποντικιών. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ενώ το LSD και η ψιλοκυβίνη ενεργοποιούν τον υποδοχέα της σεροτονίνης, το MDMA, η ιμπογκαΐνη και η κεταμίνη δεν το κάνουν. Για να εξερευνήσουν και άλλους μοριακούς μηχανισμούς, στράφηκαν στο ριβονουκλεϊκό οξύ (RNA), έναν «ξάδελφο» του DNA, που αντιπροσωπεύει τα γονίδια που «μεταφράζουν» τα γονίδια σε πρωτεΐνες στα κύτταρα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν διαφορές μεταξύ 65 γονιδίων που παράγουν πρωτεΐνες κατά τη διάρκεια και μετά το άνοιγμα της «κρίσιμης περιόδου».

Περίπου το 20% αυτών των γονιδίων ρυθμίζουν πρωτεΐνες που εμπλέκονται στη διατήρηση ή επιδιόρθωση της εξωκυτταρικής μήτρας, ένα είδος δικτύου που περιβάλλει τα εγκεφαλικά κύτταρα που βρίσκονται στον nucleus accumbens, μια περιοχή που σχετίζεται με συμπεριφορές κοινωνικής μάθησης που ανταποκρίνονται στις «κοινωνικές ανταμοιβές».

Συμπέρασμα

Η ικανότητα των ψυχεδελικών να ανοίγουν εκ νέου την «κρίσιμη περίοδο» εκμάθησης της «κοινωνικής ανταμοιβής» είναι ανεξάρτητη από τον βασικό χαρακτήρα των επιδράσεών τους (για παράδειγμα, το λεγόμενο «τριπάρισμα»), καταλαβαίνουμε όμως ότι η τροποποιημένη κατάσταση συνείδησης που φέρουν όλα τα ψυχεδελικά αντανακλά την εμπειρία της «ανάστασης» της νευρωνικής πλαστικότητας, δημιουργώντας μια άτυπη επανεκκίνηση της συνείδησης.

Οι ψυχεδελικές ουσίες φαίνεται πως θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως βασικό «κλειδί» για το ξεκλείδωμα ενός ευρέος φάσματος «κρίσιμων περιόδων» στη ζωή μας. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι η επαναλαμβανόμενη χορήγηση κεταμίνης είναι σε θέση να ανοίξει εκ νέου την «κρίσιμη περίοδο» για την πλαστικότητα της οφθαλμικής κυριαρχίας, το κομμάτι δηλαδή της κινητικής και αισθητικής διόφθαλμης όρασης, στοχεύοντας στην ECM [σ.σ. βοηθά τα κύτταρα να προσκολλώνται και να επικοινωνούν με τα κοντινά κύτταρα και παίζει σημαντικό ρόλο στην κυτταρική ανάπτυξη, την κυτταρική κίνηση και άλλες κυτταρικές λειτουργίες]. Αυτό το πλαίσιο διευρύνει το πεδίο των διαταραχών, συμπεριλαμβανομένου του αυτισμού, του εγκεφαλικού επεισοδίου, της κώφωσης και της τύφλωσης, που θα μπορούσαν να ωφεληθούν από τη θεραπεία με ψυχεδελικά.

«Χρειάστηκαν πάνω από 50 χρόνια για να καταλήξουμε στην απεικόνιση του εγκεφάλου και τη μοριακή νευροεπιστήμη, για να μπορέσουμε να βασιστούμε σε προηγούμενες εργασίες με μηχανιστικά δεδομένα από κλινικές έρευνες», είχε δηλώσει ο John Krystal, καθηγητής και πρόεδρος ψυχιατρικής στο Yale. «Αυτός ο δρόμος και άλλες συναφείς ερευνητικές στρατηγικές θα μας οδηγήσουν βαθύτερα στην αναζήτηση των ριζών της ανθρώπινης συνείδησης και της βιολογίας των ψυχικών ασθενειών [μέσω των ψυχεδελικών ουσίων]».

Με πληροφορίες από: Wired, Nature, Futurity, Johns Hopkins, Science Museum, Wikipedia, Parenting for Brain, Neuroscience news