«Από Δευτέρα δίαιτα» είναι μια πρόταση που έχουμε ξεστομίσει οι περισσότεροι μετά από μια σειρά ατασθαλιών, ασχέτως αν τελικά κάνουμε πράξη την υπόσχεση αυτή. Κι ενώ η νέα χρονιά πλησιάζει, αρκετοί θα βάλουν στόχο την 1η του Γενάρη να αδυνατίσουν, να γραφτούν γυμναστήριο, να ξεκινήσουν κρόσφιτ και πιλάτες ή να κόψουν «μαχαίρι» τη ζάχαρη. Από την άλλη, δεκάδες άρθρα γράφονται τελευταία τα οποία προειδοποιούν ότι «το skinny επιστρέφει». Ακούσατε, ακούσατε! Το skinny επιστρέφει! Κι όμως, ενώ η ιδέα του αδυνατίσματος έχει χαραχτεί για τα καλά στο κοινωνικό συνειδητό, το κατασκεύασμα της δίαιτας, όπως την ξέρουμε, μετρά μόλις έναν αιώνα.
Ενώ σήμερα θύματα της κουλτούρας της δίαιτας είναι κυρίως κορίτσια και γυναίκες, οι δίαιτες αρχικά στόχευαν στους άντρες. Τον 18ο αιώνα στη Μ.Βρετανία, η παχυσαρκία αναγνωρίζεται για πρώτη φορά ως ιατρικό πρόβλημα με κοινωνικές και ταξικές προεκτάσεις. Κυριαρχεί η αντίληψη ότι τα παραπανίσια κιλά είναι γνώρισμα των νεόπλουτων ανδρών, οι οποίοι -μην έχοντας μεγαλώσει σε περιβάλλον αφθονίας- είναι επιρρεπείς στη λαιμαργία και στην υπερκατανάλωση φαγητού. Παράλληλα, με τη βιομηχανική επανάσταση και την αστικοποίηση, όλο και περισσότεροι άντρες εγκαταλείπουν τα χωράφια, για να εργαστούν σε γραφεία και εργοστάσια. Συχνά, η καθιστική ζωή των πόλεων είχε ως αποτέλεσμα να πάρουν παραπάνω κιλά. Έτσι, το 1863 εκδίδεται το πρώτο βιβλίο δίαιτας το οποίο γίνεται bestseller. Στο βιβλίο, ο συγγραφέας William Banting, τονίζει ότι το αδυνάτισμα είναι καθαρά και μόνο θέμα θέλησης. Βέβαια, ο Banting δεν ήταν διαιτολόγος αλλά νεκροθάφτης, αλλά αυτό δε σταμάτησε την επιτυχία του. Παρόλο που τα πρότυπα ομορφιάς της εποχής δεν απαιτούσαν από τις γυναίκες να είναι ιδιαίτερα αδύνατες, πολλές ήταν οι γυναίκες που επιθυμούσαν κι αυτές να κάνουν τη δίαιτα του Banting. Σε αντίθεση με τη σημερινή εποχή, για πολλές γυναίκες του 19ου αιώνα η δίαιτα ήταν ένα μέσο αντίδρασης, μια ανάγκη να αποκτήσουν τον έλεγχο του σώματός τους και μια απόδειξη ότι κι αυτές μπορούν να επιβληθούν στις επιθυμίες τους, ακριβώς όπως οι άντρες.
Και φτάνουν στον 20ο αιώνα, με την πραγματική γέννηση της βιομηχανίας του αδυνατίσματος. Η δίαιτα κάνει rebranding κι ενώ μέχρι τώρα στόχευε στην καλή υγεία, πλέον είναι συνώνυμη με το αδυνάτισμα. Επίσης, το target group είναι πια οι γυναίκες. Έχει ξεκινήσει η κυριαρχία του Αδύνατου. Σε αυτό συνέβαλαν διάφοροι παράγοντες. Κατά πρώτον, έχουμε την εφεύρεση της ζυγαριάς μπάνιου αλλά και την έκδοση του πρώτου βιβλίου δίαιτας για γυναίκες από τη γιατρό Lulu Peters.
Το βιβλίο διαδίδει για πρώτη φορά την έννοια της μέτρησης θερμίδων και προειδοποιεί τις γυναίκες να μην καταναλώνουν πάνω από 1200 θερμίδες την ημέρα. Από τα μέσα της εποχής, το λίπος απεικονίζεται ως αποτέλεσμα ανεπαρκούς θέλησης, ενώ το αδυνάτισμα συμβολίζει απελευθέρωση και πειθαρχία. Επιπλέον, στις αρχές του αιώνα, έπειτα από αιματηρούς αγώνες, ορισμένες Δυτικές χώρες δίνουν δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες (έστω σε ορισμένες λευκές γυναίκες, συγκεκριμένων ηλικιακών και ταξικών κριτηρίων). Για πρώτη φορά, αποδομείται σθεναρά η εικόνα της σωστής, όμορφης και γόνιμης γυναίκας.
Η θηλυκότητα επαναπροσδιορίζεται και η νέα γυναικεία σιλουέτα αποκλίνει από τα προηγούμενα ιδανικά. Τη δεκαετία του ‘20, οι καμπύλες, το αρχέγονο σύμβολο της γονιμότητας, δεν είναι πλέον στη μόδα. Αντιθέτως, το πρότυπο ομορφιάς απαιτεί αδύνατα σώματα, σχεδόν ανδρόγυνα, εφηβικά, μοντέρνα. Δίαιτες «της μόδας» (fad diets) ξεπηδούν κάθε χρόνο και πλέον αντιμετωπίζονται σαν τάσεις. Στη δίαιτα του Χόλιγουντ οι γυναίκες τρέφονται μόνο με πορτοκάλια, γκρέιπφρουτ, φρυγανιές και αυγά για 18 μέρες. Η «ιατρική δίαιτα της χιλιετίας» απαιτεί οι γυναίκες να μασούν αργά και να κάνουν συχνά…κλύσματα. Η δίαιτα του καπνίσματος καλεί τις γυναίκες να αντικαταστήσουν το φαγητό με τσιγάρα (Θυμάμαι τη μάνα μου να συζητά με μια φίλη της και να της λέει “δεν έχεις φάει τίποτα όλη μέρα” και η φίλη να απαντάει “έχω φάει ένα μπιφτέκι και έχω κάνει 3 τσιγάρα”). Μαζί με τα παραπάνω, ο 20ος αιώνας φέρνει άλλη μια…αηδιαστική μέθοδο αδυνατίσματος: σκουλήκια σε ταμπλέτες. Γνωστή και ως «δίαιτα της ταινίας», τα σκουλήκια (συνήθως προνύμφες) μετά την λήψη της ταμπλέτας, κατηκούσαν κι εκκολάπτονταν στο έντερο με αποτέλεσμα την απώλεια κιλών. Η μέθοδος προϋπήρχε ήδη από τη Βικτωριανή εποχή, αλλά στα μέσα του 20ο αιώνα γίνεται πιο δημοφιλής στο καταναλωτικό κοινό.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η κουλτούρα της δίαιτας αναγεννάται μέσα από τη διαμόρφωση της καταναλωτικής κοινωνίας. Η βιομηχανία του αδυνατίσματος στοχεύει στις νοικοκυρές. Μέσω των μίντια, «το πρόβλημα της παχυσαρκίας» εισχωρεί στη μαζική συνείδηση. Η παχυσαρκία θεωρείται συμπεριφορικό πρόβλημα, που μπορεί να οδηγήσει σε θάνατο. Επιπλέον, η τεχνολογία τροφίμων και οι στρατηγικές μάρκετινγκ εξελίσσονται ταχύτατα. Είναι η χρυσή εποχή των επεξεργασμένων τροφίμων, της ζαχαρίνης, των ροφημάτων χωρίς θερμίδες και της αμφεταμίνης σε χάπια αδυνατίσματος. H χρήση αμφεταμινών ως κατασταλτικών της όρεξης έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της «κρίση της αμφεταμίνης», που πήρε μορφή επιδημίας στην Αμερική μετά τη δεκαετία του ’60.
Τη δεκαετία του ‘70 κυκλοφορεί η πιο γνωστή δίαιτα στην ποπ κουλτούρα, η οποία φέρνει τα πάνω κάτω στο αδυνάτισμα. Δίαιτα Άτκινς: λέμε ναι στα λιπαρά και όχι στους υδατάνθρακες. Η δίαιτα προκαλεί έντονες αντιδράσεις από την ιατρική κοινότητα, αλλά παραμένει δημοφιλής μέχρι και σήμερα. Στα 80s, η Τζέιν Φόντα δηλώνει στον Τύπο ότι το μυστικό της είναι το αερόμπικ. Μάλιστα, η ηθοποιός άνοιξε το δικό της γυμναστήριο και κυκλοφόρησε VHS κασέτες με ασκήσεις γυμναστικής. Όπως έχει εξηγήσει η Fonda, την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν πολλες επιλογές άθλησης για της γυναίκες και «μια γυναίκα υποτίθεται ότι δεν έπρεπε να έχει μύες ή να ιδρώνει δημοσίως». Υπό αυτήν την έννοια, το αερόμπικ αλλά και γενικότερα τα γυμναστήρια ήταν επαναστατικά, δεδομένων των συνθηκών. Τη δεκαετία του ’90, κυριαρχεί στις πασαρέλες το heroin chic, ένα από τα πιο επικίνδυνα trends των τελευταίων ετών. Ασθενικά αδύνατα σώματα, δίαιτες αποτοξίνωσης, χοντροφοβία στα μίντια και size 0 στα καταστήματα. Η τάση του πολύ αδύνατου φτάνει μέχρι τα late 00s, όπου και παρατηρείται στροφή στα πρότυπα ομορφιάς για άλλη μια φορά. Ο Τύπος σταματάει να μιλάει τόσο για την Paris Hilton, το it-girl του 2000 και πλέον μιλά για τα οπίσθια της φίλης της, Κιμ Καρντάσιαν. Οι καμπύλες επιστρέφουν μεν, χωρίς ποτέ το «αδύνατο» να χάνει ουσιαστικά την κυριαρχία του. Γιατί με καμπύλες ή χωρίς, για 100 χρόνια το γυναικείο πρότυπο ομορφιάς είναι κατά κύριο λόγο το αδύνατο. Waist trainers, brazilian butt lifts και shakes προτεϊνης. Και, κάπως έτσι, φτάνουμε στο σήμερα.
Επί έναν αιώνα, τα γυναικεία σώματα αστυνομεύονται κι ελέγχονται στο βωμό της ομορφιάς. «Μπαίνουν» και «βγαίνουν» από τη μόδα σαν να ήταν ρούχα ή χρώματα. Η κοινωνική κατασκευή του αδυνατίσματος, βλέπει το χοντρό σώμα -και ειδικά το γυναικείο- σαν αμάρτημα, σαν κάτι από το οποίο οφείλει κανείς να ξεφύγει, κάτι που έχει την ατομική ευθύνη να διορθώσει. Ένα γυναικείο σώμα δεν μπορεί απλά να υπάρχει αυτόνομα και άσχετα από μια νοητή κλίμακα, που ορίζει ανα πάσα στιγμή πόσο κοντά ή μακριά από το ελκυστικό βρίσκεται. Το γυναικείο σώμα είναι διαρκώς ένα πρόβλημα προς επίλυση και πάνω σε αυτό το αφήγημα η κουλτούρα της δίαιτας εξακολουθεί να βασιλεύει, να επαναπροσδιορίζεται και να πλουτίζει. Η επιστροφή των χαμηλοκάβαλων τζιν από το 2020, ήταν προάγγελος μιας ακόμη επικείμενης επιστροφής: του skinny. Ό, τι φάγαμε, φάγαμε.
Σε τελική ανάλυση, τα σώματα και οι σωματότυποι δε είναι trends. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να αναλωθεί σε μια ατέρμονη προσπάθεια να φτάσουμε ένα πρότυπο. Γιατί ακόμη κι όταν πάμε να πλησιάσουμε το πρότυπο, αυτό αμέσως θα αλλάξει – αυτή είναι η φύση του. Κι όταν δεν καταφέρνουμε να φτάσουμε τα εκάστοτε πρότυπα ομορφιάς, τα οποία μας σφηνώνουν στο κεφάλι από παιδιά, η κοινωνία θα είναι εκεί να μας το χτυπήσει: «δεν αγαπάς το σώμα σου!», «αποδέξου το σώμα σου!». Να αποδεχτούμε τι; Το σώμα αυτό που καθημερινά μας λένε πως δεν είναι αρκετό; Είναι πλέον παραπάνω από βέβαιο ότι το παιχνίδι της δίαιτας δε φτιάχτηκε ποτέ για να το κερδίσουμε.