Χωρίς παρεξήγηση, δεν ενθουσιάζομαι εύκολα με τόπους τα τελευταία χρόνια. Μεγάλες, βαθιές τζούρες από Αιγαίο, Ιόνιο, αλλά και εμβληματικές πόλεις του εξωτερικού, μέρη που επισκέφθηκα με ελάχιστο ή αξιοπρεπές budget, για δουλειά, από τύχη, από επιλογή, σημεία του χάρτη που άγγιξα και κατευχαριστήθηκα, πάντοτε με μια Αθήνα, την Μόνη Πόλη, να βρίσκεται καρφωμένη στην καρδιά μου. Τόπος επιστροφής, ριζιμιού και ονείρων, πόλη ερώτων, παρακμής και ζωογόνας συμφοράς, πόλη που με καταστρέφει με τις μνήμες που φυλά και πόλη που με αναγεννά με τις τόσες δυνατότητες.

Η τελευταία φορά που ενθουσιάστηκα με τόπο ήταν στη γειτονιά Τραϊμπέκα της Νέας Υόρκης, έπαθα ταχυπαλμία ηδονική και τα μάτια μου δεν χόρταιναν. Πάνε χρόνια. Ύστερα, οι παρέες και οι συνοδοιπόροι των ταξιδιών αναδεικνύονταν ισχυρότεροι από την κάθε λογής επισκεπτόμενη γεωγραφία.

Και ύστερα, ήρθε η Ύδρα. Πόσο κλισέ, Θεέ μου, να ερωτεύεται κανείς την Ύδρα, το νησί που έχει μιξάρει τέλεια την αρχοντιά και την λιτότητα, το νησί που ήταν ινσταγκραμικό πριν το Ίνσταγκραμ και, βεβαίως, το νησί που μάγεψε προσωπικότητες μεγατόνων όπως η Μαρία Κάλλας, ο Λέοναρντ Κοέν, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Πάμπλο Πικάσο και ο Γιώργος Σεφέρης. Κλισέ ξε-κλισέ, την έπαθα, δαγκώθηκα μαζί της, τόσο που ονειρεύτηκα αληθινά να ζήσω κάποτε εκεί για πάντα.

Να κινούμαι στα σκαλοπάτια ολημερίς. Να ραχατεύω στο αριστοκρατικό λιμάνι ανάμεσα σε καφέδες, τασάκια και βιβλία. Να γράφω πίσω από ένα παράθυρο με θέα το όρος Έρως. Να φιλάω μούρες μουλαριών και γαϊδάρων. Να μαγειρεύω μουσακάδες και να κόβω σαλάτες για να στήνω μεγάλα τραπέζια με φίλους, ξιπόλητη, σε μια δροσερή αυλή κι ένας να γρατζουνάει πάντα μια κιθάρα, ένα μπουζούκι. Να γερνάω ξέγνοιαστη, αγαπώντας, κολυμπώντας, σκεπάζοντας τους χειμώνες την πλάτη μου με ένα ωραίο, παχύ σάλι όπως αυτό που θυμάμαι της προγιαγιάς μου.

Προς ώρας, έχω μπροστά μου δυο μέρες και μισή να πιω το νησί στο ποτήρι. Παραμονές δεκαπενταύγουστου και το καράβι από Πειραιά πιάνει Ύδρα. Φοράω μαύρο φόρεμα κοντό και μεγάλα σκουλαρίκια, ψηλοτάκουνα σανδάλια και έχω μια μικρότατη αποσκευή. Κινούμαι προς το Pirates στο λιμάνι κι απέναντί μου τρία αγγλόπουλα πουλούν αχιβάδες και πέτρες για μερικά ευρώ. Τα πρώτα μου ψώνια στο νησί. Καφές φρέντο εσπρέσο που δε με νοιάζει η γεύση του, γιατί έχω θέα το συνονόματό μου καράβι, την «Γεωργία», που μεταφέρει τα εμπορεύματα από την Πελοπόννησο. Ανάβαση, σε λίγο, πριν νυχτώσει στο άνετο δωμάτιο του ξενοδοχείου Hydra, κοντά στο κίτρινο σπίτι του Κουντουριώτη, με την δική του αυλίτσα, κατάφυτη από μικρές ελιές και γιασεμιά. Τα παράθυρα του δωματίου κοζάρουν την Ύδρα ερωτικά: από την μία τα σπιτάκια της, που μου θυμίζουν Ιταλία, Σύρο και κάτι ακόμα που ποτέ μου δεν είχα φανταστεί και από την άλλη το Αιγαίο, μπλε, πιο μπλε πεθαίνεις.

Λίγη ξεκούραση και φρεσκάρισμα και βουρ για φαγητό στην Ψαροπούλα, με την επίσης προνομιακή σε θέα και αίγλη ταράτσα της. Το εστιατόριο λειτουργεί στο λιμάνι της Ύδρας από το 1911, αλλά από το 2013 μετακόμισε λίγο πιο ψηλά. Συνεχίζοντας με σεβασμό την παράδοση και τη φιλοσοφία του ιδρυτή της, Ηλία Τηλιακού, εξακολουθεί να σερβίρει φρέσκο ψάρι και τα θεσπέσια μαγειρευτά της κυρίας Τούλας, η οποία μαζί με τον γιό της Γεώργιο Μαυρομμάτη βρίσκεται στο τιμόνι της κουζίνας. Ήπια ωραίο Chardonnay και γεύτηκα μια από τις νοστιμότερες πάστες της ζωής μου: λινγκουίνι με τέλειο κράτημα και σάλτσα ντομάτας, ντοματίνια, κατίκι Δομοκού, baby ρόκα. Τριγύρω, πολλοί Γάλλοι, αλλά και μια παρέα γνωστών μας από την Αθήνα, με σπίτι στο νησί. Υψωμένα ποτήρια σε νοητά τσουγκρίσματα, διάχυτο αίσθημα χαράς, σα να παγώνει ο χρόνος στην καρδιά του Αυγούστου.

«Αν όπως πήγες γύρισες, δεν πήγες»

Το επόμενο πρωί, κολύμπι στο Μανδράκι, μια από τις κοντινές παραλίες, την οποία προσεγγίζω με θαλάσσιο ταξί. Ύπνος κάτω από τα πανύψηλα αρμυρίκια και λίγες βουτιές από την μίνι προβλήτα. Τα βότσαλα και οι πέτρες είναι κάπως αφιλόξενες στις μαλθακές φτέρνες των τουριστών, η σκιά και το τραγούδι του τζίτζικα όνειρο και το ελληνοπρεπές ταβερνάκι από πάνω προκλητικό-μην φάτε εκεί, δεν αξίζει. Κατεψυγμένα θαλασσινά, αξιοπρεπείς πατάτες και, ευτυχώς, μια τίμια μερίδα σουτζουκάκια. Τίποτα δεν μπορεί να μου χαλάσει την διάθεση και επιστρέφω με τα πόδια στο Λιμάνι. Πόσο μου αρέσει που δεν έχει αμάξια το νησί!

Η διαδρομή είναι ονειρεμένη, γυρίζω το κεφάλι στα αριστερά μου και βλέπω σπίτια χαμένα στους ξερούς θάμνους, ενώ από τα δεξιά μου απλώνεται η θάλασσα. Ξαφνικά, βλέπω τον μεγάλο, σιδερένιο ήλιο που μοιάζει με ανεμοδείκτης και γυρίζει-ωραίο έμβλημα του νησιού. Από κάτω, τα παλιά Σφαγεία, που παραχωρήθηκαν το 2009 από τον δήμο στο Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, ως εκθεσιακός χώρος. Μια αμφιλεγόμενη έκθεση μοντέρνας τέχνης με θέμα το πόσο επηρεάζει η τεχνολογία τις ζωές μας με απασχολεί για κανένα τέταρτο.

Συνεχίζω μέχρι το Ιστορικό Μουσείο της Ύδρας που φιλοξενεί μια έκθεση για τον Νίκο Καζαντζάκη. Χαζεύω τις επιστολές και τα σημειωματάρια του αγαπημένου μου συγγραφέα στον δεύτερο όροφο και κατεβαίνοντας, απολαμβάνω την ιστορία την ηρωική της Ύδρας που έπαιξε κομβικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Στολές αρχοντισσών, όπλα, επιβλητικές προσωπογραφίες ανδρών που διακρίθηκαν με βάζουν στο κλίμα. Αγοράζω μια ωραία καρτ ποστάλ από το πωλητήριο και ξεφυλλίζω το θρυλικό, κόκκινο λεύκωμα για την Λαγουδέρα, το μικρό μπαρ του νησιού που συγκέντρωσε όλες τις σπουδαίες προσωπικότητες και έγραψε ιστορία. Είναι βαρύ και δεν έχω ιδέα πώς να το κουβαλήσω στην επιστροφή μου.

 

View this post on Instagram

 

A post shared by Hydra Island Greece (@hydra_greece)

Τρώω βάφλα στο κοντινότερο μαγαζί του μουσείου που φτιάχνει και δικό του παγωτό (η βανίλια ονειρική) και ανάβω τσιγάρο. Μετά την αναγκαία ανάπαυλα στο ξενοδοχείο, τρέχω στην Σπηλιά για μια παλόμα-αύριο, θα βουτήξω σίγουρα από εδώ. Λάτιν μελωδίες, κύματα να σκάνε απαλά στα βράχια, ομορφιές. Ζευγάρια, μικρές παρέες νεαρών παιδιών, μια ζωηρή συντροφιά από γυναίκες που μάλλον κάνουν μπατσελορέτ. Πείνασα και ψάχνω με το gps την κρεπερί Μικρό Καφέ-μου’ χουν πει ότι φτιάχνει θεσπέσια κρέπα και επιβεβαιώνω.

Η τελευταία μέρα στο νησί διέπεται από χαρμολύπη. Πάνω που έχω πιάσει το vibe, γνωρίζω ότι έπεται η αποχώρηση. Μια τελευταία, απολαυστική βόλτα στο λιμάνι και τα σοκάκια του. Ψωνίζω αμυγδαλωτά από του Τσαγκάρη και γνωρίζω τη μητριάρχισσα Τσαγκάρη, μια γριούλα 92 ετών που δεν επικοινωνεί ακριβώς, παρά κοιτάζει και χαμογελά, ό, τι πιο γλυκό στο νησί, σαν τα αμυγδαλωτά της. Μπουκωμένη με το αμυγδαλωτό που κινείται αργά στο στόμα μου, χαζεύω κοσμήματα και ρούχα-τι να πρωτοδιαλέξεις, τι να πρωτολαχταρήσεις. Η βασική λαχτάρα είναι το τοπίο γύρω, τα άκακα μουλάρια με τους παράξενους μουλαρτζήδες τους. Ενημερώνομαι ότι στην Ύδρα δεν τους παίρνει να μην τα φροντίζουν σωστά. Χρησιμεύουν για μεταφορά αποσκευών και ο κόσμος τα αγαπά και τα σέβεται. Δεν ξέρω πώς να νιώσω ακριβώς.

Ύδρα
Φωτ.: Mauricio Munoz / Unsplash

Επειδή είμαι λάτρης της ιππασίας και των αλόγων, επικοινωνώ με τον μύστη των ιπποειδών Νεκτάριο, που διατηρεί έναν μικρό όμιλο και οργανώνει εξερευνητικές και περιηγητικές ιππασίες, ανά το νησί, αγαπώντας τις φοράδες του, σαν κόρες του. Καβάλα στην κατάλευκη Ντίβα, και αφού έχω τσιμπήσει ένα λαχταριστό τυλιχτό στο “Και Κρεμμύδι“. το πιο καλαίσθητο σουβλατζίδικο που θα βρείτε σε νησί, ανεβαίνω στον Άγιο Νικόλαο με την πανέμορφη θέα σε ολόκληρη την Ύδρα, μέσα από μια υπέροχη διαδρομή. Γνωρίζω δύο νεογέννητα γατιά, τα βαπτίζω, τα χαϊδολογώ. Το νησί κατοικείται και, βασικά, κυβερνάται από τις πιο όμορφες γάτες που έχω δει ποτέ μου: φιλικές, χαδιάρες και φαγανές. Σας συστήνω ανεπιφύλακτα την εμπειρία της βόλτας με άλογο, με κόστος 40 ευρώ η μιάμιση ώρα. Η ψυχή μου ανάσανε.

Ζεσταμένη από την ιππασία, τρέχω για βουτιά από τα βραχάκια της Σπηλιάς, με μια παλόμα ακόμα στο χέρι-την ακούω γλυκά, ώρα απογευματινή και σε λίγες ώρες το καράβι καταφθάνει για να με γυρίσει ετσιθελικά στον Πειραιά. Μερικοί τολμηροί βουτούν από τον μεγάλο βράχο κι εμένα παλιά μου τέχνη κόσκινο οι βουτιές από ψηλά, έλα που όμως τώρα, στα 31 μου, δειλιάζω για πρώτη φορά στην ζωή μου.

Η διάθεσή μου χαλά, διαβάζω τα τελευταία κεφάλαια της αυτοβιογραφίας στου Στάθη Λιβαθινού και καπνίζω. Χρωστώ μια γαστρονομική επίσκεψη στο Sunset, στα Κανόνια, λίγο πριν την Υδρονέττα, επίσης δημοφιλές σημείο για βουτιές από την φυσική πισίνα που δημιουργούν οι βράχοι. Κακαβιά, φρέσκια τσιπούρα και θεσπέσια πικάντικα στρείδια απομυζούν το μπάτζετ, μα δε με νοιάζει, παραγγέλνω και μους λεμονιού για το σβήσιμο, να ανέβω στο πλοίο σκασμένη και κορεσμένη. Έχω χορτάσει θέα για δέκα καλοκαίρια, έχει γραφτεί ότι αυτό το εστιατόριο έχει την ωραιότερη θέα του κόσμου και δεν με πειράζει καθόλου πιυ, για λίγη ώρα, χάνω το ηλιοβασίλεμα. Αχ, αναθεματισμένες επιστροφές!

Την επόμενη φορά που θα πάω στην Ύδρα, θα επισκεφθώ και το Μπίστι, μια παραλιάρα πλάι σε πευκόδασος, αλλά και τον Βλυχό, του ομώνυμου οικισμού, με τα γκρίζα και κοκκινωπά μικρά βότσαλα. Θέλω, όμως, να κάνω και πεζοπορία στο όρος Έρως, να σκάσω από έρωτα κι εγώ, από έμπνευση, από χαρά.

Φωτ.: @menta / flickr

Από την Ύδρα μπορείς να κάνεις εύκολα island hopping στον Αργοσαρωνικό, καθώς υπάρχουν απευθείας δρομολόγια για τα κοντινά νησιά! Πιο συγκεκριμένα, η Ύδρα συνδέεται ακτοπλοϊκά με τα λιμάνια των Σπετσών, της Αίγινας και του Πόρου. Του χρόνου, θα πάω Ύδρα και θα κάτσω μια εβδομάδα, σε οικονομικότερο σπίτι. Από εκεί θα γυρίσω όλο τον Αργοσαρωνικό, που έχει επιλογές εξίσου όμορφες και πολύ πιο φθηνές από αυτές των Κυκλάδων.

Όχι, δεν γύρισα όπως πήγα. Γύρισα ερωτευμένη, ξένοιαστη, μαγεμένη, με τόσες όμορφες αναμνήσεις. Φυλώ την Ύδρα στην καρδιά μου, ως την καλύτερη αφορμή επανεκκίνησης για τον χειμώνα που έρχεται-κι ας αργεί, ακόμα. Ποιος ξέρει; Μπορεί να με πιάσει η τρέλα και να το ξανασκάω για εκεί ένα διήμερο, κι ας τρώω μετά, στην Αθήνα, ψωμί κι αυγό.

Αξίζει! Οι αληθινοί λόγοι που ένας τόπος χαράσσεται μέσα μας δεν μπορούν ποτέ να αποδοθούν γραπτώς, όμως σας προκαλώ να δοκιμάσετε μερικές μέρες στην Ύδρα. Θα με θυμηθείτε.