Τελευταία με έχει πιάσει μια μανία με τα ιταλικά εστιατόρια της πόλης. Ίσως να είναι επειδή, ετοιμάζομαι για μαραθώνιο και τα ζυμαρικά έχουν γίνει κάτι σαν καθημερινή αξία στο διατροφή μου. Ίσως πάλι επειδή τρέφω μια ιδιαίτερη εκτίμηση στην pizza και αναζητώ τις καλές εκδοχές της εκεί έξω. Ίσως πάλι τίποτα αυτά, και να είναι μια απλή σύμπτωση. Γιατί ποιος μπορεί να αντισταθεί σε μια ωραία, πλούσια μακαρονάδα ή σε μια λαχταριστή pizza με τα λιωμένα τυριά της και την νόστιμη σάλτσα; Εγώ πάντως όχι.
Αυτή τη φορά, λοιπόν, με την παρέα αποφασίσαμε να πάμε Βόρεια, στην Κηφισιά και συγκεκριμένα στο Monzú. Η αλήθεια είναι ότι αυτό το εστιατόριο κερδίζει περισσότερους πόντους το καλοκαίρι που βγαίνει στην αυλή του – είναι όνειρο πιστέψτε με – αλλά και το χειμώνα οι μικρές ατμοσφαιρικές τους σάλες έχουν κάτι το ωραίο. Την κουζίνα του εδώ και τρία χρόνια περίπου, έχει αναλάβει ο σεφ Γιάννη Λιόκας που ναι μεν «παίζει» ιταλικά αλλά στα πιάτα του συναντάμε και πολλά ελληνικά προϊόντα, θέλοντας να δώσει μια «εγχώρια» χροιά.
Θα κάνω μια παρένθεση και θα σας πω ότι η ελληνική ρουστίκ πλευρά του Λιόκα, που την έχω δοκιμάσει πολλές φορές, μου αρέσει περισσότερο. Δυστυχώς, σε ένα τέτοιο εστιατόριό σαν το Monzú δεν κολλάει, όμως φέτος ο σεφ βρήκε ένα τρόπο να εκφράσει την πιο δημιουργική του πλευρά. Και εξηγούμαι: στον φετινό κατάλογο που διαθέτει το μαγαζί και κινείται σε κυρίως σε confort φιλοσοφία, υπάρχουν πιάτα που φλερτάρουν με το fine dining. Επίσης ένα ακόμα καινούργιο είναι ότι διαθέτουν κι ένα μενού γευσιγνωσίας (όχι όλες τις μέρες) των έξι σταδίων από πιάτα που ήδη περιέχονται στον κατάλογο.
Όπως ήταν φυσικό, το δείπνο μας ξεκίνησε με pizza –δύο στον αριθμό. Για να την φτιάξουν ακολουθούν την ναπολιτάνικη φιλοσοφία όσον αφορά στο ζυμάρι. Αυτό σημαίνει ότι το αφήνουν να ωριμάσει για 48 ώρες και για βάση του έχουν το προζύμι biga που ευθύνεται για το αφράτο και εύπεπτο αποτέλεσμα. Κλασική και αγαπημένη Margharita και μια ακόμα που συνδύαζε τα άγρια μανιτάρια, το σπανάκι με παλαιωμένη γραβιέρα και βουβαλίσια burrata.
Από αυτά που δοκίμασα εκείνο το βράδυ, θα σταθώ στις tagliatele από καλαμάρι που ανακατεύονταν με μια σάλτσα από μυρωδικά και γαλάκτωμα από μελάνι. Ένα πολύ νόστιμο πιάτο που με κατέκτησε με την μυρωδιά του από την στιγμή που ήρθε στο τραπέζι. Το ίδιο συνέβη και με τις pappardelle bolognese που είναι φτιαγμένες από σελινόριζα. Το λάτρεψα αυτό το πιάτο και σίγουρα θα είναι ένα από αυτά που θα παραγγείλω και την επόμενη φορά που θα επισκεφτώ το Monzú. Δεν έγινε το ίδιο με το αρνί που ήρθε τυλιγμένο σε μαρούλι και ήταν πολύ ήπιο σε γεύση. Στην προκειμένη περίπτωση, του πρόσθεσα φρεσκοτριμμένο πιπέρι για να του δώσω μια ένταση.
Σε γενικές γραμμές, έχω να πω ότι το Monzú φέτος με αυτές τις πιο fine dining «τσαχπινιές» του, έχει ενδιαφέρον. Σίγουρα, θα πληρώσετε κάτι παραπάνω για αυτές, όμως αξίζει να τις δοκιμάσετε. Αν πάλι όμως, δεν θέλετε, η pizza του και ο τρόπος που φτιάχνουν την pasta (αναφωνώ για την carbonara που δεν σας ανέφερε σκόπιμα πιο πάνω για να μην με χαρακτηρίσετε λαίμαργο) είναι από μόνοι τους δύο καλοί λόγοι για να φιλοξενηθείτε στα τραπέζια του. Τέλος, σε αυτά προσθέστε και τα προσεγμένα κοκτέιλ που επιμελείται ο Λυκούργος Χριστοθανόπουλος με την βοήθεια του Σπύρου Κερκύρα.
➭ INFO: Λεωφ. Κηφισιάς 317Β, Κηφισιά, Tηλ.: 210 6200495