Με την είσοδο των ψηφιακών μέσων στη ζωή μας, οι τρόποι επικοινωνίας μας έχουν βιώσει έναν ισχυρό μετασχηματισμό με αποτέλεσμα η ανθρώπινη αλληλεπίδραση να έχει αλλάξει σημαντικά. Από τα zoom calls και τα ηχητικά μηνύματα μέχρι τη σύνταξη των emails και την πληκτρολόγηση μηνυμάτων στα chats, η ψηφιακή επικοινωνία κερδίζει συνεχώς έδαφος, ένα έδαφος αρκετά πρόσφορο για παρεξηγήσεις.
Και αυτές πολλαπλασιάζονται συνήθως, όταν συνομιλούμε με κάποιον που μας ενδιαφέρει. «Γιατί δεν μου απάντησε αμέσως;» «Το ύφος του μηνύματος ήταν λίγο περίεργο». «Γιατί επέλεξε να βάλει αυτό το emoji (συνήθως αναφέρονται σε αυτό), έκανα κάτι;». Αυτές μόνο μερικές από τις σκέψεις που μπορεί να κάνουμε κατά τη διάρκεια μιας συνομιλίας χάρη στο επιδραστικό φαινόμενο της “ψηφιακής γλώσσας του σώματος”.
Μέχρι τώρα γνωρίζαμε και είχαμε μάθει να αποκωδικοποιούμε την παραδοσιακή γλώσσα του σώματος. Το ίδιο μας λένε ότι πρέπει να κάνουμε και με την ψηφιακή γλώσσα του σώματος, στην οποία συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων: ο χρόνος απόκρισης, η έκταση του μηνύματος, τα σημεία στίξης και φυσικά, η χρήση των emoji.
Αν και η ψηφιακή γλώσσα του σώματος μπορεί να μας ακούγεται ως ένα σύγχρονο φαινόμενο, στην πραγματικότητα υπάρχει αρκετά χρόνια -όχι ακριβώς με την ίδια μορφή. Ο Steve Fuller, καθηγητής Κοινωνικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Warwick, εξηγεί στο Dazed ότι ακόμη και τα ερωτικά γράμματα που έγραφαν οι άνθρωποι στο παρελθόν βασίζονταν στην αποκρυπτογράφηση ενός κρυμμένου νοήματος.
Θυμηθείτε τον εαυτό σας όταν σας έστελνε γραπτά μηνύματα ο ερωτικός σας σύντροφος στα πρώτα ραντεβού. Ναι, αναφέρομαι στην εποχή πριν τα social media. Πάλι αναρωτιόσασταν μήπως δεν σας θέλει πολύ ή αν το μήνυμα που έστειλε κρύβει μία επιθυμία για κάποιο επόμενο ραντεβού και εννοείται ότι το ίδιο εξακολουθείτε να κάνετε και σήμερα. Η μόνη διαφορά είναι ότι το κάνετε σε μεγαλύτερο βαθμό και αυτό συμβαίνει επειδή οι αποχρώσεις που μπορεί να πάρει το κείμενο του μηνύματος είναι πολύ περισσότερες σε σχέση με πριν.
Ας επανέλθουμε στα emoji. Αυτά τα μικροσκοπικά εικονίδια που αποτυπώνουν τη διάθεσή μας με εξαιρετική ακρίβεια. Ακόμα κι αν κάποιοι δεν τα συμπαθείτε, τα θεωρείτε παιδικά ή πλέον όχι τόσο κουλ, έχουν τη μαγική δυνατότητα να μεταμορφώνουν το μήνυμά σας και να σας γλιτώνουν από πιθανές παρεξηγήσεις. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα emoji είναι αποδεκτά, εκτός από αυτό που ερμηνεύεται από πολλούς ως passive-aggressive: 🙂.
Η αλήθεια είναι ότι πλέον έχουν δημιουργηθεί αρκετά πλαίσια στην ψηφιακή επικοινωνία, για τα οποία πρέπει να είμαστε ενήμεροι και να τα εφαρμόζουμε σε όλες μας τις συνομιλίες. Σε διαφορετική περίπτωση, κινδυνεύουν να κλονιστούν οι προσωπικές μας σχέσεις και το τονίζω αυτό, γιατί είμαι παθούσα. Ειδικά αυτές τις μέρες που υπάρχει κάποιο πρόβλημα στο Messenger και στο Instagram και δεν λαμβάνω ειδοποιήσεις μηνυμάτων, αρκετοί νομίζουν ότι τους «γράφω», όπως συνηθίζουμε να λέμε και παρόλο που τους εξηγώ το πρόβλημα που αντιμετωπίζω, μερικοί από αυτούς δεν με πιστεύουν και για να με “τιμωρήσουν” για την υποτιθέμενη αδιαφορία μου, αλλάζουν το ύφος του λόγου τους.
Το να μην απαντήσεις αμέσως ή έστω μετά από λίγη ώρα κάποιοι το θεωρούν αρκετά προσβλητικό και μάλιστα γνωρίζω ανθρώπους που εφαρμόζουν την ίδια τακτική σε αυτόν που τους το έκανε ή απλά αποφασίζουν να κάνουν ghosting, δηλαδή να εξαφανιστούν. Όπως είναι επόμενο, εφαρμόζοντας αυτή την τακτική κάποιες σχέσεις δέχονται μεγάλο πλήγμα, που μπορεί να αποδειχθεί μέχρι και καταστροφικό.
Η ψηφιακή γλώσσα, επίσης, έχει αυτή τη φοβερή ικανότητα να προκαλεί συχνά τσακωμούς, χωρίς πραγματικά ιδιαίτερο λόγο. Έτσι πιστεύω εγώ τουλάχιστον. Και είναι πιο συχνοί γιατί έχει δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι ΠΡΕΠΕΙ να εφαρμόζουμε πιστά τα διαρκώς αναπτυσσόμενα πλαίσιά της.
Πρέπει να απαντάμε όσο πιο γρήγορα γίνεται. Πρέπει να χρησιμοποιούμε συγκεκριμένα emoji για να θεωρούμαστε κουλ και ευγενικοί. Πρέπει το μήνυμά μας να είναι προσεγμένο και γραμμένο στο κατάλληλο ύφος για να μην παρερμηνευτεί. Ναι, αν δεν κάνετε όλα αυτά τα «πρέπει» είναι πιθανό να δημιουργηθεί ένα κλίμα δυσφορίας στη συνομιλία, παρόλο που μπορεί να μην είναι αυτός ο σκοπός σας.
Πρόσφατα, είχε παρεξηγηθεί μία φίλη μου με έναν γνωστό της επειδή αυτός είχε κάνει στη συνομιλία τους ένα χιουμοριστικό σχόλιο, που η φίλη μου αρχικά δεν κατάλαβε. Αντί να το υπεραναλύσει και να βγάλει μόνη της τα (εσφαλμένα σε πολλές περιπτώσεις) συμπεράσματά της όπως κάνει συνήθως, αποφάσισε να τον ρωτήσει τι εννοούσε και όταν της απάντησε ότι έκανε πλάκα, η παρεξήγηση λύθηκε αμέσως.
Και αυτό πιστεύω ότι είναι το μεγαλύτερο λάθος που η φίλη μου, αλλά και αρκετοί από εμάς κάνουμε χωρίς να υπάρχει απαραίτητα κάποιος λόγος για να (υπερ)αναλύσουμε τις λέξεις του μηνύματος. Δεδομένα από το Hinge υπογραμμίζουν πώς μας απασχολεί ολοένα και περισσότερο ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνούν οι κοντινοί μας άνθρωποι μας μέσω γραπτών μηνυμάτων: το 56% των ερωτευμένων παραδέχονται ότι έχουν υπεραναλύσει την ψηφιακή γλώσσα του σώματος κάποιου, ενώ τα άτομα της Gen Z έχουν 50% περισσότερες πιθανότητες να καθυστερήσουν να απαντήσουν σε σχέση με τους Millennials, επειδή αγχώνονται μη φανεί «υπερβολικό» το μήνυμά τους.
Τα ψηφιακά μέσα αν και έχουν διευκολύνει αρκετά την επικοινωνία, ταυτόχρονα τη δυσκολεύουν. Προκειμένου να μιλάει κάποιος ικανοποιητικά τη ψηφιακή γλώσσα του σώματος, θα πρέπει να κρατάει διαρκώς κάποιες λεπτές, αλλά σημαντικές ισορροπίες στον τρόπο επικοινωνίας του, σύμφωνα με την επικρατούσα τάση. Πρέπει να δείχνει ενδιαφέρον χωρίς να φαίνεται απελπισμένος. Πρέπει να κάνει αστεία, χωρίς να προσβλητικός. Πρέπει να χρησιμοποιεί σημεία στίξης, αλλά με μέτρο. Το τελευταίο το ζητάει η Gen Z.
Όπως είναι φυσικό όλες αυτές οι απαιτήσεις μας έχουν δημιουργήσει άγχος, το οποίο με τη σειρά του έχει δημιουργήσει ένα μαύρο σύννεφο φόβου πάνω από το κεφάλι μας. Ο φόβος της απόρριψης μας κάνει να έχουμε υπερ-συναίσθηση των ψηφιακών ενδείξεων της γλώσσας του σώματος και να στοχεύουμε συνεχώς στο καλύτερο δυνατό μήνυμα, προκειμένου να είμαστε μέσα στα πράγματα και να κερδίσουμε την πολυπόθητη αποδοχή. Βέβαια, επειδή η υπερ-συναίσθηση, πολλές φορές φέρνει και την υπερπροσπάθεια, υπάρχει ο κίνδυνος αυτό που θα στείλουμε τελικά να είναι μπερδεμένο και να αποτύχουμε στην επίτευξη του αρχικού στόχου.
Το ζητούμενο όπως και στην κανονική μας ζωή, είναι η καλή επικοινωνία και για να την πετύχουμε πρέπει να θέσουμε τα όριά μας σχετικά με όσα μας ενοχλούμε και είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε. Σε αυτά μπορεί να συμπεριλαμβάνονται οι χρόνοι απόκρισης των απαντήσεων και ο τρόπος έκφρασης στον γραπτό ψηφιακό λόγο. Φυσικά, αν η άλλη πλευρά δεν σεβαστεί τα όριά σας τότε μάλλον δεν θα υπάρχει ευελιξία και προθυμία, δύο σημαντικά συστατικά για την επιτυχία μιας σχέσης, οποιασδήποτε φύσης και μορφής.
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην επικοινωνία είναι η ψευδαίσθηση ότι έχει συμβεί». — Τζορτζ Μπέρναρντ Σο.
Η ψηφιακή γλώσσα τους σώματος έχει έρθει για να μείνει και δεν χρειάζεται να ακολουθούμε τις νέες τάσεις για να τη μιλάμε καλά. Εμείς πλάθουμε την επικοινωνία, ακόμα κι αν είναι ψηφιακή. Η επικοινωνία είμαστε εμείς.