Φανταστείτε ότι έχετε στείλει βιογραφικό για μια υπέροχη δουλειά και παρότι δεν το περιμένατε σας έχουν καλέσει για συνέντευξη. Δύο πράγματα μπορεί να συμβούν: Είτε ετοιμάζεστε για μια χαλαρή συζήτηση νιώθοντας σίγουροι για τον εαυτό σας, είτε αρχίζετε να βλέπετε ήδη μπροστά σας την απόρριψη και αναρωτιέστε αν έχει νόημα έστω και να εμφανιστείτε.
Ή μπορεί περιμένετε ένα σημαντικό μήνυμα. Η ειδοποίηση καθυστερεί και αρχίζετε να σκέφτεστε ότι δεν σας θέλουν και δεν σας συμπαθούν. Βέβαια υπάρχουν και χειρότερα… Αν είναι γεωπολιτικής φύσεως οι ανησυχίες σας, δεν κλείνετε μάτι όλη νύχτα γιατί περιμένετε πότε θα ξεσπάσει πυρηνικός πόλεμος, μια νέα πανδημία ή η επόμενη οικονομική ύφεση.
Δεν είστε μόνος… Πολλοί από εμάς είμαστε επιρρεπείς στην καταστροφολογία, μια συνήθεια κατά την οποία υπερεκτιμάμε τις πιθανότητες να συμβεί κάτι κακό και μεγαλοποιούμε τις πιθανές αρνητικές συνέπειες αυτού του σεναρίου.
«Πρόκειται για έναν αρνητικά στρεβλωμένο τρόπο σκέψης, ο οποίος εντείνει τόσο πολύ τα συναισθήματα που γίνεται πολύ δύσκολο να τα διαχειριστούμε και τελικά μας καταβάλουν» εξηγεί ο Δρ. Patrick Keelan, ψυχολόγος και ψυχοθεραπευτής στην Αλμπέρτα του Καναδά.
Εκτεταμένη έρευνα αποκαλύπτει πως η καταστροφολογία μπορεί να αποτελέσει σοβαρή απειλή για την ψυχική υγεία και να ενισχύσει το συναίσθημα απελπισίας που συνοδεύει καταστάσεις όπως ο χρόνιος πόνος. Η συνήθεια αυτή μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε σημείο της ζωής μας. Στην τρέχουσα συγκυρία για παράδειγμα ο παρατεινόμενος φόβος για την Covid-19 σε συνδυασμό με την πιεστική πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, μπορεί να επιδεινώσει τη φυσική μας τάση για καταστροφολογία.
Επομένως, η καλύτερη ώρα είναι τώρα. Σήμερα είναι η κατάλληλη στιγμή για να βρούμε τρόπους και να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο και βασανιστικό ψυχικά κύκλο και να χτίσουμε την ανθεκτικότητά μας στις μαύρες σκέψεις.
Μετά τον Φρόιντ
Η κατανόηση του ρόλου της καταστροφολογίας ως σοβαρού παράγοντα κινδύνου για ψυχικές ασθένειες από τους ψυχολόγους πηγάζει από τη γέννηση της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας.
Κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα η ψυχανάλυση, η οποία αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε από τον Sigmund Freud και άλλους, ήταν το κύριο μέσο για την αντιμετώπιση της ψυχικής ασθένειας. Στόχος ήταν να αποκαλυφθούν καταπιεσμένοι φόβοι και επιθυμίες που προκαλούν ψυχική σύγκρουση και που έχουν τις ρίζες τους στην πρώιμη παιδική ηλικία ή σε σεξουαλικής φύσεως γεγονότα από το παρελθόν.
Μέχρι τα μέσα του αιώνα, ωστόσο, ψυχοθεραπευτές όπως ο Albert Ellis και ο Aaron Beck είχαν αρχίσει να αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους για να βοηθήσουν τον κόσμο να ξεπεράσει την ψυχική δυσφορία. Αντί να προσπαθούν να φέρουν στο φως την κρυμμένη ψυχολογική σύγκρουση, επικεντρώθηκαν στη συνειδητή διαδικασία σκέψης, εστιάζοντας στα δυσπροσαρμοστικά μοτίβα σκέψης ή τις γνωστικές στρεβλώσεις που μπορούν να οδηγήσουν στην απελπισία.
Από νωρίς η καταστροφολογία ταυτοποιήθηκε ως δυνητικά σημαντική γνωστική στρέβλωση, με τον Beck να γράφει για τον πιθανό της ρόλο στις φοβίες. Κάποιος που φοβάται να πετάξει λόγου χάρη μπορεί να ερμηνεύσει ένα ελαφρύ κροτάλισμα στην καμπίνα του αεροπλάνου ως ένδειξη τεχνικού προβλήματος. Αυτός ωστόσο που είναι λιγότερο επιρρεπής στην καταστροφολογία έχει την ψυχραιμία να παρατηρήσει ότι το πλήρωμα δεν παρουσιάζει καμία ένδειξη ανησυχίας, άρα δεν πρόκειται για επικίνδυνη κατάσταση. Όσο ο ήχος συνεχίζεται, ο καταστροφολόγος υποθέτει απλά ότι το πλήρωμα δεν είναι προσεκτικό και μπορεί να το πάει τόσο μακριά ώστε να αρχίσει να φαντάζεται όλους τους πιθανούς, απαίσιους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να πεθάνουν.
Συνεχιζόμενη έρευνα καταδεικνύει πως η καταστροφολογία έχει σοβαρή συμβολή σε πολλές άλλες αγχώδεις διαταραχές. Στη δουλειά, για παράδειγμα, ένας τελειομανής με καταστροφολογικές τάσεις μπορεί να αγωνιά για το πιο ασήμαντο λάθος. «Μπορούν να κάνουν καταστροφικές σκέψεις όπως ‘’θα απολυθώ’’ και ‘’αν απολυθώ, δεν θα μπορώ να το χειριστώ’’» περιγράφει ο Keelan. Οι φόβοι ενός ατόμου με τέτοιες τάσεις μπορούν να φτάσουν σε σημείο παράλυσης, όπου το άτομο δεν είναι πια σε θέση να κάνει τη δουλειά του.
Κάποιος με διαταραχή άγχους υγείας από την άλλη θα μπορούσε να διαγνώσει μόνος του οποιαδήποτε ελαφρά αλλαγή στο σώμα του ως ένδειξη καρκίνου.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί κάποιος να αρχίσει να καταστροφολογεί για τις αισθήσεις που βιώνει το σώμα όταν έχουμε άγχος. Εάν για παράδειγμα κάνει κάτι πολύ σημαντικό και η καρδιά του χτυπά δυνατά, πιστεύει ότι θα υποστεί καρδιακή προσβολή. Από εκεί και πέρα η μία αρνητική σκέψη διαδέχεται την άλλη και μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε κρίση πανικού. «Η καταστροφολογική παρερμηνεία των σωματικών ενδείξεων τροφοδοτεί το άγχος και τον φόβο, που στη συνέχεια καθιστούν πιο πιθανό να ερμηνεύσουμε την κατάσταση καταστροφικά» λέει ο Barnabas Ohst, ψυχοθεραπευτής στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας και συγγραφέας μιας πρόσφατης μετα-ανάλυσης που εξετάζει τον ρόλο της καταστροφολογικής σκέψης στη διαταραχή πανικού.
Τα τελευταία χρόνια, η έρευνα έχει καταδείξει ότι η καταστροφολογική σκέψη μπορεί να μας κάνει πιο ευάλωτους σε πολλές άλλες ψυχικές ασθένειες -συμπεριλαμβανομένης της διαταραχής μετατραυματικού στρες και της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, ακόμη και ορισμένων ειδών ψύχωσης.
Η καταστροφολογική σκέψη μπορεί ακόμη και να επιδεινώσει την αίσθηση του σωματικού πόνου. Σε αυτήν την περίπτωση, οι σκέψεις μπορεί να αφορούν στο πόσο καιρό θα διαρκέσει η ενόχληση –«δεν πρόκειται να φύγει ποτέ»- ή στην αιτία της. Μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι ένας τρομερός πονοκέφαλος σημαίνει καρκίνο του εγκεφάλου. Πειράματα δείχνουν ότι αυτό το είδος σκέψης το μόνο που κάνει είναι να ενισχύει τη σηματοδότηση του πόνου στον εγκέφαλο, με αποτέλεσμα η αγωνία να είναι πιο έντονη και να καθυστερεί να περάσει. Όπως έγραψαν σε πρόσφατη δημοσίευση οι επιστήμονες Beth Darnall του Πανεπιστημιου του Στάνφορντ και Luana Colloca του Πανεπιστήμιο του Maryland, που ειδικεύονται στον πόνο, αυτή η αρνητική νοοτροπία είναι «σαν να παίρνεις το κουτί βενζίνης και να το ρίχνεις στη φωτιά».
Συναισθηματική επιδεκτικότητα
Πολλοί παράγοντες μπορούν να εξηγήσουν γιατί μερικοί άνθρωποι βιώνουν την καταστροφολογική σκέψη περισσότερο από άλλους.
Χαρακτηριστικά της προσωπικότητας όπως ο νευρωτισμός -τα οποία είναι εν μέρει γενετικά- μπορούν να το εξηγήσουν αυτό κατά ένα μέρος. Μπορεί επίσης να έχουμε μάθει τον τρόπο σκέψης μας από μέλη της οικογένειάς μας. Αν πάντα βλέπαμε τους γονείς μας να σκέφτονται τη χειρότερη δυνατή έκβαση οποιουδήποτε γεγονότος, ίσως βλέπουμε οποιαδήποτε δύσκολη κατάσταση μέσα από τον ίδιο φακό. Η τρέχουσες συνθήκες επίσης θα παίξουν τον ρόλο τους. Εάν τα δύο βασικά συναισθήματα της ανασφάλειας και του άγχους είναι μονίμως έντονα, σχετικά ασήμαντα ερεθίσματα μπορούν να μας οδηγήσουν σε μια καταβύθιση από τη μία ζοφερή σκέψη στην άλλη.
Τα τελευταία λίγα χρόνια της πανδημίας και των απανωτών κρίσεων και οι τρόποι με τους οποίους έχουν επηρεάσει τον ψυχισμό μας το επιβεβαιώνουν αυτό.
Μερικές φορές μπορεί να καταστροφολογούμε για τα ίδια τα γεγονότα -όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η εμφάνιση μιας άλλης παραλλαγής του Covid-19 ή η κατάρρευση της οικονομίας. Άλλες φορές ο λόγος μπορεί να είναι λιγότερο προφανής, με την γενικότερη καταστροφολογία των καθημερινών ειδήσεων να προσθέτει ένα ακόμα επίπεδο άγχους για τα προσωπικά μας προβλήματα -ακόμα κι αν φαίνονται εντελώς διαχωρισμένα από τη γεωπολιτική.
Στο πλαίσιο μελέτης του Πανεπιστημίου του Sussex στο Ηνωμένο Βασίλειο ζητήθηκε από ανεξάρτητους δικαστές να βαθμολογήσουν διάφορα προγράμματα τηλεοπτικών ειδήσεων για τις συναισθηματικές τους ιδιότητες -είτε ήταν θετικά είτε αρνητικά, ευχάριστα ή δυσάρεστα, ήρεμα ή συναρπαστικά- και στη συνέχεια παρουσίασε μια επιλογή από αυτά τα κλιπ σε 30 συμμετέχοντες.
Πριν και αφού παρακολούθησαν τα κλιπ, τα άτομα αυτά συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με τις τρεις βασικές ανησυχίες στη ζωή τους. Στο τέλος συμμετείχαν και σε μια συνέντευξη, συζητώντας μια από τις προσωπικές τους ανησυχίες. Όπως ήταν αναμενόμενο, όσοι είχαν παρακολουθήσει τις αρνητικές ειδήσεις ήταν πολύ πιο ανήσυχοι στο τέλος του κλιπ και -κυρίως- είχαν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν καταστροφολογικές σκέψεις όταν συζητούσαν τα προσωπικά τους προβλήματα, σε σύγκριση με εκείνους που είχαν δει ουδέτερα ή θετικά κλιπ.
Αυτή ήταν μια σχετικά μικρή μελέτη. Ωστόσο περαιτέρω πειράματα επιβεβαιώνουν ότι η κατανάλωση ειδήσεων έχει παρατεταμένη επιρροή στη διάθεσή μας, η οποία θα μπορούσε με τη σειρά της να οδηγήσει τη σκέψη μας σε ένα πιο σκοτεινό μονοπάτι.
Πώς θα σπάσουμε τον κύκλο
Όποια κι αν είναι η πηγή της τάσης μας για καταστροφολογία, γνωστικοί συμπεριφορικοί θεραπευτές όπως ο Keelan θεωρούν δυνατό το να σπάσουμε τους φαύλους κύκλους των αρνητικών μας σκέψεων. Το κλειδί είναι πάντα η πραγματικότητα, δηλαδή τα διαθέσιμα στοιχεία.
Η επίγνωση -δηλαδή η κατανόηση του τι μας συμβαίνει- είναι ουσιώδους σημασίας, επομένως το πρώτο βήμα είναι να σταματήσουμε τη σκέψη μας και να αναγνωρίσουμε πότε το μυαλό μας εισέρχεται σε ψυχολογική μαύρη τρύπα. Μπορεί να παρατηρήσουμε, για παράδειγμα, ότι αισθανόμαστε άγχος για τη συνέντευξη που λέγαμε πρωτύτερα. Ποιους λόγους έχουμε να πιστεύουμε ότι θα αποτύχουμε αυτόματα; Αν έρθουμε στη θέση ενός αντικειμενικού παρατηρητή, ίσως αναγνωρίσουμε πως η αποτυχία είναι μόνο μια πιθανότητα και όχι βεβαιότητα.
Θα πρέπει να έχουμε επίσης ιδιαίτερη επίγνωση των άχρηστων γενικεύσεων και της υπερβολής. Στο συγκεκριμένο σενάριο είναι γεγονός ότι όλοι περνούν από κακές συνεντεύξεις περιστασιακά, δεν είναι όμως όλες οι συνεντεύξεις αποτυχημένες. Και τελικά ακόμα και στην περίπτωση μιας αποτυχίας, κάτι μπορούμε να μάθουμε από αυτήν για να βελτιωθούμε.
Στην περίπτωση άγχους υγείας, τα πράγματα είναι εξίσου διαχειρίσιμα. Όταν για παράδειγμα είμαστε σίγουροι ότι ήρθαμε σε επαφή με τον ιό του κορονοϊού και η αγωνία μας καταλαμβάνει, μπορούμε να ενθαρρύνουμε τον εαυτό μας να μην βγάλει συμπεράσματα αν δεν παρατηρήσει πρώτα κάποιο σύμπτωμα. Μπορούμε επίσης να υπενθυμίσουμε στον εαυτό μας τα βήματα που έχουμε ήδη κάνει για να προστατευτούμε, όπως είναι ο εμβολιασμός μας και η τήρηση των μέτρων προστασίας.
Στόχος σε κάθε περίπτωση είναι να αναπτύξουμε μια πιο ισορροπημένη άποψη για την κατάσταση με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. «Η τακτική χρήση αυτών των εργαλείων έχει συνήθως ως αποτέλεσμα το άτομο να μειώνει την ένταση του άγχους του σε διαχειρίσιμα επίπεδα, σε σύγκριση με τα επίπεδα που βασίζονται στην καταστροφολογική σκέψη» συνοψίζει ο Keelan.
Το να ξεδιαλέγεις τις σκέψεις σου με αυτόν τον τρόπο μπορεί αρχικά να είναι δύσκολο, αλλά γίνεται πιο εύκολο με την εξάσκηση. Μπορούμε να αρχίσουμε να καταγράφουμε πόσο συχνά ήμασταν έτοιμοι να βιαστούμε και να οδηγηθούμε στο χειρότερο συμπέρασμα, όταν το τελικό αποτέλεσμα αποδείχτηκε πολύ πιο αισιόδοξο απ’ ότι περιμέναμε. Με αυτόν τον τρόπο συνειδητοποιούμε πόσο συχνά η καταστροφολογία προκάλεσε περιττές ανησυχίες. Η ανάμνηση αυτού του γεγονότος μπορεί να προσφέρει περαιτέρω επιβεβαίωση την επόμενη φορά που θα μπούμε στον πειρασμό να φέρουμε την καταστροφή.
Τίποτα από αυτά δεν οδηγεί σε μια υπερφίαλη αισιοδοξία που μπορεί να μας κάνει κακό. Μόνο σε μια απλή και ψύχραιμη αναγνώριση όλων των πιθανών εκβάσεων. Η καταστροφή δεν μας την έχει στήσει απαραίτητα στην επόμενη γωνία.
*με πληροφορίες απ’ το BBC