Πέντε το πρωί, ή τέλος πάντων, χαράματα. Οπουδήποτε στην Αθήνα, υπάρχουν εκείνες κι εκείνοι που δεν κοιμούνται. Επιστρέφουν σπίτια τους ή το τραβάνε μέχρι να ξημερώσει-αναλόγως, πάντα, την ηλικία, τις υποχρεώσεις της επόμενης, τα συμβάντα της νύχτας, την ψυχική κατάσταση.

Το ξενύχτι μπορεί να σημαίνει ανεμελιά, μπορεί να σημαίνει και το ακριβώς αντίθετο: έγνοια, στενοχώριες. Τα ξενύχτια με παρέα διαφέρουν από τα μοναχικά. Κι υπάρχουν και τα ξενύχτια τα ερωτικά.

Χίλιοι τρόποι να ζεις, χίλιοι τρόποι να ξενυχτάς στην Αθήνα, σε κάθε πόλη. Αυτοί οι πέντε αρχετυπικοί ξενύχτηδες, όμως, μάς είναι γνώριμοι. Είναι εμείς. Κι εσύ. Κι αν όχι τώρα, κάποτε. Κι αν όχι τώρα, ίσως αύριο πάλι.

1.Ο «πεινάω»

Τρεις, τέσσερις το πρωί, μαγιονέζες στήνουν τρελές χορογραφίες σε αδηφάγα πηγούνια. Έξω από τις καντίνες ή τα 24ωρα πάσης φύσης, ένας τύπος, συνήθως μεταξύ 22 και 30, με χαλαρό τζιν και μερικά τατού, μούσι και μεγάλες αντοχές στο αλκοόλ, κατασπαράζει ένα σάντουιτς με συννεφένιο ψωμάκι κι ολες τις αηδίες του σύμπαντος μέσα. Αυτός ο τύπος, συνήθως, θα μπορούσε να συνεχίσει κάλλιστα τα πιώματα, αρκεί να πάρει λίγη από την ενέργεια των αλλαντικών και της μαγιονέζας που τόσο χρειάζεται. Οι φίλοι του είναι ψόφιοι, αυτός θέλει να τους κρατήσει λίγο ακόμα, ίσα για ένα τσιγάρο. Κι ένα τελευταίο-τελευταίο-τελευταίο story.

2. Η «υπαίθρια»

Ξέρει όλα τα υπαίθρια στέκια της πόλης. Από σκαλάκια Στρέφη, συνοικιακά γηπεδάκια, εκκλησίες, ποια ώρα μαζεύονται ποιοι και πού, τα πάντα. Δεκαεννιά, είκοσι, εικοσιένα. Και μεγαλύτερη, γιατί όχι; Αλλά, συνήθως εκεί, στα πρώτα χρόνια της σχολής ή της απεξάρτησης (μερικής έστω) από το πατρικό. Περιπτερόμπιρα, κρασί από την κοντινότερη κάβα σε πλαστικό μπουκάλι, καινούργιοι φίλοι κάθε βράδυ. Εξαρτημένη με αυτό το χρώμα που παίρνει ο ουρανός στην Αθήνα όταν πάει 5.

3. Οι «κυριλέ»

Η φάση ξεκινάει με εστιατόριο. Φαγητό και ποτό, κουβέντα. Οι τύποι είναι μεταξύ 30 και 40, κάπως βαριεστημένοι και βαριεστημένες, αλλά έτοιμοι να τα σπάσουν με το που αρχίσουν να έρχονται τα τρίτα ποτά. Μετά, μπουζούκια, καλεσμένοι κάποιας παρέας ή στριμωξίδι στο μπαρ μέχρι να βρεθεί καλύτερη θέση. Ή, εναλλακτικά, σε «μαγαζάρα» μέινστριμ κολωνακιώτικη, γλυφαδιώτικη, χαλανδριώτικη, με φώτα που αναβοβήνουν, ένα μπουκάλι τζιν ή βόκτα να σιγοαδειάζει μες στα ποτήρια, χαιρετούρες με νέα μέλη που προστίθενται στο τραπέζι και ανταλλαγές ονομάτων που ξεχνιούνται αμέσως. Τελικά, σεξ δεν θα κάνει κανείς με κανέναν από όλους αυτούς. Στέλνουν σε κάποιον πρώην, ψάχνονται για φρέσκο αίμα στο Instagram. Όταν γίνουν γκολ, την κάνουν για σπίτι. Πάνε γραφείο με μαύρο κύκλο και σχεδιάζουν ήδη την επόμενη αντίστοιχη έξοδο. Έτσι έχουν μάθει να περνούν καλά.

4. Ο «άραγμα σπίτι»

Ταινίες, σκρολάρισμα, κάνας μπάφος, ντελίβερυ, μοναξιές, ερημιές, 70s rock ή τραπ ή Οικονομόπουλος ή ό, τι. Κάποια να ξεπεράσει, κάτι να σκεφτεί, να μιλήσει με φίλους παλιούς στο τηλέφωνο με τις ώρες, να πέσει για ύπνο χαράματα. Πιθανώς, είναι δεινός gamer ή θριλεράκιας ή έχει κάποιο άλλο ιδιάζον χαρακτηριστικό. Κάποτε, αυτός ο τύπος ίσως να αναφέρεται σε αυτά τα ξενύχτια ως «χαμένα» ως «τζάμπα», κι όμως, θα τον έχουν εν πολλοίς διαμορφώσει. Όποιος περνάει καλά ή έστω είναι οκ με τον εαυτό του, μπορεί να γίνει πραγματικά καλή παρέα για κάποιον άλλο. Μέσα του, κανονίζει την συναυλία ή το φεστιβάλ εκείνο που θα τον κάνει να βγει από το σπίτι και να κάτσει έξω  μέχρι το πρωί.

5. Η old school

Καπνίζει, πίνει, χαμογελάει, σιωπά, κάτι λέει, καπνίζει ξανά. Είναι Αρχάγγελο, είναι Ναμπόκοφ, είναι Μαύρο Γάτο. Προτιμάει την μπάρα, της αρέσει η κουβέντα, συναντά γνωστούς από εδώ κι από εκεί, αλλά δεν έχει νευρικότητα. Δεν περιμένει τίποτα από τη νύχτα, τριανταπεντάρισε. Θέλει απλώς να χαλαρώσει μετά από μια μέρα στην δουλειά που πάλι δεν πήγαν καλά τα πράγματα, θέλει απλώς να ακούσει την αγαπημένη της μουσική, να πιει δυο τρία ποτά, να γυρίσει σπίτι και να πέσει κατευθείαν στο κρεβάτι. Ευτυχοδυστυχισμένη.