Η λέξη hustle έγινε το ιερό ευαγγέλιο της νεοφιλελεύθερης εποχής. Μια ολόκληρη γενιά γαλουχήθηκε με την ιδέα πως η ζωή είναι ένας αδιάκοπος αγώνας δρόμου, όπου κάθε λεπτό πρέπει να αποδίδει, κάθε ώρα να μετατρέπεται σε “παραγωγικότητα” και κάθε ανάσα σε “ευκαιρία”. Ξυπνούσαμε με motivational podcasts, κοιμόμασταν με βίντεο επιχειρηματιών που έλεγαν πως “ο ύπνος είναι για τους αδύναμους”.
Έπρεπε να έρθει ένα σοκ για να σκεφτούμε ξανά. Η πανδημία, η κρίση ψυχικής υγείας, η μαζική επανεκτίμηση του νοήματος της εργασίας, όλα αυτά “έσπασαν” το αφήγημα της διαρκούς προσπάθειας. Σήμερα οι ίδιοι άνθρωποι που κάποτε διαφήμιζαν την υπερκόπωση σαν lifestyle, μιλούν για soft living, για quiet quitting, για “εργασία με νόημα”. Ο κόσμος μετά το hustle culture μοιάζει σαν κάποιος να πάτησε το pause και να ξανακοίταξε τη ζωή του με ανθρώπινα μάτια.
Η φράση και η συνακόλουθη τάση γεννήθηκαν μέσα στην άνοδο της τεχνολογίας και της οικονομίας των startups. Ο νέος εργαζόμενος δεν ήταν απλώς επαγγελματίας· ήταν “founder”, “self-starter”, “visionary”. Ο υπολογιστής αντικατέστησε τον ήλιο ως πηγή ενέργειας. Ο καφές έγινε το νέο αίμα και το burnout μία από τις σύγχρονες νόσους. «Αν δεν κουράζεσαι, δεν δουλεύεις αρκετά», αυτό ήταν το επικρατόν αφήγημα.
Η εξάντληση δεν άργησε να γίνει επιδημία. Οι δείκτες κατάθλιψης και άγχους εκτοξεύτηκαν. Η ευελιξία που υπόσχονταν η τεχνολογία μετατράπηκε σε αέναη διαθεσιμότητα: τα email δε σταματούσαν ποτέ, οι ειδοποιήσεις γίνονταν ρυθμός ύπαρξης. Το hustle αποδείχθηκε τελικά μια μορφή ψηφιακής δουλείας με μοντέρνο design και λευκό φωτισμό.
Μια νέα γενιά ,η ίδια που μεγάλωσε με τα memes του work hard, play hard άρχισε να αναρωτιέται: τι ακριβώς κερδίζουμε από αυτή τη διαρκή κούρσα; Ποιο είναι το νόημα της επιτυχίας, αν φτάνεις εκεί άδειος και τι σημαίνει “δουλεύω” όταν η εργασία δεν είναι πλέον δημιουργία, αλλά επιβίωση;
Κάποια στιγμή οι νέοι επαγγελματίες άρχισαν να λένε «όχι» στα βραδινά meetings, να σβήνουν τα email μετά τις 6, να ζητούν ψυχική ισορροπία αντί για μπόνους. Αρκετοί επέστρεψαν στην ύπαιθρο, άλλοι έγιναν ελεύθεροι επαγγελματίες, άλλοι απλώς έμαθαν να λένε τη λέξη που το hustle culture φοβόταν περισσότερο: «αρκετά». Είναι η συνειδητοποίηση ότι ο χρόνος δεν είναι μέσο παραγωγής, αλλά εμπειρία. Ότι η εργασία μπορεί να είναι σημαντική, αλλά δεν είναι ταυτότητα. Ότι το σώμα, ο νους και οι σχέσεις δεν είναι παράπλευρες απώλειες της καριέρας, αλλά το ίδιο το νόημά της.
Μετατοπιζόμαστε σε μεγάλο βαθμό από την αδιάκοπη φιλοδοξία στη στοχευμένη προσοχή. Από την παραγωγή προς τα έξω, στην καλλιέργεια προς τα μέσα. Ο νέος εργαζόμενος δεν θέλει να γίνει CEO στα 30, θέλει να έχει ψυχική γαλήνη στα 40 και αυτή η στροφή, όσο κι αν τρομάζει τις εταιρείες είναι ίσως το πιο αισιόδοξο φαινόμενο των καιρών μας.
Η τεχνητή νοημοσύνη, η τηλεργασία, η οικονομία της πλατφόρμας αλλάζουν ριζικά τη σχέση μας με τον χρόνο και τον κόπο. Η νέα ευφυΐα δεν είναι να βρίσκεις τρόπους να παράγεις 24/7, είναι να επιλέγεις πότε και γιατί “παράγεις”. Έχουμε μία επανεφεύρεση του μέτρου. Είναι η τέχνη του να αναγνωρίζεις ότι η αξία σου δεν εξαρτάται από το output σου. Ότι μπορείς να είσαι χρήσιμος χωρίς να είσαι εξαντλημένος.
Ήρθε η ώρα να αντιληφθούμε πως η ζωή δεν είναι project, αλλά παρουσία, ότι η ξεκούραση δεν είναι πολυτέλεια κι αυτό συνεπάγεται πως πρέπει να σταματήσουμε να τρέχουμε για να δούμε που είμαστε. Αυτό είναι το μεγαλύτερο διακύβευμα της εποχής μας και ταυτόχρονα το μεγαλύτερο δώρο που οφείλουμε να κάνουμε στον εαυτό μας, τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.





