Ο ελληνικός όρος «γεωμηχανική» προέρχεται από τον αγγλικό “geoengineering”. Η ιδέα δεν είναι καινούρια, και η τεχνική ακόμα παλαιότερη. Με τον όρο, γενικά εννοείται κάθε τεχνική παρέμβαση του ανθρώπου στο περιβάλλον που προκαλεί αλλαγές μεγάλης κλίμακας στο οικοσύστημα. Το πιο οικείο παράδειγμα γεωμηχανικής ίσως είναι τα υδροηλεκτρικά φράγματα, Τα τεχνητά νησιά που κατασκευάστηκαν στο Ντουμπάι και στην Κίνα, είναι επίσης τέτοια παραδείγματα. Υπάρχουν φυσικά και άλλα παραδείγματα από την αρχαιότητα. Η αποξήρανση υδάτινων περιοχών για καλλιέργεια ή η χρήση – αντίστροφα – των υδάτινων αποθεμάτων μέσω αρδευτικών καναλιών στην αρχαία Μεσοποταμία, εγχειρήματα που κατέστησαν δυνατή τη γένεση του ανθρώπινου πολιτισμού σε μεγάλο βαθμό, ήταν εγχειρήματα γεωμηχανικής, ακόμα και αν ο όρος προφανώς τότε, ήταν άγνωστος.
Πολλά όμως από αυτά τα εγχειρήματα, έχουν δεχτεί περιβαλλοντική κριτική τα τελευταία χρόνια. Η άνοδος των κινημάτων για το περιβάλλον, και η γενικότερη εμπέδωση του περιβαλλοντικού προβληματισμού, έχουν κάνει πολλά φρύδια να σηκώνονται σε κάθε απόπειρα μεγάλης κλίμακας για παρέμβαση στο περιβάλλον. Όμως ταυτόχρονα, ο περιβαλλοντικός προβληματισμός έχει δείξει, ότι κάποια – ανθρωπογενή – προβλήματα του φυσικού περιβάλλοντος, είναι ίσως τόσο πιεστικά που ίσως η διόρθωση τους απαιτεί πάλι ανθρώπινη παρέμβαση. Με λίγα λόγια ο άνθρωπος καλείται να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία του που κατέστρεψε το περιβάλλον για να το επαναφέρει. Τα εγχειρήματα αυτά, προφανώς σηματοδοτούν μια πιο βαθιά παραδοχή, ακόμα και από κρατικούς φορείς, ότι δεν μπορούμε να δρούμε απερίσκεπτα, και κάθε παρέμβαση προϋποθέτει βαθιά μελέτη τον επιπτώσεων και των οφελών της.
Εδώ έρχεται η σύγχρονη γεωμηχανική, τεράστια – αλλά και μικρότερα – κυρίως κρατικά projects, που σκοπό έχουν την αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Το πιο γνωστό τέτοιο παράδειγμα είναι ίσως τα «μεγάλα πράσινα τείχη» στην Κίνα και στην Αφρική (επίσης χρησιμοποιώντας κινεζική τεχνογνωσία).
Στην Κίνα, η κατασκευή του «μεγάλου πράσινου τείχους» ξεκίνησε δειλά τη δεκαετία του ’70, προσπαθώντας να περιορίσει τα φαινόμενα ερημοποίησης στην βόρεια Κίνα. Όμως την τελευταία δεκαετία, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και της οικονομίας της Κίνας το εγχείρημα έχει λάβει αδιανόητες ιστορικά διαστάσεις. Η Κίνα φυτεύει με βιομηχανικό τρόπο χιλιάδες δέντρα ταχείας ανάπτυξης, καταφέρνοντας την τελευταία δεκαετία να αυξήσει τις δασικές τις εκτάσεις κατά 20%.
Ανάλογα, η παναφρικανική πρωτοβουλία για τον περιορισμό της Σαχάρα, έχει δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια το «μεγάλο αφρικανικό πράσινο τείχος» στη νότια Σαχάρα. Τελικός σκοπός είναι να φυτευθούν 8.000 χιλιόμετρα για τον περιορισμό της ερήμου προς τα νότια. Στην Αφρική η επιτυχία που σημειώνεται είναι πιο αργή, με μόλις 5% αύξηση της δασικής έκτασης και με ανησυχίες για τη βιωσιμότητα μακροχρόνια.
Υπάρχουν στα σκαριά και άλλες προτάσεις όπως η – σχεδόν παρανοϊκή – ιδέα να μπλοκάρουμε τον ήλιο μερικώς με μικροσωματίδια ή η αύξηση του φυτοπλαγκτόν στους ωκεανούς με σκοπό τη δέσμευση του CO2. Προς το παρόν, και τα δύο σχέδια απορρίπτονται – και ορθώς – λόγω ίσως ανεξέλεγκτων επιπτώσεων που μπορεί να έχουν στο περιβάλλον.
Πιο μικρής έκτασης εγχειρήματα ανάλογης λογικής, φαίνεται να γίνονται και στην Ευρώπη, όπως για παράδειγμα η στοχευόμενη, χειρουργική οριακά, επανεισαγωγή εξαφανισμένων ειδών που φαίνεται να αποτελούν κομβικά είδη στην λειτουργία του περιβάλλοντος. Η επανεισαγωγή σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, και στην Ελλάδα, του κάστορα είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Οι τροποποιήσεις που επιφέρει ο κάστορας στο περιβάλλον του έχουν αποδειχθεί ωφέλιμες για πλήθος άλλων ζώων και φυτών καθώς και για την ποιότητα του νερού των υδάτινων πόρων. Στην Ελλάδα, ήδη διαμορφώνονται οι πρώτοι βιότοποι για την επανεισαγωγή του κάστορα στο οικοσύστημα.
Φαίνεται, πως το περιβάλλον για να σωθεί, και να σωθούμε και εμείς μαζί του, χρειάζεται συντονισμένες προσπάθειες, τόσο μικρές χειρουργικές όσο και μεγάλης κλίμακας. Καμία λύση από μόνη της δεν είναι πανάκεια, μερικές μάλιστα μπορεί απλά να είναι καταστροφικές. Λύσεις χαμηλής παρεμβατικότητας όπως η ευρωπαϊκή-ελληνική περίπτωση φαίνεται να είναι ασφαλέστερες. Από την άλλη, λύσεις όπως της Κίνας, αν και θεαματικές έχουν επιπτώσεις όπως την πτώση του υδροφόρου ορίζοντα (τόσα πολλά δέντρα, καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες νερού) ή την μαζική ανάπτυξη ασθενειών καθώς τα φυτευόμενα δέντρα είναι κατά βάση μονοποικιλία. Αυτός είναι και ο λόγος που τα τελευταία χρόνια η Κίνα φαίνεται να αναθεωρεί τη στρατηγική της εισάγοντας ποικιλία φυτικών ειδών, αλλά και κάποιων ζωικών.
Κανείς δεν ξέρει ακριβώς ποιες θα είναι οι επιπτώσεις. Πολλοί υποστηρίζουν πως η λύση είναι χειρότερη από το πρόβλημα, άλλοι πάλι επιχειρηματολογούν υπέρ μιας πιο επιθετικής «πράσινης» πολιτικής. Το μόνο σίγουρο είναι πως κάποια μορφή γεωμηχανικής θα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της μελλοντικής πορείας της ανθρωπότητας.