Αποτελεί σχεδόν καθημερινό φαινόμενο σε μια συζήτηση κάποιος/α να αναφέρει ότι δεν του αρέσει κάποιο σημείο πάνω τους και θέλουν να το αλλάξουν. Ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό ανθρώπων φαίνεται να είναι σε κάποιο βαθμό δυσαρεστημένοι με το σώμα τους.

Τα συγχρονα πρότυπα ομορφιάς, ο βομβαρδισμός στα social media από φωτογραφίες τέλειων σωμάτων, εστιάζουν ολοένα και περισσότερο την προσοχή στην εικόνα και την εμφάνιση.

Ειδικά οι έφηβοι και οι νέοι επηρεάζονται σημαντικά, συγκρίνοντας τον εαυτό τους με τα τέλεια σώματα και πρόσωπα του διαδικτύου επιφορτίζοντας την ψυχολογία τους με ακόμα περισσότερες ανησυχίες σχετικά με το πως φαίνονται και αν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας.

Η υπερβολική χρήση φίλτρων επεξεργασίας σώματος που δημοσιεύονται στα κοινωνικά δίκτυα, κυρίως στο Instagram, δημιουργούν νέους τύπους προτύπων σώματος και ομορφιάς που απέχουν ολοένα και περισσότερο από την πραγματική ανατομική και αισθητική ποικιλομορφία των ανθρώπων.

Πράγματι, δεκαετίες έρευνας αποδεικνύουν ότι η έκθεση σε στενά πρότυπα ομορφιάς συσχετίζεται με ανησυχίες για την εικόνα του σώματος  (αυτό περιλαμβάνει το πώς σκέφτονται οι νέοι για τη φυσική τους εμφάνιση, συμπεριλαμβανομένων των σωμάτων, των προσώπων, των μαλλιών, των ματιών κ.λπ.).

Τι γίνεται όμως όταν ορισμένες περιπτώσεις ατόμων φτάνουν στο σημείο να είναι τόσο δυσαρεστημένοι με την εμφάνισή τους που η δυσαρέσκειά τους να λαμβάνει παθολογικές διαστάσεις;

Τότε μπορεί να μιλάμε για πιο σοβαρές περιπτώσεις ψυχικής διαταραχής με ιδιαίτερα έκδηλη σύνδεση ανάμεσα στις ψυχολογικές και σωματικές διεργασίες.

Το Σύνδρομο του Καθρέφτη ή σωματική δυσμορφική διαταραχή (BDD) ή σωματική δυσμορφία ή σωματοδυσμορφική διαταραχή είναι μια ψυχική διαταραχή που σχετίζεται με την εικόνα του σώματος και είναι πιο διαδεδομένη από όσο φαίνεται.

Πρόκειται για μία ψυχική διαταραχή όπου ένα άτομο ξοδεύει πολύ χρόνο ανησυχώντας για ελαττώματα στην εμφάνισή του.  Αυτά τα ελαττώματα είναι συχνά απαρατήρητα στους άλλους, αφορά δηλαδή ένα φανταστικό ελάττωμα στην εμφάνιση κάποιου.

Είναι μία εμμονή στο μυαλό των ατόμων αυτών που συχνά εμφανίζουν υψηλά επίπεδα αρνητικής σκέψης, αυτοκριτικής, άγχους και κατάθλιψης.

Τα άτομα με διάγνωση σωματοδυσμορφικής διαταραχής έχουν τα εξής χαρακτηριστικά:

  • Επίμονη ενασχόληση με κάποιο φανταστικό ελάττωμα. Ακόμα και αν κάποια μικρή σωματική ανωμαλία είναι παρούσα, η ανησυχία του ατόμου είναι χαρακτηριστικά υπερβολική, σχεδόν εμμονική.
  • Η ενασχόληση προκαλεί κλινικά σημαντική ενόχληση και επηρεάζει την καθημερινότητα του ατόμου κοινωνικά και λειτουργικά.
  • Δεν υπάρχει κάποια άλλη ψυχική διαταραχή που να εξηγεί την επίμονη ενασχόληση.

Η κακή εικόνα σώματος μπορεί να επηρεάσει ένα άτομο με πολλούς τρόπους, συμπεριλαμβανομένων των επιδόσεων σε στην επαγγελματική ή ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία, την ικανοποίηση από τη σχέση και τη συνολική ποιότητα ζωής.

Τα άτομα με αυτή τη διαταραχή έχουν κάποια συγκεκριμένα στοιχεία στη συμπεριφορά τους σύμφωνα με τον καθηγητή κλινικής ψυχολογίας Paul Bennett:

  • Ελέγχουν συνεχώς την εμφάνισή τους σε καθρέφτες, καλύπτουν με ρούχα ή καλλυντικά το υποτιθέμενο ελάττωμα.
  • Αναζητούν χειρουργική λύση ή κάποια ριζοσπαστική θεραπεία στο πρόβλημά τους, συζητούν μόνο γι’ αυτό και προσπαθούν να πείσουν τους άλλους για τη δυσμορφία τους.
  • Κάνουν υπερβολικές δίαιτες και σωματική άσκηση και μετριούνται συνεχώς στα σημεία που τους προκαλούν δυσαρέσκεια.
  • Φτάνουν στο σημείο να αποφεύγουν κοινωνικές συναναστροφές που μπορεί να αποκαλύψουν το ελάττωμά τους (πχ. Μπάνιο στη θάλασσα με παρέα) ενώ αισθάνονται άγχος και ανασφάλεια όταν βρίσκονται με άλλους ανθρώπους και πιστεύουν ότι όλοι σχολιάζουν και κοιτούν το υποτιθέμενο πρόβλημά τους.

Η σωματική δυσαρέσκεια μπορεί να είναι ήσσονος σημασίας «α κρίμα που η μύτη μου είναι τόσο μεγάλη» ή μπορεί να είναι και σοβαρή « μισώ τα πάντα στο σώμα μου».

Μόλις αρχίσετε να πιστεύετε ότι έχετε ένα ελάττωμα, το μυαλό πάει συνεχώς σε αυτή τη σκέψη και μεγεθύνει ένα ζήτημα που ουσιαστικά μπορεί και να μην υπάρχει. Όλα αυτά επηρεάζουν τον τρόπο που σκέφτεστε και αισθάνεστε για το πώς φαίνεστε και για τη ζωή γενικότερα.

Με δεδομένη την σημασία που η κοινωνία αποδίδει στην εξωτερική εμφάνιση, δεν είναι παράλογο να υποθέσει κανείς ότι οι κοινωνικές πεποιθήσεις και οι στάσεις απέναντι στην εμφάνιση αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης σωματοδυσμορφικής διαταραχής.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Paul Bennett,  «Παράδειγμα αποτελεί η ενασχόληση των ανδρών στις δυτικές κοινωνίες με την ανάπτυξη των μυών τους που είναι γνωστή και ως μυϊκή δυσμορφία ή κοινώς το σύνδρομο του Άδωνη».

Τα επίπεδα εμφάνισης αυτού του ζητήματος εμφανίζονται έντονα στους Ευρωπαίους και Αμερικανούς άνδρες ενώ σπάνια στις χώρες της Άπω Ανατολής.

Παρά τις κοινωνικές επιρροές βέβαια, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τα άτομα να εμφανίσουν σωματοδυσμορφική διαταραχή και αυξάνουν την ευαλωτότητά τους.

  • Άτομα που σε μικρή ηλικία είχαν δεχτεί πειράγματα για το βάρος και την εμφάνισή τους και κλονίστηκε η αυτοπεποίθησή τους.
  • Η παραμέληση ενός ατόμου στην παιδική ηλικία, μπορεί να προκαλέσει αισθήματα ανασφάλειας και απόρριψης στην ενήλικη ζωή.
  • Τραυματικά και κρίσιμα γεγονότα μπορεί να ενεργοποιήσουν τις δυσλειτουργικές υποθέσεις του ατόμου για το φυσιολογικό της εμφάνισής του και τις συνέπειες που έχει το παρουσιαστικό του στην προσωπικότητά του, την αυταξία του και την αποδοχή του.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι πάσχοντες από BDD έχουν μια σειρά από δυσκολίες οπτικής επεξεργασίας.

Eπειδή συνήθως εστιάζουν σε μια συγκεκριμένη πτυχή της εμφάνισής τους, η προσοχή και η οπτική τους επεξεργασία μπορεί να γίνει πολύ σταθερή και περιορισμένη. δυσκολεύονται να δουν ολόκληρη την εικόνα του εαυτού τους.

Δυσκολεύονται επίσης να αναγνωρίσουν τα δικά τους συναισθήματα όταν κοιτάζονται στον καθρέφτη. Έχει προταθεί ότι η BDD μπορεί να είναι μια αντιληπτική άμυνα που προστατεύει τους ανθρώπους από το να αισθάνονται τα πιο ευάλωτα και άγχος συναισθήματά τους.

Μπορεί να είναι πολύ δύσκολο να αναζητήσετε βοήθεια για τη σωματοδυσμορφική διαταραχή , αλλά είναι σημαντικό να θυμάστε ότι δεν έχετε τίποτα για το οποίο να ντρέπεστε ή να ντρέπεστε.

Η λήψη βοήθειας είναι εξαιρετικά σημαντική επειδή τα συμπτώματά σας πιθανότατα δεν θα υποχωρήσουν χωρίς θεραπεία και βοήθεια από ειδικό ψυχικής υγείας και μπορεί να επιδεινωθούν.

Η θεραπεία έκθεσης με καθρέφτη έχει χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά για τη θεραπεία της σωματοδυσμορφικής διαταραχής σε συνδυασμό με τη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία. Κοιτάζοντας απευθείας σε έναν καθρέφτη και περιγράφοντας αυτό που βλέπουν με έναν θεραπευτή — ο καθρέφτης χρησιμοποιείται ως εργαλείο για να αμφισβητήσει τη διαστρεβλωμένη άποψή τους για τον εαυτό τους.

Ακόμη και για εκείνους που δεν έχουν προβλήματα με την εικόνα του σώματός τους, το να κοιτάξουν στον καθρέφτη μπορεί να δημιουργήσει μια έντονη δυσφορία ή κριτική. Η έρευνα διαπιστώνει ότι η έκθεση σε έναν καθρέφτη μπορεί ακόμη και να μειώσει αυτές τις κοινές αυτοκριτικές αξιολογήσεις.

Για παράδειγμα, οι Hofmann και Heinrichs ζήτησαν από προπτυχιακούς φοιτητές να  καταγράψουν θετικές και αρνητικές αυτοχαρακτηριστικές ιδιότητες αφού κάθονται μπροστά σε έναν καθρέφτη για πέντε λεπτά.

Τα άτομα με προηγούμενη έκθεση στον καθρέφτη έδειξαν μεγαλύτερη ισορροπία μεταξύ θετικών και αρνητικών δηλώσεων και λιγότερων αυτοκριτικών δηλώσεων από τους συμμετέχοντες χωρίς προηγούμενη έκθεση στον καθρέφτη.

Δηλαδή, καθώς οι άνθρωποι απέκτησαν περισσότερη εμπειρία κοιτάζοντας στον καθρέφτη, ανέπτυξαν μια πιο ισορροπημένη άποψη για τον εαυτό τους.

Στη θεραπεία με έκθεση σε καθρέφτη ζητείται από τους ασθενείς να παρατηρούν τον εαυτό τους επανειλημμένα και για παρατεταμένες περιόδους σε έναν ολόσωμο καθρέφτη. Στην αρχή, η εικόνα του ατόμου προκαλεί αρνητικά συναισθήματα και κριτικές σκέψεις.

Στη συνέχεια, με την παρατεταμένη και επαναλαμβανόμενη έκθεση στον καθρέφτη, οι αρνητικές αντιδράσεις αλλάζουν και τα διδάγματα μέσω της εξοικείωσης εξαφανίζονται.

Οι καθρέφτες έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία των παραμορφώσεων της εικόνας του σώματος όσων πάσχουν από διατροφικές διαταραχές.

 

Με πληροφορίες από: Open Mind, Psychology Today, Digital Wellness Lab, APA PSych Net