«Τα φώτα της δεν έσβηναν ποτέ. Η ζωή έσφυζε κάθε στιγμή της ημέρας. Το πρωί στις μπουτίκ της έκαναν τις αγορές τους οι κυρίες που έμεναν στην Κυψέλη και στα Πατήσια. Το βράδυ στα θεατρικά της σανίδια πατούσαν η Έλλη Λαμπέτη και ο Μάνος Κατράκης, ο Λευτέρης Βογιατζής στα πρώτα βήματά του και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Στα σαράντα της σήμερα η Στοά Μπροντγουαίη – μεταξύ των οδών Αγίου Μελετίου και Κεφαλληνίας – είναι πλέον μια σκιά του εαυτού της. Τα μαγαζιά της έχουν βάλει λουκέτο. Αφίσες ξεχασμένες από τις αλλοτινές προβολές στον χειμερινό και τον θερινό κινηματογράφο. Ξεφτισμένες πινακίδες από το νυχτερινό κέντρο που κάποτε φιλοξενούσε τρικούβερτα γλέντια. Μηχανάκια παρατημένα. Εικόνα παρακμής και εγκατάλειψης με μοναδικούς επιζώντες δύο θέατρα – Δανδουλάκη και Μπροντγουαίη -, ένα βιβλιοπωλείο και ένα καφέ».

Αυτά γράφονταν πριν από δώδεκα χρόνια (και ισχύουν ακόμα, μόνο που τώρα η στοά πενηντάρισε plus), με την αφορμή μιας πρωτοβουλίας του Ινστιτούτου Γκαίτε να ξαναζωντανέψει με την συνεργασία εγχώριων και ξένων καλλιτεχνών την στοά. Το εγχείρημα στόχευε στην ενεργοποίηση της ίδιας της στοάς, αλλά και των επιμέρους χώρων του κινηματοθεάτρου, με βασικό άξονα την ιδέα της «ανταλλαγής». Ελληνες και ξένοι καλλιτέχνες, των οποίων το έργο εστιάζει στον δημόσιο χώρο, κλήθηκαν να παράγουν επιτόπια καλλιτεχνικά έργα με κοινό άξονα την ιδέα της «ανταλλαγή» ως μια πρακτική που επανέρχεται ολοένα και περισσότερο σε περιόδους κρίσης. Ακόμα: προβολές, συναυλίες, διαλέξεις, κ.ά. Για εννέα ημέρες, στόχος ήταν η στοά να γίνει ξανά όπως παλιά.

Αλλά, οι αναβιώσεις δεν συμβαίνουν έτσι. Θέλει συνέπεια και επιμονή για να ”σηκωθεί” μια πεσμένη φάση, μια πεσμένη γειτονιά, μια πεσμένη πλατεία, μια πεσμένη στοά εν πάση περιπτώσει. Η ιστορία έδειξε πως δεν σώθηκε τίποτα από μια καλοπροαίρετη, αναμφιβόλως, πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Γκαίτε.

Η στοά Μπροντγουαίη στην Πατησίων ήταν ένας από τους πρώτους πολυχώρους της Αθήνας. Δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και ήταν the place to be. Υπήρχαν εκεί δύο αίθουσες κινηματογράφου με τον ίδιο τίτλο, Μπρόντγουαιη (χειμερινός και θερινός), δυο θέατρα, ένα κέντρο διασκέδασης ,τα «13 φεγγάρια». Επίσης, 17 εμπορικά καταστήματα-μπορείτε να το φανταστείτε;

Γράφει στην Καθημερινή ο Νίκος Βατόπουλος: «Στη γωνία Πατησίων και Αγίου Μελετίου, σε ένα συγκρότημα του 1969-70, σχεδιασμένο από τον Δημήτρη Παπαζήση, το «Μπρόντγουαιη» ήταν ένα άλμα στη μοντέρνα ζωή εκείνη την εποχή. Ο κινηματογράφος (χειμερινός και θερινός) ήταν πολύ δημοφιλής και έφερνε καλές ταινίες. Οι θεατρικές σκηνές και το νυχτερινό κέντρο διατηρούσαν την κίνηση πυκνή, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι εκείνη την εποχή οι κινηματογράφοι άρχιζαν προβολές στις 4 μ.μ. (και ορισμένοι στις 2 μ.μ.) και τα θέατρα είχαν παράσταση καθημερινά, πλην Δευτέρας. Η αίθουσα του χειμερινού κινηματογράφου με τις μεγάλων διαστάσεων μαυρόασπρες φωτογραφίες σαν πάνελ, τα φουτουριστικά χρώματα και τις νέες ανέσεις είχε γίνει η αγαπημένη της «νέας γενιάς». Ήταν η επιτομή της αισθητικής της εποχής».

Φωτ.: Γεωργία Δρακάκη / Olafaq

Τα Χριστούγεννα του 2017, ο δήμαρχος της Κυψέλης αγκάλιασε μια πρωτοβουλία ονόματι “Φωτεινή Κυψέλη” και επιχείρησε να φωτίσει την Στοά, να την στολίσει, να την ανανεώσει. Ωραίο, αλλά προσωρινό κι αυτό το μέτρο. Τα δυο θέατρα σήμερα λειτουργούν («Κάτια Δανδουλάκη» και «Μπρόντγουαίη»), αλλά οι αίθουσες κινηματογράφου έχουν προ πολλού κλείσει. Για τα καταστήματα ούτε λόγος. Το καφέ YES στη συμβολή της στοάς και της Αγίου Μελετίου δουλεύει, αλλά ως εκεί. Και τα θέατρα δεν ανεβάζουν παραστάσεις της προκοπής, για να είμαστε ειλικρινείς: θέατρο παλιομοδίτικο, παραστάσεις από άλλοτε εγνωσμένους σκηνοθέτες, τσάτρα πάτρα ανεβάσματα, προχειράντζες και αρπαχτές. Οι εναπομείνασες αφίσες προδίδουν ακριβώς την τρασίλα. Ενοικιαστήρια, σύριγγες στο πάτωμα, ξεσκισμένες, χλωμές από τον χρόνο μαρκίζες, αλλά και η ανάμνηση της πυρκαγιάς που ξέσπασε σε αποθήκη εντός της στοάς τον Φεβρουάριο του 2024.

Φωτ.: Γεωργία Δρακάκη / Olafaq

Η σταδιακή υποβάθμιση των Πατησίων και η αποχώρηση των αστικών στρωμάτων που στήριζε την περιοχή οδήγησαν σε λιγότερο λαμπερές ημέρες. Το τελειωτικό χτύπημα έδωσε η κρίση. Παρά το γεγονός ότι η Κυψέλη έχει γίνει το συνώνυμο του urban coolness την τελευταία πενταετία και όλο συνεχίζει, φαίνεται πως ο ”φασεϊσμός” των concept stores, των υπαίθριων πάρτυ με τέκνο και των book bazaars (που ας πούμε έχουν αναζωογονήσει φουλ τη Δημοτική Αγορά Κυψέλης και την μέχρι πρότινος κοιμισμένη Φωκίωνος) δεν έχει θελήσει ή μπορέσει να φθάσει μέχρι την στοά ακόμα. Όμως, πιστεύω πως μόνο εκεί είναι η λύση. Να ανοίξει κανένα καφέ ακόμα, να παραχωρήσει ο Δήμος μέρος της Στοάς (ή και ολόκληρη!) σε καλλιτέχνες να την ομορφύνουν, να φιλοξενηθούν εκεί εκθέσεις φωτογραφίας, να χρηματοδοτηθούν καλές παραστάσεις και να ανέβουν στα εντός της θέατρα, να ξυπνήσει λίγο η κατάσταση.

Έχει πολλές δυνατότητες και, σε κάθε περίπτωση, ένα στιβαρό παρελθόν από το οποίο μπορεί κάλλιστα να εμπνευστεί και να πάρει φόρα για το μέλλον. Αγαπάμε ντεκαντάνς, αλλά είναι κρίμα να την συναντάμε εκεί όπου υπάρχει γόνιμο χώμα που έχει απλώς λησμονηθεί. Κρίμα να ξεραίνονται οι σπόροι που κάποιοι φύτρωσαν με κόπο και θυσίες.

Φωτ.: Γεωργία Δρακάκη / Olafaq