Ο έρωτας είναι ένας μεγάλος σιδηροδρομικός σταθμός, από τον οποίο περνάνε πολλά διαφορετικά τρένα, που όλα όμως έχουν ένα κοινό: δεν μπορείς να πάρεις κανένα από αυτά για πάντα.
Kανένας έρωτας δεν διαρκεί για πάντα, κανένας έρωτας δεν είναι «μονιμάς» στο στρατό ή στο Δημόσιο, όλοι οι έρωτες υπόκεινται σε αλλαγές και μεταλλάξεις και σχεδόν όλοι κάποτε τελειώνουν. Και μετά, προκειμένου η σχέση να συνεχιστεί, πρέπει απαραιτήτως ο έρωτας αυτός να έχει μετατραπεί σε κάτι άλλο, βαθύτερο.
Όμως ο κάθε έρωτας ακολουθεί (σχεδόν νομοτελειακά) μια συγκεκριμένη διαδρομή με επτά σταθμούς: Γνωριμία–Ειδύλλιο-Ζήλια–Κέρατο–Απομυθοποίηση-Χωρισμός-(και πιθανώς) Εκδίκηση. Και όταν μπεις σε αυτό το τρένο θα το κάνεις όλο το ταξίδι, ακόμη και αν δεν έχει καλή κατάληξη. Μια πορεία μέσα σε αυτό το μυστηριώδες Χρονικό μιας Σχέσης, μέσα από μια προσωπική ιστορία.
1. Η Πρώτη Γνωριμία
Την είδα σ’ ένα μπαρ; ‘Ήμουν με μια παρέα φίλων σπίτι μου ή μέσα σε ένα βαγόνι στο Μετρό; Την είδα στο αμφιθέατρο της σχολής ή στο κυλικείο; Το σίγουρο είναι ότι την είδα και την παραείδα. «Colpo di fulmine» το λένε οι Ιταλοί, που σημαίνει «χτύπημα από κεραυνό» και πραγματικά δεν διαφέρει και πολύ από αυτό. Ένα χτύπημα τέλειο, δυνατό που κάνει τα γόνατα να λύνονται, το στομάχι να σφίγγεται και ουσίες να απελευθερώνονται στον εγκέφαλο. Ο διαιτητής σφύριξε και το παιχνίδι αρχίζει.
Προσπαθώ να μάθω το όνομα της, πόσο χρονών είναι, που μένει, με ποιους μένει, πως λένε τον πατέρα της και κυρίως αν (δεν) έχει κάτι άλλο: σύντροφο, άντρα ή αρραβωνιαστικό. Και προσπαθώ να βρω τρόπους να τη συναντήσω, να την ξαναδώ, να επαναληφθεί αυτή η αρχική εικόνα όταν την πρωτοείδα, το βλέμμα της να με κοιτάει για ένα δέκατο του δευτερολέπτου, τη γλώσσα να περνάει πάνω από τα χείλη της. Ξέρω καλά ότι πρέπει να περιμένω, αυτά τα πράγματα δεν γίνονται με βιασύνη. Κάπου είχα διαβάσει ότι «ο πραγματικός ερωτευμένος είναι αυτός που περιμένει». Αν βιάζεσαι, λέει, είσαι «μαϊμού» in love.
Τότε ήταν που η υπομονή μου πέρασε από μια συνεχή δοκιμασία: στο πρώτο ραντεβού μαζί της, εκείνη άργησε. Τα μάτια μου την αναζήτησαν παντού, αλλά εκείνη ήταν στο πουθενά. Με έπιασε πανικός μπας και δεν έρθει, τα δευτερόλεπτα μού έμοιαζαν για αιώνες, άσχημες σκέψεις μπήκαν στο νου μου: «Mήπως μπέρδεψε το μέρος, μήπως εγώ ήρθα σε λάθος σημείο, μήπως νόμισε άλλη ώρα, άλλη μέρα, μήπως πάει μπροστά το ρολόι μου, μήπως έκανα εγώ κάποια μαλακία;». Τελικά το ραντεβού πήγε καλά.
2. Tο Ειδύλλιο
Και έγινε αμέσως το «κονέ»; Μα εννοείται πως όχι. Εκείνη έβγαινε μαζί μου, με τις παρέες μου, στεκόταν δίπλα μου, σε απόσταση αναπνοής, μου μιλούσε, αλλά εγώ δεν μπορούσα να την αρπάξω και να την φιλήσω. Tην ήθελα παράφορα, αλλά δεν ήθελα να το προχωρήσω πιο πολύ απ’ όσο μου το επέτρεπε η ίδια. Περίμενα μια κίνηση από την ίδια. Tελικά είχε δίκιο αυτός που είχε πει ότι «έρωτας είναι ό,τι δεν μπορείς να αποκτήσεις». Προσπαθώ να το παίξω κουλ, αλλά ακόμη και ένα καλοριφέρ τον Δεκέμβριο είναι πιο κουλ από μένα.
Το μήλο πέφτει, τελικά, ώριμο ώριμο από την μηλιά. Εγώ και εκείνη πλέουμε σε πελάγη ευτυχίας. Όλα γύρω μου μού φαίνονταν ιδανικά. Όλα γύρω μου μού φαίνονται «παλέψιμα». Τι συμβαίνει στον τρικυμισμένο μου εγκέφαλο; Αυτό που συμβαίνει είναι ότι όταν ερωτεύεσαι, ο εγκέφαλος εκκρίνει μια ουσία ονόματι ντοπαμίνη, που είναι σαν την καφεΐνη και την νικοτίνη. Όταν δηλαδή δεν έχουμε κοντά μας το άτομο που μας προκαλεί χαρά κι ευχαρίστηση, μάς λείπει σε σημείο να πάθουμε το λεγόμενο σύνδρομο στέρησης.
Έχω καταληφθεί από ιδεοληψία της χειρότερης μορφής μαζί της, θέλω να την βλέπω συνέχεια, να την αγγίζω, παραληρώ, πιστεύω ότι είναι το ομορφότερο πλάσμα του κόσμου, συνδέω τα πάντα με αυτήν, ταινίες, τραγούδια, μυρωδιές, αθλητικά και πολιτικά γεγονότα (τα οποία φυσικά μετά το χωρισμό θα μου θυμίζουν εκείνη και δεν θα θέλω για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα να τα φέρνω καθόλου στο νου μου).
Γιατί, βλέπετε, στον έρωτα υπάρχουν δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις: στη μία μεριά βρίσκεται η τάση του ερωτευμένου να «ενωθεί» με το «αντικείμενο» του έρωτά του, ενώ στην άλλη η τάση του να εξασφαλίσει συναισθηματική ισορροπία διατηρώντας τα όριά του. Εγώ λοιπόν ήμουν στη μέση. Ένιωθα σαν τον ακροβάτη που ισορροπούσε σε τεντωμένο σκοινί. Και το χειρότερο, από κάτω δεν υπήρχε δίχτυ να με κρατήσει αν έπεφτα. Όπως και στους περισσότερους απ’ όσους ερωτεύονται εκεί έξω.
3. H Ζήλια
Ένας πολιτισμένος άνδρας δεν ζηλεύει (ή τουλάχιστον πρέπει να δείχνει ότι ΔΕΝ ζηλεύει) αλλά δεν ορκίζεται ότι μπορεί να το ελέγξει κιόλας. Και εννοείται ότι κανένας δεν γεννιέται ζηλιάρης, αντιθέτως ο ζηλιάρης μυείται σιγά σιγά στον ρόλο του, ανάλογα με τον άνθρωπο που έχει δίπλα του και με το βαθμό που είναι ερωτευμένος. Αν την έχω δαγκώσει τη λαμαρίνα, ζηλεύω.
Ήξερα ότι αν συνέχιζα να είμαι «δαγκωμένος» μαζί της, θα είχα χάσει το παιχνίδι από τα πρώτα κιόλας λεπτά και θα είχα φάει… γκολ από τα αποδυτήρια. Συνέχισα όμως να παίζω το παιχνίδι, γιατί απλά εκείνη τη στιγμή φαινόταν ως η πιο φυσική και λογική επιλογή. Ήξερα ότι πήγαινα στο γκρεμό με ταχύτητα 240 χλμ. την ώρα, αλλά τι να κάνω.
Όταν είσαι κολλημένος στον έρωτά σου, όμως, τείνεις να αποκλείεις όλα αυτά τα άσχημα ενδεχόμενα, να την αθωώνεις στα μάτια των φίλων σου, να την υπερασπίζεσαι μέχρι τέλους, να μην αφήνεις τους ψύλλους να εισχωρήσουν στο εσωτερικό του αυτιού σου. Και όσο δεν έχεις κάτι χειροπιαστό στα χέρια σου, φαντάζεσαι τα πάντα: από ένα απλό φιλί, μέχρι ένα τρυφερό μήνυμα στο κινητό ή το μέσεντζερ.
Mπερδεύεις το φανταστικό με το πραγματικό και όταν οι υποψίες σου διαψεύδονται, νιώθεις (όλως παραδόξως) μια απογοήτευση. Βλέπετε, μια επιβεβαίωση θα έβγαζε τον οποιονδήποτε απ’ το τραγικό αδιέξοδο, καθώς θα ήξερε ότι θα τελείωνε εκεί η ιστορία. Αλλά η αμφιβολία είναι χειρότερη από τη σιγουριά ενός γεγονότος –καλού ή κακού. Είναι προτιμότερο να ξέρεις ότι σε απατάει κάποιος, παρά να μην είσαι σίγουρος. Γιατί δεν ξέρεις αν ο υποτιθέμενος εχθρός υπάρχει όντως ή αν κατοικεί μόνο στο μυαλό σου.
4. Το Κέρατο
Η αφοσίωση σε έναν και μόνο άνθρωπο είναι σπάνια, ειδικά σε πολυγαμικά ζώα όπως ο άνθρωπος. Αλλά, αν είναι να συμβεί, τουλάχιστον να το παραδεχτούμε και να προχωρήσουμε παρακάτω. Είμαστε, λίγο έως πολύ, γενετικά προκαθορισμένοι να δοκιμάζουμε νέες εμπειρίες, εντός και εκτός μιας σχέσης. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι αν περάσει η χημική επίδραση του ερωτικού συναισθήματος (δυο με τέσσερα χρόνια, όπως λένε, σε αντίθεση με το Νίκο Καρβέλα που υποστηρίζει το «ένα χρόνο το περισσότερο»), τότε ο καθένας από εμάς, ακόμη και ο πιο πιστός είναι ικανός να κερατώσει τον οποιοδήποτε.
5. H Απομυθοποίηση
«Στάση ΞΕΝΕΡΩΜΑ» (με μεγάλα γράμματα για να φαίνεται). Το μόνο που μπορεί να κρατήσει πια τη σχέση είναι το σεξ. Αν είναι καλό, τότε μπορείς να σώσεις την παρτίδα, αλλά και πάλι μόνο για λίγο. Αν το σεξ ήταν καλό κατά τη διάρκεια της σχέσης, ο φούρνος του πάθους μπορεί να μείνει αναμμένος μέχρι να πέσει και ο τελευταίος ρελές.
Το ζευγάρι νιώθει σαν τον δρομέα που έχει τρέξει τα πρώτα χιλιόμετρα της κούρσας με όλες του τις δυνάμεις και δεν είχε κρατήσει τίποτα για το τέλος. Νιώθει ξέπνοο, αδύναμο να συνεχίσει αυτή την σχέση και ούτε τα καλύτερα ισοτονικά ποτά δεν θα μπορούσαν να την σώσουν. Η λέξη «βαρέθηκα» ακούγεται πια πολύ συχνά στις συνομιλίες του ζευγαριού.
Όπως σε κάθε φωτογραφικό φιλμ υπάρχει το θετικό και το αρνητικό είναι αυτό που μένει στο εργαστήριο, εγώ πια είχα καταλήξει ο φωτογράφος που το μόνο που κάνει είναι να βλέπει τα αρνητικά του κάθε φιλμ. Θυμόμουνα πια όχι μόνο τα καλά που είχαμε περάσει, αλλά κυρίως τα ελαττώματα της – και εκείνη τα δικά μου. Ακόμη και αυτές οι υπέροχες ατέλειες της που στην αρχή με γοήτευαν, τώρα πια με άφηναν παγερά αδιάφορο. Και το χειρότερο: πια δεν είχα το κουράγιο ούτε καν να τής επισημαίνω τα όμορφα στοιχεία του χαρακτήρα της.
Στο τέλος της σχέσης, ακόμη και το σεξ ήταν διαδικαστικό, μια sepia εικόνα αυτού που ήμασταν μερικούς μήνες πριν. Πέρναγα χρόνο μαζί της διεκπεραιωτικά, χωρίς στην πραγματικότητα να θέλω να είμαι μαζί της, απλά σαν μια «συνήθεια που έχει πια περάσει». Στο τέλος της ημέρας, το μόνο που ψάχνουν αμφότερες οι πλευρές είναι μια αφορμή να το διαλύσουν.
6. Ο Χωρισμός
Και όλα είναι καλά, αν ο χωρισμός αυτός είναι κοινή συναινέσει. Όταν και οι δυο θέλουνε το ίδιο. Όταν είναι on the same page. Στην καλύτερη μένουν φίλοι (δύσκολο), άλλοτε κρατούν μια αραιή επαφή (πιο εφικτό) και στην χειρότερη ο ένας θα μάθει νέα για τον άλλο όταν πεθάνει κάποιος από τους δυο (φρικτό, αλλά επίσης αρκετά συχνό).
Υπάρχει όμως και η κατηγορία των ζευγαριών, στα οποία μόνο ο ένας επιθυμεί να αποχωρήσει από την σχέση και ο άλλος συνεχίζει να θέλει να είναι εκεί. Και όπως ακριβώς λέει η ταινία «Το Μίσος», ότι δηλαδή «σημασία δεν έχει η πτώση αλλά η πρόσκρουση», αυτό ακριβώς το τέλος έχουν οι σχέσεις αυτές. Ο ένας από τους δυο συνεχίζει τη σχέση και ο άλλος σκάει στο έδαφος με δύναμη και σπάει τα μούτρα του.
Η συμβουλή μου είναι να απομακρύνετε τα κινητά σας τηλέφωνα από το χώρο που συνηθίζετε να βγαίνετε και να πίνετε, γιατί τα μεθυσμένα ερωτομηνύματα θα πέσουν βροχή, θέλοντας και μη.
7. H Εκδίκηση
Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται σε θερμοκρασία Αρκτικής ζώνης, αλλά δεν θα χρειαστεί ούτε να πάτε στην Αλάσκα, ούτε να κουβαλάτε μαζί σας το ψυγείο για να την εκδικηθείτε, όπως τότε ήθελα να κάνω εγώ επειδή με χώρισε ενώ εγώ συνέχισα να είμαι ερωτευμένος μαζί της.
Το σίγουρο είναι ότι ακριβώς επειδή (για λίγο καιρό) την μίσησα με όλη μου την καρδιά, σίγουρα δεν αδιαφορούσα γι’ αυτήν. Δεν μπορείς να μισήσεις κάποιον που σημαίνει απολύτως τίποτα για σένα. Ήθελα να της κάνω ό,τι μου έκανε, να την κάνω να αισθανθεί το ίδιο άσχημα με μένα, να την ξεπληρώσω με το ίδιο νόμισμα. «Ο χρόνος είναι ο χειρότερος γιατρός», τραγουδάει ο Γιάννης Αγγελάκας και συμφωνώ απολύτως μαζί του καθώς ο χρόνος δεν σε κάνει να ξεχνάς τα άσχημα, αλλά απλώς κάνει την καθημερινότητά σου λίγο πιο «παλέψιμη», μέρα με την ημέρα.
Πράγματι: μια μέρα ξύπνησα και ένιωσα ότι όχι μόνο αυτός ο χωρισμός δεν συνέβη ποτέ, αλλά ακόμη και όλες οι ωραίες στιγμές που είχα περάσει μαζί της, τελικά είχαν ξεθωριάσει στο χρόνο και τις είχα σχεδόν απωθήσει στο υποσυνείδητο. Τελικά, σε αυτές τις περιπτώσεις που είσαι εσύ αυτός που έχεις μείνει «πίσω» ασθμαίνοντας, το καλύτερο όπλο ήταν, είναι και θα είναι η αδιαφορία. Ακόμη και αν βαθιά μέσα σου γνωρίζεις ότι είναι ψεύτικη.