«Ο Ντράζεν ήταν ο μόνος παίκτης που με κοίταγε στα μάτια χωρίς να φοβάται».

Μάικλ Τζόρνταν

Η Autobahn 9 είναι ένας αυτοκινητόδρομος που συνδέει το Μόναχο με τη Νυρεμβέργη. Το μεσημέρι της 7ης Ιουνίου του 1993, πριν από ακριβώς τριάντα χρόνια, ο αυτοκινητόδρομος αυτός ήταν βρεγμένος από την βροχή που έπεφτε από το πρωί στην ευρύτερη περιοχή του Ρέγκενσμπουργκ και του Ινγκολσταντ.

Το οδόστρωμα σε πολλά σημεία είχε ολόκληρες λακούβες γεμάτες βρόχινο νερό, ενώ επικρατούσε και σχετικά πυκνή ομίχλη, που καθιστούσε δύσκολη την οδήγηση σε αυτή την μουντή καλοκαιρινή ημέρα.

Το μικρό Volkswagen Golf με τους τρεις επιβάτες και κατεύθυνση τα γερμανικά σύνορα και τελικό προορισμό το Ζάγκρεμπ της Κροατίας «σπίνιαρε» διαρκώς πάνω στο δρόμο. Στη θέση του οδηγού του Volkswagen Golf καθόταν η Κλάρα Σαλάντζι, στο πίσω κάθισμα μια τουρκάλα μπασκετμπολίστρια, φίλη της Σαλάντζι, ενώ στη θέση του συνοδηγού καθόταν – χωρίς μάλιστα να φοράει ζώνη ασφαλείας – ο Ντράζεν Πέτροβιτς.

Ο 29χρονος αποκαλούμενος και «Μότσαρτ» του ευρωπαϊκού μπάσκετ, ο επονομαζόμενος από τα μπασκετικά ΜΜΕ και «Γιός του Διαβόλου», λόγω του απαράμιλλου μπασκετικού κυνισμού (συχνά και κωλοπαιδισμού) βάσει του οποίου λειτουργούσε από πιτσιρικάς, είχε εκείνη την ημέρα ως στόχο του να επιστρέψει στην πατρίδα του, την Κροατία, από την Πολωνία όπου βρίσκονταν με την εθνική ομάδα της χώρας του για τα προκριματικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1993.

Δεδομένης της αγιάτρευτης φοβίας του για τα αεροπλάνα, ο Ντράζεν αποφάσισε να μεταβεί στο Ζάγκρεμπ οδικώς, αφήνοντας την αρραβωνιαστικιά του, την Κλάρα, στο τιμόνι.

Στο ύψος της πόλης Ντέγκεντορφ, ο Πέτροβιτς κοιμόταν του καλού καιρού στη θέση του συνοδηγού.

Η Σαλάντζι, λόγω της έλλειψης ορατότητας, δεν πρόλαβε να δει το μεγάλο φορτηγό το οποίο, λόγω του υγρού οδοστρώματος, είχε χάσει τον έλεγχο και βρέθηκε ξαφνικά μπροστά στο Volkswagen Golf. Πάτησε όσο φρένο μπορούσε και προλάβαινε, αλλά το κακό είχε ήδη γίνει.

Το ΙΧ με τον Ντράζεν καρφώθηκε με δύναμη κάτω από την καρότσα του φορτηγού, εμβολίζοντάς την. Οι δύο κοπέλες τραυματίστηκαν σοβαρά, αλλά επέζησαν. Ο Πέτροβιτς, όχι. Το κεφάλι και το σώμα του προσέκρουσαν με δύναμη πάνω στο παρμπρίζ, το οποίο «μπήκε» σχεδόν όλο στην καμπίνα των επιβατών και ο 29χρονος Κροάτης βρήκε ακαριαίο θάνατο, ο οποίος ενδεχομένως και να είχε αποφευχθεί αν ο Ντράζεν φορούσε τη ζώνη του.

Κάπως έτσι, λίγο μετά τις 5 το απόγευμα της 7ης Ιουνίου του 1993, κόπηκε απότομα και πρόωρα το νήμα της ζωής ενός από τα μεγαλύτερα ταλέντα που έβγαλε το ευρωπαϊκό μπάσκετ.

Τα νέα διαδόθηκαν πολύ γρήγορα. Εκείνο το απόγευμα του Ιουνίου του 1993 ήμουν μαθητής στις πρώτες τάξεις του λυκείου.

Είχαμε μόλις δώσει τις προαγωγικές μας εξετάσεις και, μαζί με φίλους, παίζαμε φιλικό μπασκετάκι στο γήπεδο του σχολείου μου, όταν ένας συμμαθητής μας μάς πλησίασε και ψέλλισε «το μάθατε; Σκοτώθηκε ο Ντράζεν σε τροχαίο».

Με μιας έπεσε απόλυτη σιγή στο προαύλιο. Εκείνες τις ημέρες ο Πέτροβιτς αποτελούσε μόνιμο θέμα συζήτησης ανάμεσα στους «βάζελους» και τους «γαύρους» του σχολείου μου, καθώς ο μπασκετικός ΠΑΟ τον περίμενε να ντυθεί στα πράσινα, έχοντας ήδη υπογράψει προσύμφωνο με την ΚΑΕ ΠΑΟ και τον ίδιο τον πρόεδρό της, τον Παύλο Γιαννακόπουλο, ο οποίος του είχε προσφέρει… γη και ύδωρ, προκειμένου ο Ντράζεν να κάνει το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό δίδυμο όλων των εποχών, δίπλα στον, επίσης νεοαφιχθέντα στον ΠΑΟ, Νίκο Γκάλη.

Ο ΠΑΟ πρόσφερε στον Πέτροβιτς τριετές συμβόλαιο, αφήνοντας μάλιστα, όπως λέγεται, κενό το σημείου του ποσού που θα ελάμβανε ετησίως ο Κροάτης, δίνοντάς του την δυνατότητα να βάλει ο ίδιος, carte blanche, το χρηματικό ποσό που επιθυμούσε για να ολοκληρωθεί η μεταγραφή του.

Η συμφωνία θεωρούταν τόσο δεδομένη ώστε ο ίδιος ο Πέτροβιτς είχε δώσει συνεντεύξεις στις οποίες είχε αρχίσει να αναφέρεται στους μελλοντικούς στόχους του με τον Παναθηναϊκό σε μια συνέντευξή του στο μπασκετικό περιοδικό «Τρίποντο» και τον δημοσιογράφο Βασίλη Σκουντή.

Όμως ο άνθρωπος που επρόκειτο να γίνει το απόλυτο talk of the town για τα επόμενα τρία χρόνια στην μπασκετική Αθήνα ήταν νεκρός και, είτε ήσουν βάζελος, είτε γαύρος, αν ήσουν απλός μπασκετόφιλος, η στενοχώρια ήταν περίπου η ίδια (προφανώς λίγο μεγαλύτερη αν ήσουν οπαδός του ΠΑΟ και ονειρευόσουν μεγαλεία με τον «Γκάνγκστερ» Γκάλη και τον «Μότσαρτ» Ντράζεν στο τιμόνι της ομάδας).

Αφήσαμε το μπάσκετ στην άκρη και πήγαμε όλοι στα σπίτια μας, κάπως σαν αρνούμενοι να δεχθούμε την αλήθεια του γεγονότος και περιμένοντας να το δούμε και επισήμως ως είδηση σε κάποιο από τα ελληνικά τηλεοπτικά δίκτυα.

Για να το θέσουμε και διαφορετικά, αλλά στο ίδιο περίπου context, ο Ντράζεν εκείνη την περίοδο τύγχανε μαζικής αποδοχής και δημοφιλίας περίπου όσο και ο Κερτ Κομπέιν των Nirvana.

Ο κόσμος του μπάσκετ εκείνη την 7η Ιουνίου του 1993 ένιωσε ακριβώς όπως ο κόσμος της μουσικής, έναν χρόνο μετά, τον Απρίλη του 1994, με την είδηση της αυτοκτονίας του Κομπέιν: ένας αθλητής που σκοτώθηκε πριν καλά καλά κλείσει τα 30 του χρόνια.

Γεννημένος στις 22 Οκτωβρίου του 1964 στο Σίμπενικ της Κροατίας, ο Πέτροβιτς έπαιξε αρχικά στη Σιμπένκα (1979-1983), την ομάδα της γενέτειρας πόλης του. Οι βάσεις του «φαινομένου Ντράζεν» τέθηκαν από νωρίς.

«Ο Ντράζεν από πολύ μικρή ηλικία συνήθιζε να προπονείται δύο και τρεις φορές την ημέρα. Έκανε 500 σουτ κάθε πρωί, στις 7:00, πριν καν να πάει στο σχολείο του. Και το απόγευμα έκανε προπόνηση με την ομάδα. Πήγαινε πρώτος στις προπονήσεις και έφευγε τελευταίος», είχε δηλώσει ο κροάτης προπονητής – και παιδικός φίλος του Πέτροβιτς – Νέβεν Σπάχια.

Κατόπιν ήρθε η Τσιμπόνα (1984-1988) και εκεί είναι που φάνηκε πόσο «σκυλί του πολέμου» είναι ο Πέτροβιτς. Στον πρώτο του αγώνα εναντίον της μεγάλης του αγάπης, της Σιμπένκα, δεν κατέβασε στιγμή… ταχύτητα και σκόραρε 56 πόντους! Οι πρώην οπαδοί του τώρα άρχισαν να τον βρίζουν αποκαλώντας τον με όλα τα υποτιμητικά ονόματα και χαρακτηρισμούς που μπορούσες να σκεφτείς.

«Οι αναμνήσεις είναι αναμνήσεις, η αγάπη είναι αγάπη, αλλά στο γήπεδο, δεν αναγνωρίζω κανέναν. Θα σκοράρω πάλι 56 πόντους [εναντίον της Σιμπένκα] αν θα έχω ξανά την ευκαιρία», δήλωσε ο ίδιος ο Ντράζεν μετά τον αγώνα, δίνοντας απλόχερα το ψυχολογικό του «αποτύπωμα» ως παίκτης.

Οδήγησε την Τσιμπόνα δυο φορές στην κορυφή της Ευρώπης, ενδιάμεσα έκανε… παγκόσμιο ρεκόρ σκοράροντας 112 πόντους, το 1985, σε έναν αγώνα με την Ολίμπια Λιουμπλιάνας και στη συνέχεια φόρεσε τη φανέλα της Ρεάλ, πετυχαίνοντας 62 ασύλληπτους πόντους στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων, στο ΣΕΦ απέναντι στην Καζέρτα.

Είχε έρθει, επισήμως πλέον, η ώρα του Ντράζεν για το ΝΒΑ.

 

Ο Πέτροβιτς βρέθηκε αρχικά στους Πόρτλαντ Τρέιλ Μπλέιζερς, όμως δεν είχε το χρόνο συμμετοχής στο γήπεδο, που θα περίμενε και ο ίδιος, οπότε το 1991 αποφάσισε να φορέσει τη φανέλα των Νετς με τους οποίους καθιερώθηκε ως μια πραγματική «καλαθομηχανή», όχι μόνο εντός, αλλά και εκτός ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Στην πορεία, και μέχρι το 1993, κατέκτησε σχεδόν τα πάντα: δυο ασημένια (με την Κροατία είχε φτάσει στον τελικό του ολυμπιακού τουρνουά το 1992, απέναντι στην πρώτη και αυθεντική Dream Team) και ένα χάλκινο Ολυμπιακό μετάλλιο, ένα χρυσό και ένα χάλκινο στα Μουντομπάσκετ που πήρε μέρος, ενώ κατέκτησε ένα Ευρωμπάσκετ και ακόμα ένα χάλκινο μετάλλιο.

Κέρδισε τέσσερις φορές το βραβείο Euroscar, ενώ αναδείχθηκε δυο φορές ως «καλύτερος Ευρωπαίος παίκτης» ενώ έμεινε στην μπασκετική ιστορία και λόγω του αθλητικού του πείσματος -συχνά και ξεροκεφαλιάς, η οποία, ωστόσο, δεν του κόστισε, σε μπασκετικό επίπεδο.

Δυστυχώς για τον ίδιο όμως, του στοίχισε εκείνο το πρωινό της 7ης Ιουνίου του 1993, όταν αρνήθηκε να συμμεριστεί το «κακό προαίσθημα» που τού είπε ότι έχει, ως προς το ταξίδι του Ντράζεν οδικώς, ο συμπαίκτης και φίλος του, Στόγιαν Βράνκοβιτς.

«Ελα μαζί μας έστω για μια φορά», του είπε ο Στόικο, όμως ο Πέτροβιτς δεν τον άκουσε: ήταν κολλημένος στην άποψη ότι «τα αεροπλάνα είναι σκοτώστρες».

Δεν μπήκε ποτέ στο αεροσκάφος με την αποστολή της εθνικής Κροατίας, αλλά προτίμησε την θέση του συνοδηγού στο Volkswagen Golf δίπλα στην Κλάρα Σαλάντζι.

Οι Νετς στις 11 Νοεμβρίου 1993 απέσυραν τη φανέλα με τον αριθμό 3 και το όνομά του, από το 1994 είχε καθιερωθεί ως βραβείο «Ντράζεν Πέτροβιτς», αυτό για τον MVP του τουρνουά McDonald’s, ενώ το 2002 ο Ντράζεν μπήκε, μετά θάνατον, στο Naismith Memorial Basketball Hall of Fame.

Επίσης, η Ολυμπιακή Επιτροπή της Κροατίας έδωσε το όνομά του στο ετήσιο βραβείο για τον καλύτερο νέο αθλητή, ενώ από τις 29 Απριλίου του 1995 ένα άγαλμα του Πέτροβιτς έχει στηθεί έξω από το Ολυμπιακό Μουσείο της Λοζάνης, στην Ελβετία.