Κανείς δεν περίμενε το ράλι Ακρόπολις να έφερνε μία δίκη που τάραξε τις σχέσεις Ελλάδας-Δυτικής Γερμανίας, έκανε βουλευτές να πιαστούν στα χέρια και επιβεβαίωσε ότι πολλοί εγκληματίες πολέμου έμειναν ατιμώρητοι μετά την Γερμανική Κατοχή. Φυσικά και δεν ευθύνεται η διοργάνωση και δεν αξίζει να αμαυρώνεται ένας αγώνας αυτοκινήτου που φέρνει ανάπτυξη και δείχνει μία όμορφη αθλητική εικόνα. Κατά τη διάρκεια του 1959 ένα από τα θέματα που απασχόλησαν την ελληνική πολιτική σκηνή ήταν αυτό της δίωξης Γερμανών εγκληματιών πολέμου, στο πλαίσιο της διμερούς οικονομικής συμφωνίας που είχε υπογραφεί τον Νοέμβριο του 1958, αλλά και των γενικότερων σχέσεων μεταξύ της Δυτικής Γερμανίας και της Ελλάδας. Εκείνη την περίοδο η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή βρισκόταν με διαπραγματεύσεις με τη Βόννη για δάνειο αξίας 200 εκ. μάρκων, ενώ παράλληλα δεν ήθελε να δημιουργεί τριβές εντός ΝΑΤΟ, όπως και να δυσαρεστεί ένα άλλο μέλος του, το οποίο μάλιστα δεχόταν χιλιάδες Έλληνες μετανάστες στο έδαφός του.
Έτσι, τη χρονιά αυτή, στο ελληνικό Κοινοβούλιο ψηφίστηκαν δύο νόμοι σχετικά με την παύση δίωξης εγκληματιών πολέμου στην Ελλάδα. Την ίδια χρονιά έγινε το (άγνωστο) σκάνδαλο με τη φυγάδευση του κατηγορούμενου για εγκλήματα πολέμου Γερμανού Gunter Golves, στις αρχές Ιουνίου. Η ενέργεια αυτή, πυροδότησε εντάσεις στο πολιτικό σκηνικό. Μάλιστα για το τι έγινε υπάρχουν δύο εκδοχές με κοινό αποτέλεσμα ο Gunter Golves δεν αντιμετώπισε την Ελληνική δικαιοσύνη. Ο Kolwes είχε υπηρετήσει σε μονάδα Πυροβολικού του γερμανικού στρατού, στην περιοχή των Χανίων στην Κρήτη. Στις 4 Ιανουαρίου 1944, στην τοποθεσία Προφήτης Ηλίας του Ακρωτηρίου Χανίων, εκτέλεσε επτά Έλληνες ομήρους, πράξη για την οποία το Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου τον περιέλαβε από τον Φεβρουάριο του 1956 στον κατάλογο των διωκομένων στην Ελλάδα εγκληματιών πολέμου (με αύξοντα αριθμό 157) και στις 10 Απριλίου 1958 εξέδωσε το υπ’ αριθμόν 771 ένταλμα σύλληψής του.
Η εκκίνηση του… αγώνα
Στις 10 το πρωί της Πέμπτης 28 Μαΐου 1959 ο χώρος κάτω από τον βράχο της Ακρόπολης στην Αθήνα είχε κατακλυσθεί από θεατές αλλά και τους αγωνιζόμενους του 7ου «Ράλλυ Ακρόπολις» με τη συμμετοχή 76 πληρωμάτων από 15 χώρες. Ανάμεσα στους συμμετέχοντες ήταν και ο 46χρονος Γερμανός Hans Gunther Kolwes και η Ruth Lautmann με ένα Volvo PV 444. Όταν ο αγώνας τερματίζει, τα πληρώματα από το εξωτερικό φεύγουν για να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Ο Kolwes ήταν έτοιμος να επιβιβασθεί στο Ατμόπλοιο «Αγαμέμνων», όταν ο τελωνειακός υπάλληλος Σπύρος Βασιλάκης ανακάλυψε ότι ήταν καταζητούμενος από τις ελληνικές αρχές για εγκλήματα πολέμου, που έγιναν στη Κρήτη και απαγορεύει στον Γερμανό να αναχωρήσει. Ο Kolwes επικοινωνεί με την Γερμανική πρεσβεία και μετά από λίγο καταφθάνει ρητή εντολή από το Υπουργείο Εξωτερικών να αφεθεί ελεύθερος.
Η άλλη αφήγηση της ιστορίας θέλει τον Hans Gunther Kolwes, κατά την παραμονή του στην Ελλάδα για το «Ράλι Ακρόπολις» του 1958 (το οποίο πραγματοποιήθηκε λίγες μόνο ημέρες μετά την έκδοση του προαναφερθέντος εντάλματος), να μην αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα και φεύγει ανενόχλητος για την πατρίδα του. Στο φύλλο της εφημερίδας Ελευθερία της 7ης Μαΐου 1958, μάλιστα, δημοσιεύθηκε η είδηση ότι «καταζητείται ως εγκληματίας πολέμου εις […] Γερμανός, δράσας κατά την Κατοχήν εις την Ελλάδα. Ούτως είχεν έλθει τελευταίως εις τας Αθήνας, μετέχων του διεθνούς αυτοκινητιστικού ράλλυ. Όταν όμως επληροφορήθησαν αι αστυνομικαί αρχαί την άφιξίν του, ο Γερμανός εγκληματίας πολέμου είχεν ήδη αναχωρήσει εξ Ελλάδος». Συγκεκριμένα, «όταν […] επρόκειτο να έλθη για πρώτη φορά στην Ελλάδα ως αθλητής, ένας Γερμανός που έλαβε επίσης μέρος στο “ράλλυ” απέστειλε επιστολή στο ελληνικό υπουργείο Δικαιοσύνης και ειδοποιούσε ότι μεταξύ των αθλητών θα συγκατελέγετο και ο ειδεχθής αυτός εγκληματίας πολέμου. Ο Hans Gunther Kolwes αφίχθη, ετερμάτισε μαζί με τους άλλους αθλητάς, παρέμεινε επί ημέρας στην Αθήνα και ανεχώρησε ανενόχλητος προς την Γιουγκοσλαβία, ακολούθως δε κατεζητείτο […]» (εφ. Αυγή, 6 Ιουνίου 1959).
Η υπόθεση αυτή μαζί με αυτήν του Max Merten, ο Ναζί που υπέγραψε τον θάνατο 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης, τάραξε τις σχέσεις Ελλάδας-Δυτικής Γερμανίας, έκανε βουλευτές να πιαστούν στα χέρια (βουλευτές της δεξιάς ΕΡΕ και της αριστερής ΕΔΑ) και επιβεβαίωσε ότι πολλοί εγκληματίες πολέμου έμειναν ατιμώρητοι μετά την Κατοχή.
Πηγές: Φωτογραφικό Αρχείο Κακολύρη