Ενα ζευγάρι αγκαλιάζεται με τρυφερότητα κάτω από μια κουβέρτα. Πίσω του, διαφαίνεται πλήθος κόσμου: όλοι τους κοινωνοί και μάρτυρες του ίδιου γεγονότος, της συναυλίας στο Γούντστοκ, τον Αύγουστο του 1969.
Το ζευγάρι είναι ο Νικ και η Μπόμπι Κέλι Ερκολαϊν, οι οποίοι έγιναν, άθελά τους τότε, στα 20 τους μόλις χρόνια, και αρχικά δίχως καν να το ξέρουν, οι πρωταγωνιστές μιας ιστορικής φωτογραφίας και, κατόπιν, ενός εξίσου ιστορικού εξωφύλλου, εκείνου του επίσημου soundtrack του φεστιβάλ το οποίο κυκλοφόρησε ως τριπλός δίσκος την επόμενη χρονιά, όπως αναφέρει το Rolling Stone.
Προ ημερών, το ζευγάρι αυτό έμεινε μισό, καθώς ο Νικ ανακοίνωσε την απώλεια της αγαπημένης του Μπόμπι Κέλι, χωρίς να αποκαλύψει ούτε την ακριβή ηλικία ούτε την αιτία θανάτου της.
Ο Νικ Ερκολαϊν έγραψε ότι «η σύζυγός του πέθανε μετά από μακρά ασθένεια», προσθέτοντας εμφατικά ότι «έζησε μια καλή ζωή και έφυγε από αυτόν τον κόσμο για ένα πολύ καλύτερο μέρος. Οσοι τη γνώριζαν, την αγαπούσαν. Εζησε σύμφωνα με το μότο της, “Να είσαι ευγενικός”. Δεν της άξιζε ο εφιάλτης [σ.σ: εννοεί την αρρώστια της] του περασμένου έτους, αλλά δεν υποφέρει πια από τον σωματικό πόνο και αυτό μας φέρνει κάποια παρηγοριά».
Γράφοντας στην βρετανική εφημερίδα Guardian το 2015, η ίδια η Μπόμπι Κέλι ανέφερε ότι «η σημασία του Γούντστοκ αυξάνεται με κάθε χρόνο που περνάει. Ηταν ένα τόσο ιδιαίτερο γεγονός: μισό εκατομμύριο άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο όνομα της ειρήνης, χωρίς βία. Εγινε στην κορύφωση της μεγάλης αλλαγής στην Αμερική – με το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, για την αντισύλληψη, για τον πόλεμο στο Βιετνάμ».
Το Φεστιβάλ Γούντστοκ (Woodstock Festival) ή απλά Γούντστοκ (επισήμως: Woodstock Music & Art Fair) ήταν ένα μουσικό φεστιβάλ που προσέλκυσε ένα ακροατήριο άνω των 400.000 ατόμων και που ήταν προγραμματισμένο να διαρκέσει για τρεις ημέρες σε μία γαλακτοπαραγωγική φάρμα στη πολιτεία της Νέας Υόρκης, από τις 15 έως τις 17 Αυγούστου του 1969, αλλά τελικά κράτησε τέσσερις ημέρες, καθώς ολοκληρώθηκε στις 18 Αυγούστου.
Το φεστιβάλ έλαβε χώρα στη γαλακτοκομική φάρμα του Μαξ Γιασγκούρ στο Μπέθελ, το οποίο βρίσκεται 69 χλμ. νοτιοδυτικά της κωμόπολης Γούντστοκ της Νέας Υόρκης. Κατά τη διάρκεια του μερικές φορές βροχερού σαββατοκύριακου, 32 καλλιτέχνες έπαιξαν στην ύπαιθρο μπροστά σ’ ένα ακροατήριο περισσότερων από 400.000 ανθρώπων. Θεωρείται ευρέως ως μία σημαντική στιγμή στη μουσική ιστορία, καθώς και καθοριστικό σημείο για τη γενιά της αντικουλτούρας της δεκαετίας του 1960.
Το Rolling Stone το κατέγραψε ως μία από τις 50 στιγμές που άλλαξαν την ιστορία του rock and roll. Το γεγονός καταγράφτηκε στο βραβευμένο με Όσκαρ ντοκιμαντέρ Γούντστοκ (Woodstock, 1970), στο συνοδευτικό soundtrack και στο τραγούδι Woodstock της Τζόνι Μίτσελ, το οποίο αναφέρεται στο γεγονός και έγινε μεγάλη επιτυχία για τους Crosby, Stills, Nash & Young και τους Matthews Southern Comfort.
Το 1979, το 1989, το 1994 και το 1999, έγιναν απόπειρες αναβίωσης του θρυλικού φεστιβάλ, σε Ευρώπη και Αμερική. Ωστόσο, οι προσπάθειες γνώρισαν παταγώδη αποτυχία, καθώς δεν υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα ή κάποια συγκεκριμένη ιδέα, που να προβαλλόταν από αυτά, αν και από μουσικής πλευράς, είχαν μαζευτεί και τότε όντως τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής.