Αυτό το βιολί πέρασε πολλά εδώ και 111 χρόνια.

Επέζησε από ναυάγιο.

Έπεσε στη θάλασσα.

Δεν βούλιαξε.

Δεν το βύθισε ο Ατλαντικός.

Ειναι το μοναδικό σωσμένο μουσικό όργανο της ορχήστρας του Τιτανικού.

Ο Βρετανός Ουάλας Χάρτλεϊ ήταν ένας από τους 1.517 επιβάτες που πνίγηκαν στο ναυάγιο του Τιτανικού.

Ο 33χρονος Χάρτλεϊ ήταν βιολιστής – ένας από τους μουσικούς που έπαιξαν μαζί με την υπόλοιπη ορχήστρα για να ηρεμήσουν τους επιβάτες του Τιτανικού την ώρα που τον υπερωκεάνιο βυθιζόταν τον Απρίλιο του 1912.

Μέχρι την τελευταία στιγμή πριν την βύθισή του η ορχήστρα του Τιτανικού δεν σταμάτησε ούτε λεπτό να παίζει υπό τη διεύθυνση του Χάρτλεϊ, ο οποίος ήταν ανάμεσα και στα οκτώ μέλη της ορχήστρας που πνίγηκαν.

Το σώμα του Χάρτλεϊ βρέθηκε δύο εβδομάδες αργότερα, στα τέλη του Απρίλη του 1912, έχοντας δεμένο επάνω του το συγκεκριμένο βιολί μέσα στη δερμάτινη θήκη του, η οποία είχε χαραγμένα τα αρχικά του: «W.H.H.».Τ

Το βιολί κατασκευάστηκε στη Γερμανία το 1910 και δόθηκε ως δώρο στον μουσικό από την μελλοντική του σύζυγο, Μαρία, με σκαλισμένη την επιγραφή: «Για τον Ουάλας, για τους αρραβώνες μας, από τη Μαρία».

Σύμφωνα με το ημερολόγιο της αρραβωνιαστικιάς του Χάρλεϊ, της Μαρίας Ρόμπινσον, η θήκη διασώθηκε και της παραδόθηκε.

Μετά τον θάνατό της το 1939, το βιολί παραδόθηκε στην χριστιανική οργάνωση «Στρατός της Σωτηρίας» (Salvation Army).

Το βιολί άλλαξε πολλά χέρια και το 2004 βρέθηκε σε μία σοφίτα στην Αγγλία.

Το βιολί βγήκε στο σφυρί πριν ακριβώς 10 χρόνια, το 2013, από τον οίκο Wiltshire, στην επέτειο των 101 ετών από το ναυάγιο.

Μεταξύ των άλλων αντικειμένων που δημοπρατήθηκαν ήταν οι παρτιτούρες και η θήκη του βιολιού.

Χρειάστηκε επτά χρόνια ο οίκος δημοπρασίας Henry Aldridge & Son για να πιστοποιήσει τη γνησιότητα του βιολιού με την βοήθεια αρκετών εμπειρογνωμόνων.

Ο υπεύθυνος της δημοπρασίας Άλαν Ολντριτζ δήλωνε τότε ότι το βιολί είναι το «σπανιότερο και πιο εμβληματικό αντικείμενο από τα ενθύμια του Τιτανικού».

Το βιολί πουλήθηκε τελικά στη δημοπρασία για 900.000 λίρες Αγγλίας (πάνω από 1.000.000 ευρώ) και σήμερα βρίσκεται στο «Titanic Museum» στο Tennessee, ανάμεσα σε άλλα αντικείμενα, αφιερωμένο στη μνήμη των νεκρών του ναυαγίου.

Το ναυάγιο του Τιτανικού

Στις 23:40 (ώρα πλοίου) 14 Απριλίου 1912, συγκρούστηκε με ένα παγόβουνο στον Ατλαντικό Ωκεανό, νοτιοανατολικά της Νέας Γης. Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έγιναν να αποφύγει την σύγκρουση (ο Τιτανικός πήγαινε για μετωπική σύγκρουση και δόθηκε εντολή όπισθεν ολοταχώς, για μείωση της ταχύτητας, και στροφή αριστερά) το μοιραίο δεν άργησε να γίνει, καθώς το πλοίο είχε αναπτύξει την μέγιστη ταχύτητα, γιατί ήθελαν να φτάσουν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης ταχύτερα από το αναμενόμενο. Επίσης, εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο τα πλοία να αναπτύσσουν μέγιστη ταχύτητα για να ξεπεράσουν γρήγορα την περιοχή με τα παγόβουνα.

Η πρόσκρουση στο παγόβουνο προκάλεσε διαρροή στο κύτος του πλοίου, ξεκινώντας από την πλώρη, όπου κατέστρεψε και τα 5 στεγανά μέρη του πλοίου επιτρέποντας την εισροή υδάτων στο σκάφος. Το πλοίο είχε σχεδιαστεί έτσι ώστε ακόμα και αν πλημμύριζαν 4 στεγανά να μπορούσε να επιπλεύσει, όχι όμως και με 5. Το πλοίο ήταν από τα πρώτα που χρησιμοποίησε το σήμα κινδύνου SOS – πρότερα και αντί αυτού χρησιμοποιούνταν το CQD (CQ Distress). Ο Τιτανικός βυθίστηκε δύο ώρες και σαράντα λεπτά αργότερα, στις 02:20 στις 15 Απριλίου. Το κύτος 2 λεπτά πριν την βύθιση έσπασε σε 2 κομμάτια, αφού ενώ βυθιζόταν με την πλώρη προς τα κάτω και την πρύμνη προς τα πάνω, αποκόπηκε η πρύμνη, λόγω του τεράστιου βάρους του νερού στην πλώρη. Η βύθισή του παρέσυρε στο θάνατο γύρω στους 1.500 ανθρώπους, με τους υπόλοιπους 700 να βρίσκονται στις σωσίβιες λέμβους και να παρακολουθούν το τραγικό γεγονός. Το ναυάγιο αυτό θεωρείται ένα από τα τραγικότερα «εν καιρώ ειρήνης» ναυάγια. Η περισυλλογή των διασωθέντων έγινε από το πλοίο RMS Carpathia, το οποίο έπλεε από τη Νέα Υόρκη προς το Φιούμε (σημερινή Ριέκα) και κατέφθασε στο σημείο του ναυαγίου στις 03:30.

Επτακόσιοι άνθρωποι κατάφεραν να επιζήσουν από το ναυάγιο. Από τους ανθρώπους που έπεσαν στη θάλασσα μετά την βύθιση του πλοίου, διασώθηκαν μόνο 6. Οι βάρκες που βρίσκονταν τριγύρω, δεν τόλμησαν να γυρίσουν για να μαζέψουν τους επιζήσαντες, εκτός από μία. Ελάχιστοι άνθρωποι πέθαναν από πνιγμό, καθώς οι περισσότεροι πέθαναν από υποθερμία μέσα σε λίγα λεπτά, διότι η θερμοκρασία του νερού του Ατλαντικού ήταν μόλις λίγους βαθμούς πάνω από το μηδέν και ειδικά στο σημείο της καταστροφής, λόγω του παγόβουνου, ήταν πιθανώς στους −2 °C (το θαλασσινό νερό λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε αλάτι παγώνει στους −2,5 °C αντί στους 0 °C). Σήμερα κανένας επιζών δεν βρίσκεται στην ζωή. Η τελευταία επιζήσασα από το ναυάγιο, η Μιλβίνα Ντιν, απεβίωσε στις 31 Μαϊου 2009, σε ηλικία 97 ετών.

Η καταστροφή του Τιτανικού οδήγησε στην αλλαγή πλήθους νόμων της ναυτιλίας και κυρίως σε θέματα σωστικών μέσων των πλοίων. Ιδιαίτερα δε της απαίτησης τα μέσα διάσωσης όπως οι ναυαγοσωστικές λέμβοι, οι σωσίβιες ζώνες κ.λπ. να υπερκαλύπτουν σημαντικά τον συνολικό αριθμό των επιβαινόντων (επιβατών και πληρώματος) κάθε πλοίου. Επίσης, οδήγησε στην ίδρυση, το 1914, της υπηρεσίας έγκαιρου εντοπισμού των παγόβουνων, υπό την ονομασία Διεθνής Περιπολία Πάγων.