Η νέα ταινία “Tetris”, στην οποία πρωταγωνιστεί ο Taron Egerton και είναι διαθέσιμη μέσω της Apple TV+, εξερευνά το ταπεινό (και Σοβιετικό) ξεκίνημα του πιο διάσημου videogame και πώς αυτό κατέληξε να έχει παγκόσμια επιρροή και επιτυχία. Το Tetris, δημιουργήθηκε το 1984 από έναν μηχανικό λογισμικού για την Ακαδημία Επιστημών της Σοβιετικής Ένωσης, τον Alexey Pajitnov (τον οποίο υποδύεται ο Nikita Efremov) και εκτοξεύτηκε στην κορυφή μέσω του Henk Rogers (Taron Egerton).

Αυτό βέβαια δεν είναι ούτε το 1/3 από ένα “long story short” κείμενο που αφορά την πολυεπίπεδη ιστορία των πολύχρωμων διαμορφωμένων τετραγώνων και τους ανθρώπους που συνέβαλαν στην εδραίωση του Tetris σε έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους τίτλους παιχνιδιού σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Το παιχνίδι και το «Φαινόμενο Tetris»

Τι είναι αυτό που έκανε το Tetris τόσο εθιστικό και αναλλοίωτο στο πέρασμα των χρόνων; Σίγουρα το ότι δυνητικά δεν τελειώνει ποτέ. Οι παίκτες μετακινούν, περιστρέφουν και τοποθετούν τα 7 κομμάτια με τέτοιον τρόπο ώστε να σχηματιστούν συμπαγείς μονοκόμματες γραμμές, είτε οριζόντιες είτε κάθετες, οι οποίες όταν σχηματιστούν εξαφανίζονται και ο χρόνος κυλάει χωρίς να το καταλάβεις. Αν τα «τουβλάκια» ακουμπήσουν ταβάνι (γεμίσουν την οθόνη δηλαδή), έχασες. Αν όχι, θα παίζεις μια αιωνιότητα.

Το όνομα του παιχνιδιού που προέρχεται από τις λέξεις “tetra”, στα ελληνικά δίνει την έννοια του τέσσερα (4) στο β’ συνθετικό, και “tennis”, το άθλημα που απολάμβανε να παίζει ο δημιουργός του παιχνιδιού, Alexey Pajitnov.

To Tetris όχι μόνο έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ποπ κουλτούρας του 20ου αιώνα, αλλά έχει περάσει, σε πολλές περιπτώσεις, και στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε και χαρακτηρίζουμε διάφορους σχηματισμούς -για παράδειγμα, οι New York Times σε ένα πρόσφατο άρθρο τους, σημειώνουν εύστοχα πως χρησιμοποιούμε τον όρο “tetris” για τον τρόπο με τον οποίο τοποθετούμε τις χειραποσκευές μας στο ντουλάπι επάνω από τις θέσεις του αεροπλάνου.

Το παιχνίδι που συνδυάζει δυναμικά την λογική ενός κατακόρυφου παζλ με στοιχεία σκακιού, κατάφερε ότι και το Packman, ο Sumer Mario, ο Sonic και το Donkey Kong, με τα πιο απλά μονοδιάστατα γραφικά που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εκείνη την εποχή και μέσω του Nintendo Game Boy κατέκτησε την κορυφή.

Σε συνέντευξή του στους New York Times, ο Pajitnov περιέγραψε το Tetris ως «το παιχνίδι που απευθύνεται σε όλους» και ελπίζει ότι το μέλλον του θα περιλαμβάνει και την ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης. Εργάζεται επίσης για την κατασκευή μιας «πολύ καλής» έκδοσης του παιχνιδιού για δύο παίκτες, αλλά δήλωσε ότι «δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί».

Ωστόσο, η δύναμη του Tetris δεν εντοπίζεται μόνο στο εθιστικό gameplay του, αλλά και στον τρόπο που αυτό επιδρά στον εγκέφαλο και την ψυχολογία του παίχτη. Μια μελέτη του 2017 από ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και του Karolinska Institutet, έδειξε ότι το Tetris είχε τη δυνατότητα να προσφέρει ανακούφιση σε άτομα με διαταραχή μετατραυματικού στρες, εάν έπαιζαν το παιχνίδι μετά από ένα περιστατικό ανακαλώντας μια αγχωτική ανάμνηση.

Σε άλλες μελέτες, ο ψυχολόγος Richard Haier διαπίστωσε ότι το Tetris είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του πάχους του εγκεφαλικού φλοιού. Οι μελέτες του Haier έδειξαν επίσης πώς το παιχνίδι μπορεί να επηρεάσει την πλαστικότητα της φαιάς ουσίας του φλοιού, ενισχύοντας δυνητικά την ικανότητα μνήμης ενός ατόμου και προωθώντας την κινητική και γνωστική ανάπτυξη.

Όμως πριν το Tetris καταφέρει να εδραιωθεί στο πάνθεον των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και γίνει αντικείμενο μελέτης και έρευνας, ο Henk Rogers, ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Egerton, έπρεπε να ταξιδέψει στη Σοβιετική Ένωση για να εξασφαλίσει τα δικαιώματα του παιχνιδιού. Ωστόσο, αυτό το όραμά του δεν ήταν τόσο απλό στο να πραγματοποιηθεί, καθώς έπρεπε να προσπελάσει και να διαχειριστεί την Σοβιετική κατασκοπεία αλλά και το σύστημα διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων της Ένωσης που δεν επέτρεπε στους δημιουργούς να εξασφαλίζουν κέρδη από τα έργα τους.

Η αρχική έκδοση του Tetris στον υπολογιστή Elektronika 60 το 1984

Ο δημιουργός

Ο Alexey Pajitnov ήταν παιδί των γραμμάτων και των τεχνών. Ο πατέρας του κριτικός τέχνης και η μητέρα του δημοσιογράφος. Μέσω των γονέων του ο Pajitnov ήρθε σε επαφή με τις τέχνες, αναπτύσσοντας τελικά ένα πάθος για τον κινηματογράφο, συνοδεύοντας τη μητέρα του σε πολλές κινηματογραφικές προβολές, αλλά είχε επίσης και μία μαθηματική κλίση την οποία ανακάλυψε σταδιακά επιλύοντας γρίφους.

Όταν οι γονείς του χώρισαν, έζησε με τη μητέρα του σε ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα και, αργότερα, όταν ήταν 17 ετών, κατάφεραν να μετακομίσουν σε ένα μεγαλύτερο σπίτι. Λίγο μετά, αποφάσισε να σπουδάσει εφαρμοσμένα μαθηματικά στο Ινστιτούτο Αεροπορίας της Μόσχας.

Το 1979, ο Pajitnov εντάχθηκε στο Κέντρο Υπολογιστών της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών ως ερευνητής. Στο πλαίσιο των δοκιμών που έπρεπε να κάνει σε νέα συστήματα, διαχειριζόταν έναν νέο υπολογιστή, τον Σοβιετικό Electronika 60, και σε αυτόν έγραψε με την γλώσσα προγραμματισμού Pascal ένα απλό παιχνίδι -το Tetris- που βασιζόταν σε ένα παζλ από την παιδική του ηλικία, το οποίο περιελάμβανε την τοποθέτηση μπλοκ διαφορετικού σχήματος σε ένα πλέγμα. Εκείνο το παιχνίδι ονομαζόταν “pentomino”, από τον συνδυασμό των λέξεων “domino” και του “penta”, που στα ελληνικά είναι η έννοια του πέντε (5) στο β’ συνθετικό.

Η προσωπική του φιλοδοξία ήταν να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους μέσω των υπολογιστών και να αναδείξει μέσω του gameplay τις δυνατότητες του μυαλού μας. Στο βιβλίο La Saga des Jeux Vidéo του Daniel Ichbiah, λέει ο Pajitnov:

«Τα παιχνίδια επιτρέπουν στους ανθρώπους να γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους και δρουν ως αποκαλυπτικοί μηχανισμοί για πράγματα που μπορεί να μην προσέξεις κανονικά, όπως ο τρόπος σκέψης τους».

Αν και στην ταινία της Apple TV+, o Alexey Pajitnov φαίνεται ότι μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο, στην πραγματικότητα -δύο χρόνια μετά τα γεγονότα της ταινίας- πήγε στο Σιάτλ το 1991 με την βοήθεια του Henk Rogers. Παρόλο που ο Rogers είχε πλέον καταφέρει να αποκτήσει τα δικαιώματα του παιχνιδιού και να κυκλοφορήσει το Tetris με το επαναστατικό Game Boy της Nintendo, ο Pajitnov εξακολουθούσε να μην βγάζει χρήματα από το δημιούργημά του –θα έπρεπε να φτάσουμε στο 1996 για να βγάλει κέρδος μέσα από αυτό, όπως όριζε το αρχικό του συμβόλαιο.

Σε αυτά τα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν, από την μετακόμισή του στο Σιάτλ το 1991 στο 1996, ο Pajitnov εργαζόταν στην εταιρεία βιντεοπαιχνιδιών Bullet-Proof Software του Rogers για να κερδίζει τα προς το ζην. Εκεί, δημιούργησε τον προσομοιωτή ενυδρείου El-Fish και το Knight Moves, το οποίο τον καθιέρωσε στην βιομηχανία ως τον μεγαλύτερο σχεδιαστή παιχνιδιών παζλ της εποχής. Όταν ο Pajitnov κατάφερε τελικά να βγάλει χρήματα από το Tetris το 1996, ίδρυσε μαζί με τον Rogers την εταιρεία The Tetris Company. Με την εταιρεία, ο Pajitnov και ο Rogers, μετέτρεψαν το παιχνίδι σε μια αυτοκρατορία δισεκατομμυρίων δολαρίων. Την ίδια χρονιά, όπως αναφέρει το Game Spot, ονομάστηκε επίσης ο τέταρτος πιο επιδραστικός προγραμματιστής παιχνιδιών όλων των εποχών.

Το Nintendo Game Boy

Περίπου 40 χρονιά μετά, από τότε που ο Pajitnov δημιούργησε το Tetris χρησιμοποιώντας τη γλώσσα προγραμματισμού Pascal στον Electronika 60, έχουν κυκλοφορήσει περισσότερες από 215 επίσημα αναγνωρισμένες εκδόσεις του Tetris.

Ίσως η πιο αξιοσημείωτη παραλλαγή του αρχικού παιχνιδιού είναι αυτή που συνόδευσε το Game Boy όταν κυκλοφόρησε το 1989. Αλλά αυτή η απίστευτα επιτυχημένη «συνταγή» -το Game Boy και το Game Boy Color με το Tetris έχουν κάνει σχεδόν 120 εκατομμύρια πωλήσεις- παραλίγο να μην συμβεί.

Ο πρόεδρος της Nintendo στην Αμερική, Minoru Arakawa, ήθελε αρχικά να συνδυάσει το Super Mario Land με το Game Boy. Ο Rogers, ωστόσο, κατάφερε να πείσει τον Arakawa ότι το Tetris θα έπρεπε να συμπεριληφθεί αντί του συμπαθητικού «υδραυλικού», και αυτό γιατί ταυτιζόταν με το όραμα του Pajitnov –«το παιχνίδι που απευθύνεται σε όλους».

Σαν ένα παιχνίδι της μοίρας, απ’ αυτά τα περίεργα και παράδοξα του σύμπαντος, το Game Boy φάνηκε να είχε δημιουργηθεί για το Tetris και το Tetris για το Game Boy. Το ένα για το άλλο, και τα δύο μαζί, το ιδανικό «ζευγάρι».

➪Με πληροφορίες από: New York Times, Guardian, Digital Spy, Screen Rant, Polygon, Wikipedia, Britannica