Αναρωτηθήκατε ποτέ αν θα είχατε περισσότερες πιθανότητες να κερδίσετε χρυσό στους Ολυμπιακούς Αγώνες αν αντί για ακόντιο μπορούσατε να εκτοξεύσετε λέξεις; Ή αν ακόμα μπορούσατε να νικήσετε τους αντιπάλους σας, επιστρατεύοντας το χιούμορ σας; Αν ναι, μπορεί να ήσασταν ισχυρός υποψήφιος στους Ολυμπιακούς Αγώνες Ποίησης, που διεξήχθησαν στη Ρώμη γύρω στα 1700.
Περίπου 200 χρόνια πριν από τη σύγχρονη αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, όπως τους γνωρίζουμε σήμερα, μια ομάδα ποιητών συναντήθηκε σε έναν κήπο στη Ρώμη για να αναβιώσει τους αρχαίους αγώνες με τον δικό της τρόπο. Οι Giuochi Olimpici («Ολυμπιακοί Αγώνες» στα ιταλικά) δεν βασίζονταν στην ταχύτητα ή τη δύναμη, αλλά στην ικανότητα κάποιου να συνθέσει ένα ποίημα ή να κερδίσει ένα debate.
Μια ωδή στους μυθικούς ποιμένες ποιητές
Ο πρώτος από αυτούς τους νέους αγώνες διεξήχθη το 1693 και ακολούθησαν κι άλλοι που διεξάγονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα. Η ομάδα συναντιόταν σε εξωτερικούς χώρους, μεταξύ των οποίων και στους Κήπους Φαρνέζε, μια υπερυψωμένη τοποθεσία στον λόφο Παλατίνο της Ρώμης με θέα τα ερείπια της Αρχαίας Αγοράς.
Αποτελούνταν από ένα πλήθος (κυρίως ανδρών) ποιητών, συγγραφέων, δικηγόρων, κληρικών, ευγενών, καλλιτεχνών και μουσικών. Όλοι τους ήταν μέλη της Ακαδημίας της Αρκαδίας, μιας ομάδας που πήρε το όνομά της από την περιοχή της αρχαίας Ελλάδας – την Αρκαδία – η οποία στη νεότερη Ευρώπη θεωρούνταν «πατρίδα της ποίησης».
Το 1504, ο συγγραφέας Jacopo Sannazaro είχε δημοσιεύσει ένα ποιμενικό μυθιστόρημα με τίτλο «Αρκαδία» το οποίο περιέγραφε το ιδανικό όραμα ενός κόσμου στον οποίο οι βοσκοί ζούσαν σε αρμονία με τη φύση. Η ιδέα αυτή επηρέασε συγγραφείς και καλλιτέχνες, οι οποίοι άρχισαν να θεωρούν ένα τέτοιο ειδυλλιακό τοπίο ως αναγκαιότητα για την ποιητική έμπνευση. Φαντάζονταν βοσκούς και βοσκοπούλες να περιφέρονται με τα κοπάδια τους και να συνομιλούν ποιητικά με νύμφες και σάτυρους – μια εικόνα που διαδόθηκε περαιτέρω στους πίνακες του 17ου αιώνα από τον Nicholas Poussin και τον Claude Lorrain.
Αυτοί οι μεταγενέστεροι συγγραφείς του 17ου αιώνα λαχταρούσαν να κατοικήσουν σε αυτόν τον κόσμο των μυθικών ποιμενικών ποιητών. Όταν συναντιούνταν, παραμέριζαν τα πραγματικά τους ονόματα και χρησιμοποίησαν ψευδώνυμα ως βοσκοί ή βοσκοπούλες, προσποιούμενοι ότι ο κήπος στον οποίο βρίσκονταν, ήταν ένα δάσος της Αρκαδίας. Ο κήπος που έχτισαν στη Ρώμη ονομάζεται ακόμη «Bosco Parrasio» ή Παρρασιανό Δάσος (η Παρρασία υπήρξε περιοχή της αρχαίας Αρκαδίας).
Περιέγραψαν τις συναντήσεις τους ως «δημοκρατικές» συναθροίσεις, πράγμα εξαιρετικά ασυνήθιστο για τη Ρώμη εκείνης της εποχής, καθώς όλες οι πτυχές της καθημερινής ζωής διέπονταν από κοινωνικές ιεραρχίες και αυστηρούς εθιμοτυπικούς κανόνες. Όμως το νατουραλιστικό περιβάλλον των κήπων και οι παιχνιδιάρικες μεταμφιέσεις σε βοσκούς ή βοσκοπούλες επέτρεπαν την παράκαμψη των κανόνων.
Σε αυτό το κλίμα έλαβε χώρα η ποιητική αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων. Ήταν μια από τις λίγες αναβιώσεις στην Ευρώπη του 17ου αιώνα, με αρκετούς διαγωνισμούς στην Αγγλία να αυτοαποκαλούνται επίσης “Ολύμπικς” ή “Ολυμπιάδες”. Όμως οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Ρώμης ήταν οι πρώτοι που επικεντρώθηκαν αποκλειστικά στις ποιητικές και λογοτεχνικές επιδόσεις. Αργότερα, η ποίηση έγινε και επίσημα μέρος των πρώτων από τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες – και παρέμεινε ως τέτοιο μέχρι το 1948.
Διανοητική μάχη
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες Ποίησης υιοθέτησαν το αρχαίο πένταθλο, αλλά αντικατέστησαν τα πέντε αθλητικά αγωνίσματα με πέντε νέα παιχνίδια που βασίζονταν στην ποιητική σύνθεση και τη διανοητική αντιπαράθεση. Μια περιγραφή από το 1701 αναφέρει ότι αυτά ήταν «ο αγώνας δρόμου, το ακόντιο, η δισκοβολία, η πάλη και το άλμα εις μήκος». Καθένας από αυτούς είχε σκοπό να αναδείξει την ικανότητα στην ποίηση, τη διανόηση ή το τραγούδι.
Ο αγώνας δρόμου μετατράπηκε σε ένα παιχνίδι που ονομάστηκε «μαντείο», στο οποίο διεξαγόταν μια συζήτηση πάνω σε ένα θέμα που έθετε ο θεματοφύλακας των αγώνων. Το ακόντιο αποτέλεσε ένα παιχνίδι αντιπαράθεσης, στο οποίο οι «βοσκοί» έπαιρναν μέρος σε φιλικές ποιητικές αντιπαραθέσεις. Τους ενθάρρυναν «να κεντρίζουν και να καρφώνουν ο ένας τον άλλον με στίχους» για να αποβάλουν κάθε «πικρία που μπορεί να είχε καταλάβει το μυαλό τους».
Το τρίτο παιχνίδι, η δισκοβολία, ήταν ένα παιχνίδι ευφυΐας στο οποίο οι ποιητές ξεπερνούσαν ο ένας τον άλλον στη σύνθεση εύστοχων τραγουδιών.
Η πάλη μετατράπηκε σε ένα «παιχνίδι μεταμορφώσεων», αντλώντας από τον μύθο της μεταμόρφωσης του αρχαίου βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάωνα, ο οποίος μεταμορφώθηκε σε λύκο από τον Δία αφού θυσίασε τον γιο του (μία από τις καταβολές του μύθου του λυκανθρώπου). Οι ποιητές παρουσίαζαν σονέτα για μεταμορφώσεις «κατώτερων όντων», όπως ζώα και φυτά, και στη συνέχεια εξέταζαν τις αρετές αυτών των νέων μορφών. Σε ένα ποίημα που καταγράφηκε σε ένα από τα μικρά βιβλία που εκδόθηκαν μετά το πέρας της εκδήλωσης, ένας διαγωνιζόμενος φαντάζεται ότι μεταμορφώνεται σε εργατική μέλισσα, πετά από πέταλο σε πέταλο και δημιουργώντας γλυκό μέλι που θα τον βοηθήσει να αντέξει την «πίκρα του κόσμου».
Στο πέμπτο παιχνίδι, που ονομάστηκε «η γιρλάντα», νικητής ήταν εκείνος που μπορούσε να πλέξει το πιο όμορφο ποίημα που εξυμνούσε τη φύση. Αυτό ήταν το μόνο παιχνίδι στο οποίο μπορούσαν να διαγωνιστούν και γυναίκες. Αν και κάτι τέτοιο στις μέρες μας μπορεί να ακούγεται σαν έμφυλος αποκλεισμός, στην πραγματικότητα ήταν πολύ «μπροστά» για τα δεδομένα της Ρώμης του 1700. Οι περισσότερες γυναίκες εκείνης της εποχής λάμβαναν λιγότερη εκπαίδευση και όφειλαν να ζουν κλεισμένες στο σπίτι. Η πιο χαλαρή κοινωνική δομή της ακαδημίας και των αγώνων επέτρεπε στις γυναίκες να συμμετέχουν σε ποιητικές παραστάσεις και να κοινωνικοποιούνται εκτός του στενού τους περιβάλλοντος.
Ένας τρόπος για να χτιστούν γέφυρες
Μπορεί η 300 ετών συνάθροιση ποιητών σε έναν κήπο στη Ρώμη να φαντάζει πολύ μακρινή από την συγκέντρωση αθλητών στο Παρίσι για τους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, θα μπορούσαμε ωστόσο να κάνουμε κάποιους παραλληλισμούς. Το οργανωμένο παιχνίδι, με τους σαφείς κανόνες συμμετοχής του, θεωρείται συχνά ως ένας τρόπος μίμησης πιο σοβαρών μορφών κοινωνικής αντιπαράθεσης. Το «παιχνίδι» των αγώνων στους Ολυμπιακούς Αγώνες – είτε ποιητικό είτε σωματικό – δίνει σε όλους μας (συμπεριλαμβανομένων των θεατών) την ευκαιρία να κινηθούμε μέσα από τα συναισθήματα της μάχης, της διαφωνίας, της απογοήτευσης και της ευφορίας με φιλικό τρόπο. Να εκτονωθούμε δηλαδή αλλά χωρίς τις δυσάρεστες συνέπειες μιας σύγκρουσης.
Η συνάθροιση για το παιχνίδι μας ενθαρρύνει επίσης να οραματιστούμε νέους και καλύτερους τρόπους για να έρθουμε κοντά ως άνθρωποι. Οι Ρωμαίοι ποιητές του 1700 χρησιμοποιούσαν ευστροφία και μεταφορές για να αντιταχθούν στους περιορισμούς της αριστοκρατικής κοινωνίας. Το 2024, θα μπορούσαμε κι εμείς με τη σειρά μας να φανταστούμε έναν κόσμο που θα επικοινωνεί με ευγενή άμιλλα, αντί για συγκρούσεις, πολέμους και αντιπαραθέσεις.
➠ Διαβάστε επίσης: Από την Αθήνα του 1896 στο Παρίσι του 2024: Ένα ταξίδι στην εξέλιξη των τελετών έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων
Αναρωτηθήκατε ποτέ αν θα είχατε περισσότερες πιθανότητες να κερδίσετε χρυσό στους Ολυμπιακούς Αγώνες αν αντί για ακόντιο μπορούσατε να εκτοξεύσετε λέξεις; Ή αν ακόμα μπορούσατε να νικήσετε τους αντιπάλους σας, επιστρατεύοντας το χιούμορ σας; Αν ναι, μπορεί να ήσασταν ισχυρός υποψήφιος στους Ολυμπιακούς Αγώνες Ποίησης, που διεξήχθησαν στη Ρώμη γύρω στα 1700.
Περίπου 200 χρόνια πριν από τη σύγχρονη αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, όπως τους γνωρίζουμε σήμερα, μια ομάδα ποιητών συναντήθηκε σε έναν κήπο στη Ρώμη για να αναβιώσει τους αρχαίους αγώνες με τον δικό της τρόπο. Οι Giuochi Olimpici («Ολυμπιακοί Αγώνες» στα ιταλικά) δεν βασίζονταν στην ταχύτητα ή τη δύναμη, αλλά στην ικανότητα κάποιου να συνθέσει ένα ποίημα ή να κερδίσει ένα debate.
Μια ωδή στους μυθικούς ποιμένες ποιητές
Ο πρώτος από αυτούς τους νέους αγώνες διεξήχθη το 1693 και ακολούθησαν κι άλλοι που διεξάγονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα. Η ομάδα συναντιόταν σε εξωτερικούς χώρους, μεταξύ των οποίων και στους Κήπους Φαρνέζε, μια υπερυψωμένη τοποθεσία στον λόφο Παλατίνο της Ρώμης με θέα τα ερείπια της Αρχαίας Αγοράς.
Αποτελούνταν από ένα πλήθος (κυρίως ανδρών) ποιητών, συγγραφέων, δικηγόρων, κληρικών, ευγενών, καλλιτεχνών και μουσικών. Όλοι τους ήταν μέλη της Ακαδημίας της Αρκαδίας, μιας ομάδας που πήρε το όνομά της από την περιοχή της αρχαίας Ελλάδας – την Αρκαδία – η οποία στη νεότερη Ευρώπη θεωρούνταν «πατρίδα της ποίησης».
Το 1504, ο συγγραφέας Jacopo Sannazaro είχε δημοσιεύσει ένα ποιμενικό μυθιστόρημα με τίτλο «Αρκαδία» το οποίο περιέγραφε το ιδανικό όραμα ενός κόσμου στον οποίο οι βοσκοί ζούσαν σε αρμονία με τη φύση. Η ιδέα αυτή επηρέασε συγγραφείς και καλλιτέχνες, οι οποίοι άρχισαν να θεωρούν ένα τέτοιο ειδυλλιακό τοπίο ως αναγκαιότητα για την ποιητική έμπνευση. Φαντάζονταν βοσκούς και βοσκοπούλες να περιφέρονται με τα κοπάδια τους και να συνομιλούν ποιητικά με νύμφες και σάτυρους – μια εικόνα που διαδόθηκε περαιτέρω στους πίνακες του 17ου αιώνα από τον Nicholas Poussin και τον Claude Lorrain.
Αυτοί οι μεταγενέστεροι συγγραφείς του 17ου αιώνα λαχταρούσαν να κατοικήσουν σε αυτόν τον κόσμο των μυθικών ποιμενικών ποιητών. Όταν συναντιούνταν, παραμέριζαν τα πραγματικά τους ονόματα και χρησιμοποίησαν ψευδώνυμα ως βοσκοί ή βοσκοπούλες, προσποιούμενοι ότι ο κήπος στον οποίο βρίσκονταν, ήταν ένα δάσος της Αρκαδίας. Ο κήπος που έχτισαν στη Ρώμη ονομάζεται ακόμη «Bosco Parrasio» ή Παρρασιανό Δάσος (η Παρρασία υπήρξε περιοχή της αρχαίας Αρκαδίας).
Περιέγραψαν τις συναντήσεις τους ως «δημοκρατικές» συναθροίσεις, πράγμα εξαιρετικά ασυνήθιστο για τη Ρώμη εκείνης της εποχής, καθώς όλες οι πτυχές της καθημερινής ζωής διέπονταν από κοινωνικές ιεραρχίες και αυστηρούς εθιμοτυπικούς κανόνες. Όμως το νατουραλιστικό περιβάλλον των κήπων και οι παιχνιδιάρικες μεταμφιέσεις σε βοσκούς ή βοσκοπούλες επέτρεπαν την παράκαμψη των κανόνων.
Σε αυτό το κλίμα έλαβε χώρα η ποιητική αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων. Ήταν μια από τις λίγες αναβιώσεις στην Ευρώπη του 17ου αιώνα, με αρκετούς διαγωνισμούς στην Αγγλία να αυτοαποκαλούνται επίσης “Ολύμπικς” ή “Ολυμπιάδες”. Όμως οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Ρώμης ήταν οι πρώτοι που επικεντρώθηκαν αποκλειστικά στις ποιητικές και λογοτεχνικές επιδόσεις. Αργότερα, η ποίηση έγινε και επίσημα μέρος των πρώτων από τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες – και παρέμεινε ως τέτοιο μέχρι το 1948.
Διανοητική μάχη
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες Ποίησης υιοθέτησαν το αρχαίο πένταθλο, αλλά αντικατέστησαν τα πέντε αθλητικά αγωνίσματα με πέντε νέα παιχνίδια που βασίζονταν στην ποιητική σύνθεση και τη διανοητική αντιπαράθεση. Μια περιγραφή από το 1701 αναφέρει ότι αυτά ήταν «ο αγώνας δρόμου, το ακόντιο, η δισκοβολία, η πάλη και το άλμα εις μήκος». Καθένας από αυτούς είχε σκοπό να αναδείξει την ικανότητα στην ποίηση, τη διανόηση ή το τραγούδι.
Ο αγώνας δρόμου μετατράπηκε σε ένα παιχνίδι που ονομάστηκε «μαντείο», στο οποίο διεξαγόταν μια συζήτηση πάνω σε ένα θέμα που έθετε ο θεματοφύλακας των αγώνων. Το ακόντιο αποτέλεσε ένα παιχνίδι αντιπαράθεσης, στο οποίο οι «βοσκοί» έπαιρναν μέρος σε φιλικές ποιητικές αντιπαραθέσεις. Τους ενθάρρυναν «να κεντρίζουν και να καρφώνουν ο ένας τον άλλον με στίχους» για να αποβάλουν κάθε «πικρία που μπορεί να είχε καταλάβει το μυαλό τους».
Το τρίτο παιχνίδι, η δισκοβολία, ήταν ένα παιχνίδι ευφυΐας στο οποίο οι ποιητές ξεπερνούσαν ο ένας τον άλλον στη σύνθεση εύστοχων τραγουδιών.
Η πάλη μετατράπηκε σε ένα «παιχνίδι μεταμορφώσεων», αντλώντας από τον μύθο της μεταμόρφωσης του αρχαίου βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάωνα, ο οποίος μεταμορφώθηκε σε λύκο από τον Δία αφού θυσίασε τον γιο του (μία από τις καταβολές του μύθου του λυκανθρώπου). Οι ποιητές παρουσίαζαν σονέτα για μεταμορφώσεις «κατώτερων όντων», όπως ζώα και φυτά, και στη συνέχεια εξέταζαν τις αρετές αυτών των νέων μορφών. Σε ένα ποίημα που καταγράφηκε σε ένα από τα μικρά βιβλία που εκδόθηκαν μετά το πέρας της εκδήλωσης, ένας διαγωνιζόμενος φαντάζεται ότι μεταμορφώνεται σε εργατική μέλισσα, πετά από πέταλο σε πέταλο και δημιουργώντας γλυκό μέλι που θα τον βοηθήσει να αντέξει την «πίκρα του κόσμου».
Στο πέμπτο παιχνίδι, που ονομάστηκε «η γιρλάντα», νικητής ήταν εκείνος που μπορούσε να πλέξει το πιο όμορφο ποίημα που εξυμνούσε τη φύση. Αυτό ήταν το μόνο παιχνίδι στο οποίο μπορούσαν να διαγωνιστούν και γυναίκες. Αν και κάτι τέτοιο στις μέρες μας μπορεί να ακούγεται σαν έμφυλος αποκλεισμός, στην πραγματικότητα ήταν πολύ «μπροστά» για τα δεδομένα της Ρώμης του 1700. Οι περισσότερες γυναίκες εκείνης της εποχής λάμβαναν λιγότερη εκπαίδευση και όφειλαν να ζουν κλεισμένες στο σπίτι. Η πιο χαλαρή κοινωνική δομή της ακαδημίας και των αγώνων επέτρεπε στις γυναίκες να συμμετέχουν σε ποιητικές παραστάσεις και να κοινωνικοποιούνται εκτός του στενού τους περιβάλλοντος.
Ένας τρόπος για να χτιστούν γέφυρες
Μπορεί η 300 ετών συνάθροιση ποιητών σε έναν κήπο στη Ρώμη να φαντάζει πολύ μακρινή από την συγκέντρωση αθλητών στο Παρίσι για τους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, θα μπορούσαμε ωστόσο να κάνουμε κάποιους παραλληλισμούς. Το οργανωμένο παιχνίδι, με τους σαφείς κανόνες συμμετοχής του, θεωρείται συχνά ως ένας τρόπος μίμησης πιο σοβαρών μορφών κοινωνικής αντιπαράθεσης. Το «παιχνίδι» των αγώνων στους Ολυμπιακούς Αγώνες – είτε ποιητικό είτε σωματικό – δίνει σε όλους μας (συμπεριλαμβανομένων των θεατών) την ευκαιρία να κινηθούμε μέσα από τα συναισθήματα της μάχης, της διαφωνίας, της απογοήτευσης και της ευφορίας με φιλικό τρόπο. Να εκτονωθούμε δηλαδή αλλά χωρίς τις δυσάρεστες συνέπειες μιας σύγκρουσης.
Η συνάθροιση για το παιχνίδι μας ενθαρρύνει επίσης να οραματιστούμε νέους και καλύτερους τρόπους για να έρθουμε κοντά ως άνθρωποι. Οι Ρωμαίοι ποιητές του 1700 χρησιμοποιούσαν ευστροφία και μεταφορές για να αντιταχθούν στους περιορισμούς της αριστοκρατικής κοινωνίας. Το 2024, θα μπορούσαμε κι εμείς με τη σειρά μας να φανταστούμε έναν κόσμο που θα επικοινωνεί με ευγενή άμιλλα, αντί για συγκρούσεις, πολέμους και αντιπαραθέσεις.
➠ Διαβάστε επίσης: Από την Αθήνα του 1896 στο Παρίσι του 2024: Ένα ταξίδι στην εξέλιξη των τελετών έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων