Οι The Who παραμένουν κατά τη γνώμη μου ένα από τα πιο σπουδαία ροκ συγκροτήματα όλων των εποχών. Όχι μόνο κατάφεραν να πιάσουν το πνεύμα της εποχής τους, αλλά και να το εκσφενδονίσουν ουσιαστικά στον διάολο. Το Quadrophenia με τους rockers και τους mods, τη ροκ όπερα Tommy που ήταν το απόλυτο mindfuck, το αρτιότατο Who Are You, το πολυδιασκευασμένο – ακόμα και από τον Bowie Can’t Explain, και φυσικά το υπέρτατο My Generation, το σήμα κατατεθέν που όχι μόνο άφησε το στίγμα του σε μια ολόκληρη εποχή, αλλά ο στίχος του «I hope I die before get old», όχι μόνο ώθησε τον Cobain γράψει στο ημερολόγιό του στη μέση ενός από τα ξεσπάσματά του ενάντια στο κατεστημένο του ροκ Τύπου «Ελπίζω να πεθάνω προτού γίνω Pete Townshend» (προφητικό;), αλλά άνοιξε επίσης πολλές συζητήσεις για τις επικριτικές προηγούμενες γενιές, όποιες κι αν είναι αυτές, χαρίζοντας μια επιπρόσθετη νεολαιίστικη περηφάνια σε συνδυασμό με καύλα και επαναστατικότητα που διαρκεί μέχρι σήμερα προκαλώντας έναν μικρό σεισμό κάθε φορά που παίζει κάπου εκεί έξω.
Οι μουσική, οι στίχοι και αυτή η χαρακτηριστική σπλαχνική τους μουσικότητα έφεραν στο προσκήνιο της ροκ κουλτούρας τη δεκαετία του 1960 και τους έκαναν ιδιαίτερα αγαπητούς. Μαζί, οι 4 τους έχουν δημιουργήσει πολυάριθμα άλμπουμ και singles που θεωρούνται από τα πιο επιδραστικά στην ιστορία της μουσικής.
Παράλληλα με την πληθώρα των σεισμογενών μελωδιών τους, το συγκρότημα διέθετε επίσης ένα ελεύθερο πνεύμα που είχε απήχηση στο ολοένα αυξανόμενο νεολαϊστικό κίνημα της δεκαετίας του 1960. Ενώ οι Beatles ήταν γοητευτικοί, οι Rolling Stones τα κακά παιδιά και οι Kinks πιο καλλιτεχνικοί, υπήρχε μια ατόφια βιαιότητα στους The Who που σου έδιναν την αίσθηση ότι πιθανό να τους συναντούσες στην pub της γειτονιάς σου, να καβγαδίζουν με τον ιδιοκτήτη αποφεύγοντας να πληρώσουν τον λογαριασμό.
Αυτό το πνεύμα, σε συνδυασμό με την ακόρεστη όρεξή τους να σπάνε τα όργανά τους σε χιλιάδες κομματάκια επί σκηνής – ακολουθώντας το ντανταϊστικό παράδειγμά, αλλά και πηγαίο ταλέντο του καθενός αλλά και όλων μαζί, σύντομα οδήγησε το κουαρτέτο σε μεγάλη επιτυχία. Αποτελούμενο από τον frontman Roger Daltrey, τον κιθαρίστα Pete Townshend, τον μπασίστα John Entwistle και τον ντράμερ Keith Moon, το συγκρότημα ήταν το άθροισμα των τεχνικά προικισμένων μελών του.
Παράλληλα με το αχαλίνωτο μουσικό τους ταλέντο, το συγκρότημα απέκτησε φήμη για έναν άλλο λόγο: τα καμώματά τους εκτός σκηνής. Κατά κάποιο τρόπο ενσάρκωσαν την ουσία της ρον εν ρολ υπερβολής, αντιπροσωπεύοντας μια εποχή και ένα είδος μουσικού που η εποχή δεν παράγει πλέον.
Υπάρχουν πολλές βινιέτες που περιγράφουν τα άκρως ευτράπελα κατορθώματα των The Who εκτός σκηνής, όπως για παράδειγμα το περιστατικό με μια Rolls Royce σε μια πισίνα, η υπερβολική κατανάλωση LSD στη διάρκεια μιας υπερατλαντικής πτήσης και ένας σχεδόν θανατηφόρος διαγωνισμός λουλουδοφαγίας. Παραδόξως, αυτό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Ο τεράστιος όγκος αυτών των στιγμιότυπων αποκαλύφθηκε σταδιακά στο κοινό με την πάροδο του χρόνου μέσω της έκδοσης αυτοβιογραφιών από τα ίδια τα μέλη του συγκροτήματος ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, από τους ανθρώπους που βρίσκονταν τότε κοντά στο συγκρότημα.
Πρόσφατα όμως, ήρθε στο φως της δημοσιότητας ένα ακόμα ανιστόρητο περιστατικό από τις περιπέτειες δύο εκ των μελών του συγκροτήματος, αποδεικνύοντας ότι οι The Who και τα ξέφρενα καμώματά τους είναι σχεδόν εξίσου εμβληματικά με τη μουσική που δημιουργούσαν. Μια πεποίθηση που ενισχύεται από μια ιστορία που ήρθε στην επιφάνεια μέσω κάποιων αδημοσίευτων σημειώσεων του John Entwistle όταν έγραφε τα απομνημονεύματά του.
Οι σημειώσεις αυτές που βρίσκονται στην κατοχή της βρετανικής Daily Star, περιγράφουν λεπτομερώς μια εποχή που ο Entwistle και ο Keith Moon ήταν ύποπτοι για απαγωγή εξαιτίας μιας αλλόκοτης, και ίσως κακόγουστης φάρσας. Όπως φαίνεται, ένα ήσυχο απογευματάκι του Νοεμβρίου του 1968, μετά το καθιερωμένο tea time, το ρυθμικό τμήμα των The Who βγήκε στη τσάρκα για ψώνια, αγοράζοντας ένα ζευγάρι φουσκωτά πόδια. Τους φόρεσαν ένα δικτυωτό καλσόν και ο Entwistle είχε τη φαεινή ιδέα να τα τοποθετήσει με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να εξέχουν από το παράθυρο της Bentley του. Αυτός και ο Moon συνέχισαν να κόβουν βόλτες στο Newcastle, καθώς ο Moon έβγαζε «τσιριχτές κοριτσίστικες κραυγές».
«Επισκεφθήκαμε ένα κατάστημα με φάρσες με τον Moon. Αγοράσαμε ένα ζευγάρι φουσκωτά γυναικεία πόδια και τα τοποθετήσαμε με ένα ζευγάρι διχτυωτές κάλτσες», έγραψε. «Διασχίζουμε το Newcastle με τα πόδια έξω από το παράθυρο της Bentley με τον Keith να κάνει τσιριχτούς κοριτσίστικους ήχους. Αντιλαμβάνομαι τμια αστυνομικίνα που μιλάει με γουόκι-τόκι».
Το συγκρότημα συνέχισε για το επόμενο λάιβ του στο Paisley της Σκωτίας. «Μετά τη συναυλία στο Paisley Ice Rink, δύο αστυνομικοί με πλησίασαν ρωτώντας με αν είμαι ο κ. John Entwistle, ιδιοκτήτης της Bentley. Μια αστυνομικός ανέφερε ότι μια γυναίκα βρισκόταν σε κίνδυνο», συνεχίζουν οι σημειώσεις. «Μας συνόδευσαν μέχρι το ξενοδοχείο όπου ο Keith έχει τοποθετήσει τα φουσκωτά πόδια να εξέχουν από την μπανιέρα με μια κουβέρτα πάνω από ένα μαξιλάρι. Στη συνέχεια, καθώς οι αστυνομικοί αφαίρεσαν την κουβέρτα, φάνηκαν ιδιαίτερα ανακουφισμένοι».
Ο Entwistle δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τα απομνημονεύματά του μέχρι το θάνατό του το 2002, αλλά οι σημειώσεις χρησιμοποιήθηκαν για την δημιουργία του The Ox: The Last of the Great Rock Stars του Paul Rees, το οποίο κυκλοφόρησε μόλις τον περασμένο μήνα.
«Ο John Entwistle ήταν ροκ σταρ σχεδόν σε ό,τι έκανε και μάλιστα της μεγάλης παλιάς σχολής – όλο καμάρι, τσαμπουκά, πάθος για ζωής και άνευ ορίων κατανάλωση», αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση ο εκδοτικός οίκος Constable. «Με την πλήρη συνεργασία της οικογένειας Entwistle και του μακροχρόνιου μάνατζμεντ των Who, το Trinifold, The Ox θα φωτίσει μια από τις μεγαλύτερες και πιο επιδραστικές φιγούρες στην ιστορία της ροκ που έχει ήδη καθυστερήσει πολύ».
Ας πιούμε στη μνήμη του John Entwistle λοιπόν, του καλύτερου μπασίστα όλων των εποχών!