Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν μαζική εκδήλωση λαϊκής αντίθεσης απέναντι στη στρατιωτική χούντα, που έλαβε χώρα στην ελληνική επικράτεια μεταξύ 14 και 17 Νοεμβρίου του 1973. Η εξέγερση ξεκίνησε στις 14 Νοεμβρίου με την κατάληψη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, από φοιτητές και σπουδαστές και κλιμακώθηκε σε αντιδικτατορική εξέγερση στην οποία ενσωματώθηκαν πολίτες, εργάτες και διαμαρτυρόμενοι αγρότες. Η καταστολή της βάφτηκε με αίμα το πρωί της 17ης Νοεμβρίου, με την είσοδο άρματος μάχης στον χώρο του Πολυτεχνείου και την επαναφορά σε ισχύ του σχετικού στρατιωτικού νόμου που απαγόρευε τις συγκεντρώσεις και την κυκλοφορία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Με αφορμή την επέτειο του Πολυτεχνείου και τις αξίες της ισότητας, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της παρρησίας που αυτή πάντα υπενθυμίζει και διακυβεύονται ως σήμερα, τέσσερις υπομνήσεις από τον χώρο της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου για να παραμένει άσβεστος ο αγώνας για την υπεράσπισή τους, υπενθυμίζοντας πώς ζει ο άνθρωπος όταν τις στερείται και πώς καταργείται η φύση του χωρίς αυτές. Ανθρωπισμός, ανθρωπιά, αγώνας, ευθύνη και αντίσταση σε ό,τι φράζει τον δρόμο έστω και ενός ανθρώπου, ομορφιά και δημιουργία μόνο όπου υπάρχει ελευθερία όλων.
“Μικρόκοσμος”, του Ναζίμ Χικμέτ
«Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες, μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ΄ έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ΄ αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ΄ άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.
Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ΄ άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει,
είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.»
Mikrokozmoz Şiiri
Gözüme altın bir damla gibi akan yıldızın ışığı
ilk önce boşlukta deldiği zaman karanlığı
Toprakta göğe bakan
Bir tek göz bile yoktu
Yıldızlar ihtiyardılar
Toprak çocuktu…
Yıldızlar bizden uzaktır
ama ne kadar uzak, ne kadar uzak
Yildızların arasında toprağımız ufaktır
ama ne kadar ufak, ne kadar ufak..
Ve Asya ki toprakta beşte birdir
Ve Asya`da bir memlekettir Hindistan
Kalküta Hindistan`da bir şehirdir
Benerci Kalküta`da bir insan..
Ve ben,
haber veriyorum ki size
Hindistan`in Kalküta şehrinde
bir insanın yolu üstünde durdular
Yürüyen bir insani zincire vurdular…
Ve ben,
tenezzül edip
başımı ışıklı boşluklara kaldırmıyorum
Yıldızlar uzakmış
Toprak ufakmış
Umurumda değil
Aldırmıyorum…
Bilmiş olun ki benim için
daha hayret verici, daha kudretli
daha esrarlı ve kocamandır
Yolu üstünde durulan
Zincire vurulan
Insan.
Ο ποιητής Ναζίμ Χικμέτ γεννήθηκε το 1902 στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη και απεβίωσε στη Μόσχα το 1963. Μεγάλωσε στην Μικρά Ασία, πολέμησε στο πλευρό του Ατατούρκ, αλλά οι ιδέες του για τη ζωή, την πολιτική και την ειρήνη δεν μπόρεσαν να τον κρατήσουν για πολύ κοντά στον Κεμάλ. Εκδιώχθηκε, έχασε την υπηκοότητα του το 1951 λόγω των αριστερών πολιτικών του πεποιθήσεων, πολεμήθηκε, και πέθανε στην Μόσχα.
Με ένα νέο όπλο, την πένα, μίλησε για τον πόνο, για τον σπαραγμό, για την ελευθερία, για τον έρωτα, έγινε μέρος της ιστορίας των επαναστάσεων, της ιστορίας της ελευθερίας. Τα πρώτα του ποιήματα συνήθιζε να τα γράφει με τον κλασικό παραδοσιακό τρόπο, όμως, στη συνέχεια υιοθέτησε μια πιο αφηρημένη και μοντέρνα φόρμα εγκαταλείποντας το μέτρο και την ομοιοκαταληξία. Καταπιάστηκε με τον ελεύθερο στίχο επηρεασμένος αρκετά από το έργο του μεγάλου Ρώσου ποιητή Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκι.
Στην Ελλάδα, πέρα από τον Μάνο Λοΐζο, ο Χικμέτ μελοποιήθηκε και από τον Θάνο Μικρούτσικο. Ο πρώτος δίσκος του Μικρούτσικου – κυκλοφόρησε το 1975 και έχει τίτλο Πολιτικά Τραγούδια – περιλαμβάνει συνθέσεις που βασίζονται σε στίχους του Τούρκου ποιητή Χικμέτ, αλλά και στον Γερμανό ποιητή Βολφ Μπίρμαν. Αναμφίβολα, πρόκειται για δύο σημαντικές προσωπικότητες της λογοτεχνίας και του πολιτισμού, οι οποίες μπήκαν πολλές φορές στο στόχαστρο της εξουσίας, γιατί δεν δίστασαν στιγμή να σατιρίσουν και να ασκήσουν κριτική στους εκάστοτε πολιτικούς ηγέτες που αναλάμβαναν τη διακυβέρνηση της χώρας τους.
Το ποίημα Μικρόκοσμος είναι ένα τραγούδι διαμαρτυρίας, που απέδωσε εύστοχα στην ελληνική γλώσσα ο Γιάννης Ρίτσος. Ο Ναζίμ Χικμέτ, αν το επέτρεπαν οι καιροί και οι περιστάσεις, θα μπορούσε να είναι ένας ονειροπόλος και τολμηρός Έλληνας, καρδιακός φίλος του Γιάννη Ρίτσου. Ο συνθέτης του εν λόγω τραγουδιού Θάνος Μικρούτσικος, ο οποίος θεωρούσε τον Ρίτσο δάσκαλο του, ταυτιζόταν με την ανθρωποκεντρική, ειρηνιστική, αγωνιστική σκέψη του Χικμέτ, όπως εξάλλου και με του Μαγιακόβσκι, του Μπίρμαν και του Μπρεχτ. Ο Μικρούτσικος, αντικρίζοντας τη σκληρή βαρβαρότητα των καιρών, συνήθιζε να λέει το εξής: Ονειρεύομαι έναν κόσμο όπου ο ψαράς θα γράφει ποιήματα και ο ποιητής θα ψαρεύει.
Ο Μικρόκοσμος είναι να ποίημα σύμβολο για τους αγώνες κάθε εποχής, για την ανάγκη των ανθρώπων για ελευθερία και την τεράστια δύναμη που ξυπνάει σε κάθε άνθρωπο η ανάγκη αυτή. Πάντα επίκαιρο και διαχρονικό με αναφορά στην Καλκούτα, η οποία συνδέθηκε άμεσα με τη Βρετανική αποικιακή κυριαρχία , μιας και στα τέλη του 17ου αιώνα ιδρύθηκε από την « Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών » και αποτέλεσε «εμπορικό κέντρο» και μία από τις μεγαλύτερες πνευματικές πόλεις χαρίζοντας στον κόσμο έναν τεράστιο λογοτεχνικό έργο, παραμένει άχρονο και άτοπο να τονίζει μέσα από μια ξεχωριστή αντίθεση το διαχρονικό μεγαλείο του ανθρώπου μπροστά στο “μικρό” σύμπαν. Σαν μικρό παιδί ο Χικμέτ βγάζει αιρετικά την γλώσσα του στα αστέρια, γιατί όταν ένας άνθρωπος αγωνίζεται για την ελευθερία του, αυτό είναι “το πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο”.
Ποίημα-κραυγή ενάντια στα όποια δεσμά του ανθρώπου, τις αλυσίδες που του επιβάλλουν σε κάθε εποχή και του στερούν το βασικό συστατικό της ανθρώπινης φύσης. Ποίημα-ύμνος στο μεγαλείο του ανθρώπου που στέκει αμέτοχος στην ομορφιά της ζωής, στα αστέρια, στον ουρανό και στα αστροφώτιστα διαστήματά μέχρι να κατακτήσει το πιο όμορφο και το πιο σημαντικό στην ανθρώπινη ζωή: την ελευθερία.
“Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος”, του Τάσου Λειβαδίτη
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα
ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες — μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
Κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζεις την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.
Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφίνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω απ’ τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν’ αφίσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ’ απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
θ’ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν’ ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδι,
να κοιτάς έν’ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμένος πάνω απ’ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
να την ακούς να σου λέει τα όνειρά της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ’ αποχαιρετήσεις όλ’ αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου, για όλα τ’ άστρα, για όλες τις λάμπες και για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ’ το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού σου
θα συνεχίζεις τον δρόμο σου πάνω στη γη.
Κι’ όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελλιού σου με το δάχτυλο
απ’ τ’ άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
Αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό γράμμα στη μάνα σου
θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ’ αρχικά του ονόματός σου και μια λέξη: Ειρήνη
σα να ’γραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.
Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ’ ολάκαιρο το μέλλον.
Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν’ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Ποίημα-συνταγή με υλικά και τρόπο εκτέλεσης του αληθινού ανθρώπινος όντος που πραγματώνει την ύπαρξη του. Πολιτικό και ηθικό μανιφέστο κόντρα στον εγωισμό, ωδή στο συλλογικό καλό και στην μία ενιαία ψυχή, αυτή της ανθρωπότητας, παιάνας ειρηνικού χαρακτήρα κι εγκώμιο ανθρωπιάς και αξιοπρέπειας.
Ένα από τα πιο δυνατά διαχρονικά ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη από τη συλλογή “Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο” (1956). Το ποίημα γράφτηκε αρχικά το 1950 και ξαναγράφτηκε μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Ύφος απλό, κατανοητό με έντονη φιλοσοφική και πολιτική διάσταση προτάσσει το κοινωνικό συμφέρον έναντι του ατομικού, επαναλαμβάνοντας εμφαντικά τον τίτλο-στίχο “Αν θες να λέγεσαι Άνθρωπος” στο τέλος της κάθε στροφής υπογραμμίζοντας την ολοκλήρωση του ανθρώπου μόνο μέσα στο “εμείς”, το χρέος του να αρνηθεί τις υλικές απολαύσεις, τα παιδικά του χρόνια, την ξεγνοιασιά του, την ελευθερία, τη ζωή για τη διεκδίκηση της ειρήνης και της ελευθερίας όλων. Ειρήνη και δικαιοσύνη ό,τι συνιστά και ορίζει την ανθρωπιά μας, προσωπική θυσία και αέναος αγώνας για αυτά ο τρόπος να υπάρχουμε.
Έμμεση αναφορά και στην προσωπική ζωή του ποιητή η τρίτη στροφή του ποιήματος. Ενταγμένος στο ΕΑΜ και την αριστερά ο Τάσος Λειβαδίτης αντιμετώπισε διώξεις. Συνελήφθη και φυλακίστηκε με τη λήξη των Δεκεμβριανών, ενώ αφέθηκε ελεύθερος το 1945 μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας. Το 1948 συνελήφθη ξανά και εξορίστηκε στον Μούδρο της Λήμνου. Το 1949 μεταφέρθηκε στην Μακρόνησο και από εκεί, επειδή δεν υπέγραψε δήλωση μετάνοιας, μεταφέρθηκε στον Αϊ-Στράτη και στη συνέχεια στη φυλακή Χατζηκώστα στην Αθήνα.
Ο Τάσος Λειβαδίτης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 20 Απριλίου του 1922 κι “έφυγε” στα 66 του χρόνια, στις 30 Οκτωβρίου του 1988. Μεγάλωσε στο Μεταξουργείο κι από το Γυμνάσιο της οδού Αγησιλάου ήδη ήταν ποιητής. Το 1940 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας που δεν τελείωσε ποτέ. Την ίδια χρονιά γνώρισε τον Γιάννη Ρίτσο και του έδωσε να διαβάσει τα ποιήματά του. Παρέμειναν φίλοι αδελφικοί μέχρι τον θάνατό του.
Ο Τάσος Λειβαδίτης συγκλονίζει με τη διευρυμένη μορφή του ποιήματός του μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου . Μια φλογερή προτροπή, μια κραυγή συνείδησης που ξεπερνά τον χρόνο και τις εποχές. Ο ποιητής υψώνει τη φωνή του απέναντι στην αναλγησία και την αδικία, καλώντας τον άνθρωπο να σταθεί στο ύψος του ονόματός του. Δεν αρκεί η ανθρώπινη μορφή. Χρειάζεται ψυχή ανήσυχη, καρδιά ζωντανή, βλέμμα στραμμένο στους άλλους. “Όσο κορμί, τόσο ψυχή”.
Μέσα από έναν λόγο συγκινητικό, λέξεις που εκφέρει με πάθος και ανθρωπιστική διάθεση, αναδεικνύει την ηθική διάσταση της ύπαρξης: να νοιάζεσαι, να συμπονάς, να αγωνίζεσαι, να μην συμβιβάζεσαι, να μην ξεχνιέσαι, να μην ξεχνάς. Αντίσταση, διαμαρτυρία, φωνή, ψυχή, αν θες να λέγεσαι Άνθρωπος.
“12.410 και 1 τριαντάφυλλα”, animation του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Ιορδάνη Ανανιάδη (2013)
Μια πρωτότυπη αφήγηση των γεγονότων του ’73, ένα short animation, που απευθύνεται εξίσου σε παιδιά κι ενήλικες, προβλήθηκε για πρώτη φορά στην ET1 στην επέτειο της εξέγερσης του 2010, εξ’ ου και ο τίτλος της, καθώς από το 1973 μέχρι το 2010 είχαν μεσολαβήσει 12.410 ημέρες.
Μέσα από τα µάτια ενός ηλικιωμένου πλέον γάτου «περνούν» σαν φλας-μπακ οι φόνοι, η βία και η αυθαιρεσία της χούντας των συνταγματαρχών, η εξέγερση των φοιτητών του Πολυτεχνείου κατά της δικτατορίας με τον δημιουργό του φιλμ να αξιοποιεί πραγματικές λήψεις από τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1973, «ένα βράδυ όπου συγκρούονταν οι ιδέες με τα όπλα της εξουσίας, τον φόβο, τη βία και τη σιωπή» και να τα παρουσιάζει μέσα από τα μάτια και τη μνήμη ενός αιλουροειδούς, όπως τα έζησε το ίδιο που υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας στο Πολυτεχνείο τη μοιραία νύχτα, πριν από 12.410 συν μία ημέρες.
«Γέρασα, όπως γερνούν και τα όνειρα που δεν πραγματοποιούνται», παραδέχεται χαρακτηριστικά στο τέλος της ταινίας ο γάτος κι ο Ιορδάνης Ανανιάδης παραδίδει πρωτότυπα τον τρόπο να εξηγήσουμε σε παιδιά και ενήλικες τι σημαίνει Δημοκρατία και Ελευθερία.
“Το Χρονικό της Δικτατορίας 1967-1974”, ντοκιμαντέρ του Παντελή Βούλγαρη (1974)
Επτά «πέτρινα» χρόνια μέσα από την κάμερα του Π. Βούλγαρη. Το 37λεπτο, ανέκδοτο για δεκαετίες, ντοκιμαντέρ του Παντελή Βούλγαρη “Το Χρονικό της Δικτατορίας 1967- 1974” περιέχει πολύτιμο αρχειακό υλικό από την κηδεία των Γεωργίου Παπανδρέου και Γιώργου Σεφέρη ως τις δίκες του Αλέκου Παναγούλη και άλλων αγωνιστών. Ο Παντελής Βούλγαρης άρχισε να καταγράφει ό,τι μπορούσε με μια κάμερα Super 8. Φυλακές του Μπογιατίου, κάποια στρατοδικεία. Αργότερα το υλικό έφθασε στο Παρίσι, όπου ο Κώστας Γαβράς το είδε μαζί με τον ντοκιμαντερίστα και άνθρωπο της διανόησης, Κρις Μαρκέρ, σπεύδοντας να βοηθήσουν τον Βούλγαρη. Του έστειλαν μια μηχανή 16 mm και φιλμ κι έτσι συνεχίστηκε η κινηματογράφηση. Όλα ωστόσο έπρεπε να γίνουν κρυφά και με πολύ μεγάλη προσοχή. Η πολυπόθητη άδεια, απαραίτητη για να κυκλοφορεί κάποιος με κάμερα στους δρόμους της Αθήνας, ήταν εφικτή μόνο για τους “φίλους” του καθεστώτος.
Στο ντοκιμαντέρ προβάλλονται η κηδεία του Πέτρουλα, οι φυλακές της Ακροναυπλίας, η πορεία της Ειρήνης και τέλος τα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Ο ίδιος ο Παντελής Βούλγαρης δήλωσε στην παρουσίαση του ντοκιμαντέρ πριν από χρόνια: «Στη Δικτατορία, από ένστικτο, φανταζόμασταν ότι κάτι θα συμβεί στην κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου αλλά κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι θα μαζεύονταν 500.000 άνθρωποι. Ήταν ένας τρόπος για να φανεί ότι η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που δεν αντιδρά».
«Σε αυτό το φιλμ υπάρχει ό,τι καταφέραμε εμείς που μείναμε στον τόπο», είπε ο σκηνοθέτης, ο οποίος θυμήθηκε ότι την ώρα του πραξικοπήματος του 1967 ο ίδιος συμμετείχε στα γυρίσματα της ταινίας “Κιέριον” του Δήμου Θέου. «Συμμετείχαν όλοι, ο Αγγελόπουλος, η Μαρκετάκη, ο Φέρρης, ο Βαλτινός. Ήταν μια ταινία όμως που άρχισε να φθίνει, γιατί άλλους τους συνέλαβαν και άλλοι φεύγανε».
«Ήταν μια εποχή συντροφικότητας, το ξεκίνημα του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, μια εποχή που τη θυμάμαι σε ένα κλίμα φοβίας και ανασφάλειας, αλλά ταυτόχρονα και βαθιάς ανθρωπιάς. Άρα, είναι ένα χρήσιμο υλικό. Για να ξαναθυμηθούμε εμείς και για να μάθουν οι νέοι».
Δεν έλειψαν οι δυσκολίες και τα κυνηγητά. Σύμφωνα με τον Νίκο Καβουκίδη, «καταγράψαμε σημαντικά πράγματα από ταράτσα σε ταράτσα, όπως τα γεγονότα στη Νομική. Ίσως η ποιότητα να μην είναι πάρα πολύ καλή, όμως το γεγονός που καταγράφει είναι».
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.





