Η Παγκόσμια Ημέρα Κοινωνικής Δικαιοσύνης καθιερώθηκε με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το 2007 και γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 20 Φεβρουαρίου, με στόχο να αντιμετωπισθούν με διεθνείς δράσεις η φτώχεια, η ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός, εντός μιας ανοιχτής και παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας.
Η κοινωνική δικαιοσύνη αποτελεί προϋπόθεση για την κοινωνική αρμονία και την ισότητα των πολιτών ενός κράτους.
Δεν είναι τυχαίο ότι ως έννοια πρωταγωνιστεί στις ομιλίες πολιτικών από όλον τον κόσμο, σε προεκλογικές καμπάνιες, αλλά και σε διαδηλώσεις και απεργίες. Μοιάζει να είναι δεδομένο για τις σύγχρονες δημοκρατίες, όμως φαντάζει διαρκώς ζητούμενο και αυτό ίσως είναι αρκετά παράξενο για έναν κόσμο που επιστημονικά και τεχνολογικά προοδεύει συνεχώς.
Η «κοινωνική δικαιοσύνη» αποτελεί έναν από τους στόχους της δημόσιας πολιτικής, που σχετίζεται με τον τρόπο που πρέπει να κατανέμονται οι πόροι. Κατά άλλον ορισμό, η κοινωνική δικαιοσύνη ορίζεται ως η δίκαιη κατανομή εξουσίας, πόρων και υποχρεώσεων στην κοινωνία για όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τη φυλή ή την εθνικότητα, την ηλικία, το φύλο, την κατάσταση ικανότητας, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, το θρησκευτικό ή πνευματικό υπόβαθρο.
Οι τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας
Η κοινωνική δικαιοσύνη αποτελεί, συνήθως, πεδίο προβληματισμού κυρίως σε σχέση με τις ανισότητες που παρατηρούνται στον ευρωπαϊκό χώρο, σε τομείς όπως είναι η εκπαίδευση και η υγεία. Η νομικός Γεωργία Τσάκνη κάνει λόγο για τα αποτελέσματα μιας γερμανικής μελέτης σχετικά με τον δείκτη κοινωνικής δικαιοσύνης (του γερμανικού ιδρύματος German Bertelsmann Foundation) που αποδεικνύει ότι το χάσμα ανάμεσα στις χώρες του Βορρά και του Νότου είναι παραπάνω από εμφανές. Στην κορυφή της βαθμολογικής κατάταξης των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονται οι σκανδιναβικές χώρες, με την Σουηδία να είναι η πρώτη των πρώτων και την Ελλάδα να καταλαμβάνει την τελευταία θέση.
Στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού και φιλελεύθερου συστήματος, τα συνταγματικά δικαιώματα θα πρέπει να είναι απεριόριστα, στο μέτρο, όμως, που δεν θίγεται η ατομική ελευθερία των υπόλοιπων πολιτών, ή δεν υπάρχει επιτακτική ανάγκη να θυσιαστούν στον βωμό του δημοσίου συμφέροντος (Άρθρο 25 του Συντάγματος)
.Μετά την ίδρυση του ΟΗΕ, η προσπάθεια να αντιμετωπιστούν με διεθνείς δράσεις η φτώχεια, η ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός -για τα δεδομένα της Ελλάδας- αποδείχτηκαν ατελέσφορες. Καταργούνται εργασιακές συμβάσεις για τη σύναψη των οποίων χρειάστηκαν δαπανηρές προσπάθειες, επιβάλλονται φόροι και χαράτσια που κάνουν κυριολεκτικά τον βίο αβίωτων και επεκτείνονται οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης, με μια αγορά εργασίας αποσαρθρωμένη από άποψης δυνατ΄τοητας για να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας ως εργαζόμενες και εργαζόμενοι.
Οι πολίτες, για να διεκδικήσουν την ισότητά τους και, ευρύτερα, την Κοινωνική Δικαιοσύνη, οφείλουν να βρίσκονται σε εγρήγορση και να ασκούν συνεχώς πίεση προς τα αρμόδια εκτελεστικά και νομοθετικά όργανα, ώστε να επιτευχθεί ισοπολιτεία και ασφάλεια του δικαίου – εγγυητικές αρχές για την αξιόπιστη λειτουργία της κοινωνικής δικαιοσύνης. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εξάλλου, έχει επανειλημμένως κρίνει ότι: “Δεν υπάρχει ισότητα όταν εφαρμόζονται διαφορετικοί κανόνες σε παρεμφερείς καταστάσεις ή όταν εφαρμόζεται ο ίδιος κανόνας σε διαφορετικές καταστάσεις” (απόφαση 207/2004 ΔΕΚ).
Η Κοινωνική Δικαιοσύνη σήμερα
Σε μια σημαντική έκθεση εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ, ο όρος Κοινωνική Δικαιοσύνη καθίσταται ευρύτερος, για να καλύψει και να αφορά, τελικά, το σύνολο των κοινωνικών ομάδων και όχι μόνο τις ευάλωτες. Σύμφωνα με τον ορισμό αυτόν, η Κοινωνική Δικαιοσύνη συνίσταται σε μια δίκαιη και αμερόληπτη (fair) και ενσυναισθητική (compassionate) διανομή ή αναδιανομή των καρπών της οικονομικής ανάπτυξης.
Πρωταρχικό έργο της κοινωνίας οφείλει να είναι η διασφάλιση της αξιοκρατικής ισότητας των ευκαιριών σε μορφωτικό και επαγγελματικό επίπεδο. Επίσης, να συμπαρίσταται με ουσιαστικά μέτρα σε όσα από τα μέλη της είναι άξια σε κάποιον τομέα και διακατέχονται από την επιθυμία να πραγματοποιήσουν μιαν επιτυχημένη σταδιοδρομία.
Ο καθηγητής Νομικής Νέστωρ Κουράκης επισημαίνει σε άρθρο του στην Καθημερινή το εξής: «Όσο κι αν φαίνεται ευκταία αυτή η επιδίωξη της κοινωνικής αλληλεγγύης με παράλληλη ενίσχυση της αξιοκρατικής ακριβοδικίας, στην πράξη οι σκοποί αυτοί συχνά συγκρούονται, καθώς στη βάση τους υφέρπει η γνωστή αντίθεση ανάμεσα σε ιδεολογικά ρεύματα που αποδίδουν μεγαλύτερη σημασία στις ανάγκες του συνόλου των μελών μιας κοινωνίας, και σε άλλα που προτεραιοποιούν την ενίσχυση των ικανότερων από αυτά.»
Και συνεχίζει: «…πιστεύω ότι η Κοινωνική Δικαιοσύνη πρέπει να βασίζεται εξίσου και στα δύο στοιχεία που τη συγκροτούν, δηλαδή και στην κοινωνική αλληλεγγύη και στην αξιοκρατική ακριβοδικία. Με αυτή τη μορφή, η Κοινωνική Δικαιοσύνη αποτελεί, όχι απλώς ουσιώδες πρόταγμα, αλλά, ίσως, το κορυφαίο ιδεώδες του ισχύοντος πολιτικού μας συστήματος, δηλαδή του λεγόμενου κοινωνικού φιλελευθερισμού. Ωστόσο, απαιτείται συνεχής επαγρύπνηση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας, ώστε η «δοσολογία» των δύο αυτών στοιχείων της Κοινωνικής Δικαιοσύνης να ανταποκρίνεται, με ευελιξία και χωρίς δογματισμούς, στις ανάγκες που διαμορφώνονται από τις ιστορικές συγκυρίες της κάθε εποχής.»
Το θέμα του φετινού εορτασμού της Παγκόσμις Ημέρας (2023) αναφέρεται στην υπέρβαση των εμποδίων και την δημιουργία ευκαιριών για κοινωνική δικαιοσύνη. Ίσως όλα αυτά ακούγονται κάπως φιλολογικά, φαντάζουν δυσνόητα και ακατόρθωτα να επιτευχθούν σε μια εποχή που το κράτος και οι πολίτες είναι αντίπαλοι, αλλά το χάσιμο του παιχνινδιού, θερώ ότι ξεκινάει ακριβώς από εκεί: από το ότι η εξουσία διατηρεί, με βάσιμα επιχειρήματα, την βεβαιότητα ότι οι πολίτες αυτά όλα (κοινωνική δικαιοσύνη, δικαιώματα, διεκδίκηση) τα βρίσκουν ψιλά γράμματα.