Η αποδέσμευση του ατόμου από την αυθεντία των γονέων κατά τη διάρκεια της ενηλικίωσης είναι -για την ψυχανάλυση- ένα από τα πιο αναγκαία κατορθώματα της ανθρώπινης εξέλιξης. Και ταυτόχρονα ένα από τα πιο επώδυνα. Όταν, όμως, οι γονείς ανήκουν στη Βασιλική Οικογένεια και το οικογενειακό μυθιστόρημα γράφεται μέσα στο Μπάκιγχαμ, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα.

Η «Ρεζέρβα»(Spare) του Πρίγκιπα Χάρη, που μόλις κυκλοφόρησε και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πεδίο, αποτελεί ένα ντοκουμέντο 477 σελίδων για το τρόπο που ενηλικιώνονται κάποια παιδιά που αδυνατούν για χρόνια να διαχωρίσουν τις δικές τους επιθυμίες από εκείνες του οικογενειακού τους περιβάλλοντος εξαιτίας είτε της πίεσης είτε της σαγήνης που ασκούν πάνω τους οι πρόγονοί τους. Το βιβλίο αποτελεί παράλληλα ένα ντοκουμέντο για το πώς μια οικογενειακή τραυματική εμπειρία μετεγγράφεται στο συλλογικό. Ο Χάρι αφηγείται την ιστορία του και θέτει τρία ερωτήματα. Μπορεί η αγάπη να νικήσει το θυμό; Μπορεί η τρυφερότητα να σβήσει τον πόνο; Μπορεί η ελευθερία να επιβληθεί στο Στέμμα;  Τα ερωτήματα πυροδοτούνται μετά τη συνάντηση του με τη Μέγκαν Μαρκλ αλλά η ρίζα τους βρίσκεται στο «οικογενειακό του μυθιστόρημα», στη χρόνια δυσφορία της μητέρας του Νταϊάνας, η οποία εκφραζόταν μέσα από συστηματικά βουλιμικά επεισόδια και χρόνια θλίψη, στη  σχεδόν νομιμοποιημένη απιστία του πατέρα του Κάρολου, στην αβάσταχτη κυριαρχία της γιαγιάς του Ελισάβετ, στον αδελφό του Ουίλιαμ που είχε καταλάβει από νωρίς τη θέση του «καλού παιδιού» καθιστώντας τον Χάρι διάδοχο- ρεζέρβα.

Έχει χυθεί πολύ ψυχαναλυτικό μελάνι για την επίδραση της οικογένειας στη διαμόρφωση της προσωπικότητας ενός παιδιού και στην ιστορία του.Ο Χάρι ήταν 12 ετών όταν έχασε τη μητέρα του και δεν έπαψε ποτέ – όπως επιβεβαιώνεται και μέσα από τις σελίδες του βιβλίου- να κατηγορεί τα μίντια και τη βασιλική οικογένεια για τη δυστυχία της και το θάνατο της. Ο πόνος και ο θυμός ήταν ωστόσο καταχωνιασμένοι. Ο Χάρι εμφανιζόταν ως ανέμελος και ζωηρός, αδύναμος, ωστόσο, να συνδεθεί πραγματικά με τους Άλλους παρά την διάχυτη κοινωνικότητα του. Συνδεόταν επιδερμικά με φίλους και ερωμένες, κουβαλούσε μια θλίψη την οποία αρνούνταν να αναγνωρίσει ως τέτοια και δεν μπορούσε να συναντήσει ή να αναμετρηθεί με μια πραγματική ιστορία αγάπης.  Όταν γνώρισε τη Μέγκαν, όπως αποκαλύπτεται μέσα από τη δική του αφήγηση- αναγνώρισε στο πρόσωπό της κάτι από τη μητέρα του. Κι όταν την πήρε μαζί του στο Παλάτι, είδε την ιστορία να επαναλαμβάνεται μπροστά του. Η Μέγκαν άρχισε σύντομα να δυσφορεί και η ψυχική της υγεία να επιβαρύνεται. Δεν ήταν πια «ελεύθερη σαν πουλί» όπως τη γνώρισε ενώ εκείνος παρέμενε «φυλακισμένος σε χρυσό κλουβί». Αποφάσισε να αποκτήσει μεγαλύτερη συμμετοχή στην προσωπική του ιστορία και να απομακρυνθεί από το Παλάτι και από έναν φαύλο κύκλο περιφρόνηση και χειραγώγησης.

Το βιβλίο είναι η επιτομή της επιρροής που μπορεί να ασκήσει μια οικογένεια στα μέλη της. Δίχως την αντίθεση των γενεών δεν θα σημειωνόταν πρόοδος της κοινωνίας, λένε οι ειδικοί. Ο Χάρι αντιτάχθηκε και απέρριψε τη βασιλική οικογένεια, όπως είχε κάνει -με τον εντελώς δικό της τρόπο- και η μητέρα του. Όπως θέλησε να κάνει και η σύντροφος του. Και έκαναν τα πρώτα δικά τους βήματα, έναν ωκεανό μακριά.

Στα απομνημονεύματα του περιγράφει αναλυτικά τη ζωή του δίπλα στη μητέρα του Νταϊάνα, στη Βασίλισσα Ελισάβετ, στον αδελφό του Γουίλιαμ, στην Κέιτ. Καταθέτει λεπτομέρειες από την εμπειρία ζωής ως «ρεζέρβα», δηλαδή ως «αναπληρωματικός διάδοχος» μέχρι που η συνάντηση με τη Μέγκαν ανέτρεψε την οπτική του και έφερε στην επιφάνεια τις δικές του επιθυμίες που είχαν θαφτεί κάτω από τις επιθυμίες της βασιλικής οικογένειας. Και μυστικά, πολλά μυστικά.

Ο Γάλλος ψυχίατρος και ψυχαναλυτής Σερζ Τισερόν γράφει στο βιβλίο του «Οικογενειακά Μυστικά» πως τα μυστικά -παρόλο που από μόνα τους δεν είναι ούτε καλά ούτε κακά- εξοστρακίζονται σε πολλές γενιές και βαραίνουν τις ζωές μας.  Όταν κάτι μένει κρυφό και παραμένει για χρόνια «απαγορευμένο θέμα», ακόμα και η αναφορά σε αυτό, αποκτά παθολογικές διαστάσεις. Έτσι, τα μυστικά μπορούν να αιχμαλωτίσουν και να βασανίσουν τα μέλη μιας οικογένειας μέχρι και την τρίτη γενιά.  Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα κλίμα οικογενειακής μυστικοπάθειας, μεγαλώνουν μέσα σε «πληγές σιωπής», με δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα σε ιδιωτικότητα και «θαμμένες αλήθειες».

Αυτό φαίνεται πως συνέβη στην περίπτωση του πρίγκιπα Χάρι, ο οποίος δεν μπορούσε να αγγίξει λεκτικά κάποια θέματα ταμπού για το Παλάτι. Μέχρι που συνάντησε τη Μέγκαν μοιάζει να μην είχε καν συνειδητοποιήσει το αποτύπωμά που είχε πάνω του το βασιλικό οικογενειακό μυθιστόρημα. Όταν συνειδητοποίησε τη “φυλακή της παιδικής του ηλικίας’ αποφάσισε να φύγει, για να μη μεταπηδήσει το τραύμα και στην επόμενη γενιά.

Ενδεικτική είναι η αφιέρωση του βιβλίου του: “Για την Μεγκ, τον Άρτσι και την Λίλι… και, φυσικά, για τη μητέρα μου”.