Ήμουν απ’ αυτές τις περιπτώσεις που λένε «θέλω αγόρι». Όχι γιατί δεν αγαπούσα το γυναίκειο φύλο, αλλά επειδή στο μυαλό μου, τότε, επικρατούσε η πεποίθηση πως με έναν Γιάννη, Δημήτρη, Γιώργο, οποιοδήποτε όνομα τέλοσπάντων, θα μπορούσα «να έρθω πιο κοντά», «να έχουμε κοινά ενδιαφέροντα», «να πηγαίνουμε μαζί για μπάσκετ», «να μιλάμε και να ακούμε μουσική».

Ειλικρινά, δεν έχω ιδεά γιατί όλα αυτά έπαιζαν στο μυαλό μου. Προφανώς, δεν είχα κανένα πρόβλημα το παιδί να είναι κορίτσι, μου ήταν υπερ-αρκετό να γεννηθεί υγιές. Αλλά ξέρετε πως είναι αυτές οι συζητήσεις όταν ανακοινώνεται μια εγκυμοσύνη. «Εσύ τι θέλεις; Αγόρι ή κορίτσι;» σου λένε και καλείσαι να απαντήσεις.

Με τον ερχομό της κόρης μου, η ζωή μου άλλαξε πλήρως και προς το καλύτερο. Από την πρώτη στιγμή μέχρι και τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, αλλά και ως το τέλος της ζωής μου, δεν  μπορώ να σκεφτώ (ούτε υπάρχει λόγος να το κάνω) πώς θα ήμουν χωρίς την Α.

Και μαντέψτε. Στα 7 της χρόνια, νιώθω πως είναι ο πιο κοντινός μου άνθρωπος, πως μπορούμε να έχουμε κοινά ενδιάφεροντα (τώρα και στο μέλλον), πηγαίνουμε μαζί για μπάσκετ, ακούμε και μιλάμε για μουσική. Δεν υπάρχει κάτι που δεν μπορούμε να μοιραστούμε, από μία δραστηριότητα μέχρι μία σκέψη ή ένα συναίσθημα, απλά επειδή είμαστε διαφορετικά φύλα. Τι μας χωρίζει και τις μας κάνει να διαφέρουμε; Τα γενετήσια χαρακτηριστικά; Μόνο. Όμως, τι μας ενώνει; Τα πάντα – και αυτό δεν αφορά αποκλειστικά την σχέση γονέα-παιδιού.

Βέβαια, το βλέπω γύρω μου, πως υπάρχουν γονείς (άνδρες πιο συγκεκριμένα) που συνεχίζουν να διακρίνουν διαφορές μεταξύ άνδρα-γυναίκας και μεγαλώνουν τα παιδιά τους μέσα σε αυτό το πλαίσιο, που καθορίζει την πορεία ενός ανθρώπου βάσει του φύλου του.

Όμως διανύουμε μία εποχή έντονων διεκδικήσεων (όπως οφείλει να είναι κάθε αγώνας), με κυριάρχη απαίτηση την ισότητα μεταξύ των φύλων, την καταπολέμηση της πατριαρχίας, την αλλαγή στο πώς αντιλαμβανόμαστε τους ανθρώπους γύρω μας γενικότερα. Παλαιότερα, ίσως, το να μεγαλώσεις ένα παιδί ήταν πιο εύκολο. Κάπως λειτουργούσε η διαπαιδαγώγηση «στον αυτόματο». Ουσιαστικά οι γονείς μεταβίβαζαν στα παιδιά τους αυτά που οι ίδιοι βιωματικά γνώριζαν, άφηναν στα χέρια του σχολείου την γνώση, και προχωρούσαν ανενόχλητοι στον δρόμο της ανατροφής βασιζόμενοι σε δικά τους κριτήρια. Δεν υπήρχαν έντονες κοινωνικές πιέσεις προς τους γονείς, παρά μόνο πιέσεις από τους γονείς προς τα παιδιά.

Αν ήσουν αγόρι, «τα αγόρια δεν κλαίνε», αν ήσουν κορίτσι, «να είσαι όμορφη». Με τέτοιες διδαχές μεγάλωσαν ολόκληρες γενιές και τώρα προσπαθούμε να αντιστρέψουμε την φορά της Γης. Δύσκολο, αλλά οφείλουμε να το κάνουμε.

Ωστόσο, δεν είναι κάτι που το αντιλαμβάνονται όλοι. Αρκετοί θεωρούν πως είναι μία «τάση» και «σημεία των καιρών», αποκύημα φεμινιστικών οργανώσεων, ανισόρροπων ψυχοσυνθέσεων, προβληματικών προσωπικοτήτων, με απωθημένα και διαστρεβλωμένη ματιά. Είναι αυτοί που συνεχίζουν να συμπεριφέρονται στα παιδιά τους όπως έμαθαν από τους γονείς του, διαιωνίζοντας έτσι λανθασμένα πρότυπα.

«Είσαι μάγκας; Κόλλα πέντε», «Για να δω μπράτσο. Σφίξε», «Έλα μωρέ που πόνεσες. Τι κλαις; Είσαι αντράκι εσύ».

Πόσες φορές τα έχουμε ακούσει αυτά και πόσες φορές σιωπήσαμε; Σχεδόν άπειρες και όλες. Είναι λεπτές οι ισορροπίες. Από τη μία δεν θες να παρέμβεις, αλλά από την άλλη, αυτές οι ατάκες, περνάνε στο υποσυνειδήτο των αγοριών δημιουργώντας μία συγκεκριμένη ψυχοσύνθεση: «Πρέπει να είμαι μάγκας, να έχω μπράτσα, να μην πονάω, να μην κλαίω». Κάτι που στην πορεία της ζωής των αγοριών λειτουργεί τουλάχιστον παρεμβατικά, αν όχι κακοποιητικά, στις ζωές των κοριτσιών.

Εχθές, και αφού μίλησα με την Α. για την σημερινή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, την ρώτησα αν έχει διακρίνει κάποια βασική διαφορά μεταξύ των αγοριών και των κοριτσιών. «Μπα, όχι μπαμπά», μου είπε. Αφού προσπάθησα κάπως να την διευκολύνω σχετικά με το θέμα, την ρώτησα αν τα αγόρια στο σχολείο κλαίνε πιο συχνά από τα κορίτσια, αν θεωρεί πως τα αγόρια έχουν περισσότερη δύναμη, αν ζηλεύει κάτι από την ζωή ενός αγοριού στον βαθμό που γνωρίζει και μπορεί να φανταστεί. Σε όλα μου απάντησε «Όχι».

Ίσως σε αυτές τις ηλικίες τα παιδιά να μην μπορούν να διακρίνουν τις διαφορές και τις ανισότητες. Αργότερα, στην πορεία της ζωης τους, είναι που τα αγόρια θα ισχυροποιήσουν την θέση τους εις βάρος των κοριτσιών.

Η Α. γεννήθηκε στα ροζ, έχει Barbie, φορούσε κορδέλες (τώρα στέκες), θέλει να βαφτεί, να φορέσει τακούνια στο σπίτι, φούστες, φορέματα, την ενδιαφέρει το μαλλί της, θέλει να είναι όμορφη, δεν βρίσκει ενδιαφέρον σε παιχνίδια με μπουλντόζες και όπλα, προτιμάει τους μονόκερους και τις πριγκίπισσες, βαριέται τους νίντζα, τις απόκριες δεν θέλει να ντυθεί κάτι ουδέτερο ή αγορίστικο, θεωρεί πως τα αγόρια «είναι ό,τι να ‘ναι».

Μπορεί στο μυαλό μας όλα αυτά να είναι φυσιολογικά για ένα κορίτσι, αλλά για κάποιους άλλους όχι. Η σύγχρονη αντίληψη γύρω από την διαπαιδαγώγηση και το πώς η κοινωνία, η αγορά, τα πάντα, οφείλει να είναι «ανοιχτή» και να μην κατηγοριοποιεί, είναι μια βαθιά τομή. Για παράδειγμα, στο κουτί ενός παιχνιδιού με εργαλεία να μην υπάρχει αγόρι και αντίστοιχα στην συσκευασία μίας παιδικής κουζίνας να μην εμφανίζεται κορίτσι. Σωστό και με βρίσκει απολύτως σύμφωνο. Όμως δεν πιστεύω πως εκεί βρίσκεται το πρόβλημα, αλλά στην έλλειψη αγάπης. Όχι στο «σ’ αγαπώ», αλλά στο ότι αγαπάμε τον εαυτό μας, αποδεχόμαστε τους πάντες και αγκαλιάζουμε κάθε ψυχή που κατοικεί σε αυτόν τον πλανήτη, ανεξαρτήτως χρώματος, χαρακτηριστικών, κουλτούρας, εθνικότητας και φύλου.

Όταν συζητούσαμε στο γραφείο του Olafaq για την σημερινή Παγκόσμια Ημέρα, τους είπα πως θα γράψω ένα κείμενο με τον τίτλο που διαβάσατε. Τους άρεσε η ιδέα μου, αλλά κρατούσα επιφυλάξεις για το αν μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο – απαιτεί εσωτερική απογύμνωση. Γιατί, η αλήθεια είναι, δεν ξέρω πως είναι να μεγαλώνεις ένα κορίτσι αυτή την εποχή, αλλά γνωρίζω πως είναι να μεγαλώνεις έναν άνθρωπο.

ΥΓ: Α. αυτό το κείμενο είναι για εσένα και εύχομαι, όπως έγραψες στο post it που κόλλησες στον τοίχο σου, «να έχεις δικό σου εαφτό».