«Στο πιστοποιητικό που μου έδωσαν αναγραφόταν η διεύθυνση όπου με είχε εγκαταλείψει η βιολογική μου μητέρα. Το 2000 σε ηλικία 47 ετών ταξίδεψα πρώτη φορά για την Ελλάδα.  Αρχικά αναζήτησα τη γυναίκα στης οποίας το κατώφλι με είχαν αφήσει. Μετά άρχισα να ψάχνω απαντήσεις στο ορφανοτροφείο. Έβαλα το DNA μου σε τέσσερις διάφορες εταιρείες για να βρω βιολογικούς συγγενείς.Αποφάσισα να ανοίξω την ομάδα Facebook  “Greek orphans seeking answers”».

Η μαρτυρία ανήκει σε έναν άνθρωπο που γεννήθηκε στην Ελλάδα ως Ιωάννης αλλά μεγάλωσε σαν Schwartz στις ΗΠΑ γιατί “δόθηκε” σε μια οικογένεια Αμερικανοεβραίων που πλήρωσε για να τον πάρει αλλά μετά το μετάνιωσε. Σήμερα ζει στη Β. Ιρλανδία και από εκεί μας αφηγείται την ιστορία μέσω βιντεοκλήσης. 

Για ποιο λόγο η διαδικασία της υιοθεσίας παραμένει τόσο περίπλοκη στη χώρα μας- παρόλο που αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους θεσμούς παιδικής προστασίας- με αποτέλεσμα να ενισχύεται η παράνομη διακίνηση βρεφών; Και γιατί δεν υπάρχει ένα Εθνικό Μητρώο Υιοθεσιών, μια Εθνική Υπηρεσία Έρευνας για τα υιοθετημένα παιδιά και μια εθνική βάση DNA για την επανένωση βιολογικών οικογενειών;

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τα παιδιά μοιάζουν να διακινούνται ως πράγματα σήμερα στην χώρα μας, το θέμα της αναδοχής και της υιοθεσίας παραμένει ταμπού και το ελληνικό κράτος δείχνει να μη νοιάζεται να διασφαλίσει την τήρηση προδιαγραφών για την υιοθεσία των πλασμάτων που ήδη φέρουν το φορτίο της εγκατάλειψης. Παράλληλα οι άνθρωποι που έχουν υιοθετηθεί  στον παρελθόν δεν διευκολύνονται από την πολιτεία για να ερευνήσουν τη βιολογική τους καταγωγή και να αποκαταστήσουν την ταυτότητα τους. Πριν από λίγες ημέρες η καταγγελία πως η Κιβωτός του Κόσμου μπλόκαρε την υιοθεσία παιδιών για «ανεξιχνίαστους ακόμα λόγους» επανέφερε στο προσκήνιο το ζήτημα των υιοθεσιών στην Ελλάδα. Γιατί αργεί τόσο πολύ η αποϊδρυματοποίηση των παιδιών, είτε πρόκειται για βρέφη εγκαταλελειμμένα στα δημόσια νοσοκομεία είτε για τα παιδιά που διαβιούν στα ιδρύματα; Γιατί από το δημόσιο ιδρυματισμό περνάμε στον ιδιωτικό ιδρυματισμό δεδομένου πως το κράτος αντί να δημιουργήσει ένα ασφαλές πλαίσιο υιοθεσίας «παραδίδει» τα παιδιά στην ευθύνη ιδιωτικών-είτε εκκλησιαστικών είτε ανθρωπιστικών – ιδρυμάτων;

Επικοινωνήσαμε με δυο ανθρώπους που είχαν δοθεί για διακρατική υιοθεσία τιςδεκαετίες του 50 και του 60. Και οι δυο είχαν σταλεί στις ΗΠΑ, σε ακατάλληλες οικογένειες όπως προκύπτει από τις αφηγήσεις τους.  Ζητήσαμε να μάθουμε την ιστορία τους, έτσι ώστε να παρακολουθήσουμε τη διαδρομή τους για να δούμε στην πράξη κατά πόσο η ελληνική πολιτεία βοηθά τους ανθρώπους που αναζητούν τις ρίζες τους να αποκτήσουν πρόσβαση στη γενεαλογική τους καταγωγή, στο ιατρικό τους ιστορικό και στην ελληνική ιθαγένεια.

Βιντεοκλήση από Κονέκτικατ.  Η Robyn Bedell Zalewa ή αλλιώς Ιωάννα Γιαννοπούλου, 65 ετών μας αφηγείται την ιστορία της: «Η μητέρα μου ήταν έγκυος όταν πέθανε ο πατέρας μου. Γεννήθηκα στη Μεσσήνη. Με έστειλαν στην Αμερική, σε ηλικία 14 μηνών, για να έχω μια καλύτερη ζωή γιατί η μητέρα μου είχε άλλα τέσσερα παιδιά. Επικοινώνησαν με ένα ιερέα στον Άγιο Αντώνιο και την οργάνωση Parent for Greek orphans. Πιστεύω πως η υιοθεσία μου ήταν νόμιμη γιατί δεν με πήραν από ορφανοτροφείο. Η βιολογική μου μητέρα με έβαλε στο αεροπλάνο. Η υιοθεσία μου δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί γιατί οι θετοί μου γονείς είχαν χάσει το παιδί τους και υιοθέτησαν για να καλύψουν το κενό. Η μητέρα μου δεν ήθελε να υιοθετήσει. Ο πατέρας μου επέμεινε. Δεν υπήρχε καθόλου αγάπη στη θετή μου οικογένεια. Έφυγα σε ηλικία 17 ετών γιατί το περιβάλλον ήταν τοξικό. Υπήρχε λεκτική βία από τη μεριά της μητέρας μου. Ίσως γιατί ήξερε πως με πήραν από μια οικογένεια που με αγαπούσε. Ο πατέρας μου παντρεύτηκε μια άλλη γυναίκα όταν πέθανε η θετή μου μητέρα μου. Με βοήθησε να βρω τα χαρτιά υιοθεσίας. Ένιωθα σαν την Σταχτοπούτα. Μου έλεγε πως θα έπρεπε να ήμουν ευγνώμων που με υιοθετήσαν. Το 1997 επικοινώνησα με την Αμερικανική πρεσβεία στην Ελλάδα και άρχισα να ψάχνω τη βιολογική μου οικογένεια. Κάποια μέρα έλαβα μια κλήση και για πρώτη φορά  που με αποκάλεσαν Ιωάννα, ήταν συγκλονιστικό. Ήταν η αδελφή μου. Βρήκα ξαδέλφια στο Σικάγο και στην Αυστραλία. Η πρώτη επαφή με την βιολογική μου οικογένεια ήταν το 2007. Το 2008 είδα τη μητέρα μου λίγο πριν πεθάνει. Παλεύω να πάρω την ελληνική υπηκοότητα. Θέλω να ζήσω στην Ελλάδα, με τα αδέλφια μου. Αλλά δεν μου δίνουν το ελληνικό διαβατήριο».

Φωτ.: Τhe Anonymous Photo Project

Βιντεοκλήση από τη  Βόρεια Ιρλανδία. Ιωάννης Καλός Χουσιανάκος, 69 ετών, είναι ένα από τα «χιλιάδες παιδιά που γέμισαν τα ορφανοτροφεία τη δεκαετία του 50», όπως λέει.  Σήμερα έχει το facebook group «Greek orphans seeking answers» , που μετρά 172 μέλη και βοηθά τα υιοθετημένα παιδιά εκείνης της περιόδου να βρουν τις ρίζες τους. «Τα ελληνικά μου είναι περιορισμένα. Θα πρέπει να κάνουμε τη συνέντευξη στα αγγλικά. Ζω στη Βόρεια Ιρλανδία γιατί η σύζυγος μου είναι από το Μπελφαστ. Έχω τρεις υπηκοότητες, καναδική, ιρλανδική, ελληνική. Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου τα έζησα στο ορφανοτροφείο της Αθήνας. Στην ηλικία των πέντε ετών υιοθετήθηκε από μια οικογένεια Αμερικανών μαζί με ένα κοριτσάκι δύο ετών. Ο θετός πατέρας μου ήταν Αμερικανόεβραίος γερμανικής καταγωγής και η θετή μητέρα τμου Αμερικανίδα ιρλανδικής καταγωγής. Οι θετοί γονείς μου έψαχναν ένα μωρό στην Ελλάδα. Τους έδωσαν όμως εμένα και ένα δίχρονο κοριτσάκι. Και πλήρωσαν πολλά χρήματα για να μας πάρουν. Έχω τα ντοκουμέντα που δείχνουν πως πλήρωσαν σε σημερινή αξία 20.000 δολάρια. Το ορφανοτροφείο έβγαλε πολλά λεφτά. Δεν έφυγαν όμως ευχαριστημένοι. Με κακοποιούσαν καθημερινά. Απαιτούσαν να διαγράψω την ελληνικότητα μου. Ήταν τόσο περίεργο. Μιλούσα ελληνικά κανονικά. Ήμουν πέντε ετών! Όποτε μιλούσα ελληνικά με χτυπούσαν. Στην ηλικία των 14 ετών με εγκατέλειψαν σε ένα ψυχιατρικό άσυλο για παραβατικά παιδιά  στις ΗΠΑ. Σε αυτό το άσυλο, ένας ψυχίατρος μου είπε πως ‘’το πρόβλημα δεν ήταν δικό μου αλλά των θετών γονιών μου και πως εγώ αυτό που χρειαζόμουν ήταν μια οικογένεια που θα με αγαπούσε. Έπειτα από κάποιες απόπειρες να το σκάσω, με έβαλαν σε αναμορφωτήριο και  όταν έγινε το δικαστήριο, θυμάμαι πως ρώτησαν τους θετούς γονείς μου αν με ήθελαν. Εκείνοι απάντησαν «όχι πια». Δεν μου έδωσαν καν την αμερικανική υπηκοότητα με αποτέλεσμα να κυκλοφορώ στις ΗΠΑ σαν alien. Κατάλαβα πως έπρεπε να φύγω από τη χώρα και μετακόμισα στον Καναδά. Είχα ανάγκη από μια ταυτότητα. Έγραψα στην αμερικανική κυβέρνηση και μου έστειλα το πιστοποιητικό βάφτισής μου από την Ελλάδα. Μπορείτε να φανταστείτε έναν Έλληνα που τον αποκαλούσαν Schwarz; Μισούσα αυτό το όνομα. Αρκετά χρόνια αργότερα η σύζυγος μου επικοινώνησε με τη θετή μου μητέρα για να καταλάβει τι είχε συμβεί. Εκείνη της αποκάλυψε πως «επιστρέφοντας από την Ελλάδα, καταλάβαμε πως είχαμε κάνει λάθος. Όσο μεγάλωνε το facebook group μου είδα πως οι περισσότεροι αναζητούσαν τη δική τους απάντηση μέσα από τεστ DNA. Στην Ελλάδα όμως δεν υπήρχε DNA DATA BASE. Χρειαζόμουν όμως αποδείξεις. Έκανα το Dna test και η λύση δόθηκε από την ελληνική διασπορά. Στα 65 μου βρήκα τη βιολογική μου οικογένεια. Ήρθα σε επαφή με τον Στέλιο Καλκανάκο διαδικτυακά ως αντιπρόεδρο του Συλλόγου ΣΕΑΣΥΠ, αφότου πήρα τα αποτελέσματα του DNA και γνώρισα την ξαδέλφη μου. Όχι μόνο είχα μια ξαδέλφη αλλά και οι δυο ζούσαμε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εγώ στην Βόρεια Ιρλανδία και εκείνη στο Μπρίστολ. Όταν με είδε μέσω βιντεοκλήσης Skype αναφώνησε «πόσο μοιάζεις με το θείο Γιώργο». Έτσι έμαθα την ιστορία μου. Ο πατέρας μου με θυσίασε για την καριέρα του. Το 2018 ταξίδεψα ξανά στην Ελλάδα για να γνωρίσω τη βιολογική μου αδελφή. Τότε πήγα στην ιδιαίτερη πατρίδα του πατέρα μου στη Μάνη».

Επικοινωνήσαμε με τον Στέλιο Καλκανάκο, Αντιπρόεδρο του ΣΕΑΣΥΠ (Σύλλογος Έρευνας και Αποκάλυψης Στοιχείων Υιοθετημένων Παιδιών) που αγωνίζεται εδώ και χρόνια για να  εφαρμοστεί ένας νόμος, έτσι ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα χιλιάδων αθρώπων που αναζητούσαν τις ρίζες τους και να πάψει επιτέλους να είναι ένα ζήτημα εθελοντισμού και να γίνει ζήτημα κρατικής μέριμνας. 

«Οι νομοθετήσεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα προβλέπουν μόνο να  φύγουν τα παιδιά από τις κρατικές δομές και να πάνε σε δομές ΜΚΟ, οι οποίες δεν διαθέτουν καν το κατάλληλο προσωπικό. Αυτό σημαίνει πως το κράτος αποποιείται την ευθύνη του για την προστασία των παιδιών και τα αφήνει ανεξέλεγκτα στα χέρια ιδιωτών», μας λέει.

Στέλιος Καλκανάκος

Πριν από μερικά χρόνια ο ΣΕΑΣΥΠ μας είχε ενημερώσει πως είχε ζητήσει εγγράφως από την ελληνική πολιτεία τη δημιουργία τριών μεγάλων εθνικών βάσεων δεδομένων, οι οποίες θα διευκόλυναν τη διαδικασία της έρευνας της βιολογικής καταγωγής για όσους έχουν υιοθετηθεί, αλλά και τον εντοπισμό των παρανόμως υιοθετημένων παιδιών που απήχθησαν από μαιευτικές κλινικές και ιδρύματα χωρίς τη συγκατάθεση των γονέων τους. Για την ακρίβεια είχε ζητήσει τη δημιουργία ενός ψηφιοποιημένου Εθνικού Μητρώου Υιοθεσιών που θα αφορούσε όλες τις υιοθεσίες από το 1945 έως σήμερα, το οποίο θα συγκέντρωνε στοιχεία όπως οι αριθμοί των δικαστικών αποφάσεων που κηρύσσουν την υιοθεσία, οι δομές στις οποίες φιλοξενήθηκε ένα παιδί προτού υιοθετηθεί, καθώς και τα υπάρχοντα στοιχεία τόσο των θετών όσο και των βιολογικών συγγενών του. Όπως και τη  δημιουργίας μιας Ψηφιακής Εθνικής Βάσης DNA, η οποία θα συγκέντρωνε και θα διασταύρωνε τα αποτελέσματα των αναλύσεων DNA υιοθετημένων παιδιών που αναζητούσαν τις βιολογικές οικογένειές τους και οικογενειών που αναζητούσαν τα παρανόμως υιοθετηθέντα μέλη τους.

Το ψηφιοποιημένο Εθνικό Μητρώο Υιοθεσιών που θα αφορούσε όλες τις υιοθεσίες από το 1945 έως σήμερα, δεν δημιουργήθηκε ποτέ. Όπως δεν δημιουργήθηκε ποτέ ούτε η Ψηφιακή Εθνική Βάση DNA, η οποία θα συγκέντρωνε και θα διασταύρωνε τα αποτελέσματα των αναλύσεων DNA υιοθετημένων παιδιών που αναζητούσαν τις βιολογικές οικογένειές τους και τις οικογένειες που έψαχναν τα παρανόμως υιοθετηθέντα μέλη τους.. Τα παιδιά της καρδιάς που αναζητούν τις ρίζες τους συνεχίζουν να ψάχνουν μόνα τους. 

Ο Στέλιος Καλκανάκος είναι και ο ίδιος υιοθετημένος. Γι’ αυτό και αποφάσισε μαζί με τη Μαρία Σελέκου (Πρόεδρο του ΣΕΑΣΥΠ και  επίσης υιοθετημένη) να ιδρύσουν το 1996 τον Σύλλογο έτσι ώστε να υπάρχει ένας φορέας εκπροσώπησης και αναζήτησης στοιχείων, που μέχρι τότε «λόγω απορρήτου δεν μπορούσαμε να μάθουμε». Όταν τον είχαμε συναντήσει πριν από λίγα χρόνια για τις ανάγκες ενός παλαιότερου ρεπορτάζ δεν είχε καταφέρει να εντοπίσει τη βιολογική του οικογένεια.  Χάρη σε μια ιδιωτική , όμως, πλατφόρμα DNA, τα κατάφερε. Δεν υπήρξε, ωστόσο, καμία κρατική βοήθεια σε αυτή τον αγώνα.

Η απόδοση της ελληνικής υπηκοότητας είνα ηθική υποχρέωση του Ελληνικού κράτους για τη “διατάραξη του ανοίκειν” όλων των παιδιών που άφησε να “πουληθούν” στις ΗΠΑ και σήμερα δεν αναγνωρίζει καν ως Έλληνες πολίτες. Αν δεν πάψει να είναι ταμπού αυτό το σκοτεινό κεφάλαιο στην ιστορία της Ελλάδας, οι υιοθεσίες  δεν θα γίνουν ποτέ με όρους που θα διασφαλίζουν το συμφερόν των παιδιών.