Στη Νέα Ζηλανδία ο νοικοκύρης όταν πεθάνει θάβεται μέσα στο σπίτι του, που παρατιέται με τα πράγματα μέσα και δεν το ξαναπειράζει ζωντανός. Έτσι, σε κάθε χωριό, τα μισά κτίρια, ίσως και παραπάνω, ανήκουν στους πεθαμένους.

Παναγής Λεκατσάς, «Η Ψυχή – Η Ιδέα της Αθανασίας και τα Έθιμα του Θανάτου».


Για κάποιους λαούς που κάποιοι θα ονομάζαν «πρωτόγονους» ή ακόμα και «ντεμοντέ» -όπως φαίνεται να χαρακτήρισε πρόσφατα τη συζήτηση για την πρώτη κατοικία ο Άδωνις Γεωργιάδης- η κατοικία αποτελούσε ιερό θεσμό, σε αντίθεση με τις σύγχρονες κι επισφαλείς συνθήκες στέγασης που επικρατούν τόσο στη χώρα μας, όσο και στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες.

Με μια μικρή παρένθεση την αποτροπή έξωσης μιας μονογονεϊκής οικογένειας με παιδί με αναπηρία, μετά από έναν ακόμη πλειστηριασμό πρώτης κατοικίας στα Πετράλωνα, χάριν στην κινητοποίηση των ανθρώπων της γειτονιάς.

Όταν ο Ένγκελς περιέγραφε τις άθλιες συνθήκες στέγασης της εργατικής τάξης στην Αγγλία τον 1843, οι καπιταλιστές πρόβαλλαν μια δικαιολογία (για να καλύψουν την άγρια ταξική εκμετάλλευση). Ότι εκείνη την περίοδο τα τεράστια κύματα εσωτερικής μετανάστευσης και η έκρηξη του αστικού πληθυσμού δημιούργησαν μια αντικειμενική δυσκολία για την άμεση στέγαση της εργατικής τάξης. Ενώ σταδιακά, λόγω διαταξικών πανδημιών, το κεφάλαιο άρχισε να μεριμνά για τις στοιχειώδεις συνθήκες στέγασης των εργατών. Αντίθετα, σήμερα δεν υπάρχει καμιά «αντικειμενική» δυσκολία που να καλεί τους σύγχρονους υποψήφιους άστεγους στη χώρα μας να ανέχονται να τους πετάν με τις κλωτσιές από τα διαμερίσματά που, έτσι κι αλλιώς θα προστεθούν στην ήδη τεράστια συλλογή άδειων σπιτιών, των τραπεζών, του AirBnB και του Real Estate. Το ίδιο και αυτοί που δεν μπορούν να ξοφλήσουν το νοίκι σε κάποιον μικρό ή μεγάλο ιδιοκτήτη. Τελικά, στο ζήτημα της κατοικίας αναδεικνύεται σήμερα μια κομβική αντίφαση: Η κατοικία ως αξία χρήσης αναιρείται για πολλούς και αυτό που απομένει είναι η εν δυνάμει ανταλλακτική της αξία. Αυτή τη στιγμή, η συσσώρευση άδειων σπιτιών -που κερδίζεται με το να πετάς τους με τις κλοτσιές τους πολίτες από τα διαμερίσματά τους- σημαίνει συσσώρευση πλούτου για το κεφάλαιο.

Προκύπτει δηλαδή ένα νέο πεδίο επένδυσης του μεγάλου κεφαλαίου -η κατοικία ήταν πάντα ένα τέτοιο πεδίο, ωστόσο τώρα αυτό που αλλάζει είναι ότι το μεγάλο κεφάλαιο επεκτείνεται στο έδαφος του μικρού, δηλαδή τους ιδιοκτήτες των διαμερισμάτων. Ταυτόχρονα υπάρχει συσσώρευση ιδιοκτησίας κατοικιών η πρόσοδος από τις οποίες δεν πηγάζει μόνο από το ενοίκιο (και την πώληση) αλλά από την τιτλοποίηση της ιδιοκτησίας.

Στην Ελλάδα μέχρι σχετικά πρόσφατα η κατοικία καθεαυτή δεχόταν έμμεσα και όχι άμεσα κτυπήματα. Παρά το κάθε χαράτσι, υπήρχε προστασία πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς, ενώ η εκδήλωση της κρίσης που συνοδεύτηκε από μια πτώση τιμών κατοικίας και ενοικίων που καθιστούσε την κατοικία προσβάσιμη σε όσους είχαν εργασία- τουλάχιστον με τη μορφή ενοικίου, αυτό σήμερα με την εξάπλωση του Real Estate φαίνεται να αλλάζει άρδην και να καθιστά άμεση αναγκαιότητα την προώθηση ενός αγώνα που να διεκδικεί το δικαίωμα στη στέγη. Εξάλλου όλα αυτά δεν ήρθαν σαν κεραυνός εν αιθρία. Μήπως αυτές είναι οι συνέπειες της πολιτικής της ΝΔ, η οποία κατήργησε κάθε προστασία πρώτης κατοικίας με αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι να κινδυνεύουν σήμερα να βρεθούν στο δρόμο.

Όπως και σε κάθε άλλη πτυχή του κοινωνικού αγώνα, η εκδήλωση ενός κινήματος με μαζικούς όρους φαίνεται να προσκρούει σε ένα δεύτερο ανάχωμα. Είναι σαφές ότι κανένα πολιτικό κόμμα δεν θα σώσει κανέναν από έξωση ή πλειστηριασμό. Εντούτοις, λαϊκές συνελεύσεις, πολιτικά στέκια, καταλήψεις, εργατικές λέσχες, δομές αλληλεγγύης και άλλες πρωτοβουλίες με παρεμβάσεις στις γειτονιές απέδειξαν αυτές τις μέρες ότι συνθέτουν μια κινηματική συνθήκη που κάθε άλλο παρά έχει εξαντλήσει τις δυνατότητές της.

Στο βαθμό που επιβιώνουν και ενδυναμώνονται τα παραπάνω κινηματικά σχήματα, μπορούμε άμεσα ή έμμεσα, να ελπίζουμε σε ένα κίνημα για την κατοικία. Και να πιστέψουμε ξανά ότι ο λαός σώζει το λαό!
Γιατί η προστασία της πρώτης κατοικίας δεν είναι «ντεμοντέ», είναι δικαίωμα.

Δείτε επίσης: H έξωση ως ύστατη πράξη κρατικής βιαιότητας απέναντι στον πολίτη