Τα τελευταία χρόνια, οι Millennials και η Gen-Z βρίσκονται στο επίκεντρο μιας διαρκούς συζήτησης που αφορά την οικονομική τους κατάσταση. Με πολλά άρθρα και δημοσιεύματα να ισχυρίζονται ότι αυτές οι γενιές είναι πιο πλούσιες από ποτέ. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Στην πραγματικότητα οι Millennials και η Gen-Z αντιμετωπίζουν πρωτοφανείς οικονομικές δυσκολίες, με τα οικονομικά τους να βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη των προκατόχων τους.
Το παρόν άρθρο αποκαλύπτει την αλήθεια πίσω από τους ισχυρισμούς –που κατά τη γνώμη μας δεν είναι μόνο λανθασμένοι αλλά και επικίνδυνοι– και εμβαθύνει στους διάφορους παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτό το φαινόμενο, διερευνώντας το σύνθετο πλέγμα οικονομικών, κοινωνικών και τεχνολογικών αλλαγών που έχουν αναδιαμορφώσει το οικονομικό τοπίο για αυτές τις γενιές.
Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης
Οι μεγάλες οικονομικές κρίσεις έχουν επηρεάσει σημαντικά την οικονομική πορεία των Millennials και της Gen-Z. Οι Millennials, γεννημένοι μεταξύ 1981 και 1996, εισήλθαν στην αγορά εργασίας κατά τη διάρκεια ή μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Το γεγονός αυτό, που συχνά αποκαλείται Μεγάλη Ύφεση, οδήγησε σε εκτεταμένες απολύσεις, πάγωμα μισθών και μια γενική οικονομική δυσφορία η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Το timing δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερο για τους περισσότερους Millennials, οι οποίοι αγωνίζονταν να εξασφαλίσουν σταθερή απασχόληση ή αντιμετώπιζαν υποαπασχόληση σε θέσεις που δεν αντιστοιχούσαν στα προσόντα τους. Αυτή η αποτυχία στην αρχή της σταδιοδρομίας τους είχε μακροχρόνιες επιπτώσεις, με πολλούς να βιώνουν αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «οικονομικές ουλές» – έναν επίμονο αρνητικό αντίκτυπο στις απολαβές και την εξέλιξη της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας.
Η γενιά Ζ, που γεννήθηκε μεταξύ 1997 και 2012, αντιμετώπισε το δικό της οικονομικό βάπτισμα του πυρός με την πανδημία. Καθώς άρχισαν να εντάσσονται στο εργατικό δυναμικό, η παγκόσμια οικονομία γνώρισε μια άνευ προηγουμένου αναταραχή. Τα απανωτά λόκνταουνς, το κλείσιμο επιχειρήσεων και η διάχυτη αβεβαιότητα έκαναν δύσκολο για πολλούς της γενιάς Z να καταφέρουν να σταθεροποιηθούν στην καριέρα τους.
Σε σύγκριση με τις προηγούμενες γενιές, οι Millennials και η Gen Z αντιμετώπισαν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας και πιο έντονη μισθολογική στασιμότητα στα πρώτα χρόνια της εργασίας τους.
Για παράδειγμα, μια μελέτη της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του St. Louis διαπίστωσε ότι οι Millennials που γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1980 είχαν επίπεδο πλούτου 38% χαμηλότερο από αυτό που θα αναμενόταν με βάση την εμπειρία των προηγούμενων γενεών της ίδιας ηλικίας.
Μια απαιτητική και μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας
Η αγορά εργασίας στην οποία κινούνται οι Millennials και η γενιά Ζ διαφέρει κατά πολύ από τις προηγούμενες γενιές. Τα άλλοτε καθιερωμένα (και κερδισμένα) εργασιακά δικαιώματα έχουν υπονομευτεί και η εργασιακή ασφάλεια φαντάζει με μακρινή ουτοπία.
Μια σημαντική αλλαγή είναι η άνοδος του gig economy ή της οικονομίας της πλατφόρμας και της freelance απασχόλησης. Ενώ οι ρυθμίσεις αυτές προσφέρουν ευελιξία, συχνά επιβαρύνουν τη σταθερότητα, τις παροχές και τη μακροπρόθεσμη οικονομική ασφάλεια. Πολλοί νέοι εργαζόμενοι με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις συνδυάζουν πολλές δουλειές μερικής απασχόλησης για να τα βγάλουν πέρα και μάλιστα χωρίς το δίχτυ ασφαλείας της υγειονομικής ασφάλισης ή των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων που στο παρελθόν όφειλε να παρέχει ο εργοδότης.
Επιπλέον, η εξαφάνιση των παραδοσιακών θέσεων εργασίας για αρχάριους έχει καταστήσει δυσκολότερο για τους νέους να εδραιωθούν στα επαγγέλματα που έχουν επιλέξει. Πολλοί ρόλοι που κάποτε χρησίμευαν ως σκαλοπάτια, απαιτούν πλέον πολυετή εμπειρία ή ανώτερα πτυχία, οδηγώντας τους νέους πτυχιούχους σε επαγγελματικά αδιέξοδα
Οι αυξανόμενες απαιτήσεις για ανώτερες σπουδές έχουν οδηγήσει σε ένα επιπλέον οικονομικό βάρος: τα φοιτητικά έξοδα. Με την αύξηση του κόστους ζωής, συμπεριλαμβανομένης και της αύξησης των ενοικίων, τα έξοδα της φοιτητικής ζωής έχουν εκτοξευτεί στα ύψη, Ως αποτέλεσμα, απαιτείται από τους φοιτητές να εργάζονται full –time ή ακόμα και να παίρνουν φοιτητικά δάνεια ώστε να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στις αυξανόμενες οικονομικές ανάγκες τους. Το χρέος αυτό επιβραδύνει την οικονομική τους εξέλιξη, καθυστερώντας σημαντικά στάδια της ζωής τους, όπως η απόκτηση στέγης ή η δημιουργία οικογένειας.
Η υποαπασχόληση αποτελεί μια ακόμη μεγάλη δοκιμασία, με πολλούς νέους εργαζόμενους να συμβιβάζονται με θέσεις εργασίας οι οποίες δεν αξιοποιούν πλήρως τις δεξιότητές τους ή δεν ανταποκρίνονται στις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες. Μια έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστήμιο Αθηνών διαπίστωσε υψηλά ποσοστά ανεργίας σε νέους, που έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους, ενώ έλλειμμα δεξιοτήτων και η προβληματική σύνδεση των υπαρχουσών δεξιοτήτων με την αγορά εργασίας διαφαίνεται και στους αντίστοιχους δείκτες ανεργίας, αναφέρει χαρακτηριστικά η σχετική έκθεση.
Το υψηλό ποσοστό ανεργίας των αποφοίτων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, δημιουργεί συνθήκες για αύξηση της υποαπασχόλησης και μετανάστευσης. Οι απόφοιτοι της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, μπορεί να συνεχίζουν να απορροφώνται στην αγορά εργασίας, σε σχετικά καλύτερους ρυθμούς από τις προηγούμενες κατηγορίες εκπαίδευσης, αλλά το ποσοστό ανεργίας τους παραμένει ιδιαιτέρως υψηλό.
Κοιτάζοντας μπροστά, οι εμπειρογνώμονες προβλέπουν ότι το μέλλον της εργασίας θα συνεχίσει να μεταβάλλεται με ραγδαίους ρυθμούς. Η προσαρμοστικότητα και η συνεχής κατάρτιση θα έχουν καθοριστική σημασία για την επαγγελματική επιτυχία, ασκώντας πρόσθετη πίεση στις νεότερες γενιές να αναβαθμίζουν και να επανεκπαιδεύονται συνεχώς προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
Το δίκοπο μαχαίρι της τεχνολογίας
Η τεχνολογία έχει αλλάξει ριζικά το οικονομικό τοπίο, παρουσιάζοντας ευκαιρίες και προκλήσεις για τους Millennials και τη Gen-Z.
Από τη μία πλευρά, η ψηφιακή οικονομία έχει δημιουργήσει νέους κλάδους και νέες κατηγορίες θέσεων εργασίας που δεν υπήρχαν πριν από μια γενιά. Οι νέοι με τεχνικές γνώσεις έχουν πετύχει στον σχεδιασμό εφαρμογών και στο ψηφιακό μάρκετινγκ ως YouTubers, Influencers ή προγραμματιστές ιστότοπων και στην πληροφορική.
Ωστόσο, η άνοδος της αυτοματοποίησης και της τεχνητής νοημοσύνης έχει επίσης οδηγήσει στην εκτόπιση πολλών θέσεων εργασίας, ιδίως εκείνων που περιλαμβάνουν καθήκοντα ρουτίνας ή επαναλαμβανόμενες εργασίες. Μελέτη του Παγκόσμιου Ινστιτούτου McKinsey εκτίμησε ότι έως το 2030, έως και 375 εκατομμύρια εργαζόμενοι παγκοσμίως ενδέχεται να χρειαστεί να αλλάξουν επάγγελμα λόγω της αυτοματοποίησης.
Οι κλάδοι που παραδοσιακά απασχολούσαν μεγάλο αριθμό νέων εργαζομένων, όπως το λιανικό εμπόριο και η μεταποίηση, έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την τεχνολογική αναδιάρθρωση. Για παράδειγμα, η άνοδος του ηλεκτρονικού εμπορίου έχει οδηγήσει στο κλείσιμο χιλιάδων καταστημάτων, καταργώντας πολλές θέσεις εργασίας στο λιανικό εμπόριο.
Ο ταχύς ρυθμός των τεχνολογικών αλλαγών σημαίνει επίσης ότι οι δεξιότητες που διδάσκονται στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο μπορούν γρήγορα να ξεπεραστούν. Αυτό δημιουργεί συνεχή πίεση για την απόκτηση νέων δεξιοτήτων και την προσαρμογή στις αναδυόμενες τεχνολογίες, συχνά εις βάρος του εργαζομένου.
Παγκοσμιοποίηση και διεθνείς εμπορικές πιέσεις
Η όλο και πιο διασυνδεδεμένη παγκόσμια οικονομία έχει επηρεάσει βαθιά τις αγορές εργασίας στις ανεπτυγμένες χώρες, στις οποίες ζουν οι περισσότεροι Millennials και Gen-Z. Η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις να προσφέρουν θέσεις εργασίας σε χώρες με χαμηλότερο εργατικό κόστος, ασκώντας πιέσεις στους μισθούς σε πολλούς τομείς.
Κλάδοι όπως η μεταποίηση, η εξυπηρέτηση πελατών, ακόμη και ορισμένες επαγγελματικές υπηρεσίες έχουν υποστεί αξιόλογη εξωτερική ανάθεση τις τελευταίες δεκαετίες. Ενώ αυτό έχει οδηγήσει σε μείωση των τιμών για τους καταναλωτές, έχει επίσης οδηγήσει σε απώλεια θέσεων εργασίας και στασιμότητα των μισθών για πολλούς εργαζόμενους στις ανεπτυγμένες χώρες.
Μελέτη του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών των ΗΠΑ διαπίστωσε ότι μόνο το αυξημένο εμπόριο με την Κίνα οδήγησε στην απώλεια 2,4 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ μεταξύ του 1999 και του 2011, πολλές από τις οποίες αφορούσαν τομείς της μεταποίησης που παραδοσιακά παρείχαν σταθερή απασχόληση στη μεσαία τάξη.
Ενώ οι υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης υποστηρίζουν ότι «επιφέρει οφέλη» στα κράτη, όπως η διεύρυνση της πολιτιστικής ανταλλαγής και η πρόσβαση σε μια ευρύτερη ποικιλία αγαθών και υπηρεσιών, έχει ουσιαστικά συμβάλει στην εισοδηματική ανισότητα και την εργασιακή ανασφάλεια για πολλούς νεότερους εργαζόμενους στις ανεπτυγμένες οικονομίες.
Το βάρος της νομισματικής πολιτικής και του χρέους
Οι νομισματικές πολιτικές, ιδίως εκείνες που σχετίζονται με τα επιτόκια, έχουν επηρεάσει σημαντικά την οικονομική ευημερία των Millennials και της γενιάς Z. Ως απάντηση στις οικονομικές κρίσεις, οι κεντρικές τράπεζες διατήρησαν ιστορικά χαμηλά επιτόκια για παρατεταμένες περιόδους.
Παρόλο που αυτό κατέστησε φθηνότερο τον δανεισμό, κατέστησε επίσης πιο δύσκολο για τους νέους να δημιουργήσουν πλούτο μέσω των κλασικών αποταμιευτικών λογαριασμών ή των παραδοσιακών συντηρητικών επενδύσεων.
Το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων συνέβαλε στην αύξηση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, ιδίως στην αγορά κατοικίας. Η ιδιοκατοίκηση έχει γίνει όλο και πιο ανέφικτη για πολλούς νέους, αναγκάζοντάς τους να συνεχίσουν να νοικιάζουν και να στερούνται αυτή την κλασική μορφή συσσώρευσης πλούτου.
Ο συνδυασμός των υψηλών επιπέδων χρέους και της δυσκολίας συσσώρευσης περιουσιακών στοιχείων έχει οδηγήσει σε σημαντικό χάσμα πλούτου μεταξύ των νεότερων και των μεγαλύτερων γενεών. Παρά το γεγονός ότι αποτελούν τη μεγαλύτερη γενιά στο εργατικό δυναμικό, οι millennials ελέγχουν μόλις το 9,2% του πλούτου των ΗΠΑ. Οι Millennials αποτελούν το 35% των σημερινών εργαζομένων στις ΗΠΑ.
Αύξηση του κόστους διαβίωσης και οικονομική ανασφάλεια
Ίσως μία από τις πιο απτές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Millennials και η Gen-Z είναι το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης, ιδίως όσον αφορά τη στέγαση, την υγειονομική περίθαλψη και την στέγαση. Το κόστος αυτό ξεπερνά σταθερά την αύξηση των μισθών, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολο για τους νέους να επιτύχουν οικονομική σταθερότητα.
Το κόστος στέγασης έχει εκτοξευθεί στα ύψη σε πολλές αστικές περιοχές όπου συγκεντρώνονται οι ευκαιρίες απασχόλησης. Σε πόλεις όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, αλλά και μικρότερες πόλεις και νησια, δεν είναι ασυνήθιστο για τους νέους επαγγελματίες να ξοδεύουν πάνω από το 50% του εισοδήματός τους στο ενοίκιο, αφήνοντας ελάχιστο περιθώριο για αποταμιεύσεις ή άλλα έξοδα.
Το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης έχει επίσης αυξηθεί δραματικά, με πολλούς νέους είτε ανασφάλιστους είτε υποασφαλισμένους λόγω των υψηλών ασφαλίστρων . Αυτό δημιουργεί μια επισφαλή κατάσταση, όπου ένα και μόνο ιατρικό επείγον περιστατικό μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική καταστροφή.
Οι αυξανόμενες δαπάνες, οι στάσιμοι μισθοί και η εργασιακή ανασφάλεια έχουν οδηγήσει σε «κρίση κόστους ζωής» για πολλούς νέους. Τα παραδοσιακά οικονομικά ορόσημα, όπως η ιδιοκτησία σπιτιού, η δημιουργία οικογένειας ή η αποταμίευση για συνταξιοδότηση, φαντάζουν όλο και πιο ανέφικτα.
Αυτή η οικονομική ανασφάλεια αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης τάσης αύξησης της ανισότητας του πλούτου. Μια έκθεση του Κέντρου Ερευνών Pew διαπίστωσε ότι το χάσμα πλούτου μεταξύ των πιο εύπορων και των φτωχότερων οικογενειών της Αμερικής υπερδιπλασιάστηκε από το 1989 έως το 2016, με τις νεότερες γενιές να σηκώνουν το κύριο βάρος αυτής της ανισότητας.
Συμπέρασμα
Οι οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Millennials και η Gen-Z είναι σύνθετες και πολύπλευρες, που έχουν τις ρίζες τους σε οικονομικούς, τεχνολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Από τις παρατεταμένες επιπτώσεις των μεγάλων οικονομικών κρίσεων έως τις τεχνολογικές αναδιαρθρώσεις και της παγκοσμιοποίησης, οι γενιές αυτές κινούνται σε ένα οικονομικό τοπίο που διαφέρει σημαντικά από εκείνο των προκατόχων τους.
Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων θα απαιτήσει συντονισμένες προσπάθειες από τους φορείς χάραξης πολιτικής, τους εργοδότες και την κοινωνία. Οι πιθανές λύσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μεταρρυθμίσεις στα συστήματα εκπαίδευσης και τραπεζικού δανεισμού, πολιτικές για την αντιμετώπιση της οικονομικής προσβασιμότητας στη στέγαση και πρωτοβουλίες για την προώθηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της ανάπτυξης δεξιοτήτων σε αναδυόμενους κλάδους.
Καθώς ατενίζουμε το μέλλον, είναι σαφές ότι η οικονομική ευημερία των Millennials και της Gen-Z θα έχει βαθιές επιπτώσεις στην ευρύτερη οικονομία και κοινωνία. Η πεποίθηση ότι αυτές οι γενιές είναι πιο πλούσιες από ποτέ είναι όχι μόνο λανθασμένη, αλλά και επικίνδυνη, καθώς αγνοεί τις πραγματικές οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Η ανάγκη για αποτελεσματικές πολιτικές και κοινωνικές παρεμβάσεις είναι επιτακτική για να εξασφαλιστεί η οικονομική ευημερία αυτών των γενεών στο μέλλον.
➠ Διαβάστε επίσης: Ένα γράμμα αγάπης προς τη γενιά Z
Τα τελευταία χρόνια, οι Millennials και η Gen-Z βρίσκονται στο επίκεντρο μιας διαρκούς συζήτησης που αφορά την οικονομική τους κατάσταση. Με πολλά άρθρα και δημοσιεύματα να ισχυρίζονται ότι αυτές οι γενιές είναι πιο πλούσιες από ποτέ. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Στην πραγματικότητα οι Millennials και η Gen-Z αντιμετωπίζουν πρωτοφανείς οικονομικές δυσκολίες, με τα οικονομικά τους να βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από εκείνη των προκατόχων τους.
Το παρόν άρθρο αποκαλύπτει την αλήθεια πίσω από τους ισχυρισμούς –που κατά τη γνώμη μας δεν είναι μόνο λανθασμένοι αλλά και επικίνδυνοι– και εμβαθύνει στους διάφορους παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτό το φαινόμενο, διερευνώντας το σύνθετο πλέγμα οικονομικών, κοινωνικών και τεχνολογικών αλλαγών που έχουν αναδιαμορφώσει το οικονομικό τοπίο για αυτές τις γενιές.
Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης
Οι μεγάλες οικονομικές κρίσεις έχουν επηρεάσει σημαντικά την οικονομική πορεία των Millennials και της Gen-Z. Οι Millennials, γεννημένοι μεταξύ 1981 και 1996, εισήλθαν στην αγορά εργασίας κατά τη διάρκεια ή μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Το γεγονός αυτό, που συχνά αποκαλείται Μεγάλη Ύφεση, οδήγησε σε εκτεταμένες απολύσεις, πάγωμα μισθών και μια γενική οικονομική δυσφορία η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Το timing δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερο για τους περισσότερους Millennials, οι οποίοι αγωνίζονταν να εξασφαλίσουν σταθερή απασχόληση ή αντιμετώπιζαν υποαπασχόληση σε θέσεις που δεν αντιστοιχούσαν στα προσόντα τους. Αυτή η αποτυχία στην αρχή της σταδιοδρομίας τους είχε μακροχρόνιες επιπτώσεις, με πολλούς να βιώνουν αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «οικονομικές ουλές» – έναν επίμονο αρνητικό αντίκτυπο στις απολαβές και την εξέλιξη της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας.
Η γενιά Ζ, που γεννήθηκε μεταξύ 1997 και 2012, αντιμετώπισε το δικό της οικονομικό βάπτισμα του πυρός με την πανδημία. Καθώς άρχισαν να εντάσσονται στο εργατικό δυναμικό, η παγκόσμια οικονομία γνώρισε μια άνευ προηγουμένου αναταραχή. Τα απανωτά λόκνταουνς, το κλείσιμο επιχειρήσεων και η διάχυτη αβεβαιότητα έκαναν δύσκολο για πολλούς της γενιάς Z να καταφέρουν να σταθεροποιηθούν στην καριέρα τους.
Σε σύγκριση με τις προηγούμενες γενιές, οι Millennials και η Gen Z αντιμετώπισαν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας και πιο έντονη μισθολογική στασιμότητα στα πρώτα χρόνια της εργασίας τους.
Για παράδειγμα, μια μελέτη της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του St. Louis διαπίστωσε ότι οι Millennials που γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1980 είχαν επίπεδο πλούτου 38% χαμηλότερο από αυτό που θα αναμενόταν με βάση την εμπειρία των προηγούμενων γενεών της ίδιας ηλικίας.
Μια απαιτητική και μεταβαλλόμενη αγορά εργασίας
Η αγορά εργασίας στην οποία κινούνται οι Millennials και η γενιά Ζ διαφέρει κατά πολύ από τις προηγούμενες γενιές. Τα άλλοτε καθιερωμένα (και κερδισμένα) εργασιακά δικαιώματα έχουν υπονομευτεί και η εργασιακή ασφάλεια φαντάζει με μακρινή ουτοπία.
Μια σημαντική αλλαγή είναι η άνοδος του gig economy ή της οικονομίας της πλατφόρμας και της freelance απασχόλησης. Ενώ οι ρυθμίσεις αυτές προσφέρουν ευελιξία, συχνά επιβαρύνουν τη σταθερότητα, τις παροχές και τη μακροπρόθεσμη οικονομική ασφάλεια. Πολλοί νέοι εργαζόμενοι με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις συνδυάζουν πολλές δουλειές μερικής απασχόλησης για να τα βγάλουν πέρα και μάλιστα χωρίς το δίχτυ ασφαλείας της υγειονομικής ασφάλισης ή των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων που στο παρελθόν όφειλε να παρέχει ο εργοδότης.
Επιπλέον, η εξαφάνιση των παραδοσιακών θέσεων εργασίας για αρχάριους έχει καταστήσει δυσκολότερο για τους νέους να εδραιωθούν στα επαγγέλματα που έχουν επιλέξει. Πολλοί ρόλοι που κάποτε χρησίμευαν ως σκαλοπάτια, απαιτούν πλέον πολυετή εμπειρία ή ανώτερα πτυχία, οδηγώντας τους νέους πτυχιούχους σε επαγγελματικά αδιέξοδα
Οι αυξανόμενες απαιτήσεις για ανώτερες σπουδές έχουν οδηγήσει σε ένα επιπλέον οικονομικό βάρος: τα φοιτητικά έξοδα. Με την αύξηση του κόστους ζωής, συμπεριλαμβανομένης και της αύξησης των ενοικίων, τα έξοδα της φοιτητικής ζωής έχουν εκτοξευτεί στα ύψη, Ως αποτέλεσμα, απαιτείται από τους φοιτητές να εργάζονται full –time ή ακόμα και να παίρνουν φοιτητικά δάνεια ώστε να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στις αυξανόμενες οικονομικές ανάγκες τους. Το χρέος αυτό επιβραδύνει την οικονομική τους εξέλιξη, καθυστερώντας σημαντικά στάδια της ζωής τους, όπως η απόκτηση στέγης ή η δημιουργία οικογένειας.
Η υποαπασχόληση αποτελεί μια ακόμη μεγάλη δοκιμασία, με πολλούς νέους εργαζόμενους να συμβιβάζονται με θέσεις εργασίας οι οποίες δεν αξιοποιούν πλήρως τις δεξιότητές τους ή δεν ανταποκρίνονται στις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες. Μια έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστήμιο Αθηνών διαπίστωσε υψηλά ποσοστά ανεργίας σε νέους, που έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους, ενώ έλλειμμα δεξιοτήτων και η προβληματική σύνδεση των υπαρχουσών δεξιοτήτων με την αγορά εργασίας διαφαίνεται και στους αντίστοιχους δείκτες ανεργίας, αναφέρει χαρακτηριστικά η σχετική έκθεση.
Το υψηλό ποσοστό ανεργίας των αποφοίτων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, δημιουργεί συνθήκες για αύξηση της υποαπασχόλησης και μετανάστευσης. Οι απόφοιτοι της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, μπορεί να συνεχίζουν να απορροφώνται στην αγορά εργασίας, σε σχετικά καλύτερους ρυθμούς από τις προηγούμενες κατηγορίες εκπαίδευσης, αλλά το ποσοστό ανεργίας τους παραμένει ιδιαιτέρως υψηλό.
Κοιτάζοντας μπροστά, οι εμπειρογνώμονες προβλέπουν ότι το μέλλον της εργασίας θα συνεχίσει να μεταβάλλεται με ραγδαίους ρυθμούς. Η προσαρμοστικότητα και η συνεχής κατάρτιση θα έχουν καθοριστική σημασία για την επαγγελματική επιτυχία, ασκώντας πρόσθετη πίεση στις νεότερες γενιές να αναβαθμίζουν και να επανεκπαιδεύονται συνεχώς προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
Το δίκοπο μαχαίρι της τεχνολογίας
Η τεχνολογία έχει αλλάξει ριζικά το οικονομικό τοπίο, παρουσιάζοντας ευκαιρίες και προκλήσεις για τους Millennials και τη Gen-Z.
Από τη μία πλευρά, η ψηφιακή οικονομία έχει δημιουργήσει νέους κλάδους και νέες κατηγορίες θέσεων εργασίας που δεν υπήρχαν πριν από μια γενιά. Οι νέοι με τεχνικές γνώσεις έχουν πετύχει στον σχεδιασμό εφαρμογών και στο ψηφιακό μάρκετινγκ ως YouTubers, Influencers ή προγραμματιστές ιστότοπων και στην πληροφορική.
Ωστόσο, η άνοδος της αυτοματοποίησης και της τεχνητής νοημοσύνης έχει επίσης οδηγήσει στην εκτόπιση πολλών θέσεων εργασίας, ιδίως εκείνων που περιλαμβάνουν καθήκοντα ρουτίνας ή επαναλαμβανόμενες εργασίες. Μελέτη του Παγκόσμιου Ινστιτούτου McKinsey εκτίμησε ότι έως το 2030, έως και 375 εκατομμύρια εργαζόμενοι παγκοσμίως ενδέχεται να χρειαστεί να αλλάξουν επάγγελμα λόγω της αυτοματοποίησης.
Οι κλάδοι που παραδοσιακά απασχολούσαν μεγάλο αριθμό νέων εργαζομένων, όπως το λιανικό εμπόριο και η μεταποίηση, έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την τεχνολογική αναδιάρθρωση. Για παράδειγμα, η άνοδος του ηλεκτρονικού εμπορίου έχει οδηγήσει στο κλείσιμο χιλιάδων καταστημάτων, καταργώντας πολλές θέσεις εργασίας στο λιανικό εμπόριο.
Ο ταχύς ρυθμός των τεχνολογικών αλλαγών σημαίνει επίσης ότι οι δεξιότητες που διδάσκονται στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο μπορούν γρήγορα να ξεπεραστούν. Αυτό δημιουργεί συνεχή πίεση για την απόκτηση νέων δεξιοτήτων και την προσαρμογή στις αναδυόμενες τεχνολογίες, συχνά εις βάρος του εργαζομένου.
Παγκοσμιοποίηση και διεθνείς εμπορικές πιέσεις
Η όλο και πιο διασυνδεδεμένη παγκόσμια οικονομία έχει επηρεάσει βαθιά τις αγορές εργασίας στις ανεπτυγμένες χώρες, στις οποίες ζουν οι περισσότεροι Millennials και Gen-Z. Η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις να προσφέρουν θέσεις εργασίας σε χώρες με χαμηλότερο εργατικό κόστος, ασκώντας πιέσεις στους μισθούς σε πολλούς τομείς.
Κλάδοι όπως η μεταποίηση, η εξυπηρέτηση πελατών, ακόμη και ορισμένες επαγγελματικές υπηρεσίες έχουν υποστεί αξιόλογη εξωτερική ανάθεση τις τελευταίες δεκαετίες. Ενώ αυτό έχει οδηγήσει σε μείωση των τιμών για τους καταναλωτές, έχει επίσης οδηγήσει σε απώλεια θέσεων εργασίας και στασιμότητα των μισθών για πολλούς εργαζόμενους στις ανεπτυγμένες χώρες.
Μελέτη του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών των ΗΠΑ διαπίστωσε ότι μόνο το αυξημένο εμπόριο με την Κίνα οδήγησε στην απώλεια 2,4 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ μεταξύ του 1999 και του 2011, πολλές από τις οποίες αφορούσαν τομείς της μεταποίησης που παραδοσιακά παρείχαν σταθερή απασχόληση στη μεσαία τάξη.
Ενώ οι υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης υποστηρίζουν ότι «επιφέρει οφέλη» στα κράτη, όπως η διεύρυνση της πολιτιστικής ανταλλαγής και η πρόσβαση σε μια ευρύτερη ποικιλία αγαθών και υπηρεσιών, έχει ουσιαστικά συμβάλει στην εισοδηματική ανισότητα και την εργασιακή ανασφάλεια για πολλούς νεότερους εργαζόμενους στις ανεπτυγμένες οικονομίες.
Το βάρος της νομισματικής πολιτικής και του χρέους
Οι νομισματικές πολιτικές, ιδίως εκείνες που σχετίζονται με τα επιτόκια, έχουν επηρεάσει σημαντικά την οικονομική ευημερία των Millennials και της γενιάς Z. Ως απάντηση στις οικονομικές κρίσεις, οι κεντρικές τράπεζες διατήρησαν ιστορικά χαμηλά επιτόκια για παρατεταμένες περιόδους.
Παρόλο που αυτό κατέστησε φθηνότερο τον δανεισμό, κατέστησε επίσης πιο δύσκολο για τους νέους να δημιουργήσουν πλούτο μέσω των κλασικών αποταμιευτικών λογαριασμών ή των παραδοσιακών συντηρητικών επενδύσεων.
Το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων συνέβαλε στην αύξηση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, ιδίως στην αγορά κατοικίας. Η ιδιοκατοίκηση έχει γίνει όλο και πιο ανέφικτη για πολλούς νέους, αναγκάζοντάς τους να συνεχίσουν να νοικιάζουν και να στερούνται αυτή την κλασική μορφή συσσώρευσης πλούτου.
Ο συνδυασμός των υψηλών επιπέδων χρέους και της δυσκολίας συσσώρευσης περιουσιακών στοιχείων έχει οδηγήσει σε σημαντικό χάσμα πλούτου μεταξύ των νεότερων και των μεγαλύτερων γενεών. Παρά το γεγονός ότι αποτελούν τη μεγαλύτερη γενιά στο εργατικό δυναμικό, οι millennials ελέγχουν μόλις το 9,2% του πλούτου των ΗΠΑ. Οι Millennials αποτελούν το 35% των σημερινών εργαζομένων στις ΗΠΑ.
Αύξηση του κόστους διαβίωσης και οικονομική ανασφάλεια
Ίσως μία από τις πιο απτές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Millennials και η Gen-Z είναι το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης, ιδίως όσον αφορά τη στέγαση, την υγειονομική περίθαλψη και την στέγαση. Το κόστος αυτό ξεπερνά σταθερά την αύξηση των μισθών, καθιστώντας όλο και πιο δύσκολο για τους νέους να επιτύχουν οικονομική σταθερότητα.
Το κόστος στέγασης έχει εκτοξευθεί στα ύψη σε πολλές αστικές περιοχές όπου συγκεντρώνονται οι ευκαιρίες απασχόλησης. Σε πόλεις όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, αλλά και μικρότερες πόλεις και νησια, δεν είναι ασυνήθιστο για τους νέους επαγγελματίες να ξοδεύουν πάνω από το 50% του εισοδήματός τους στο ενοίκιο, αφήνοντας ελάχιστο περιθώριο για αποταμιεύσεις ή άλλα έξοδα.
Το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης έχει επίσης αυξηθεί δραματικά, με πολλούς νέους είτε ανασφάλιστους είτε υποασφαλισμένους λόγω των υψηλών ασφαλίστρων . Αυτό δημιουργεί μια επισφαλή κατάσταση, όπου ένα και μόνο ιατρικό επείγον περιστατικό μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική καταστροφή.
Οι αυξανόμενες δαπάνες, οι στάσιμοι μισθοί και η εργασιακή ανασφάλεια έχουν οδηγήσει σε «κρίση κόστους ζωής» για πολλούς νέους. Τα παραδοσιακά οικονομικά ορόσημα, όπως η ιδιοκτησία σπιτιού, η δημιουργία οικογένειας ή η αποταμίευση για συνταξιοδότηση, φαντάζουν όλο και πιο ανέφικτα.
Αυτή η οικονομική ανασφάλεια αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης τάσης αύξησης της ανισότητας του πλούτου. Μια έκθεση του Κέντρου Ερευνών Pew διαπίστωσε ότι το χάσμα πλούτου μεταξύ των πιο εύπορων και των φτωχότερων οικογενειών της Αμερικής υπερδιπλασιάστηκε από το 1989 έως το 2016, με τις νεότερες γενιές να σηκώνουν το κύριο βάρος αυτής της ανισότητας.
Συμπέρασμα
Οι οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Millennials και η Gen-Z είναι σύνθετες και πολύπλευρες, που έχουν τις ρίζες τους σε οικονομικούς, τεχνολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Από τις παρατεταμένες επιπτώσεις των μεγάλων οικονομικών κρίσεων έως τις τεχνολογικές αναδιαρθρώσεις και της παγκοσμιοποίησης, οι γενιές αυτές κινούνται σε ένα οικονομικό τοπίο που διαφέρει σημαντικά από εκείνο των προκατόχων τους.
Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων θα απαιτήσει συντονισμένες προσπάθειες από τους φορείς χάραξης πολιτικής, τους εργοδότες και την κοινωνία. Οι πιθανές λύσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μεταρρυθμίσεις στα συστήματα εκπαίδευσης και τραπεζικού δανεισμού, πολιτικές για την αντιμετώπιση της οικονομικής προσβασιμότητας στη στέγαση και πρωτοβουλίες για την προώθηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της ανάπτυξης δεξιοτήτων σε αναδυόμενους κλάδους.
Καθώς ατενίζουμε το μέλλον, είναι σαφές ότι η οικονομική ευημερία των Millennials και της Gen-Z θα έχει βαθιές επιπτώσεις στην ευρύτερη οικονομία και κοινωνία. Η πεποίθηση ότι αυτές οι γενιές είναι πιο πλούσιες από ποτέ είναι όχι μόνο λανθασμένη, αλλά και επικίνδυνη, καθώς αγνοεί τις πραγματικές οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Η ανάγκη για αποτελεσματικές πολιτικές και κοινωνικές παρεμβάσεις είναι επιτακτική για να εξασφαλιστεί η οικονομική ευημερία αυτών των γενεών στο μέλλον.
➠ Διαβάστε επίσης: Ένα γράμμα αγάπης προς τη γενιά Z