«Το αρχαιότερο και βαθύτερο συναίσθημα του ανθρώπου είναι αυτό του φόβου, και ο αρχαιότερος και βαθύτερος φόβος είναι αυτός του αγνώστου».

Χ.Π. Λάβκραφτ, 1890-1937, Αμερικανός συγγραφέας ιστοριών τρόμου.

Πρόσφατα, μου τέθηκε μια μάλλον ενδιαφέρουσα ερώτηση από το φακελάκι του τσαγιού μου: «τι φοβάσαι περισσότερο;». Ενώ η ίδια η ερώτηση μπορεί να μοιάζει απλή, το ενδιαφέρον είναι ότι έπιασα τον εαυτό μου να δυσκολεύεται πολύ στο να δώσει μια σαφή απάντηση.

«Τι φοβάμαι περισσότερο;». Το μυαλό στράφηκε αμέσως στους πιο «προσωπικούς κινδύνους», όπως τους αποκαλώ εγώ: φόβος μήπως τραυματιστώ όταν κόβω λαχανικά και φόβος μήπως ξεχάσω το μάτι της κουζίνας ανοιχτό και πάρει φωτιά το σπίτι. Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους μας είναι ο φόβος της απώλειας, και κυρίως των ανθρώπων που αγαπάμε. Φόβος επίσης μήπως φανώ ηλίθια σε κοινωνικές καταστάσεις ή κάνω κάποιο ακραίο λάθος στη δουλειά και εκτεθώ, και, τέλος, φόβοι υπαρξιακοί. Μια ολόκληρη γκάμα από υπαρξιακούς φόβους. Μήπως γεράσω και πεθάνω και δεν έχω προλάβει να κάνω τίποτα απ’ όσα ονειρευόμουν. Ότι η ζωή γλιστρά σαν άμμος μέσα από τα χέρια μου και δεν κατάφερα να κάνω τίποτα παρά μια τρύπα στο νερό. Ρεαλιστικοί φόβοι ή και όχι. Και βέβαια, ανησυχώ για όλα αυτά που κατά καιρούς, θα δυσκολευόμουν να παραδεχτώ ότι «φοβάμαι». Αισθάνθηκα βέβαια ότι η απάντηση που έδινα στο φακελάκι του τσαγιού δεν ήταν επαρκής- αυτοί δεν ήταν το είδος των ψυχοφθόρων, απελπιστικών φόβων που με κατακλύζουν τον τελευταίο καιρό. Εμένα και τους ανθρώπους που γνωρίζω.

Έχουμε πολλούς φόβους. Ίσως υπερβολικά πολλούς. Τις περιόδους που η ζωή κυλάει κανονικά καταφέρνουμε να τους ελέγξουμε. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς. Οι μέρες γαλήνης και αρμονίας σπανίζουν όλο και περισσότερο. Όταν τα πράγματα πάνε στραβά, οι φόβοι βγαίνουν στην επιφάνεια και δεν φαίνεται να υποχωρούν με τίποτα.

Μετά το τραγικό δυστύχημα της 1ης Μαρτίου στα Τέμπη, που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 57 άτομα, οι φόβοι μετατράπηκαν σε πανικό και πολλαπλασιάστηκαν στην καρδιά της χώρας μας. Πόσοι άνθρωποι μετά το δυστύχημα άλλαξαν τα σχέδιά τους για επαγγελματικά ταξίδια και διακοπές; Πόσοι άλλοι ένιωθαν μια έντονη μαχαιριά ανησυχίας καθώς ανέβαιναν τις κυλιόμενες σκάλες του μετρό πηγαίνοντας στη δουλειά τους; Ενώ σχεδόν έναν μήνα μετά σχεδόν αρχίζουμε να συνηθίζουμε να ζούμε με το φόβο, ώστε να αποτελεί μια χαμηλού επιπέδου σταθερά άγχους, στην ήδη αγχώδη ζωή μας. Ο φόβος φτάνει στο αποκορύφωμά του όταν είναι διάχυτος, διάσπαρτος, ασαφής, όταν δεν συνδέεται με κάτι, όταν παραμένει αποσπασμένος από την πραγματικότητα και αιωρείται ελεύθερα, χωρίς σαφή αναφορά ή αιτία  -όταν μας στοιχειώνει χωρίς ορατό ειρμό ή λόγο, όταν η απειλή που θα έπρεπε να φοβόμαστε μπορεί να αναφανεί φευγαλέα παντού, δεν μπορούμε όμως να την αντικρίσουμε πουθενά.

Όταν μια ολόκληρη χώρα βιώνει το συλλογικό και προληπτικό φόβο, αυτό το αίσθημα ότι δεν έχουμε τον παραμικρό έλεγχο στη ζωή μας, η αίσθηση ότι «από τύχη ζούμε», τείνει να γίνει ισχυρότερη από ποτέ. Συνήθως στην καθημερινότητά μας είμαστε συντονισμένοι μόνο με τις δικές μας διαδικασίες φόβου –όπως αυτές που ανέφερα στην αρχή του άρθρου, ενώ τώρα είμαστε συνδεδεμένοι και συντονισμένοι με τους φόβους όλων. Γιατί πολύ απλά γνωρίζουμε ότι δυνητικά σε αυτό το τρένο θα μπορούσαμε να ήμασταν εμείς οι ίδιοι, ή τα παιδιά μας, οι αγαπημένοι μας, τα παιδιά των φίλων μας κοκ.

Μετά το τραγικό δυστύχημα της 1ης Μαρτίου στα Τέμπη, που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 57 άτομα, οι φόβοι μετατράπηκαν σε πανικό και πολλαπλασιάστηκαν στην καρδιά της χώρας μας. Πόσοι άνθρωποι μετά το δυστύχημα άλλαξαν τα σχέδιά τους για επαγγελματικά ταξίδια και διακοπές; Πόσοι άλλοι ένιωθαν μια έντονη μαχαιριά ανησυχίας καθώς ανέβαιναν τις κυλιόμενες σκάλες του μετρό πηγαίνοντας στη δουλειά τους; Ενώ σχεδόν έναν μήνα μετά σχεδόν αρχίζουμε να συνηθίζουμε να ζούμε με το φόβο, ώστε να αποτελεί μια χαμηλού επιπέδου σταθερά άγχους, στην ήδη αγχώδη ζωή μας.

Κι αυτό δεν σταματά εκεί, καθώς αύριο-μεθαύριο θα μπορούσε όντως να βρεθούμε εμείς σε αντίστοιχη θέση. Έτσι εμφωλεύεται μέσα μας ένα συναίσθημα αφηρημένου φόβου ο οποίος διαιωνίζεται όταν βλέπουμε ότι τα προβλήματα δεν έχουν διορθωθεί, οπότε ξέρουμε ότι έρχονται κι άλλα στη συνέχεια. Ειδικά όταν ξέρεις ότι τα ινία του κράτους τα ελέγχει μια κυβέρνηση η οποία δεν έχει αναλάβει καμία ευθύνη, με τον Πρωθυπουργό της χώρας, χωρίς καμία περίσκεψη, εγκράτεια και σεμνότητα, να αποδίδει το δυστύχημα σε «τραγικό ανθρώπινο λάθος». Αυτή η ευθυνοφοβία, δεν εμπνέει καμία απολύτως εμπιστοσύνη ακόμα και στους λιγότερο δύσπιστους προς την Κυβέρνηση.

Μόνοι και ανήμποροι να ορίσουμε τη μοίρα μας, νιώθουμε πως τα προβλήματα ξεφεύγουν από τον έλεγχό μας. Από την ανεργία, μέχρι την Πανδημία και την κλιματική αλλαγή που μαστίζει τον πλανήτη, νιώθουμε εντελώς αδύναμοι, με κάθε προσπάθεια για βελτίωση να φαντάζει μάταιη. Το βάρος της επιλογής και της ευθύνης μετατοπίστηκε στους ώμους του κάθε ατόμου ξεχωριστά, με τον κόσμο μας να γίνεται όπως λέει ο Πολωνός κοινωνιολόγος Ζίγκμουντ Μπάουμαν «ένας κόσμος αβάσταχτων επιλογών» όπου τα πάντα «περιστρέφονται ζαλισμένα και δεν υπάρχει τίποτα για να κρατηθείς». Έναν κόσμο στον οποίο είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε ημέρα με την ημέρα, ξεχνώντας την ασφάλεια που μας παρηγορούσε χθες, χωρίς να μπορούμε να κάνουμε μελλοντικά σχέδια, επειδή ακριβώς  δεν ξέρουμε πώς θα είναι το αύριο.

«Φόβος είναι το όνομα που δίνουμε στην αβεβαιότητά μας, στην άγνοιά μας για την απειλή και για ό,τι πρέπει να κάνουμε -ό,τι μπορούμε και ό,τι δεν μπορούμε να κάνουμε- προκειμένου να τη σταματήσουμε καθ’ οδόν -ή να της αντισταθούμε, αν η αναχαίτισή της ξεπερνά τις δυνάμεις μας».
Ζίγκμουντ Μπάουμαν

Σε αυτόν τον κόσμο, το απρόβλεπτο έχει γίνει ρουτίνα. Οι πυλώνες πάνω στους οποίους είχαμε χτίσει την καθημερινή μας ζωή έχουν αποδειχθεί ευάλωτοι και τρωτοί και συνειδητοποιούμε ότι όλα είναι πολύ πιο εύθραυστα από ό,τι νομίζαμε. Η ανακάλυψη αυτή μας τρομάζει γιατί επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει καμία βεβαιότητα ή ασφάλεια που να διαρκεί μια ζωή.

Πέρα από τον φόβο μιας κατάρρευσης ή μιας καταστροφής που θα μας χτυπήσει όλους τυφλά και αδιακρίτως, τυχαία και χωρίς λόγο, βρίσκοντάς μας απροετοίμαστους και ανυπεράσπιστους, κατά τον Μπάουμαν «υπάρχουν και άλλοι φόβοι που δεν είναι λιγότερο τρομακτικοί, όπως ο φόβος του ατομικού διαχωρισμού από το κοινωνικό σύνολο, όπου οι άνθρωποι καταδικάζονται να υποφέρουν μόνοι τους».

Είναι ο φόβος ότι τα πάντα όπως τα γνωρίζαμε μέχρι τώρα θα καταρρεύσουν και ότι δεν υπάρχει καμία ατομική ή συλλογική δύναμη που μπορεί να το αποτρέψει αυτό. Είναι ο φόβος ότι οι έννοιες του δίκαιου και του άδικου θα χάσουν το νόημά τους, όπως συμβαίνει συνήθως εν μέσω καταστροφών. Και όλο αυτό εντατικοποιεί την ανασφάλειά μας, την μεγεθύνει.

Βασικά, αυτό που ισχυρίζεται είναι ότι οι σύγχρονες κοινωνίες καταστρέφονται από τους ίδιους τους φόβους που σταδιακά προκαλούν τον όλεθρο στην καθημερινή ζωή. Χάρη στον εγωισμό και τον κοινωνικό κατακερματισμό, κάθε πολίτης αντιμετωπίζει αυτού του είδους τους φόβους ξεχωριστά και απομονωμένα από το σύνολο. Αυτό όπως τονίζει ο Μπάουμαν είναι και το μήνυμα που μεταφέρει η σύγχρονη τηλεόραση μέσω ανταγωνιστικών προγραμμάτων (Big Brother και το Next Top Model), δημιουργεί μια «ηθική ιστορία»  στην οποία η τιμωρία και η ανταπόδοση γίνονται πιο σημαντικές από ότι η αλληλεγγύη.

Στην πραγματικότητα, το σύγχρονο κράτος θεωρείται υπεύθυνο για την ασφάλεια των πολιτών του– ωστόσο, όταν οι συνθήκες ξεπερνούν τις δυνατότητές του (ή απλά το κράτος αδιαφορεί), η ευθύνη αυτή μετατοπίζεται σε άλλες σφαίρες, όπως η ελεύθερη αγορά όπου κάποιος μπορεί να ξοδέψει χρήματα σε ασφάλειες ζωής και πόρτες ασφαλείας, προσωπική φρουρά και ακόμα, σε περίπτωση οικολογικής ή πυρηνικής καταστροφής, μπορεί να αγοράσει το δικό του ιδιωτικό καταφύγιο. Αλλά κυρίως, η ευθύνη αυτή μετατοπίζεται στα ίδια τα άτομα, και συνήθως ψυχολογικοποιείται.

Σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις του, ο Μπάουμαν μίλησε για τις ρίζες της ανασφάλειας που διακατέχει την ευρωπαϊκή κοινωνία. Αυτό του οποίου γινόμαστε μάρτυρες -με τρόπο τόσο άμεσο- είναι μια περίοδος που χαρακτηρίζεται «από φόβο και αβεβαιότητα. Και δεν υπάρχει λόγος να αυταπατόμαστε: οι δαίμονες που μας καταδιώκουν δεν θα εξαφανιστούν», και αυτό γιατί, όπως εξηγεί ο Πολωνός κοινωνιολόγος, η καταγωγή τους σχετίζεται άρρηκτα με τα ίδια τα δομικά στοιχεία της κοινωνίας και της ζωής μας.

Εντούτοις, θα πρέπει να αγωνιστούμε για να ανακτήσουμε ένα ορισμένο επίπεδο εμπιστοσύνης και ασφάλειας που θα μας επιτρέπει να ζούμε χωρίς το αίσθημα της συνεχούς ανησυχίας που προκαλεί η απομόνωση που προκαλεί ο κοινωνικός κατακερματισμός, κι ο φόβος ότι κάτι το αναπάντεχο θα φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή μας.

Οι κίνδυνοι που μας περιμένουν εκεί έξω είναι πολλά και ποικίλουν. Δεν πρόκειται να κλείσουμε τα μάτια και να ζήσουμε προσποιούμενοι ότι δεν υπάρχουν, αλλά μαθαίνοντας να ζούμε μαζί τους. Αποδεχόμενοι την ύπαρξή τους, μπορούμε να προετοιμαστούμε τόσο σε ψυχολογικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Εντούτοις, συνειδητοποιώντας  ότι η ζωή αποτελεί ένα διακύβευμα, για το οποίο, σύμφωνα με τον Μπάουμαν θα πρέπει να έχουμε ένα σχέδιο διάσωσης από τα κάτω οργανωμένο όπως λέει. Δημιουργώντας τις συλλογικές δομές που θα λειτουργήσουν ως σωτήρια λέμβος μέσα στο χάος που μας πνίγει, ο ίδιος προτείνει τη δημιουργία Κοινωνικών Κινημάτων Βάσης. Αυτό ίσως μας βοηθήσει να επανακτήσουμε ένα μέρος του ελέγχου που χάσαμε στην εποχή μας, και παράλληλα ίσως αυτό καταφέρει να μειώσει την αίσθηση ότι είμαστε μόνοι και ανήμποροι απέναντι στους εμμενείς φόβους που μας καταβάλλουν.

Ενώ η δική μου προσωπική κατάσταση φαινόταν αρκετά διαχειρίσιμη και δεν με ανησυχούσε ιδιαίτερα, σκάβοντας λίγο βαθύτερα αποκαλύφθηκε το ενοχλητικό γεγονός ότι, προφανώς, κατά βάθος πιστεύω ότι υπάρχουν πολλά προβλήματα πολύ μεγαλύτερα από τα προσωπικά μου, τα οποία φοβάμαι ότι δεν θα βρουν ποτέ μια καλή λύση. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι περισσότερο η αίσθηση ότι η επιρροή μου σε αυτά είναι ουσιαστικά μηδενική. Και ίσως εκεί να βρίσκεται η ουσία του προβλήματος. Το δικό μου πεπρωμένο, τουλάχιστον, μεχρι ενός βαθμού μπορώ να το διαμορφώσω -ή τουλάχιστον αυτό πιστεύω, -ή έχω την ψευδαίσθηση τελισπάντων. Μπορώ να αναλάβω δράση όταν μου παρουσιάζονται ευκαιρίες, μπορώ να επιλέξω να κάνω επιλογές για την προσωπική μου ασφάλεια στην καθημερινότητά μου και μπορώ να προσπαθήσω όσο μπορώ να είμαι καλός άνθρωπος και να επιλέξω να κάνω παρέα με ανθρώπους που με κάνουν να νιώθω ευτυχισμένη όταν είμαι κοντά τους. Αυτό είναι εύκολο. Όμως η κλιματική αλλαγή; Η καθημερινή ασφάλεια; Η ανεργία; Όλα αυτά είναι πέρα από τον έλεγχό μου. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι’ αυτά.

Λοιπόν, αυτό με έκανε στιγμιαία να κολυμπήσω σε μια θάλασσα απελπισίας, το παραδέχομαι. Αλλά, όπως πάντα, υπάρχει ελπίδα. Ένα μυρμήγκι δεν θα μπορούσε ποτέ να ελπίζει ότι θα χτίσει μια μυρμηγκοφωλιά – αλλά ένα δισεκατομμύριο μυρμήγκια θα χτίσουν καταφέρουν να κτίσουν μια μέσα σε λίγες ώρες. Ένας άνθρωπος δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο – αλλά πολλοί άνθρωποι; Ίσως και να το κάνουμε. Η ιστορία μου σήμερα, λοιπόν, δεν είναι μια ιστορία φόβου. Είναι μια ιστορία ονείρων. Όνειρα για ένα καλύτερο αύριο, που όλοι μπορούμε να βοηθήσουμε να χτιστεί. Κατ’ αρχάς, κάντε επιλογές που είναι καλές για εσάς και τους ανθρώπους γύρω σας – αλλά αφού τελειώσετε με αυτό, κοιτάξτε τη γενικότερη εικόνα, υπερασπιστείτε τα πράγματα στα οποία πιστεύετε και προσπαθήστε να κάνετε το δικό σας κομμάτι, όσο μικρό κι αν είναι, όποτε μπορείτε. Οι επιλογές σας έχουν σημασία. Οι πράξεις σας έχουν σημασία. Μπορεί να φοβάστε, είναι αλήθεια, αλλά θυμηθείτε: όλοι μας φοβόμαστε. Και αυτό δεν πειράζει – είμαστε μαζί σε αυτό.