Πριν από μερικά χρόνια ο Γάλλος ψυχαναλυτής Ρεζινάλντ Μπλανσέ, στο βιβλίο του «Πολιτικές του ψυχαναλυτή», είχε αναλύσει σε ποιο βαθμό ο Ντόναλντ Τραμπ είχε γίνει ο εκπρόσωπος του θυμού, ενός θυμού στα όρια της οργής, ο οποίος είχε κυριεύσει μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος. Αυτή η ανάλυση θα μπορούσε να ισχύει και για την περίπτωση Ζαϊρ Μπολσονάρο καθώς πρόκειται για δυο φορείς θεσμοθετημένου μίσους με φανατικούς υποστηρικτές που συμμετέχουν σε έναν κύκλο ενορμητικής απόλαυσης και αρνούνται – με διαφορά δύο ετών- την ετυμηγορία της κάλπης.
Έχετε αναλογιστεί τι είδους πολιτικές προσωπικότητες έχουν πάρει τα ηνία των κρατών τα τελευταία χρόνια και τι συμβαίνει όταν τα χάνουν; Έχετε σκεφτεί τι είδους ψηφοφόροι τους υποστηρίζουν και γιατί;
Αν κάποιος διατρέξει τον διεθνή τύπο, θα διαπιστώσει πως το όνομα του Μπολσονάρο βρίσκεται σχεδόν σε όλα τα δημοσιεύματα πλάι στο όνομα του Τραμπ αφότου η δημοκρατία της Βραζιλίας δέχτηκε μια επίθεση, όμοια με εκείνη που είχε δεχτεί η δημοκρατία της Αμερικής το 2021. Οι μπολσοναριστές συνελήφθησαν αφού εισέβαλαν σε κεντρικά κυβερνητικά κτίρια στη Μπραζίλια- στο Κογκρέσο, το Ανώτατο Δικαστήριο και το Προεδρικό Μέγαρο -λίγες μόλις ημέρες μετά την ορκωμοσία Λούλα ως νέου προέδρου της χώρας. Όπως είχαν συλληφθεί και οι υποστηρικτές του Τράμπ όταν εισέβαλαν στο Καπιτώλιο, αφότου ο Ντόλαλντ Τραμπ είχε χάσει τις εκλογές. Και οι δυο πολιτικοί προηγουμένως είχαν καταστρατηγήσει τους θεσμούς, είχαν διασπείρει fake news, είχαν ενθαρρύνει τη συνωμοσιολογία.
Ο Ζαϊρ Μπολσονάρο αμφισβήτησε από την αρχή την ήττα του στις εκλογές και τη νίκη του αντιπάλου του, Ινάσιο Λούλα. Όπως είχε αμφισβητήσει την ήττα του ο Ντόναλντ Τραμπ από τον Τζο Μπάιντεν, ενθαρρύνοντας με αυτό τον τρόπο τους οπαδούς το να λεηλατήσουν το Καπιτώλιο. Την ίδια ρητορική χρησιμοποίησε και ο Μπολσονάρο, αμφισβητώντας την ηλεκτρονική ψήφο και προσφεύγοντας στο εκλογοδικείο για την ακύρωση των αποτελεσμάτων. Έτσι, οι μπολσοναριστές νομιμοποιήθηκαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να επιχειρήσουν ένα είδος πραξικοπήματος.
Και οι δυο επιθέσεις αποτελούν ένα πλήγμα στους θεσμούς της χώρας που εκθέτουν τις αντηχήσεις των λαϊκιστών ηγετών στο κοινωνικό και πολιτικό σώμα. Πρόκειται για δυο πολιτικούς που κατήγγειλαν τον πολιτικό κόσμο και την καθεστηκυία τάξη, που υιοθέτησαν τη λεκτική υπερβολή και τη ρητορική της Άκρας Δεξιάς, άσκησαν σαγήνη σε όσους ένιωσαν πως υποβαθμίστηκαν εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης, χρησιμοποίησαν ανοιχτά τη ρητορική του λευκού εξτρεμισμού.
Όσο για τη βάση των ψηφοφόρων τους; Στην περίπτωση του Μπολσονάρο, είναι κυρίως αγρότες και συντηρητικά αστικά στρώματα και στην περίπτωση του Τραμπ «υποτιμημένοι» blue collars -οι χειρώνακτες εργάτες, οι «αδικημένοι» της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης και της πολυπολιτισμικότητας Και στις δύο περιπτώσεις η πλειονότητα των ψηφοφόρων είναι άντρες χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και ασθενούς ή μεσαίας οικονομικής τάξης που αισθάνθηκαν πως είχαν χάσει αυτά που τους άνηκαν.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως και οι δυο πολιτικοί υποστήριξαν με τον τρόπο τους την ελεύθερη οπλοφορία. Το 2019 ο Ζαϊρ Μπολσονάρο υπέγραψε ένα προεδρικό διάταγμα, το οποίο ακόμη πιο εύκολη την οπλοκατοχή για πολλούς Βραζιλιάνους. Η σχέση του Τραμπ με τα όπλα είναι γνωστή. Έχει πει πως η απάντηση στις μαζικές δολοφονίες είναι το να έχουν οι πολίτες πυροβόλα όπλα και ως τυπικός Ρεπουμπλικανός έχει αντιμετωπίσει οποιαδήποτε μορφή κανονισμού για τα όπλα ως παραβίαση των συνταγματικών του δικαιωμάτων. Όλα τα παραπάνω συνέβησαν..στις δυο χώρες με τις περισσότερες ανθρωποκτονίες, όπου η κουλτούρα των όπλων συνδέεται τόσο με το φυλετικό ζήτημα όσο και με το ρόλο των ένστολων στο εσωτερικό της χώρας.
Οι εντολές και των δυο πολιτικών ανδρών είναι ρητές. Απαντούν στο θάνατο με θάνατο και υποκλίνονται στα λόμπι των όπλων. Ακόμα και η διαχείριση της πανδημίας του ενώνει. Και οι δυο πολιτικοί αντιμετώπισαν τον covid εντελώς αντιεπιστημονικά, με τραγικά αποτελέσματα. Το φθινόπωρο του 2020 , οι ΗΠΑ καταλάμβανε την πρώτη θέση στις μολύνσεις και στους θανάτους από τον φονικό ιό ενώ η Βραζιλία καταλάμβανε τη δεύτερη θέση.
Κοινό σημείο αυτής της ‘ιστορικής κατάταξης’ θεωρήθηκε- σύμφωνα με τους ειδικούς- ο «εξαιρετισμός» , δηλαδή το ότι οι δυο αρχηγοί των συγκεκριμένων κρατών έβλεπαν τους εαυτούς τους και τους λαούς τους ως «ξεχωριστές περιπτώσεις» , ανθεκτικές στο ιό. Το τίμημα για τη δημόσια υγεία και των δυο χωρών ήταν βαρύ. Ο λαϊκιστικος εξαιρετισμός συνδέεται συχνά με το ναρκισσισμό. Και οι δυο δημαγωγοί, εθισμένοι στο θαυμασμό των Άλλων, κατασκεύασαν ιστορίες, fake news, υπερέβαλαν για τις επιδόσεις τους, αναζήτησαν σαν εθισμένοι την προσοχή των Άλλων.
Ο Θεατρινισμός, λένε, είναι μια από τις παθολογίες των σύγχρονων δημοκρατιών, οι οποίες έχουν εξελιχθεί σε κατεξοχήν κοινωνίες θεάματος…
Τίνος σύμπτωμα είναι λοιπόν ο Μπολσονάρο και ο Τραμπ; Οι περσόνες τους συνέπεσαν με την παρακμή των δημοκρατιών των δυο χωρών… Και εκείνοι κατάφεραν να ενσαρκώσουν πολιτικές προτάσεις που ενίσχυαν τα εθνικιστικά αισθήματα και έτσι να βρεθούν να κρατούν το τιμόνι των κρατών τους. Όταν τους πήραν το τιμόνι από τα χέρια τους, ως γνήσιες ναρκισσιστικές προσωπικότητες-προσπάθησαν να ενορχηστρώσουν την καταστροφή εκείνων που τους υποβάθμισαν. Ο Τραμπ είχε δώσει πρώτος το τέμπο και ο Μπολσονάρο επιστράτευσε, εν συνεχεία, τα όπλα από το τραμπικο επικοινωνιακό οπλοστάσιο. Οι μπολσοναριστές και οι τραμπιστές εργαλειοποιήθηκαν. Η μήπως όχι; Η ευθύνη «πολιτικού υποκειμένου», δηλαδή όλων όσων ψηφίζουμε είναι ένα τεράστιο άλλο θέμα καθώς η συγκρότηση ενός πολιτικού υποκειμένου δεν είναι κάτι το αυτονόητο. Stay tuned…