Νηφάλιος δεν απέμεινε κανείς σ’ αυτήν την κοινωνία-έχω την αίσθηση.Άλλος θυμώνει κι εξεγείρεται στα social, υιοθετεί απόψεις χωρίς να βασίζεται στην πραγματικότητα, παρά μόνο στα προσωπικά του βιώματα. Άλλος ξεσπά στον δρόμο, στους αδύναμους γείτονες ή συγκατοίκους-μέλη οικογένειάς του. Κι άλλος, χαπακώνεται, καπνίζει, γλαρώνει μάτι μισόκλειστο που ατενίζει το χάος.

Τι πίνουμε

Τα τελευταία 20 χρόνια, σύμφωνα με αναλυτικό ρεπορτάζ από τα ΝΕΑ, έχει συντελεστεί μια ιστορική στροφή στον κόσμο των καταχρήσεων, Που θα πει: αρχές του 2000 η κατανάλωση ουσιών επικεντρωνόταν στα οπιοειδή (τύπου ηρωίνη), ενώ σήμερα έχει στραφεί στα διεγερτικά (κοκαΐνη, αμφεταμίνες, μεθαμφεταμίνη). Διαβάσαμε πολλά δημοσιεύματα που παρουσίαζαν τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν ως πραγματικά χιονισμένα, λόγω πραγματικά εκτεταμένης χρήσης κοκαΐνης που διαπιστώθηκε από την ανάλυση των αστικών λυμάτων από το Κέντρο Επεξεργασίας της Ψυττάλειας. Τα party drugs δεν είναι άλλα από την κοκαΐνη και το MDMA (έκσταση). Σύμφωνα με τον καθηγητή Αναλυτικής Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκο Θωμαΐδη, η χρήση αμφότερων χτύπησε κόκκινο και τα φετινά Χριστούγεννα. Ο υπεύθυνος του Τομέα Ερευνας του ΚΕΘΕΑ Γεράσιμος Παπαναστασάτος δήλωσε ότι όσο κι αν έχουν ανέβει τα νούμερα στην πόλη μας, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την ελληνική πρωτεύουσα με άλλες ευρωπαϊκές, όπως η Βαρκελώνη ή το Άμστερνταμ.

Εκτός από κόκα, παίζει πολύ εκεί έξω και η φθηνότερη εκδοχή της, η μεθαμφεταμίνη, η βασική ουσία του γνωστού στην πιάτσα ως «σίσα»-ναρκωτικό άκρως εθιστικό και καταστροφικό για την υγεία ή/και για την ζωή. Το 2019, η χρήση μεθαμφεταμίνης στην Αθήνα διπλασιάστηκε, ξεπερνώντας τα 100 γραμμάρια ημερησίως για πρώτη φορά. To 2022, μάλιστα, κατέγραψε ρεκόρ χρήσης στην Αθήνα με 176 γραμμάρια ημερησίως, ενώ το 2023 έπεσε στα επίπεδα του 2021 (120 γραμμάρια ημερησίως). Η χρήση κάνναβης δεν μπορεί να συγκριθεί με κατανάλωση άλλου ναρκωτικού, με τα στοιχεία που καταμετρούν την κατανάλωσή της, να την χρίζουν σε βασίλισσα των Σαββατοκύριακων-500.000 τσιγάρα φέγγουν μες στη νύχτα της Αθήνας, σαν μικρές, μεθυσμένες πυγολαμπίδες. Στο παιχνίδι έχουν μπει τα ηρεμιστικά και συγκεκριμένα ηρεμιστικές ουσίες όπως οι βενζοδιαζεπίνες, που συναντώνται σε φάρμακα δημοφιλέστατα στην ποπ κουλτούρα εδώ και χρόνια: Xanax, Stedon, Lexotanil. (Στους δρόμους της Αθήνας, είναι αρκετά συνήθης την τελευταία δεκαετία ο συνδυασμός παράνομων διεγερτικών ουσιών με βενζοδιαζεπίνες. «Υπάρχει συσχέτιση χρήσης βενζοδιαζεπινών με τα διεγερτικά», επισημαίνει ο κύριος Θωμαΐδης και εξηγεί πως έχει υπολογιστεί η χρήση της οξαζεπάμης, μια βενζοδιαζεπίνης με σύντομο χρόνο δράσης, καθώς εκτός από δραστική ουσία είναι και μεταβολίτης άλλων βενζοδιαζεπινών).

Οι νέοι, οι πολύ νέοι, τύπου τα 15χρονα, έχουν μπει δυναμικά στο διόλου αθώο ή ακίνδυνο παιχνίδι των ναρκωτικών. Εκεί που κάποτε ήταν ύστατη πράξη επανάστασης και μαγκιάς το να ανάψουμε τσιγάρο στις βρύσες ή στις τουαλέτες του σχολείου (ανάμεσα σε βήχα και μισοκαπνίζοντάς το), τώρα φαίνεται πως στα σχολεία ανθίζουν φαινόμενα σκληρότερα, που έχουν να κλέψουν κάτι από το αμερικανικό σινεμά. Εκτός από την έξαρση βίας (με νέα, επικίνδυνα μέσα και θανατηφόρες διαθέσεις), ο υπεύθυνος του θεραπευτικού προγράμματος του ΚΕΘΕΑ- Έξοδος Σωτήρης Μπουντής δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, στα τέλη του 2023, ότι «αυξάνεται ανησυχητικά η χρήση ναρκωτικών σε νέες γενιές στην Ελλάδα». Εκτός της κάνναβης, οι νέοι οδηγούνται πολύ πιο εύκολα σε άλλα ναρκωτικά με κυρίαρχη την κοκαΐνη και όχι μόνο. Ο υπεύθυνος δηλώνει πως τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια «απονομιμοποίηση» του συγκεκριμένου ναρκωτικού στη συνείδηση νέων ανθρώπων, στο πλαίσιο μιας γενικότερης κοινωνικής στάσης ζωής (βλ. τραπ, οικονομική κρίση, ενδεχομένως διαλυμένες οικογένειες, εισβολή προτύπων μέσω διαδικτύου και social media κ.ά). «Πρόκειται ουσιαστικά για ένα κοινωνικό πρόβλημα που στηρίζεται πάνω στα σημερινά αδιέξοδα πολλών ανθρώπων και που έχει ως αποτέλεσμα την παραβατικότητα, τα ναρκωτικά και η βία» σημειώνει ο κ. Μπουντής. Και συνεχίζει: «Η ανάγκη για κοινωνική ανάδειξη, για αναβάθμιση του οικονομικού status, αλλά και το κυνήγι του εύκολου και γρήγορου χρήματος έχουν επηρεάσει πλέον μια μερίδα της νέων ανθρώπων που θεωρούν ότι οι παραπάνω ανάγκες τους καλύπτονται με την χρήση και την διακίνηση ναρκωτικών κτλ».

Άρθρο των New York Times αναφέρει ότι οι νεότεροι Αμερικανοί αποφεύγουν όλο και περισσότερο το αλκοόλ, ενώ εναγκαλίζονται την κάνναβη και τα ψυχεδελικά – ένα φαινόμενο που ανησυχεί ορισμένους ειδικούς σε θέματα εθισμού. Πριν από λίγο καιρό, η νηφαλιότητα ήταν ευρέως κατανοητή ως αποχή από όλες τις μεθυστικές ουσίες και ο όρος συχνά συνδεόταν με ανθρώπους που είχαν ξεπεράσει σοβαρές μορφές εθισμού. Στις μέρες μας, χρησιμοποιείται πιο επεκτατικά, μεταξύ άλλων και από ανθρώπους που έχουν κόψει την κατανάλωση αλκοόλ, αλλά καταναλώνουν αυτό που θεωρούν μέτριες ποσότητες άλλων ουσιών, συμπεριλαμβανομένης της μαριχουάνας και των μανιταριών. Ορισμένοι άνθρωποι, μάλιστα, αποκαλούν τους εαυτούς τους “California sober”, ένας όρος που έγινε δημοφιλής σε ένα τραγούδι του 2021 από την ποπ σταρ Demi Lovato, η οποία αργότερα αποκήρυξε την ιδέα, λέγοντας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι “η νηφαλιότητα είναι ο μόνος τρόπος να είσαι νηφάλιος”. Πάντως, πράγματι, από το 2000, η χρήση αλκοόλ μεταξύ των νεότερων Αμερικανών έχει μειωθεί σημαντικά, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Gallup. Ταυτόχρονα, η χρήση κάνναβης και ψυχεδελικών ουσιών έχει αυξηθεί, καθώς οι νόμοι και οι συμπεριφορές των πολιτειών γίνονται πιο επιτρεπτικές, ακόμη και αν και τα δύο παραμένουν παράνομα σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό νόμο.Σε έρευνα διαπιστώθηκε ότι το 44% των ενηλίκων ηλικίας 19 έως 30 ετών δήλωσε το 2022 ότι είχε κάνει χρήση κάνναβης τον τελευταίο χρόνο, ποσοστό ρεκόρ. Εκείνη τη χρονιά, το 8% των ενηλίκων της ίδιας ηλικιακής κλίμακας δήλωσε ότι είχε κάνει χρήση ψυχεδελικών ουσιών, ποσοστό αυξημένο από το 3% το οποίο άγγιζε δέκα χρόνια πριν (2002).

Ας μην παραλείψουμε σε αυτό το ναρκο-τουρ μας το chem sex και τα αντίστοιχα πάρτυ, που αφορούν κυρίως gay άτομα, ιδίως άντρες: μεφεδρόνιη, crystal meth, G, χόρτο, σπανιότερα κόκα ή ”καυλόχαπα” (Viagra, Cialis). Διαμερίσματα που νοικιάζονται μέσω airbnb υποδέχονται ανθρώπους που δηλώνουν πως δεν είναι έτοιμοι ν’ αγαπήσουν ή ν’ αγαπηθούν, αλλά πως θέλουν να ζήσουν, να γουστάρουν, να καυλώνουν. Επιδίδονται στην άγρα του έρωτα μέσα από την περιστασιακή (τύπου σαββατοκύριακου) κατανάλωση ναρκωτικών, για να γυρίσουν από Δευτέρα στους συνήθεις ρυθμούς της νωθρής και μουντής τους ρουτίνας, την οποία πάλι θα θελήσουν να ξανασπάσουν βιώνοντας ψυχοσωματική έκσταση.

Γιατί πίνουμε

Γράφει η Δήμητρα Αθανασοπούλου στο Olafaq, πριν περίπου 2 χρόνια σε άρθρο της με τίτλο ”Γιατί ενώ ο κόσμος προοδεύει καταναλώνουμε περισσότερα ψυχοφάρμακα;”: «Ναι, ο κόσμος προοδεύει αλλά εμείς δεν τον χαιρόμαστε. Διότι δεν γνωρίζουμε καν τις πραγματικές μας ανάγκες ώστε να τις υλοποιήσουμε, διότι είμαστε δέσμιοι της ύλης και της «καλής ζωής» όπως αυτή πλασάρεται από την καθεστηκυία τάξη, διότι έχουμε εγκλωβιστεί σε μια ψυχαναγκαστική διεκδίκηση ευτυχιοκρατικής υπεροχής ενώ η τεχνολογική πρόοδος έχει αναδείξει κυρίως τις ψευδείς όψεις της πληθωριστικής ελευθερίας.Αποτέλεσμα; Μας κατακλύζει ένα αίσθημα ματαιότητας. Ίσως γιατί όσο απαθείς και να θέλουμε να είμαστε η δυστυχία που υπάρχει γύρω μας, μας αφορά. Για πόσο μπορεί κανείς να αναγνωρίζει τη χαρά στην κατανάλωση και στους αλγόριθμους; Τα γιγαντιαία βήματα της τεχνολογίας δεν έχουν καταφέρει να εξαλείψουν την κοινωνική αδικία ούτε κατ’ επέκταση την προσωπική δυσφορία. Όσο ο κόσμος θα προοδεύει για εμάς, χωρίς εμάς, εμείς θα καταναλώνουμε αντικαταθλιπτικά και ψυχοτρόπα.»

Κρίνοντας εξ ιδίων και από τον κύκλο μου (αρκετά ευρύ και πολυσυλλεκτικό), ο μέσος 25ρης ή 30ρης, 35ρης αυτή την εποχή κάνει, λίγο πολύ, ναρκωτικά. Τόσο απλά. Ας πούμε, οι γονείς αρκετών από τους φίλους μου ούτε θα διανοούνταν ότι οι κανακάρηδες κι οι πριγκιπέσες τους κάνουν μυτιές πάνω σε καπάκια τουαλετών νυχτερινών μαγαζιών υπεράνω πάσης υποψίας ένα τυχαίο σαββατόβραδο, απολαμβάνοντας το κέρασμα κάποιου κιμπάρη της παρέας ή καταθέτοντας το 50ευρώ τους για να τσοντάρουν σε μια συνολική αγορά που θα κάνει τη νύχτα να βγει. Μετά τα πρώτα-δεύτερα ποτά, καταλήγουμε σε ένα σπίτι και συνεχίζουμε την διασκέδαση. Όχι κάθε Σου Κου. Όχι πάντα με κόκα. Συνηθέστερα, παίζει χόρτο. Μιλάμε, γελάμε, ακούμε μουσική, φλερτάρουμε ή καταδυόμαστε μέσα μας, βαθιά μας, κατάμονοί μας-απλώς με αγαπημένες ή απλώς οικείες φάτσες τριγύρω μας. Δεν είμαστε τίποτα πρεζάκια παλιακιά τη εννοία. Είμαστε άκρως λειτουργικοί ενήλικες που τρέχουν όλη μέρα να προλάβουν τα ραντεβού τους, θέλουν να παραδίδουν την δουλειά τους στην ώρα τους, μάλιστα, κάποιοι από εμάς πηγαίνουν γυμναστήρια, κάνουν διατροφές, ξυπνούν χαράματα για διαλογισμό, φτιάχνουν τις δικές τους μπάρες δημητριακών, κυνηγούν τα βιολογικά μέλια και κάνουν κηπουρική σε κάθε δωμάτιο του σπιτιού μας. Όμως, την πίνουμε και, μάλιστα, σε σταθερή βάση. Μπορεί να έχουμε τον dealer μας ή εκείνον τον φίλο που η παρουσία του στις νύχτες μας σηματοδοτεί πιώμα συγκεκριμένο. Μπορεί να μην έχουμε εθιστεί, να μην το αποζητάμε. Δεν λέμε όμως και όχι όταν ”γυρνάει”. Το προφίλ των χρηστών ναρκωτικών στη νέα δεκαετία 2010-2020 ήταν ήδη διαφορετικό από ό, τι τα αρκετά προηγούμενα χρόνια. Το προφίλ αυτό όλο και μεταβάλλεται.

Η ζωή μοιάζει αβάσταχτη, ακόμα κι αν έχεις μεταπτυχιακό, αν είσαι όμορφος, αν ζεις σε δικό σου σπίτι με σκύλο και air fryer. Κοκτέιλ από χάπια, τρίμματα καπνών και μαγικής σκόνης υπόσχονται στους ανθρώπους των χαλεπών καιρών της μετά-covid φρικτότητας, βραχείες προσβάσεις σε πιο χρωματιστά σύμπαντα. Διαρκούν λίγο. Σαν τσιχλόφουσκες. Σκάνε-παφ!-και μετά η ζωή συνεχίζεται κάτω από το εκτυφλωτικό φως του ήλιου, ένα πρωί που ξυπνάμε με κεφάλι πιασμένο από το hangover και δεν ξέρουμε με ποιον να τα πρωτοβάλουμε: με τον εαυτό μας, τη μοίρα μας τη μαύρη, τη μάνα μας, τον πρώην μας, τ’ αφεντικό μας.

ΥΓ: Τα μεθύσια της νέα γενιάς δεν είναι τσιπουροκρασομπιροβοτκομεθύσια. Είναι ναρκο-μεθύσια. Είναι ψυχοτρόπα μεθύσια. Έχουν μια παράξενη σκοτεινιά, μια αγριάδα. Λίγο λίγο, μας κατατρώνε και το ξέρουμε. Κι ας μη βλέπουμε σοβαρή διαφορά στο πώς ακολουθούμε την ιεροτελεστία της καθημερινότητάς μας. Κι ας κάνουμε γιόγκα Τρίτη-Παρασκευή. Κι ας επισκεπτόμαστε τη γιαγιά μας τ’ απογεύματα της Κυριακής. Κάτι μέσα μας όλο πάει και σαπίζει. Ίσως σαπίζει ποιητικά. Πάντως σαπίζει. Και η μυρωδιά του θα αρχίσει να αναδίδεται τα επόμενα λίγα ή περισσότερα χρόνια. Για να δούμε.