Όλο και περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη νέα ταινία του Γούντι Άλεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα. Όπως ο ίδιος είχε αναφέρει στη La Nacion, «θα έχει παρόμοιο χαρακτήρα με το Match Point» και σύμφωνα με το Production Weekly, η ταινία θα είναι εξ ολοκλήρου στα γαλλικά και τα γυρίσματα θα ξεκινήσουν τον Σεπτέμβριο στο Παρίσι. Η πιθανή ονομασία της ταινίας είναι “Wasp 22” και το cast προς το παρόν παραμένει άγνωστο. Ο μεγάλος σκηνοθέτης σε μια live συνομιλία που είχε με τον Alec Baldwin στο Instagram, δήλωσε πως δεν έχει σκοπό να σκηνοθετήσει παραπάνω από μία-δύο ταινίες τα επόμενα χρόνια, καθώς το κοινό πλέον δείχνει περισσότερο ενδιαφέρον για μια κινηματογραφική εμπειρία στο σαλόνι του μέσω streaming. «Οι κινηματογράφοι εξαφανίζονται επειδή είναι δύσκολο να ανταγωνιστούν τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η επίπεδες οθόνες, που είναι όλο και μεγαλύτερες και με άψογο ήχο», είχε δηλώσει. Με αφορμή τη νέα – και ίσως προτελευταία – ταινία του, θυμόμαστε εκείνη την ημέρα που ο Woody Allen συνάντησε τον Θανάση Λάλα, για μια ιδιαίτερη και αποκαλυπτική συνέντευξη.

– Τι σας ενοχλεί περισσότερο στη ζωή σας;
Να είμαι στο Παρίσι και να πρέπει να απαντάω σε ερωτήσεις…

– Άρα, αυτήν τη στιγμή, σας ενοχλώ εγώ, η παρουσία μου…
Το κακό είναι ότι δεν είστε μόνο εσείς… (γέλια) Τώρα πια οι δημοσιογράφοι είναι όσοι και οι γιατροί! Πάντα, βέβαια, κάποιοι έπρεπε να μας αρρωσταίνουν, για να έχουν λόγο ύπαρξης και οι γιατροί που είναι εξίσου πολλοί και θέλουν όσο το δυνατόν περισσότερη πελατεία. (γέλια)

– Φοβάστε τους γιατρούς;
Δεν είναι θέμα φόβου. Μέχρι κάποια ηλικία είχα συνδέσει τους γιατρούς με αυτό που λέμε «πάει, όλα τελείωσαν!». Πίστευα ότι πάμε στους γιατρούς όταν είμαστε πια στα τελευταία μας…

– Παρανόηση… (γέλια)
Παρανόηση… ακριβώς! Όχι η μόνη… η ζωή είναι μια αλληλουχία παρανοήσεων. Έχω σκεφτεί ότι, αν δεν υπήρχαν οι παρανοήσεις στη ζωή και καταλαβαινόμασταν –ό,τι κι αν λέγαμε μεταξύ μας– και κατανοούσαμε ως ορθόν του πράγματος όλοι το ίδιο πράγμα, τότε η ζωή θα ήταν αφόρητη. Το παρανοϊκό της ζωής είναι ότι οι παρανοήσεις ομορφαίνουν τη ζωή. (χαμογελάει)

– Αλήθεια, φαντάζεστε τη ζωή χωρίς «παρανοήσεις»; Πώς θα ήταν;
(σκέφτεται) Δεν θα είχαμε ανάγκη να επικοινωνούμε, να φτιάχνουμε πράγματα… Aφήστε τους χιλιάδες άνεργους ψυχίατρους. (γέλια) Η Αμερική σε κρίση… (γέλια) Η ευημερία της Αμερικής έχει στηριχτεί στις παρανοήσεις… (γέλια) Η ζωή, γενικά, χωρίς τις παρανοήσεις θα ήταν σαν να διαβάζεις το “Έγκλημα και Τιμωρία” και, τελειώνοντάς το, να μην έχεις αντιληφθεί το «έγκλημα» αλλά ούτε και την «τιμωρία. (γέλια)

– Θα κάνατε ποτέ έγκλημα εν ονόματι της τέχνης σας, για να προστατεύσετε την τέχνη σας;
Θα έκανα έγκλημα και για πιο ευτελείς λόγους. (γέλια) Μήπως σας μπερδεύει το γεγονός της τελευταίας μου ταινίας… Ο φόνος στην ταινία μου ήταν απλώς η πρόφαση. Δεν μ’ ενδιέφερε ο φόνος… Ο φόνος στην ταινία μου είχε μια ψυχαγωγική διάθεση. Δεν περιέχει κάποια ερμηνεία για τις απόψεις μου περί τέχνης.

– Ο πραγματικός καλλιτέχνης δεν πρέπει με κάθε τρόπο να πετύχει το στόχο του;
Αν είναι αυτός ο «πραγματικός» καλλιτέχνης, τότε εγώ δεν είμαι απ’ αυτούς. (γέλια)

– Γιατί το λέτε αυτό;
Γιατί από τη στιγμή που γράφω στο σπίτι μου ένα σενάριο μέχρι τη στιγμή που αυτό γίνεται ταινία και τη βλέπει ο κόσμος μεσολαβούν απίστευτοι συμβιβασμοί, πράγμα που αλλοιώνει εντελώς το όνειρο. Κι όμως, εγώ συνεχίζω να ζω και να επισκέπτομαι το Παρίσι, τη Βενετία. (γέλια)

– Όταν λέτε ότι ο φόνος στην ταινία σας έχει ψυχαγωγική διάθεση, τι εννοείτε;
Δεν είναι η αφορμή για να κάνω μια σειρά από φιλοσοφικές σκέψεις. Υπάρχουν φόνοι λογοτεχνικοί που ήταν η αφορμή για να εκφράσουν οι συγγραφείς τις απόψεις γύρω από κάποια θέματα. Εγώ απλώς αγαπώ αυτό το είδος κινηματογράφου. Στην τελευταία μου ταινία προσπάθησα να κινηματογραφήσω ένα φόνο. Το μυστήριο που κρύβει ένας φόνος… Πάντα με ερέθιζε αυτό το είδος κινηματογράφου. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε τη διαφορά… Ο Μάκβεθ είναι ένα έργο βαθιά ανθρώπινο, ο φόνος στον Μάκβεθ είναι το τρενάκι που ταξιδεύει το θεατή σε μια σειρά στοχασμούς γύρω από την ανθρώπινη ύπαρξη και το δράμα της. Στο τελευταίο μου έργο ο φόνος είναι βαθιά ψυχαγωγικός, απλώς! Δεν θέλω μ’ αυτό να περιφρονήσω τη σημασία του φόνου στο έργο μου. Απλώς, για μένα το έγκλημα, στην ουσία, ήταν δευτερεύουσας σημασίας. Ίσως αυτό να είναι και το αποτέλεσμα μιας προσωπικής σύγκρουσης που εκδηλώθηκε από τότε που ήμουν παιδί και, δυστυχώς, συνεχίζει και σήμερα να εκδηλώνεται.

– Έχετε καταλάβει, τουλάχιστον, σε τι συνίσταται αυτή η διαχρονική προσωπική σας σύγκρουση;
Είναι μια μάχη ανάμεσα στο τι θα ήθελα να είμαι και στο τι είμαι τελικά. Δεν σας κρύβω ότι μια ολόκληρη ζωή, κι αν δεν θέλετε να είμαι υπερβολικός… τη μισή ζωή μου τη σπατάλησα προσπαθώντας να είμαι πιο βαθύς, πιο στοχαστικός, να φτάσω με κάθε τρόπο στην ουσία των πραγμάτων… Όσο περισσότερο προσπαθούσα γι’ αυτό, τόσο περισσότερο αντιλαμβανόμουν την ευκολία μου στην ψυχαγωγία. Παρόλο που γνωρίζω ότι, αν ξέρεις κολύμπι, φαίνεται ακόμα κι αν κολυμπάς στα ρηχά, εγώ προσπαθώ μια ζωή να κολυμπήσω στα άπατα. (γέλια) Δυστυχώς, είμαι ικανός μόνο για ρηχές σκέψεις. Είμαι ρηχό άτομο, που σπαταλιέμαι να αποδείξω ότι είμαι βαθύ!

– Ποια η διαφορά ενός ρηχού ατόμου από ένα βαθύ;
Στο βαθύ άτομο δίνεται η ευχαρίστηση της βουτιάς. Το βάθος κρύβει ένα μυστήριο που τελικά είναι γνώση… Νιώθω ότι είμαι –ως φύσει ρηχός– αποκλεισμένος από ένα πεδίο γνώσης… κι αυτό δεν μπορώ να το αντέξω!

– Πιστεύετε ότι αυτό το χαρακτηριστικό σας είναι αποτέλεσμα της εκπαίδευσής σας ή το φέρετε από γεννησιμιού σας;
Δεν ξέρω… Γενικότερα, ο αποκλεισμός μου από ένα πεδίο γνώσης με κάνει αδύναμο να απαντήσω σε μια σειρά τέτοιων ερωτήσεων. (γέλια) Για παράδειγμα, αν με το που
γεννιόμαστε υπάρχει η υπογραφή ενός δημιουργού που ξέρει τι θα γίνει το δημιούργημά του, αυτό σημαίνει ότι στην ερώτηση «Υπάρχει δέος;» εμείς απαντάμε: «Υπάρχει». Εγώ, μη ξέροντας κάτι τέτοιο, αδυνατώ να απαντήσω με βεβαιότητα σε μια τέτοια ερώτηση… Aφήστε που είμαι πια σίγουρος ότι κανένας δημιουργός δεν ξέρει τι θα γίνει.

– Και πώς αντιμετωπίζετε αυτή σας την αδυναμία;
Κάνοντας ταινίες ή γράφοντας ένα ολόκληρο θεατρικό περί Θεού, που τελικά καμιά απάντηση δεν έχει επί του θέματος!

– Ζώντας δεν έχετε ποτέ διαπιστώσει την ύπαρξη του Θεού;
Ωραία ερώτηση… Θα σας φανεί περίεργο, αλλά συχνά, όταν βλέπω ότι μια ταινία μου οικονομικά περνάει πρόβλημα –ο προϋπολογισμός διογκώνεται απαγορευτικά–, σκέφτομαι ότι μπορεί να είναι ή πολύ ρεαλιστική ή αθεϊστική. (γέλια)

– Γιατί αθεϊστική;
Γιατί μάλλον κάτι έχω γράψει που δεν αρέσει στο Θεό και μου δημιουργεί χιλιάδες προβλήματα… Κάτι τέτοιες στιγμές αυξάνονται μέσα μου οι πιθανότητες ύπαρξης του Θεού. (γέλια)

– Υπάρχει κάτι απ’ όλα αυτά που έχετε κάνει που πιστεύετε ότι δεν αρέσει στα σίγουρα στο Θεό, αν υπάρχει;
Ίσως τίποτα δεν του αρέσει απ’ αυτά που έχω κάνει… (γέλια)

– Γιατί;
Γιατί ξέρω ότι ο Θεός, αν υπάρχει, θέλει το δημιούργημά του να μπορεί να κάνει, όταν θέλει, κάτι σοβαρό που να έχει ποιότητα. Εμένα αυτό μου είναι δύσκολο και, προφανώς, τον εκνευρίζω.

– Γιατί σας είναι δύσκολο να κάνετε κάτι σοβαρό και ποιοτικό;
Ίσως γιατί είμαι πολύ του βολέματος και φυγόπονος. Η ποιότητα θέλει σκληρή δουλειά… Δυστυχώς, εγώ κουράζομαι εύκολα…

– Με τον καιρό, δεν έχετε δει κάποια εξέλιξη προσωπική προς το ποιοτικότερο; (γέλια)
Ίσως κάποιες στιγμές νιώθω ότι κάτι πάει να γίνει. Η μητέρα μου έλεγε «Kαι τίποτα να μην είσαι ικανός να κάνεις, αν κάνεις κάτι υποχρεωτικά, κάποτε ίσως κάνεις κάτι καλά». Μπορεί σήμερα να είμαι λίγο καλύτερος από παλιότερα, αλλά βλέπω μπροστά μου και νιώθω ότι απαιτείται πολύ σκληρή δουλειά ακόμα. Ίσως τώρα νιώθω περισσότερη αυτοπεποίθηση… Είμαι πιο σίγουρος σήμερα απ’ ό,τι θυμάμαι τον εαυτό μου στις δύο πρώτες μου ταινίες..
Εντούτοις παραμένω λάτρης του εύκολου. Μεγάλο λάθος μου, αλλά όλες οι λατρείες πληρώνονται.

– Όταν λέτε «λάτρης του εύκολου»;
Δεν μπορώ σήμερα να φανταστώ τον εαυτό μου να πάω να κάνω γυρίσματα κάπου αλλού έξω από τη Νέα Υόρκη.

– Κι εγώ, που νόμιζα ότι αγαπάτε πολύ τη Νέα Υόρκη και γι’ αυτό τη διαλέγετε μόνιμα σαν σκηνικό των ταινιών σας…
Καταρχήν, δεν βάζουμε πάντα ό,τι αγαπάμε σ’ αυτό που κάνουμε. Και, για να μη σας αφήσω στην πλάνη σας, σας ομολογώ ότι η Νέα Υόρκη είναι η πιο εύκολη λύση για μένα, γι’ αυτό γυρίζω εκεί τις ταινίες μου. Συχνά, λέω στον εαυτό μου «Aυτή δεν είναι η καλύτερη λύση…» Κι ο εαυτός μου, αυτομάτως σχεδόν, μου απαντάει «Eίναι όμως η ευκολότερη! (γέλια)

– Κι όμως, δίνετε την αίσθηση ότι σας ενδιαφέρει η τελειότητα… Δεν είστε τελειομανής;
Τέλειο, για μένα, δεν υπάρχει… Υπάρχει ένα σύνολο επιλογών που καθορίζει την προσωπική μας στάση απέναντι στα πράγματα.

– Έχετε πει, άλλωστε, σε μια ταινία σας: «Είμαστε το σύνολο των επιλογών μας»… Αλήθεια, τι εννοούσατε;
Οι επιλογές που κάνουμε στη ζωή μας καθορίζουν και τις προτεραιότητές μας. Αυτό όμως καθορίζει όλη τη ζωή μας. Πέστε μου την κύρια προτεραιότητα στη ζωή σας που είναι ζήτημα επιλογής. Η άνεσή μου.

– Πέστε μου κάτι που δεν κάνατε στη ζωή σας, εξίσου σημαντικό, για να μη διαταράξετε την άνεσή σας.
Θα ήταν πολύ σημαντικό για μένα να μπορούσα σε μια ταινία μου να κινήσω ένα πλήθος… όπως ο Κουροσάβα, ο Τζεφιρέλι, ο Μπερτολούτσι. Αυτό δεν θα το κάνω ποτέ όμως. Προτιμώ τρεις τέσσερις ηθοποιούς, φίλους, σ’ ένα διαμέρισμα στη Νέα Υόρκη. Είναι ζήτημα επιλογής, δεν νομίζετε;

– Αυτό δεν σας σκοτώνει τη φαντασία κάποιες φορές; Οι επιλογές σας, εννοώ, δεν είναι εμπόδιο στη φαντασία σας;
Μα η φαντασία είναι ένα άλογο που πηδάει πάνω από εμπόδια… Έτσι φαίνεται η ικανότητά της. Αυτή είναι η διαφορά του αλόγου από το αυτοκίνητο… Το άλογο δεν τρέχει
μόνο, πηδάει και εμπόδια· το αυτοκίνητο τρέχει στο ίσωμα. Βάζω τις επιλογές μου και τις προτεραιότητές μου εμπόδια κι αφήνω τη φαντασία μου να δώσει λύσεις… Χωρίς εμπόδια, δεν θα υπήρχε η αναζήτηση μιας και μοναδικής λύσης που τελικά μας χαρακτηρίζει… Εγώ πιστεύω ότι η μοναδικότητα αυτού που κάνουμε εξαρτάται άμεσα από τις επιλογές και τις προτεραιότητες που θέτουμε στη ζωή μας.

– Πού μεγαλώσατε;
Στο Μπρούκλιν. Να ένα στοιχείο που πιστεύω ότι επηρέασε τη διαμόρφωσή μου ως ανθρώπου. Αν οι γονείς μου ζούσαν στο Μανχάταν, θα ήμουν σίγουρα ένας άλλος άνθρωπος σήμερα, προς το καλύτερο…Λυπάμαι πολύ γι’ αυτή την επιλογή των γονιών μου. Αν ήταν λίγο πιο φωτισμένοι, θα μπορούσα να είχα μεγαλώσει στο Μανχάταν του ’30 και του ’40, τότε που δεν υπήρχε εγκληματικότητα. Ήταν ένα παράδεισος τότε το Μανχάταν!

– Την αγαπάτε αυτή την πόλη, ε;
Ακόμα και σήμερα, που δεν μοιάζει καθόλου με παλιά…

– Θυμάστε την πρώτη φορά που πήγατε στο Μανχάταν;
Ήταν το 1941. Ο πατέρας μου με πήρε μαζί του… Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που βγήκαμε από τον υπόγειο στην πλατεία Τάιμς. Σήκωσα τα παιδικά μου μάτια κι ήταν σαν να αντίκρισα το Θεό. (χαμογελάει)

– Τι θυμάστε περισσότερο από την πρώτη σας εκείνη επίσκεψη; Τι σας είχε εντυπωσιάσει;
Κάθε λίγα μέτρα μια μεγάλη φωτεινή επιγραφή… μια κινηματογραφική μαρκίζα λάμπουσα μέσα σε χιλιάδες στρογγυλά φωτάκια!

– Δεν είχατε ξαναδεί κινηματογράφο;
Στο Μπρούκλιν, στη γειτονιά μου, υπήρχε ένας κινηματογράφος κάθε πέντε τετράγωνα… Ενώ στο Μανχάταν είκοσι δεξιά και είκοσι αριστερά πάνω στον ίδιο δρόμο. Απίστευτο!

– Θυμάστε ονόματα από κάποια μαρκίζα;
(χαμογελάει) Τότε κατάλαβα ότι ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και ο Κλαρκ Γκέιμπλ είχαν ήδη παίξει σε δεκάδες ταινίες… Ήταν σαν λούνα παρκ για μένα το Μανχάταν που αντίκρισα για πρώτη φορά. Θυμάμαι ιδιαίτερα τους τύπους στα πεζοδρόμια που πάνω σε μια βαλίτσα έπαιζαν μαριονέτες. Ήταν το κάτι άλλο… Δεν μπορούσα να το πιστέψω… Είχα ξετρελαθεί. Aπό τότε ερωτεύτηκα τρελά το Μανχάταν, σε τέτοιο βαθμό που δεν έχανα ούτε ταινία που είχε γυριστεί στο Μανχάταν.

– Θυμάστε πότε πήγατε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο;
Tην πρώτη μου αυτή εμπειρία την οφείλω στη μητέρα μου… Ήμουν τριών χρόνων και με πήγε να δω τη Χιονάτη. Kάθισα άνετα στο κόκκινο βελούδινο κάθισμα, χαμήλωσαν τα φώτα και άρχισε να παίζει. Ήρωες κινούνταν πάνω στο άσπρο πανί. Το πιστεύετε ότι μου κόπηκε η ανάσα; Όταν διάβασα την αυτοβιογραφία του Μπέργκμαν έμαθα ότι και ο Ίνγκμαρ αισθάνθηκε το ίδιο στην πρώτη αυτή θέα. Ένιωθα το θαύμα κι ας ήμουν τόσο μικρός! Η μητέρα μου λέει ότι σηκώθηκα ν’ανέβω στη σκηνή να πιάσω τους ήρωες κι αυτή με συγκράτησε.

– Ποιος υπήρξε έκτοτε ο αγαπημένος σας ηθοποιός;
Ο Γκράουτσο Μαρξ.

– Και πότε νιώσατε ότι θα μπορούσατε να γίνετε κι εσείς ηθοποιός;
Πολύ αργότερα… Αλλά θυμάμαι, μικρός, οχτώ χρόνων ήμουν, όταν είδα τον Τάιρον Πάουερ στο Μαύρο Κύκνο και ένιωσα ότι «αυτό θα μπορούσα να το κάνω κι εγώ!»

– Πότε είδατε για πρώτη φορά κινηματογραφική ταινία; Το υλικό εννοώ… Αυτά τα καρεδάκια.
Σε σκουπιδοτενεκέ… Ήμουν γύρω στα επτά… Ένα κομμάτι 35 χιλιοστών, που το άρπαξα και το φύλαξα. Μετά από χρόνια διαπίστωσα ότι ήταν 25 καρεδάκια από μια σκηνή της ταινίας “Τέσσερις Τζιλ σ’ ένα Τζιπ με τη Μιράντα”. Το έχω ακόμα φυλαγμένο σπίτι μου… Έχασα πολλά πράγματα αγαπημένα σε μετακομίσεις, αλλά αυτό ήταν πάντα το πρώτο που πρόσεχα να πάρω…

– Τα αντικείμενα είναι το σαμπουάν της μνήμης, την καθαρίζουν; Τη φρεσκάρουν; (γέλια)
Ωραίο σαμπουάν… (γέλια)

– Πού το αγοράζει κανείς;
Ίσως στο προσωπικό του σούπερ μάρκετ ο καθένας…
(γέλια)

– Εσείς, πάντως, πρέπει να έχετε αποθέματα, Βλέπω ότι η μνήμη σας είναι πεντακάθαρη. Αλήθεια, τι δεν θα ξεχάσετε ποτέ στη ζωή σας;
Ερώτηση-κλειδί για μένα αυτή…

– Το ζήτημα είναι να δούμε τι πόρτα θ’ ανοίξουμε μ’ αυτό το κλειδί…
Εξώπορτα νομίζω.

– Απαντήστε και κρίνουμε μετά… (γέλια)
Λοιπόν… Τι δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου, ε;

– Ακριβώς.
Πολλά, αλλά ποτέ, μα ποτέ τους καβγάδες των γονιών μου…

– Γιατί;
Ήταν για μένα το παράδειγμα μιας σχέσης εκτός ορίων που, παρ’ όλα αυτά, άντεχε στο χρόνο.

– Οι καβγάδες ήταν βίαιοι;
Μόνο πιστόλια δεν τραβούσαν! (γέλια)

– Γιατί μάλωναν;
Όχι πάντα για σοβαρά πράγματα… Ένα μικρό επεισόδιο μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου μπορούσε να καταλήξει σε καβγά. Αυτή η σχέση των γονιών μου όμως μπορώ να πω ότι τελικά με βοήθησε. Με έκανε ατάραχο μπροστά στις πιο εξτρεμιστικές συμπεριφορές. Δεν υπάρχει κακό στη ζωή που να μη βγαίνει σε καλό… αν σωθείς.

– Όπως και καλό που να μη σε οδηγεί στο κακό.
Το καλό είναι πιο επικίνδυνο από το κακό! Γιατί το καλό επαναπαύει το αμυντικό μας σύστημα.

– Εσείς είπατε κάποια στιγμή «εγώ θα γίνω ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης»;
Όχι… Άλλωστε, ξεκίνησα γράφοντας αστεία. Ήθελα να γίνω ευθυμογράφος…

– Και τι σας βοήθησε σ’ αυτό;
Η τόλμη μου… Πήγα σε ένα συγγενή μου που είχε σχέση μ’ αυτά, του χτύπησα την πόρτα, του συστήθηκα, αν και δεν με γνώρισε, και του έδωσα να διαβάσει μερικά αστεία μου. Αυτός τα διάβασε εκείνη τη στιγμή από υποχρέωση και, αντί να μου πει «ωραία είναι, άσ’ τα και θα σου τηλεφωνήσω», σηκώθηκε όρθιος φωνάζοντας στη γυναίκα του: «Είναι καταπληκτικά, ιδιοφυή… Δεν θα μπορούσα ποτέ να τα σκεφτώ εγώ!» (γέλια) Ευτυχώς! Έτσι, γνωρίστηκα με τον αρχισυντάκτη του σόου Η ώρα της κωμωδίας της Κονγκέιτ, τον Ντάνι Σάιμον, τον αδελφό του Νιλ Σάιμον… Αυτός στην αρχή, ώσπου να διαβάσει τα αστεία μου, με αντιμετώπισε σαν ρουσφέτι στο θείο μου, αλλά, όταν τα διάβασε, τρελάθηκε.

– Τότε υπήρχε ένας άνθρωπος που θαυμάζατε;
Ο Μπομπ Χόουπ. Πρώτη φορά τον είδα μαζί με τον Μπιγκ Κρόσμπι στην ταινία “Ο δρόμος για το Μαρόκο” και τρελάθηκα. Ήταν για μένα μια αποκάλυψη…

– Τι σας εντυπωσίασε;
Οι αυτοσχεδιασμοί του και τα παιχνίδια με τις λέξεις. Αυτός ήταν η αφορμή να γράψω τα δικά μου αστεία, αλλά ο Ντάνι Σάιμον με έμαθε να γράφω… Αυτός επηρέασε όλη μου την καριέρα μ’ αυτά που μου είπε.

– Θυμάστε κάτι από αυτά που σας είχε πει από την αρχή ως συμβουλές;
«Θα πετύχεις σ’ αυτό, αν δεν κάνεις τίποτε άλλο… Αν αφοσιωθείς σ’ αυτό!». Ή κάτι άλλο, που ακόμα και σήμερα όταν γράφω δεν το ξεχνώ… «Το σπουδαίο αστείο κρύβεται στην αυθόρμητη γραφή!» Η αυθόρμητη γραφή κάνει ένα αστείο καλύτερο από το άλλο. Επίσης, κατάλαβα κοντά στον Σάιμον ότι η αρχή είναι πάντα το πρόβλημα. Εκεί κρύβεται η δυσκολία…

– Υπάρχει κάτι που μπορεί έναν ταλαντούχο άνθρωπο να τον κάνει να χάσει το ταλέντο του;
Πολλά… Aπό τα κυριότερα είναι να προσπαθήσεις να γίνεις κάτι άλλο από αυτό που είσαι… Ο Ντάνι έλεγε: «Θα χάσεις το ταλέντο σου αν χάσεις τον εαυτό σου…» Αυτά πάνε μαζί. Αν έχεις αυτοπεποίθηση και πιστεύεις ότι αυτό που σε κάνει να ξεχωρίζεις είναι ο εαυτός σου και τίποτα άλλο, τότε μπορεί και κάτι που δεν είναι και τόσο καλό να φαίνεται μοναδικό, άρα άξιο να ειπωθεί… Υπάρχουν αστεία που δεν είναι αστεία… Γίνονται αστεία γιατί τα παίζεις εσύ, με έναν προσωπικό τρόπο. Ένα άλλο πράγμα που μπορεί να σε κάνει να
χάσεις το ταλέντο σου, είναι να πιστέψεις ότι για να ξεχωρίσεις, το παν είναι, να καταργήσεις τους κανόνες. Το ταλέντο αναπτύσσεται πρώτα πάνω σε κανόνες… Μόνο όταν
γίνουν συνείδηση οι κανόνες μπορείς να τους παραβιάσεις. Πρώτα μαθαίνεις πως ξεκινάς, πως σταματάς, πως αλλάζεις ταχύτητες, πως φρενάρεις… και μετά οδηγείς ένα αυτοκίνητο.

– Εσείς δοκιμάζετε τα αστεία σας με κάποιον τρόπο; Δηλαδή γράφετε ένα αστείο και το ξαναγράφετε; Ή το καλό αστείο βγαίνει μόνο του; Είναι στιγμή έμπνευσης το αστείο;
Σιγά σιγά οι ερωτήσεις… Μία μία… (γέλια) Λοιπόν, η πρώτη γραφή είναι η χοντρική ιδέα… Μετά αρχίζει η δουλειά, χωρίς να χάνεις τον αυθορμητισμό της αρχής… Αν ό,τι γράφαμε ήταν καλό, ποιος ο λόγος ύπαρξης της λέξης “ξαναγράφω”;…

– Τι σας αρέσει περισσότερο σήμερα, να γράφετε, να παίζετε ή να σκηνοθετείτε;
Να γράφω.

– Γιατί;
Τώρα πιά θέλω να είμαι μόνος στο σπίτι και γράφω. Αυτό μου φαίνεται υπέροχο αυτό. Νοιώθω πολύ καλά όταν είμαι σε αυτή την κατάσταση. Τα προβλήματα αρχίζουν όταν αρχίζεις να σκέφτεσαι πώς θα κλείσεις τον τάδε ηθοποιό, πόσα θα ζητήσει, αν θα του τα δώσει η παραγωγή, αν θα μπορεί αυτή την εποχή ή θα έχει κλείσει κάτι άλλο… Και αρχίζουν οι εκπτώσεις και σιγά σιγά ό,τι καταπληκτικό είχες γράψει γίνεται ένα τίποτα… Και τελικά είναι ευτύχημα να προλάβεις το καταπληκτικό δημιούργημά σου να το παραγάγεις πριν καταλήξει να γίνει τίποτα!

– Υπάρχει κάτι που σας έχουν πει για σας και σας τρομάζει όταν το ακούτε;
Συχνά, υπάρχουν άνθρωποι στο δρόμο που μου λένε: “Σας είδα εκεί και ήσασταν υπερβολικά αστείος!” Αυτό το “υπερβολικά αστείος” με τρομάζει.

– Γιατί;
Δεν ξέρω… Με τρομάζει, πάντως. Είναι όσο και το “υπερβολικά πλούσιος”! (γέλια)

– Έχετε σκεφτεί αν θα μπορούσατε να ζήσετε χωρίς να γυρίζετε πια ταινίες;
Δεν θα με ενοχλούσε αν έπρεπε να σταματήσω αύριο κιόλας. (γέλια) Θα με ενοχλούσε πολύ να μην μπορούσα πια να γράφω.

– Αν μπει κάποιος στο δωμάτιο της δόξας, από τι κινδυνεύει περισσότερο;
Από τους παπαράτσι…

– Και πώς τους αποφεύγει ένας διάσημος;
Φορώντας διαφορετικά καπέλα και κάνοντας τις βόλτες του στο Παρίσι. Αλλά θα ήθελα να σας πω και κάτι ακόμα για τη δόξα, που έλεγα χθες στη Σου… «Η δόξα είναι μια καραμέλα που ποθείς να δοκιμάσεις όταν είσαι ακόμα μικρός, αλλά, αν ήταν να τη δοκιμάσεις μεγάλος πιά, δεν θα πήγαινες ποτέ μόνος στο περίπτερο να την αγοράσεις».

– Σας ενοχλεί να ακούτε κακά λόγια γι’ αυτά που κάνετε, για τα έργα σας;
Όχι… Η κριτική δεν με απασχόλησε ποτέ… Ποτέ δεν με ένοιαξε τι θα πουν οι άλλοι γι’ αυτό που κάνω. Γιατί εγώ έκανα πάντα αυτό που ήθελα να κάνω, άρα, και να είναι κάτι άλλο πιο σωστό, δεν μπορώ να το κάνω, γιατί δεν θέλω! Κάνω αυτό που θέλω, κι αν αρέσει στον κόσμο, ακόμα καλύτερα. Ουδέποτε με ενδιέφερε να ικανοποιήσω τον κόσμο…

– Αν δεν ήταν αρεστό αυτό που κάνετε στον κόσμο, ίσως να μην μπορούσατε να συνεχίσετε να το κάνετε… Έτσι δεν είναι;
Εν μέρει συμφωνώ μαζί σας. Αλλά κανείς δεν χάθηκε επειδή δεν άρεσε. (Γέλια) Απλώς, δεν δοξάστηκε, δεν πέτυχε οικονομικά, αλλά ικανοποίησε τον εαυτό του… Αυτή είναι η πραγματική επιτυχία. Με όλα αυτά δεν θέλω να φανεί ότι συμβουλεύω τους ανθρώπους να δημιουργούν αγνοώντας τον όχλο. Δεν μου αρέσουν οι συμβουλές… Τις μισώ. Εγώ ήμουν τυχερός στη ζωή μου γιατί έκανα αυτό που ήθελα αγνοώντας τον κόσμο, αλλά ο κόσμος έβρισκε διασκεδαστικό αυτό που έκανα και μου άρεσε να κάνω… Τώρα, αν δεν είχα αυτήν τη χάρη, δεν θα ήμουν απέναντί σας… Το πολύ πολύ να ήμουν απέναντι από κάποιο γραβατωμένο κύριο σε ένα υποκατάστημα της American Express, να έβαζα όλη μέρα υπογραφές και να κοιτούσα κάθε τόσο το ρολόι να δω αν πέρασε η ώρα… (κοιτάει το ρολόι) Παρεμπιπτόντως, πέρασε η ώρα… Θα ήταν καλά να τελειώσουμε… (γέλια)

– Υπήρξε μια στιγμή που να ζηλέψατε έναν άνθρωπο που δουλεύει μια ζωή πίσω από ένα γραφείο σε μια τράπεζα;
Όχι. Δεν υπήρξα τόσο διεστραμένος ούτε προς στιγμην… (γέλια) Εχω κάνει πολλά χρόνια ψυχανάλυςη άλλα δεν εχω διαπίστωση μια τέτοια παρέκκλιση στη συμπεριφορά μου. Αλλά μερικές φορές έχω ζηλέψει το μυαλό ενός ανθρώπου που ποτέ, ούτε για μια στιγμή, δεν σκέφτηκε ποιο είναι το νόημα της ζωής… Αυτούς τους ανθρώπους που ζουν τη ζωή όπως εγώ ακούω μουσική. Αυτούς τους ζηλεύω πραγματικά.

– Έχω, δυστυχώς, χιλιάδες πράγματα ακόμα να σας ρωτήσω. Έχουν σχηματίσει ποτάμι οι ερωτήσεις μέσα μου και ο χρόνος που έχω στη διάθεσή μου τις φράζει…
Βλέπετε, όσο περνάει η ώρα και γνωρίζονται περισσότερο οι άνθρωποι, αλλάζει το κλίμα μεταξύ τους, ζεσταίνει η ατμόσφαιρα και λιώνουν οι πάγοι και οι ερωτήσεις ξεχειλίζουν, γίνονται ποτάμι. Αλλά θα μας δοθεί η ευκαιρία μια άλλη φορά…

– Τελειώνοντας, θα ήθελα να σας ρωτήσω: γιατί δεν πηγαίνετε κι εσείς στην τελετή των Όσκαρ;
Όλοι με ρωτάνε αυτό… Γιατί δεν πάω… πολλοί μου λένε ότι δεν πάω επειδή ξέρω ότι δεν θα το κερδίσω… Βλακείες. Απλώς, δεν πάω, αυτό είναι όλο.

– Χωρίς άλλη εξήγηση;
Δεν θέλω να συμμετέχω σε μια διαδικασία καλλιτεχνική όπου εξυπηρετούνται πολλές σκοπιμότητες. Μ’ αυτό δεν θέλω να πω ότι κάποιοι άξιοι άνθρωποι δεν κέρδισαν Όσκαρ με την αξία τους. Αλίμονο… Επίσης βρίσκω ανόητη τη διαδικασία των βραβείων. Αν δεχτώ να με βραβεύσουν κατά την κρίση τους κάποιοι, τότε πρέπει να αποδεχτώ ότι κατά
την κρίση τους δεν αξίζει να βραβευτώ σε κάποια άλλη περίπτωση. Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι δεν νιώθω καμιά ανάγκη να πάω ούτε καν για να δώσω ένα Όσκαρ… Κι ας ξέρω ότι μπορεί να με δουν για δέκα λεπτά περισσότεροι άνθρωποι από αυτούς που θα δουν τις ταινίες μου τα επόμενα διακόσια χρόνια!

– Σας ευχαριστώ.
Κι εγώ. Ελπίζω να είστε επίμονος στη ζωή σας όσο ήσασταν σ’ αυτή την περίπτωση για να σας δώσω συνέντευξη. Η επιμονή έκανε τον Μπέργκμαν να είναι ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης στην ιστορία του κινηματογράφου και η έλλειψη υπομονής εμένα θαυμαστή του. (γέλια)