Ο Ronan Harris βρίσκεται στην κορυφή του κύματος της σκοτεινής ηλεκτρονικής μουσικής με το ενδέκατο studio άλμπουμ των VNV Nation “Electric Sun”, που κυκλοφόρησε μόλις τον περασμένο Απρίλη από τη δική του εταιρεία. Ο συνδυασμός χορευτικών beats, synthpop, EBM, ατμοσφαιρικών κομματιών και κλασικής μουσικής που αφηγούνται βαθυστόχαστες ιστορίες έχουν συμβάλει στο θρυλικό status που δικαίως έχουν κατακτήσει, αφού παραμένουν στην κορυφή της ηλεκτρονικής σκηνής για περισσότερα από εικοσιπέντε χρόνια.
Με αφορμή την πολυαναμενόμενη εμφάνισή τους την πρώτη ημέρα του Death Disco Athens Open Air Festival στην Τεχνόπολη, ο επικεφαλής των εμβληματικών VNV Nation μιλά στο Olafaq.
Η μεγαλύτερη απειλή για μας σήμερα είναι ότι έχουμε αυτοματοποιήσει τη διαδικασία να λέμε στους ανθρώπους τι και πως να σκέφτονται.
– Καλησπέρα Ronan, χαίρομαι που σε γνωρίζω, Πώς είσαι;
Και εγώ χαίρομαι που σε γνωρίζω επίσης. Είμαι καλά, γενικότερα πολύ απασχολημένος, είχα την ευρωπαϊκή περιοδεία, δούλευα πάνω στο τελευταίο άλμπουμ μέχρι τον Ιανουάριο και μετά ακολούθησε άλλη μια περιοδεία τον Φεβρουάριο, οπότε τώρα ήρθε ο καιρός να κάνω ένα διάλειμμα.
-Πάντα αναρωτιόμουν πώς κατέληξες στην ηλεκτρονική μουσική σκηνή καθώς μεγάλωσες στην Ιρλανδία, μια η χώρα που όλοι έχουμε στο μυαλό μας περισσότερο συνυφασμένη με το εναλλακτικό ροκ, με τους U2 και τους Cranberries;
Δεν νομίζω ότι και η Ελλάδα ήταν πολύ γνωστή για την ηλεκτρονική σκηνή της, αλλά ωστόσο έχει γεννήσει έναν από τους μεγαλύτερους μουσικούς της ηλεκτρονικής σκηνής όλων των εποχών, τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Oπότε, το από που έρχεσαι δεν παίζει τόσο σημαντικό ρόλο. Καθώς όταν ήμουν μικρός το ραδιόφωνο ήταν ακόμη ένα πολύ δημοφιλές μέσο, μέσω του οποίου μπορούσες να ακούσεις τη μουσική που ήταν διαθέσιμη σε όλο τον κόσμο καθώς και τις μουσικές των charts. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 όταν ήμουν πολύ μικρός άκουσα τα πρώτα μου συνθεσάιζερ. Επιπλέον, το ότι ήταν η εποχή που η Βρετανία περνούσε μια underground επανάσταση και το γεγονός ότι είχαμε βρετανική τηλεόραση έπαιξε επίσης βασικό ρόλο. Ήταν η εποχή που η ηλεκτρονική μουσική συνδεόταν με την επιστήμη -και μιας και εμένα προσωπικά με γοήτευε πολύ η αστρονομία και η φυσική ακόμα και ως παιδί, παρακολουθούσα πολλές επιστημονικές εκπομπές που ήταν πλαισιωμένες με ηλεκτρονικό ήχο. Και δεν ήταν μέχρι ίσως το τέλη της δεκαετίας του ’70 που είδα για πρώτη φορά κάποιον να χρησιμοποιεί κανονικά ένα συνθεσάιζερ ως μέρος μιας τηλεοπτικής εκπομπής και σκεφτόμουν ότι «αυτό είναι απίστευτο»!
– Ποιοι μουσικοί και καλλιτεχνικά κινήματα σε επηρέασαν τότε;
Άρχισα να ασχολούμαι πιο σοβαρά με τη μουσική όταν έφτασα στην πρώιμη εφηβεία. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι η δεκαετία του ‘70 ήταν μια εποχή που άνθισαν μουσικοί της ηλεκτρονικής σκηνής όπως ο Vangelis και οι Krafwerk αλλά παράλληλα ήταν και μια πολύ underground μουσική περίοδος. Ήταν παράλληλα η εποχή των new romantics και του post punk, οπότε είχα χιλιάδες συγκροτήματα και διαφορετικά τραγούδια στη διάθεσή μου που όλα τους επηρεάζονταν ή εμπνέονταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο από αυτήν την underground τάση που επικρατούσε στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Οπότε, ακόμα και τα punk συγκροτήματα επηρεάστηκαν από αυτό. Έτσι ποτέ δεν με τράβηξε το τάδε ή το δείνα στυλ απλά υποθέτω ότι μου άρεσε γενικότερα αυτό το underground συναίσθημα στη μουσική. Για παράδειγμα, μου άρεσαν οι Depeche Mode αλλά την ίδια στιγμή μου άρεσε επίσης να χορεύω με περισσότερο πειραματικές μπάντες. Πήγαινα σε ένα δισκάδικο στο Δουβλίνο όπου «έπεφτα» με τα μούτρα σε ένα καλάθι με παλιά μεταχειρισμένα άλμπουμ και αγόραζα όλα αυτά τα τρελά άλμπουμ από τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70 απλά επειδή εμπεριείχαν ηλεκτρονικούς ήχους και παράλληλα δεν μου κόστιζαν τίποτα. Επίσης, στην Ιρλανδία στις αρχές της δεκαετίας του ’80 δεν υπήρχε ρεαλισμός και είχαμε μπάντες που δεν ανήκαν σε καμία κατηγορία, είχαμε τους Bauhaus και τους Cure για παράδειγμα, που κανείς δεν ήξερε πως να τους περιγράψει, γιατί υπήρχε αυτό το πράγμα που λεγόταν postpunk και σήμαινε απλά «η περίοδος μετά το Punk», όπου ο καθένας ήταν ελεύθερος να κάνει ότι θέλει. Οπότε μέσα από αυτό το ηχητικό μωσαϊκό κατάφερα να πάρω μια καλή αρχική εκπαίδευση.
– Έχουν περάσει σχεδόν τρεις δεκαετίες από την κυκλοφορία του πρώτου LP των VNV Nation, Advance and Follow. Τι σας έχουν διδάξει όλα αυτά τα χρόνια για τον εαυτό σας καθώς και για τη μουσική;
Όλα αυτά τα χρόνια λειτούργησαν σαν μια διαδικασία εκμάθησης για μένα. Κάθε φορά που πήγαινα στο στούντιο μάθαινα περισσότερα από τους ανθρώπους που δούλευαν εκεί, διάβαζα όσα περισσότερα μπορούσα και απλά προσπαθούσα πολύ σκληρά να αφομοιώσω κάθε πληροφορία, και αυτό σε κάθε άλμπουμ που έβγαζα γινόταν όλο και πιο έντονο. Γενικότερα, χρόνο με το χρόνο μαθαίνω περισσότερα, ανακαλύπτω νέα εργαλεία αλλά και πράγματα για μένα τον ίδιο. Όσο για μένα πέρασα από μια περίεργη διαδικασία υποθέτω γιατί ποτέ δεν ήθελα να γίνω απλά ο τραγουδιστής ή το μέλος μιας μπάντας ή απλά να είμαι μπροστάρης. Αυτός ποτέ δεν ήταν ποτέ ο στόχος μου και ήμουν αρκετά ευτυχισμένος με την καριέρα μου μέχρι τότε, αλλά είχα πολλές εσωτερικές σκέψεις τις οποίες ποτέ δεν είχα μοιραστεί ή ποτέ δεν ήξερα πραγματικά πώς να τις εκφράσω μέχρι που έγραψα το Praise the Fallen το οποίο πάντα θεωρούσα ότι ήταν το πρώτο πραγματικό μου άλμπουμ γιατί όλα τα κομμάτια του Advance and Follow ήταν κάτι περισσότερο σαν demos, χωρίς να ξέρω πραγματικά τι ήθελα να τα κάνω, αλλά όταν τελείωσα το Advance and Follow πήγα σπίτι και την ίδια μέρα έγραψα κατευθείαν το πρώτο κομμάτι για το Praise the Fallen. Η ιδέα μου πίσω από αυτό ήταν ότι ήθελα να δημιουργήσω ένα άλμπουμ που θα ήταν καθαρά για τον εαυτό μου. Δεν ήθελα να το κυκλοφορήσω απαραίτητα. Αλλά όταν οι φίλοι μου άκουσαν τα κομμάτια που κυκλοφόρησα σε λίγες περιορισμένες κόπιες, μου είπαν ότι θα έπρεπε να το μοιραστώ με τον κόσμο καθώς βίωναν κάτι αντίστοιχο. Ήταν σα να μοιράζομαι την ψυχή μου σε ένα είδος στενογραφίας ή λες και προσπαθούσα με έναν κρυπτικό τρόπο να περιγράψω πράγματα στον εαυτό μου που είναι αναφορές αλλά φαινόταν ότι το συναίσθημα που έβαζα μέσα σε αυτό επικοινωνούσε με άλλους ανθρώπους και αν μπορούσα να το μοιραστώ αυτό με 10, 000 ανθρώπους ή ακόμα και με ένα άτομο που ζει σε ένα χωριό που θα νιώσει ότι κάποιος άλλος σκέφτεται σαν εμένα τότε έχω πετύχει τον στόχος μου.
– Πιστεύεις στο Θεό, έναν οποιονδήποτε Θεό, ή σε κάτι μεταφυσικό;
Δεν περιορίζομαι σε καμία θρησκεία. Μεγάλωσα στην Ιρλανδία σε μια εποχή όπου από την ημέρα που γεννιέσαι σου λένε ότι αυτός είναι ο κόσμος και δεν χρειάζεται να αποδείξεις τίποτα, αλλά είχα μια σειρά από εμπειρίες στη ζωή μου που μου άλλαξαν γνώμη για πολλά πράγματα. Αν δεις ένα φως που αναβοσβήνει στο δωμάτιό σου και σκεφτείς «ω Θεέ μου είναι άγγελοι», νομίζω ότι όλα αυτά είναι απλά μαλακίες. Ποτέ δεν μπορούσα να δεχτώ μια εξήγηση που σου δίνεται από μια ενιαία θρησκεία που υποτίθεται ότι λειτουργεί το ίδιο τόσο για καθηγητές Πανεπιστημίου όσο και για αγρότες, έτσι ώστε όλοι υποτίθεται ότι πρέπει να καταλάβουν αυτήν την απλοποίηση. Νομίζω ότι όλοι κοιτάμε το ίδιο πράγμα απλά όλοι έχουμε τη δική μας προσωπική κατανόηση δεν σημαίνει ότι η δική μου είναι αυτό που πρέπει να πιστεύουν όλοι οι άλλοι αλλά δεν είμαι οπαδός της οργανωμένης θρησκείας.
– Τα προηγούμενα χρόνια, σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν γεμάτα εκπλήξεις. Ποια πιστεύεις ότι είναι τα νευραλγικά σημεία που οδηγούν στην συλλογική μας κατάρρευση; Τούτου λεχθέντος, τι είναι αυτό που συνεχίζει να σε εμπνέει όταν δημιουργείς νέα μουσική;
Νομίζω ότι πάντα ο κόσμος κατέρρεε, έχει να κάνει με την οπτική του καθενός. Αν για παράδειγμα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης προβάλλαν μόνο τα καλά νέα που συμβαίνουν σε αυτόν τον κόσμο, θα ήμασταν γεμάτοι από καλά νέα. Δυστυχώς ωστόσο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μας βομβαρδίζουν καθημερινά με τα πιο αρνητικά πράγματα, σα να θέλουν να μας δείξουν τα πιο αρνητικά πράγματα σαν να είναι αυτό το παράδειγμα του 99% του πληθυσμού. Η μεγαλύτερη απειλή για μας σήμερα είναι ότι έχουμε αυτοματοποιήσει τη διαδικασία να λέμε στους ανθρώπους τι και πως να σκέφτονται. Από τότε που ήμουν παιδί ένιωθα σα να κοιτούσα τον κόσμο μέσα από το γυαλί καθώς πάντα ένιωθα αποστασιοποιημένος, ότι δεν ανήκα σ’ αυτόν. Έβλεπα ότι όλοι οι άλλοι συνέχιζαν κανονικά χωρίς να αμφισβητούν τίποτα, χωρίς καν να σκέφτονται τι συμβαίνει γύρω τους, απλά αποδέχονταν αυτό που τους έλεγαν. Δεν ήμουν θυμωμένος, απλά προσπαθούσα να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι σκέφτονται έτσι και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι κάθε εποχή θέλει να σκέφτεται έτσι επειδή το μέλλον της φαντάζει αβέβαιο και τρομακτικό. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να προβλέψουν τι θα συμβεί τα επόμενα 20 χρόνια κι έτσι απλά επικεντρώνονται στο σήμερα, πνίγονται μέσα σε ένα ποτήρι νερό. Η τέχνη μου αφορά την εξέλιξή μου ως άτομο και προσπαθώ να δω την κλίμακα του χρόνου και του χώρου σε συνολικό επίπεδο και όχι σε συγκεκριμένο έτος ή συγκεκριμένο μήνα που δεν έχει κανένα νόημα για μένα. Το να μην κάνουμε ζουμ από ένα μικροσκόπιο και το να μπορείς να απεγκλωβιστείς από τον μικρόκοσμό σου και να κοιτάξεις ολόκληρη τη γη και τους πλανήτες, είναι πραγματικά η μόνη προοπτική που αξίζει να κοιτάξεις, οπότε προσπαθώ να δημιουργήσω τέχνη από αυτές τις βασικές μου αρχές, αυτά είναι τα βασικά μου σημεία αναφοράς.
– Αυτό ακούγεται υπέροχο. Μιας και μιλάμε για τη σύνθεση τραγουδιών, ας αφιερώσουμε λίγο χρόνο για να ανατρέξουμε σε ολόκληρο τον μουσικό σας κατάλογο. Έχετε κάποιο παλαιότερο τραγούδι (ή άλμπουμ) που πιστεύεις ότι εξακολουθεί να περικλείει το πνεύμα των VNV Nation, ή, πιο απλά, ότι εξακολουθεί να σας αρέσει να το παίζετε λάιβ όλα αυτά τα χρόνια;
Όταν τραγουδάω οποιοδήποτε τραγούδι από το Praise the Fallen, είτε είναι το Honor ή είναι το Solitary κατά προτίμηση Solitary ή Joy, θυμάμαι ποιος ήμουν, θυμάμαι πως μύριζε το στούντιο, πως έμοιαζε το δωμάτιο, ένα ατύχημα που μου συνέβη με τα ακουστικά μου κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης του τραγουδιού το ήταν ένα παράξενο περιστατικό γιατί άλλαξε τον τρόπο που κάνω μουσική. Η ηχογράφηση αυτή ήταν η γένεσή μου, ήταν η στιγμή της γέννησής μου εκ νέου και από εκείνο το σημείο και έπειτα συνειδητοποίησα τι έκανα και γιατί ήθελα να το κάνω. Όλα όσα έκανα μετά από αυτό ήταν σαν μια συνειδητή προσπάθεια να εξερευνήσω την μουσική με διαφορετικούς τρόπους.
– Ας επικεντρωθούμε τώρα λίγο στο τελευταίο ενδέκατο στούντιο άλμπουμ σας, Electric Sun, το οποίο κυκλοφόρησε τον περασμένο Απρίλιο. Κάτω από ποιες συνθήκες δημιουργήθηκε το άλμπουμ και ποιοι είναι οι συνειρμοί που το συνοδεύουν; Τι σημαίνει για εσάς και πού το τοποθετείτε στη σημειολογία της εποχής μας;
Το συγκεκριμένο άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε περίεργες συνθήκες. Ήταν σαν μια προσπάθεια αντιστάθμισης στον Covid. Έγραφα τραγούδια και μελωδίες αυθόρμητα στον υπολογιστή, ή έγραφα ένα demo και μετά ή το ηχογραφούσα με το τηλέφωνο τραγουδώντας το. Έτσι έγραψα πολλές από τις βασικές ιδέες. Έγραψα 87 ή 88 κομμάτια νομίζω και από αυτά διάλεξα 20 από τα οποία επέλεξα 14 για να τα δουλέψω και χρησιμοποίησα μόνο 8 από αυτά για το άλμπουμ. Τον Αύγουστο του περασμένου έτους, την περίοδο που έφτιαχνα το άλμπουμ τραυματίστηκα και έπρεπε να περάσω μια πολύ δύσκολη και χρονοβόρα θεραπεία για έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό στο πόδι. Βίωνα απίστευτο πόνο κι έπαιρνα ισχυρά παυσίπονα καθ’ όλη τη διάρκεια της δημιουργίας του άλμπουμ. Αυτό δεν το είπα σε κανέναν πέρα από τους φίλους μου, σκέψου είσαι η πρώτη που το λέω. Καθόμουν με το πόδι μου σε μια καρέκλα και τον υπολογιστή σε ένα στούντιο νιώθοντας απίστευτο πόνο όπου χρειαζόμουν περίπου 10 λεπτά για να μπω και να βγω από το δωμάτιο. Όλο αυτό το διάστημα επειδή έπρεπε να περπατάω με αυτούς τους επιδέσμους και τις πατερίτσες, και αντί να νιώθω πόνο άρχισα να νιώθω μια κάθαρση. Το μυαλό μου άρχισε να αδειάζει και να μην νιώθω τίποτα. Έτσι κλειδώθηκα σε αυτή την κατάσταση δουλεύοντας στον υπολογιστή και απλά ξέχασα τον κόσμο γύρω μου. Όταν έγραψα το τραγούδι Wrong -το οποίο είναι για κάποιους ανθρώπους ένα πολύ βαρύ τραγούδι αλλά για μένα πολύ παθιασμένο και συναισθηματικό- ήμουν κλειδωμένος στο στούντιο για πάρα πολλές ώρες και διερωτώμουν «πού στο διάολο είμαι;» γιατί δεν είχα επίγνωση του χρόνου που περνούσε. Πολύ παράξενο να δημιουργείς μουσική σε τέτοιες συνθήκες.
– Τι να περιμένουμε από την εμφάνισή σας στο Death Disco Athens Open Air Festival;
Θα είναι ένα πολύ παθιασμένο και πολύ ενεργητικό δίνουμε πολλά για να προσπαθήσουμε να το κάνουμε όσο το δυνατόν πιο ευχάριστο για εσάς. Στην τελευταία μας περιοδεία λάβαμε πολύ καλά σχόλια από το κοινό, οπότε πιστεύω ότι θα τα πάμε πολύ καλά ότι θα το απολαύσετε στο μέγιστο.
– Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Ετοιμάζουμε κάποιες συναυλίες στη Γερμανία τα Χριστούγεννα, αλλά και μια μεγάλη περιοδεία στη Βόρεια Αμερική. Μετά από αυτό θα δουλέψω πάνω σε ένα καινούργιο άλμπουμ, για την ακρίβεια σε δύο καινούργια άλμπουμ, ένα ορχηστρικό και ένα electronica.
– Και μια τελευταία ερώτηση. Πότε είναι το μέλλον κατά τη γνώμη σας;
Το “When is the future” είναι ένα σαρκαστικό τραγούδι που αναφέρεται στα παραμύθια που μας πουλάνε οι πολιτικοί και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για το πώς έχουμε όλες αυτές τις καταπληκτικές δυνατότητες και τις υποσχέσεις ότι όλα είναι ναι όλα θα είναι υπέροχα αύριο, ενώ συμβαίνουν πραγματικά άσχημα πράγματα και φαίνεται σαν μια αέναη διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ. Είναι σαν να λες σε ένα σκύλο «έλα, έλα, έλα, έλα εδώ, έλα» και ποτέ δεν τους δίνεις ένα κόκαλο ή μια λιχουδιά.
Δείτε επίσης: Ο Dirk Polak των Mecano Un-Ltd. θυμάται ένα Σάββατο βράδυ που κατέβηκε τα σκαλιά της Rebound