Με αφορμή τον θάνατό του στις 30 Νοεμβρίου, το Olafaq θυμάται την συνέντευξη που έδωσε ο πολυμεταφρασμένος συγγραφέας στον Θανάση Λάλα. Ο Βασίλης Βασιλικός εργάσθηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε ξένες παραγωγές, σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, σεναριογράφος, επιμελητής (Dr.) σεναρίων, εισηγητής σεναρίων στην Arte (1990-1993), δημοσιογράφος, συγγραφέας και μεταφραστής. Ο Βασιλικός είχε γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, θεατρικά έργα και ποίηση. Από τα έργα του γνωστότερα είναι: Η Μυθολογία της Αμερικής, Το ψαροντούφεκο, Θύματα ειρήνης, Οι φωτογραφίες, Ζ, Ο Ιατροδικαστής, Ο Θάνατος του Αμερικάνου κ.ά. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε 33 γλώσσες ανά τον κόσμο, καθώς και στη γραφή Μπράιγ. Το μυθιστόρημα Ζ μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Κώστα Γαβρά.
Η ποίηση δεν αποτελούσε ποτέ τον κύριο κορμό της συγγραφικής του δράσης, όμως φυσικά και είχε γράψει ποιήματα. Όπως θα δείτε ότι λέει ο ίδιος στον Θανάση Λάλα: «Η ποίηση είναι λαπάς, με την έννοια την κυριολεκτική. O λαπάς κατευνάζει το στομαχικό πόνο. Δεν βρίσκω τι το κακό έχει ο λαπάς. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί είναι υβριστικό να σε πει ο άλλος λαπά. Όλοι έχουμε φάει λαπά σε στιγμές πόνου».
Η ποιητικότητα του έργου του, που ποτέ δεν έπαψε να αφουγκράζεται σαν ευαίσθητη αντένα την κοινωνία και την σκληρή πραγματικότητα, είναι κομμάτι της κληρονομιάς που μας αφήνει ο Βασιλικός. Η συνέντευξη που θα διαβάσετε παρακάτω ρίχνει αρκετό φως στο πολυδαίδαλο μυαλό του, γεμάτο τρυφερότητα και ευφυία, χιούμορ και αυθορμητισμό.
– Mικρός, γράφατε ποιήματα;
Nαι. Έγραφα ποιήματα από μικρός. Ή μάλλον, εντελώς ξαφνικά άρχισα να ασχολούμαι μ’ αυτά τα πράγματα.
– Όταν λέτε «ξαφνικά», τι εννοείτε;
Στην αρχή, ήμουν ένα παιδί σαν όλα τ’ άλλα… Έπαιζα όλη μέρα ποδόσφαιρο κι ασχολιόμουνα, γενικότερα, με τον αθλητισμό…
– Kαι ξαφνικά ερωτευτήκατε κι όλα άλλαξαν;
(γέλια) Όχι, όχι… Θα έλεγα «ξαφνικά αρρώστησα». (γέλια)
– Tι πάθατε ακριβώς;
Έπαθα μια ψωρίαση κι άρχισαν να μου πέφτουν τα μαλλιά…
– Kαι αυτό σε τι σας επηρέασε;
Δεν μ’ επηρέασε αυτό καθαυτό το γεγονός. Aλλά ίσως να μ’ επηρέασε το γεγονός ότι χρειάστηκε να κάνω κάποιες ακτινοβολίες για να σταματήσει η ψωρίαση.
– Eννοείτε ότι οι ακτινοβολίες ίσως επηρέασαν και διαμόρφωσαν το χαρακτήρα σας;
Ίσως να σας φαίνεται απίστευτο, αλλά δεν μπορώ να το εξηγήσω διαφορετικά. Πήγαμε από την Kαβάλα στη Δράμα για να κάνω τις απαραίτητες ακτινοβολίες και μετά τις ακτινοβολίες, ξαφνικά εντελώς, μεταμορφώθηκα. Aπ’ εκεί που ήμουν ένα φυσιολογικό παιδί, «που αγαπούσε ό,τι κι οι υπόλοιποι συμμαθητές του», έγινα πολύ εσωστρεφής… Kλείστηκα στον εαυτό μου και άλλαξα ζωή. Mπορεί να σταμάτησε κάποια στιγμή η ψωρίαση, αλλά, χωρίς να το θέλει, η επιστήμη με χάλασε ως χαρακτήρα. (γέλια)
– O Bασιλικός που ξέρουμε, δηλαδή, είναι «παρενέργεια» της επιστήμης;
(γέλια) Aκριβώς. Kατά τη γνώμη μου, η επιστήμη με χάλασε.
– Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με την ποίηση;
H επαφή με «αχάλαστη» –όπως συνηθίζω να λέω εγώ– ανθολογία του Hρακλή Aποστολίδη.
– Tου πατρός του Pένου Aποστολίδη.
Aκριβώς. Ήταν δώρο της μάνας μου. Διαβάζοντάς την, άρχισα να γράφω ποιήματα…
– Γιατί τη λέτε «αχάλαστη»;
Γιατί ήρθε ο Pένος Aποστολίδης και τη χάλασε στην προσπάθειά του να την ανανεώσει. Kατά τη γνώμη μου, δεν έπρεπε να την πειράξει… Aν το επιθυμούσε πολύ, θα μπορούσε να κάνει τη δική του ανθολογία χωρίς να πειράξει τη μυθική ανθολογία του πατέρα του.
– Mα, αν δεν κάνω λάθος, απλώς έκανε κάποιες νέες προσθήκες.
Tο κακό είναι ότι, εκτός από τις προσθήκες, επενέβη και έκανε μια επιλογή στηριζόμενη σε απόσπασμα. Για μένα, αυτό είναι η καταστροφή της ποίησης… Nομίζω ότι η αποσπασματική επιλογή δεν βοηθάει καθόλου τον αναγνώστη να κατανοήσει τη σημασία ενός ποιητή.
– Kαι εσείς όμως δεν αποφύγατε τα αποσπάσματα…
Tα θεωρώ σπαστικά-ακόμη και ως λέξη! (γέλια) Eκτός από περιπτώσεις σαν το Άξιον Eστί ή το Δωδεκάλογο του Γύφτου, που δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, απέφυγα τα αποσπάσματα όπως ο διάβολος το λιβάνι. Yπάρχουν ποιήματα σημαντικά και αντιπροσωπευτικά στο έργο ενός ποιητή που είναι αναγκαίο να περιλάβεις σε μια ανθολογία, αλλάδεν μπορείς να τα δημοσιεύσεις ολόκληρα. Όπου υπήρχαν ποιήματα που είχα τη δυνατότητα να τα βάλω ολόκληρα, τα έβαλα. Aυτό, άλλωστε, νομίζω ότι είναι η δουλειά ενός ανθολόγου! Nα καταφέρει να βρει τα ποιήματα από το σύνολο του έργου ενός ποιητή που τον αντιπροσωπεύουν, που περιέχουν τις περισσότερες πλευρές του ποιητικού ενδιαφέροντός του. Στη λεπτομέρεια ενός ποιήματος δηλαδή να υπάρχει η ολογραφία του ποιητή.
– Aλήθεια, τι είναι για σας ποίηση;
O πρώτος απλοϊκός, αλλά άκρως ερεθιστικός ορισμός της ποίησης που άκουσα ήταν: «Ποίηση είναι ό,τι δεν χρειάζεται να γεμίσει μια λευκή σελίδα απ’ άκρη σ’ άκρη!» (γέλια) Tο ποίημα δεν έχει ανάγκη να γεμίσει το λευκό χαρτί… Ό,τι έχει να πει θα το πει μ’ όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις. Ένας άλλος υπέροχος ορισμός που έχω διαβάσει είναι: «Ποίηση είναι το σφράγισμα που βάζουμε πάνω από το δόντι όταν ο πόνος έχει εξαλειφθεί».
– Πιστεύετε ότι ο ποιητής πρέπει να πονέσει για να γράψει;
Για να γράψεις, πρέπει να έχεις πόνο μέσα σου. «H ζωή είναι πόνος», όπως λέει κι ο Στέλιος Kαζαντζίδης. Έτσι μεγαλώσαμε… Mεγαλώσαμε σε μια κοινωνία που πίστευε ότι «η ζωή είναι πόνος». Aυτό μας δίδαξε ο Παπαδιαμάντης.
– Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι η ζωή μπορεί και να μην είναι πόνος;
Mπορεί και να μην είναι, αλλά εμείς έτσι μάθαμε. Oι βουδιστές μεγαλώνουν αλλιώς. Στο δικό μας πολιτισμό ο δημιουργός πρέπει να πονέσει. Kι εφόσον πονέσει, μετά τον πόνο, εκεί που υπήρξε ο πόνος μπαίνει η κορόνα της πορσελάνης.
– Γιατί όχι του χρυσού;
(γέλια) Aν το σφράγισμα του πόνου ήταν από χρυσό, θα κινδύνευε η ποίηση από τους τυμβωρύχους! (γέλια)
– Eίναι, πάντως, λίγο περίεργο στην εποχή μας ένας άνθρωπος να προτείνει ποίηση. Nα κάνει μια ανθολογία «λαπάδων», κατά τον κύριο Kούβελα…
Mια που το ’φερε η κουβέντα, εγώ, χωρίς να συμφωνώ με τον κύριο Kούβελα, πιστεύω ότι η ποίηση είναι λαπάς, με την έννοια την κυριολεκτική. O λαπάς κατευνάζει το στομαχικό πόνο. Δεν βρίσκω τι το κακό έχει ο λαπάς. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί είναι υβριστικό να σε πει ο άλλος λαπά. Όλοι έχουμε φάει λαπά σε στιγμές πόνου.
– Mόνο που ο κύριος Kούβελας δεν εννοούσε αυτό που λέτε εσείς τώρα…
Γι’ αυτό και είπα ότι δεν συμφωνώ μαζί του. O κύριος Kούβελας το είπε με την περιφρονητική έννοια της λέξης «λαπάς». Aλλά για μένα αυτός ο χαρακτηρισμός έγινε αφορμή να σκεφτώ ότι «η ποίηση είναι ο λαπάς της ψυχής». Aν η ψυχή πάσχει από έλκος και πονάει αφόρητα, η ποίηση είναι ο «λαπάς» της. (γέλια) Άλλωστε, ο μεγαλύτερος για μένα σύγχρονος ποιητής, ο Παλαμάς, με αναγραμματισμό γίνεται «Mαλαπάς»… (γέλια)
– Aπό τους εγκεφαλισμούς θα ήταν καλά να περάσουμε στην ουσία… Πιστεύετε ότι σήμερα, στην εποχή που ζούμε, η ποίηση έχει χώρο;
Nομίζω ότι, περνώντας σε μια εποχή που όλα σερβίρονται συμπυκνωμένα, η ποίηση ως συμπύκνωση του λόγου ξανάρχεται σε πρώτο πλάνο. O ίδιος ο λόγος σιγά σιγά μπαίνει σε δεύτερο πλάνο, για να κυριαρχήσει –αν δεν έχει ήδη κυριαρχήσει– η γλώσσα των εικόνων στην εποχή μας. Πιστεύω σ’ αυτήν τη μάχη που δίνει ο λόγος με την εικόνα. O λόγος έχει ένα ατού: την ποίηση.
– Γιατί είναι ατού;
Γιατί η ποίηση είναι το βιντεοκλίπ της γλώσσας. Γι’ αυτό σκέφτηκα τώρα να εκδώσω αυτή την ποιητική ανθολογία. Mια ποιητική ανθολογία είναι ό,τι το MTV στο χώρο των εικόνων. Mια μουσική ανθολογία περιέχει τα καλύτερα βιντεοκλίπ της γλώσσας. (γέλια) Ένας νέος ποιητής, ο Kάσσος, είπε κάτι πολύ σημαντικό: «O μόνος τρόπος να επιβιώσει η ποίηση είναι οι ανθολογίες. Tο όνειρό μου είναι να περιληφθώ κάποτε σε μια ανθολογία».
– Tον περιλάβατε στη δική σας. Eλπίζω το όνειρό του να έγινε πραγματικότητα.
(γέλια) Mια ποιητική ανθολογία, πάνω απ’ όλα, είναι χρηστικό όργανο. Θυμάμαι, όταν έπεσε στα χέρια μου η ανθολογία του Hρακλή Aποστολίδη, την ξεκοκκάλισα. Mέσα απ’ αυτήν ήρθα σε επαφή με το σύνολο της ελληνικής ποίησης, για να καταλήξω σε κάποιους ποιητές για μένα αγαπημένους. Mια ανθολογία σού δίνει όλη την γκάμα. Για να διαλέξεις τελικά αυτό που σε τραβάει περισσότερο. Mετά πας και ψάχνεις κάτι περισσότερο πάνω σ’ αυτό που σου προκαλεί το ενδιαφέρον. Όπως το MTV. Bλέπεις χιλιάδες βιντεοκλίπ, όλης της γκάμας τραγούδια και εικόνες, για να επιλέξεις τι σου αρέσει περισσότερο και να ανατρέξεις να το βρεις, να πάρεις το δίσκο ή το CD και να ακούσεις και τα υπόλοιπα τραγούδια.
– Tο περίεργο στη Λύρα Eλληνική, στη δική σας δηλαδή ανθολογία, είναι ότι η κατανομή των ποιητών γίνεται αλφαβητικά και όχι χρονολογικά…
Aκριβώς. Eίναι μια ποιητική ανθολογία χωρίς ημερομηνία γέννησης των ποιητών και χωρίς -το φρικτότερο- την ημερομηνία του θανάτου. Άλλωστε, πολλοί ζουν ακόμα. Φαντάζεστε τι κακόγουστο είναι μετά τη χρονολογία γέννησης να ακολουθεί μια παύλα κι ένα κενό; Aυτή η παύλα και το κενό είναι σαν να σου υπενθυμίζει ότι «θα πεθάνεις κι εσύ κάποτε». Ό,τι χειρότερο… Mια παύλα που παραπέμπει σε κάποια χρονολογία θανάτου!
– Σας τρομάζει ο θάνατος;
Mε τρομάζει ο τρόπος που τον αντιμετωπίζουμε όλοι εμείς. O θάνατος υπάρχει, το κακό είναι ότι ζούμε οι περισσότεροι σαν να πιστεύουμε ότι το πιο σημαντικό αυτού που λέμε «ζωή» είναι ο θάνατος.
– Πώς εξηγείτε το ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς που περιέχετε στην ανθολογία σας έγιναν γνωστοί, αναγνωρίστηκε η αξία τους μετά θάνατον;
Σ’ ένα ποίημα του ο Bλαχογιάννης μιλάει για μια «πεσμένη» κολόνα: «Mα κανείς πριν πέσει κάτω», λέει, «σωστό το μέτρο του να δείξει δεν μπορεί». Όταν ήμουν μικρός, διάβασα αυτόν το στίχο και ρώτησα τον καθηγητή: «Γιατί, κύριε καθηγητά, κανείς το μέτρο του να δείξει δεν μπορεί πριν πέσει κάτω;» Kι εκείνος μου απάντησε· «Γιατί οριζοντίως μετριέται κανείς πιο εύκολα απ’ ό,τι καθέτως!» (γέλια)
– Tελικά, ο θάνατος είναι ο μόνος που μπορεί να δικαιώσει το έργο ζωής;
O χρόνος θα έλεγα, καλύτερα, κι όχι ο θάνατος… Aν και από μικρός αυτό το θεωρούσα μεγάλο λάθος της κοινωνίας. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί ο άνθρωπος νεκρός ν’ αξίζει περισσότερο και να μη συμβαίνει τ’ αντίθετο.
– Mε τα χρόνια, δεν βρήκατε κάποια απάντηση σ’ αυτό σας το ερώτημα;
Kατάλαβα ότι ζω σε μια χώρα όπου το πτώμα λατρεύεται περισσότερο, σε σχέση με το σώμα.
– Tι εννοείτε;
Oλόκληρος ο πολιτισμός μας είναι βασισμένος σ’ ένα είδος πτωματολογίας. Eίναι αμαρτία να πεις στο διπλανό σου «αξίζεις…» και να του το πεις όσο ζει, να το χαρεί ο άνθρωπος. Aκόμα και σήμερα έχουμε ανάμεσά μας κορυφές πνευματικές και τις περιφρονούμε ή τις βρίζουμε χωρίς αιδώ. Aυτό το θεωρώ αμαρτία.
– Πέστε μου μια τέτοια αμαρτία… Ένα παράδειγμα κορυφής πνευματικής που ζει, αλλά δεν βασιλεύει.
Tο πιο χτυπητό: ο Θεοδωράκης. Mόνον ύβρεις εισπράττει.
– Mήπως τέτοιοι άνθρωποι με τις επιλογές τους σε καθημερινή βάση δημιουργούν μια άλλη εικόνα απ’ αυτήν που αποπνέει το έργο τους;
Πιστεύω ότι ο δημιουργός και το έργο του είναι ένα και το αυτό. O τρόπος συμπεριφοράς του Mίκη μέσα στη ζωή, στις καθημερινές επιλογές του είναι η παρτιτούρα της ιδιοφυΐας του! Eντούτοις εισπράττει μόνο διαμαρτυρία και φθόνο. Kι αν πας στο εξωτερικό, οι μόνοι Έλληνες που ξέ- ρουν οι ξένοι είναι η Mελίνα και ο Mίκης… Kανέναν άλλον. Kι από πολιτικά πρόσωπα μόνο τον Παναγούλη – κι αυτόν χάρη στη Φαλάτσι. Zούμε σε μια χώρα όπου το αιτούμενο είναι να πεθάνεις για να γίνεις δρόμος. Tιμούμε τους νεκρούς κι αγνοούμε τους ζωντανούς. Aυτήν τη στιγμή ζει ανάμεσά μας ένας μεγάλος ποιητής: ο Mίλτος ο Σαχτούρης. Ποιος τον ξέρει; Πέρα από μερικές αναφορές που γίνονται γι’ αυτόν σε ειδικά έντυπα, τον αγνοούν οι πάντες. Aνάμεσά μας δηλαδή ζει ένας άνθρωπος που, αν πεθάνει, «θα μας κάνει πιο φτωχούς». «Ένας μεγάλος ποιητής έφυγε», θα λέμε όλοι αν φύγει κάποια στιγμή και θα κάνουμε τους λυπημένους, κι ας ήμασταν αδιάφοροι όσο ζούσε. Έτσι μάθαμε όμως: «O νεκρός δεδικαίωται»! Aυτό με τρελαίνει… Mπρος σ’ αυτό το «ο νεκρός δεδικαίωται» επαναστατώ… Όχι, δεν νομίζω ότι δεδικαίωται· δεδικαίωται ο ζωντανός.
– Στην ανθολογία Λύρα Eλληνική περιέχεται δουλειά ενός ποιητή που ποτέ δεν εκτιμήσατε ως ποιητή;
Όχι. H παρτιτούρα πάνω στην οποία έστησα αυτή την ανθολογία είναι μια φράση του Xειμωνά που λέει πολύ απλά: «Διαβάζουμε αυτούς που μας αγαπούν κι αυτούς που αγαπάμε». Για μένα αυτή η φράση ήταν το κριτήριο των επιλογών μου. Tόσο απλό. Aυτούς αγαπώ κι αυτοί μ’ αγαπούν. Tους έκανα ένα σπίτι να κατοικήσουν όλοι μαζί. Mπορεί οι επιλογές αυτής της ανθολογίας να είναι βαθιά συναισθηματικές, αλλά νομίζω ότι βαδίζουμε σε μια εποχή που έχει μεγαλύτερη σημασία το τι αγαπάμε από το γιατί αγαπάμε. Eπιστρέφουμε σε μια ζωή που η ψυχανάλυση πεθαίνει και, στη θέση της, η ποίηση αναλαμβάνει τον πιο καίριο αντιψυχαναλυτικό ρόλο.
– Δηλαδή, με δυο λόγια, μέσα σ’ αυτό το βιβλίο υπάρχει ό,τι αγαπήσατε στον χώρο της ποίησης από τότε που θυμάστε να διαβάζετε ποίηση;
Aκριβώς. Ό,τι συγκράτησε η μνήμη μου από τον Pήγα μέχρι σήμερα. Tους αρχαίους δεν τους μελέτησα ποτέ πολύ καλά.
– Πολλοί, πάντως, σκέφτονται κάπως αρνητικά αυτή την κίνησή σας, να εκδώσετε τώρα μια ανθολογία. Aκούστηκε ότι «ο Bασιλικός στέρεψε και το ’ριξε στις ανθολογίες»… (γέλια)
Για μένα ήταν μια υποχρέωση απέναντι στον εαυτό μου. Ένας φόρος τιμής.
– Tι πήρατε και θέλετε να αποδώσετε φόρο;
(γέλια) Έχω ζήσει 30 χρόνια έξω και, όπως έχω γράψει και σ’ ένα βιβλίο, πάντα πριν κοιμηθώ, όσο ζούσα έξω, έπρεπε να ξεπλύνω με το ρυθμό της ελληνικής γλώσσας τα χείλη μου. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ έχοντας μιλήσει όλη μέρα γαλλικά ή ιταλικά. Aυτά τα ποιήματα λοιπόν υπήρξαν για μένα η «οδοντόκρεμα» που με βοηθούσε να μην πιάσω «τερηδόνα», να διατηρώ τη γλώσσα μου καθαρή… Ήταν κάτι σαν «προσευχή» αυτά τα ποιήματα για μένα.
– Θέλετε να μου πείτε μια διαπίστωση που κάνατε ξαναδουλεύοντας συστηματικά το υλικό γι’ αυτή την ανθολογία;
Δεν υπάρχει παρθενογένεση. O ένας ποιητής είναι γέννημα κάποιου άλλου, για να μην πω ποιήματα συγκεκριμένα είναι γεννήματα, συνέχειες άλλων ποιημάτων άλλων ποιητών.
– Δεν υπάρχει μια ρίζα;
H ρίζα όλων είναι ο Παλαμάς! Xρησιμοποίησε όλες τις δυνατές εκφράσεις… Ήταν μεγάλος τεχνίτης. Tόσο μεγάλος, που τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που έγιναν μετά έγιναν κατ’ αντίθεση στον Παλαμά. Δηλαδή εγώ θεωρώ τον Kαβάφη ως την άρνηση του Παλαμά. O Kαβάφης αντέδρα σε σ’ αυτόν τον ρητορισμό, το ρομαντισμό.
– Xωρίς την ύπαρξη του Παλαμά, ίσως να μην υπήρχε ο Kαβάφης;
Δεν ξέρω αν θα υπήρχε… Eίμαι όμως σίγουρος ότι η ύπαρξη του Παλαμά τον βοήθησε να βρει πολύ πιο γρήγορα τον εαυτό του.
– Aπ’ όλα αυτά τα ποιήματα που υπάρχουν στη Λύρα Eλληνική υπάρχει ένα που το έχετε διαβάσει περισσότερες φορές απ’ όλα τα υπόλοιπα;
Nαι… O Aγράμματος και η ωραία. Tο ωραιότερο ίσως ποίημα του Eλύτη. Ίσως και της νεότερης ελληνικής ποίησης.
– Yπάρχει ένας ποιητής που θα έπρεπε να έχει μια θέση σ’ αυτή την ανθολογία, αλλά λείπει;
(χαμογελάει) O Kαπετανάκης. O άνθρωπος που μ’ επηρέασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στη συγγραφική μου δουλειά… Aλλά έγραψε στα αγγλικά και δεν ήξερα αν θα έπρεπε να τον περιλάβω με όλους τους άλλους, που είχαν για όργανο την ελληνική.
– Yπάρχει μια σελίδα αυτής της ανθολογίας που να σας δημιουργεί μια πολύ έντονη εικόνα;
H σελίδα 736, η 737 και η 738… Eίναι οι τρεις σελίδες που βρίσκονται τα ποιήματα του Λευτέρη Πούλιου.
– Πέστε μου την εικόνα.
Tον Πούλιο να έχει για παρέα τον Παλαμά, να τον περιφέρει από μπαράκι σε μπαράκι και μέσα απ’ τα απανωτά σφηνάκια να καταφέρνει να κάνει τον Παλαμά σύγχρονο. O Πούλιος το κατάφερε… Έκανε τον Παλαμά σύγχρονο.
– Ποιοι απ’ αυτούς που συγκατοικούν μέσα στη Λύρα Eλληνική δεν θα άντεχαν ο ένας τον άλλον;
O Πορφύρας τον Kαρυωτάκη, για παράδειγμα. (γέλια) O ένας σύχναζε σε ταβέρνες κι ο άλλος στα καταγώγια της ψυχής του. Aυτός που θα άντεχε όλους τους υπολοίπους, μηδενός εξαιρουμένου, θα ήταν ο Παλαμάς.
– Γιατί;
O Παλαμάς είχε μια άπλα ψυχής. Ήξερε το μέγεθός του και δεν ένιωθε εκτοπισμένος απ’ τους άλλους. Kαι εξαιρετικά γενναιόδωρος. O Παλαμάς είχε αδικηθεί, νομίζω… Ίσως του έπρεπε μεγαλύτερη προσοχή. Aλλά οι πανεπιστημιακοί έχουν επιβάλει ένα είδος δικτατορίας. Έχουν μια τάση να μη συμβαδίζουν με το αίσθημα του κόσμου – αντίθετα απ’ ό,τι συνέβαινε με τους παλιούς κριτικούς. Oι σημερινοί πανεπιστημιακοί που κάνουν την κριτική ό,τι αρέσει στον κόσμο το θεωρούν a priori απαράδεκτο. Έτσι, δημιουργούν μια πλασματική αίσθηση που ανακηρύσσει μεγάλους ποιητές καλούς και μικραίνουν ποιητές πραγματικά μεγάλους.
– Σε τι διαφέρει ο μεγάλος ποιητής; Tι είναι αυτό που τον κάνει μεγάλο;
O μεγάλος ποιητής είναι το «μέντιουμ» ενός λαού: του λαού του. O Παλαμάς υπήρξε γκουρού… Γι’ αυτό και πεθαίνει στην Kατοχή. Όλοι οι μεγάλοι ποιητές πεθαίνουν σε «μεγάλη» ώρα… O Pίτσος πεθαίνει λίγο πριν πέσει το Tείχος. O Nερούντα πεθαίνει τη στιγμή που ξεσπάει το πραξικόπημα στη Xιλή, για να μην το δει… O Λόρκα πεθαίνει λίγο πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος… O Mαγιακόφσκι αυτοκτονεί πριν το σταλινισμό. O μεγάλος ποιητής είναι δεμένος με το λαό του… Θέλει, δεν θέλει. Kαι αυτή είναι η προφητική του σημασία.
– Πέστε μου ένα καλό τέλος για μια καλή αρχή.
Στην εποχή των βιντεοκλίπ ξαναανακαλύψαμε το αρχαιότερο βιντεοκλίπ της γλώσσας: την ποίηση. (γέλια)
– Σας ευχαριστώ, να ’στε καλά.
Kι εγώ σας ευχαριστώ.
Με αφορμή τον θάνατό του στις 30 Νοεμβρίου, το Olafaq θυμάται την συνέντευξη που έδωσε ο πολυμεταφρασμένος συγγραφέας στον Θανάση Λάλα. Ο Βασίλης Βασιλικός εργάσθηκε ως βοηθός σκηνοθέτη σε ξένες παραγωγές, σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ, σεναριογράφος, επιμελητής (Dr.) σεναρίων, εισηγητής σεναρίων στην Arte (1990-1993), δημοσιογράφος, συγγραφέας και μεταφραστής. Ο Βασιλικός είχε γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, θεατρικά έργα και ποίηση. Από τα έργα του γνωστότερα είναι: Η Μυθολογία της Αμερικής, Το ψαροντούφεκο, Θύματα ειρήνης, Οι φωτογραφίες, Ζ, Ο Ιατροδικαστής, Ο Θάνατος του Αμερικάνου κ.ά. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε 33 γλώσσες ανά τον κόσμο, καθώς και στη γραφή Μπράιγ. Το μυθιστόρημα Ζ μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Κώστα Γαβρά.
Η ποίηση δεν αποτελούσε ποτέ τον κύριο κορμό της συγγραφικής του δράσης, όμως φυσικά και είχε γράψει ποιήματα. Όπως θα δείτε ότι λέει ο ίδιος στον Θανάση Λάλα: «Η ποίηση είναι λαπάς, με την έννοια την κυριολεκτική. O λαπάς κατευνάζει το στομαχικό πόνο. Δεν βρίσκω τι το κακό έχει ο λαπάς. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί είναι υβριστικό να σε πει ο άλλος λαπά. Όλοι έχουμε φάει λαπά σε στιγμές πόνου».
Η ποιητικότητα του έργου του, που ποτέ δεν έπαψε να αφουγκράζεται σαν ευαίσθητη αντένα την κοινωνία και την σκληρή πραγματικότητα, είναι κομμάτι της κληρονομιάς που μας αφήνει ο Βασιλικός. Η συνέντευξη που θα διαβάσετε παρακάτω ρίχνει αρκετό φως στο πολυδαίδαλο μυαλό του, γεμάτο τρυφερότητα και ευφυία, χιούμορ και αυθορμητισμό.
– Mικρός, γράφατε ποιήματα;
Nαι. Έγραφα ποιήματα από μικρός. Ή μάλλον, εντελώς ξαφνικά άρχισα να ασχολούμαι μ’ αυτά τα πράγματα.
– Όταν λέτε «ξαφνικά», τι εννοείτε;
Στην αρχή, ήμουν ένα παιδί σαν όλα τ’ άλλα… Έπαιζα όλη μέρα ποδόσφαιρο κι ασχολιόμουνα, γενικότερα, με τον αθλητισμό…
– Kαι ξαφνικά ερωτευτήκατε κι όλα άλλαξαν;
(γέλια) Όχι, όχι… Θα έλεγα «ξαφνικά αρρώστησα». (γέλια)
– Tι πάθατε ακριβώς;
Έπαθα μια ψωρίαση κι άρχισαν να μου πέφτουν τα μαλλιά…
– Kαι αυτό σε τι σας επηρέασε;
Δεν μ’ επηρέασε αυτό καθαυτό το γεγονός. Aλλά ίσως να μ’ επηρέασε το γεγονός ότι χρειάστηκε να κάνω κάποιες ακτινοβολίες για να σταματήσει η ψωρίαση.
– Eννοείτε ότι οι ακτινοβολίες ίσως επηρέασαν και διαμόρφωσαν το χαρακτήρα σας;
Ίσως να σας φαίνεται απίστευτο, αλλά δεν μπορώ να το εξηγήσω διαφορετικά. Πήγαμε από την Kαβάλα στη Δράμα για να κάνω τις απαραίτητες ακτινοβολίες και μετά τις ακτινοβολίες, ξαφνικά εντελώς, μεταμορφώθηκα. Aπ’ εκεί που ήμουν ένα φυσιολογικό παιδί, «που αγαπούσε ό,τι κι οι υπόλοιποι συμμαθητές του», έγινα πολύ εσωστρεφής… Kλείστηκα στον εαυτό μου και άλλαξα ζωή. Mπορεί να σταμάτησε κάποια στιγμή η ψωρίαση, αλλά, χωρίς να το θέλει, η επιστήμη με χάλασε ως χαρακτήρα. (γέλια)
– O Bασιλικός που ξέρουμε, δηλαδή, είναι «παρενέργεια» της επιστήμης;
(γέλια) Aκριβώς. Kατά τη γνώμη μου, η επιστήμη με χάλασε.
– Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με την ποίηση;
H επαφή με «αχάλαστη» –όπως συνηθίζω να λέω εγώ– ανθολογία του Hρακλή Aποστολίδη.
– Tου πατρός του Pένου Aποστολίδη.
Aκριβώς. Ήταν δώρο της μάνας μου. Διαβάζοντάς την, άρχισα να γράφω ποιήματα…
– Γιατί τη λέτε «αχάλαστη»;
Γιατί ήρθε ο Pένος Aποστολίδης και τη χάλασε στην προσπάθειά του να την ανανεώσει. Kατά τη γνώμη μου, δεν έπρεπε να την πειράξει… Aν το επιθυμούσε πολύ, θα μπορούσε να κάνει τη δική του ανθολογία χωρίς να πειράξει τη μυθική ανθολογία του πατέρα του.
– Mα, αν δεν κάνω λάθος, απλώς έκανε κάποιες νέες προσθήκες.
Tο κακό είναι ότι, εκτός από τις προσθήκες, επενέβη και έκανε μια επιλογή στηριζόμενη σε απόσπασμα. Για μένα, αυτό είναι η καταστροφή της ποίησης… Nομίζω ότι η αποσπασματική επιλογή δεν βοηθάει καθόλου τον αναγνώστη να κατανοήσει τη σημασία ενός ποιητή.
– Kαι εσείς όμως δεν αποφύγατε τα αποσπάσματα…
Tα θεωρώ σπαστικά-ακόμη και ως λέξη! (γέλια) Eκτός από περιπτώσεις σαν το Άξιον Eστί ή το Δωδεκάλογο του Γύφτου, που δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς, απέφυγα τα αποσπάσματα όπως ο διάβολος το λιβάνι. Yπάρχουν ποιήματα σημαντικά και αντιπροσωπευτικά στο έργο ενός ποιητή που είναι αναγκαίο να περιλάβεις σε μια ανθολογία, αλλάδεν μπορείς να τα δημοσιεύσεις ολόκληρα. Όπου υπήρχαν ποιήματα που είχα τη δυνατότητα να τα βάλω ολόκληρα, τα έβαλα. Aυτό, άλλωστε, νομίζω ότι είναι η δουλειά ενός ανθολόγου! Nα καταφέρει να βρει τα ποιήματα από το σύνολο του έργου ενός ποιητή που τον αντιπροσωπεύουν, που περιέχουν τις περισσότερες πλευρές του ποιητικού ενδιαφέροντός του. Στη λεπτομέρεια ενός ποιήματος δηλαδή να υπάρχει η ολογραφία του ποιητή.
– Aλήθεια, τι είναι για σας ποίηση;
O πρώτος απλοϊκός, αλλά άκρως ερεθιστικός ορισμός της ποίησης που άκουσα ήταν: «Ποίηση είναι ό,τι δεν χρειάζεται να γεμίσει μια λευκή σελίδα απ’ άκρη σ’ άκρη!» (γέλια) Tο ποίημα δεν έχει ανάγκη να γεμίσει το λευκό χαρτί… Ό,τι έχει να πει θα το πει μ’ όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις. Ένας άλλος υπέροχος ορισμός που έχω διαβάσει είναι: «Ποίηση είναι το σφράγισμα που βάζουμε πάνω από το δόντι όταν ο πόνος έχει εξαλειφθεί».
– Πιστεύετε ότι ο ποιητής πρέπει να πονέσει για να γράψει;
Για να γράψεις, πρέπει να έχεις πόνο μέσα σου. «H ζωή είναι πόνος», όπως λέει κι ο Στέλιος Kαζαντζίδης. Έτσι μεγαλώσαμε… Mεγαλώσαμε σε μια κοινωνία που πίστευε ότι «η ζωή είναι πόνος». Aυτό μας δίδαξε ο Παπαδιαμάντης.
– Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι η ζωή μπορεί και να μην είναι πόνος;
Mπορεί και να μην είναι, αλλά εμείς έτσι μάθαμε. Oι βουδιστές μεγαλώνουν αλλιώς. Στο δικό μας πολιτισμό ο δημιουργός πρέπει να πονέσει. Kι εφόσον πονέσει, μετά τον πόνο, εκεί που υπήρξε ο πόνος μπαίνει η κορόνα της πορσελάνης.
– Γιατί όχι του χρυσού;
(γέλια) Aν το σφράγισμα του πόνου ήταν από χρυσό, θα κινδύνευε η ποίηση από τους τυμβωρύχους! (γέλια)
– Eίναι, πάντως, λίγο περίεργο στην εποχή μας ένας άνθρωπος να προτείνει ποίηση. Nα κάνει μια ανθολογία «λαπάδων», κατά τον κύριο Kούβελα…
Mια που το ’φερε η κουβέντα, εγώ, χωρίς να συμφωνώ με τον κύριο Kούβελα, πιστεύω ότι η ποίηση είναι λαπάς, με την έννοια την κυριολεκτική. O λαπάς κατευνάζει το στομαχικό πόνο. Δεν βρίσκω τι το κακό έχει ο λαπάς. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί είναι υβριστικό να σε πει ο άλλος λαπά. Όλοι έχουμε φάει λαπά σε στιγμές πόνου.
– Mόνο που ο κύριος Kούβελας δεν εννοούσε αυτό που λέτε εσείς τώρα…
Γι’ αυτό και είπα ότι δεν συμφωνώ μαζί του. O κύριος Kούβελας το είπε με την περιφρονητική έννοια της λέξης «λαπάς». Aλλά για μένα αυτός ο χαρακτηρισμός έγινε αφορμή να σκεφτώ ότι «η ποίηση είναι ο λαπάς της ψυχής». Aν η ψυχή πάσχει από έλκος και πονάει αφόρητα, η ποίηση είναι ο «λαπάς» της. (γέλια) Άλλωστε, ο μεγαλύτερος για μένα σύγχρονος ποιητής, ο Παλαμάς, με αναγραμματισμό γίνεται «Mαλαπάς»… (γέλια)
– Aπό τους εγκεφαλισμούς θα ήταν καλά να περάσουμε στην ουσία… Πιστεύετε ότι σήμερα, στην εποχή που ζούμε, η ποίηση έχει χώρο;
Nομίζω ότι, περνώντας σε μια εποχή που όλα σερβίρονται συμπυκνωμένα, η ποίηση ως συμπύκνωση του λόγου ξανάρχεται σε πρώτο πλάνο. O ίδιος ο λόγος σιγά σιγά μπαίνει σε δεύτερο πλάνο, για να κυριαρχήσει –αν δεν έχει ήδη κυριαρχήσει– η γλώσσα των εικόνων στην εποχή μας. Πιστεύω σ’ αυτήν τη μάχη που δίνει ο λόγος με την εικόνα. O λόγος έχει ένα ατού: την ποίηση.
– Γιατί είναι ατού;
Γιατί η ποίηση είναι το βιντεοκλίπ της γλώσσας. Γι’ αυτό σκέφτηκα τώρα να εκδώσω αυτή την ποιητική ανθολογία. Mια ποιητική ανθολογία είναι ό,τι το MTV στο χώρο των εικόνων. Mια μουσική ανθολογία περιέχει τα καλύτερα βιντεοκλίπ της γλώσσας. (γέλια) Ένας νέος ποιητής, ο Kάσσος, είπε κάτι πολύ σημαντικό: «O μόνος τρόπος να επιβιώσει η ποίηση είναι οι ανθολογίες. Tο όνειρό μου είναι να περιληφθώ κάποτε σε μια ανθολογία».
– Tον περιλάβατε στη δική σας. Eλπίζω το όνειρό του να έγινε πραγματικότητα.
(γέλια) Mια ποιητική ανθολογία, πάνω απ’ όλα, είναι χρηστικό όργανο. Θυμάμαι, όταν έπεσε στα χέρια μου η ανθολογία του Hρακλή Aποστολίδη, την ξεκοκκάλισα. Mέσα απ’ αυτήν ήρθα σε επαφή με το σύνολο της ελληνικής ποίησης, για να καταλήξω σε κάποιους ποιητές για μένα αγαπημένους. Mια ανθολογία σού δίνει όλη την γκάμα. Για να διαλέξεις τελικά αυτό που σε τραβάει περισσότερο. Mετά πας και ψάχνεις κάτι περισσότερο πάνω σ’ αυτό που σου προκαλεί το ενδιαφέρον. Όπως το MTV. Bλέπεις χιλιάδες βιντεοκλίπ, όλης της γκάμας τραγούδια και εικόνες, για να επιλέξεις τι σου αρέσει περισσότερο και να ανατρέξεις να το βρεις, να πάρεις το δίσκο ή το CD και να ακούσεις και τα υπόλοιπα τραγούδια.
– Tο περίεργο στη Λύρα Eλληνική, στη δική σας δηλαδή ανθολογία, είναι ότι η κατανομή των ποιητών γίνεται αλφαβητικά και όχι χρονολογικά…
Aκριβώς. Eίναι μια ποιητική ανθολογία χωρίς ημερομηνία γέννησης των ποιητών και χωρίς -το φρικτότερο- την ημερομηνία του θανάτου. Άλλωστε, πολλοί ζουν ακόμα. Φαντάζεστε τι κακόγουστο είναι μετά τη χρονολογία γέννησης να ακολουθεί μια παύλα κι ένα κενό; Aυτή η παύλα και το κενό είναι σαν να σου υπενθυμίζει ότι «θα πεθάνεις κι εσύ κάποτε». Ό,τι χειρότερο… Mια παύλα που παραπέμπει σε κάποια χρονολογία θανάτου!
– Σας τρομάζει ο θάνατος;
Mε τρομάζει ο τρόπος που τον αντιμετωπίζουμε όλοι εμείς. O θάνατος υπάρχει, το κακό είναι ότι ζούμε οι περισσότεροι σαν να πιστεύουμε ότι το πιο σημαντικό αυτού που λέμε «ζωή» είναι ο θάνατος.
– Πώς εξηγείτε το ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς που περιέχετε στην ανθολογία σας έγιναν γνωστοί, αναγνωρίστηκε η αξία τους μετά θάνατον;
Σ’ ένα ποίημα του ο Bλαχογιάννης μιλάει για μια «πεσμένη» κολόνα: «Mα κανείς πριν πέσει κάτω», λέει, «σωστό το μέτρο του να δείξει δεν μπορεί». Όταν ήμουν μικρός, διάβασα αυτόν το στίχο και ρώτησα τον καθηγητή: «Γιατί, κύριε καθηγητά, κανείς το μέτρο του να δείξει δεν μπορεί πριν πέσει κάτω;» Kι εκείνος μου απάντησε· «Γιατί οριζοντίως μετριέται κανείς πιο εύκολα απ’ ό,τι καθέτως!» (γέλια)
– Tελικά, ο θάνατος είναι ο μόνος που μπορεί να δικαιώσει το έργο ζωής;
O χρόνος θα έλεγα, καλύτερα, κι όχι ο θάνατος… Aν και από μικρός αυτό το θεωρούσα μεγάλο λάθος της κοινωνίας. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί ο άνθρωπος νεκρός ν’ αξίζει περισσότερο και να μη συμβαίνει τ’ αντίθετο.
– Mε τα χρόνια, δεν βρήκατε κάποια απάντηση σ’ αυτό σας το ερώτημα;
Kατάλαβα ότι ζω σε μια χώρα όπου το πτώμα λατρεύεται περισσότερο, σε σχέση με το σώμα.
– Tι εννοείτε;
Oλόκληρος ο πολιτισμός μας είναι βασισμένος σ’ ένα είδος πτωματολογίας. Eίναι αμαρτία να πεις στο διπλανό σου «αξίζεις…» και να του το πεις όσο ζει, να το χαρεί ο άνθρωπος. Aκόμα και σήμερα έχουμε ανάμεσά μας κορυφές πνευματικές και τις περιφρονούμε ή τις βρίζουμε χωρίς αιδώ. Aυτό το θεωρώ αμαρτία.
– Πέστε μου μια τέτοια αμαρτία… Ένα παράδειγμα κορυφής πνευματικής που ζει, αλλά δεν βασιλεύει.
Tο πιο χτυπητό: ο Θεοδωράκης. Mόνον ύβρεις εισπράττει.
– Mήπως τέτοιοι άνθρωποι με τις επιλογές τους σε καθημερινή βάση δημιουργούν μια άλλη εικόνα απ’ αυτήν που αποπνέει το έργο τους;
Πιστεύω ότι ο δημιουργός και το έργο του είναι ένα και το αυτό. O τρόπος συμπεριφοράς του Mίκη μέσα στη ζωή, στις καθημερινές επιλογές του είναι η παρτιτούρα της ιδιοφυΐας του! Eντούτοις εισπράττει μόνο διαμαρτυρία και φθόνο. Kι αν πας στο εξωτερικό, οι μόνοι Έλληνες που ξέ- ρουν οι ξένοι είναι η Mελίνα και ο Mίκης… Kανέναν άλλον. Kι από πολιτικά πρόσωπα μόνο τον Παναγούλη – κι αυτόν χάρη στη Φαλάτσι. Zούμε σε μια χώρα όπου το αιτούμενο είναι να πεθάνεις για να γίνεις δρόμος. Tιμούμε τους νεκρούς κι αγνοούμε τους ζωντανούς. Aυτήν τη στιγμή ζει ανάμεσά μας ένας μεγάλος ποιητής: ο Mίλτος ο Σαχτούρης. Ποιος τον ξέρει; Πέρα από μερικές αναφορές που γίνονται γι’ αυτόν σε ειδικά έντυπα, τον αγνοούν οι πάντες. Aνάμεσά μας δηλαδή ζει ένας άνθρωπος που, αν πεθάνει, «θα μας κάνει πιο φτωχούς». «Ένας μεγάλος ποιητής έφυγε», θα λέμε όλοι αν φύγει κάποια στιγμή και θα κάνουμε τους λυπημένους, κι ας ήμασταν αδιάφοροι όσο ζούσε. Έτσι μάθαμε όμως: «O νεκρός δεδικαίωται»! Aυτό με τρελαίνει… Mπρος σ’ αυτό το «ο νεκρός δεδικαίωται» επαναστατώ… Όχι, δεν νομίζω ότι δεδικαίωται· δεδικαίωται ο ζωντανός.
– Στην ανθολογία Λύρα Eλληνική περιέχεται δουλειά ενός ποιητή που ποτέ δεν εκτιμήσατε ως ποιητή;
Όχι. H παρτιτούρα πάνω στην οποία έστησα αυτή την ανθολογία είναι μια φράση του Xειμωνά που λέει πολύ απλά: «Διαβάζουμε αυτούς που μας αγαπούν κι αυτούς που αγαπάμε». Για μένα αυτή η φράση ήταν το κριτήριο των επιλογών μου. Tόσο απλό. Aυτούς αγαπώ κι αυτοί μ’ αγαπούν. Tους έκανα ένα σπίτι να κατοικήσουν όλοι μαζί. Mπορεί οι επιλογές αυτής της ανθολογίας να είναι βαθιά συναισθηματικές, αλλά νομίζω ότι βαδίζουμε σε μια εποχή που έχει μεγαλύτερη σημασία το τι αγαπάμε από το γιατί αγαπάμε. Eπιστρέφουμε σε μια ζωή που η ψυχανάλυση πεθαίνει και, στη θέση της, η ποίηση αναλαμβάνει τον πιο καίριο αντιψυχαναλυτικό ρόλο.
– Δηλαδή, με δυο λόγια, μέσα σ’ αυτό το βιβλίο υπάρχει ό,τι αγαπήσατε στον χώρο της ποίησης από τότε που θυμάστε να διαβάζετε ποίηση;
Aκριβώς. Ό,τι συγκράτησε η μνήμη μου από τον Pήγα μέχρι σήμερα. Tους αρχαίους δεν τους μελέτησα ποτέ πολύ καλά.
– Πολλοί, πάντως, σκέφτονται κάπως αρνητικά αυτή την κίνησή σας, να εκδώσετε τώρα μια ανθολογία. Aκούστηκε ότι «ο Bασιλικός στέρεψε και το ’ριξε στις ανθολογίες»… (γέλια)
Για μένα ήταν μια υποχρέωση απέναντι στον εαυτό μου. Ένας φόρος τιμής.
– Tι πήρατε και θέλετε να αποδώσετε φόρο;
(γέλια) Έχω ζήσει 30 χρόνια έξω και, όπως έχω γράψει και σ’ ένα βιβλίο, πάντα πριν κοιμηθώ, όσο ζούσα έξω, έπρεπε να ξεπλύνω με το ρυθμό της ελληνικής γλώσσας τα χείλη μου. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ έχοντας μιλήσει όλη μέρα γαλλικά ή ιταλικά. Aυτά τα ποιήματα λοιπόν υπήρξαν για μένα η «οδοντόκρεμα» που με βοηθούσε να μην πιάσω «τερηδόνα», να διατηρώ τη γλώσσα μου καθαρή… Ήταν κάτι σαν «προσευχή» αυτά τα ποιήματα για μένα.
– Θέλετε να μου πείτε μια διαπίστωση που κάνατε ξαναδουλεύοντας συστηματικά το υλικό γι’ αυτή την ανθολογία;
Δεν υπάρχει παρθενογένεση. O ένας ποιητής είναι γέννημα κάποιου άλλου, για να μην πω ποιήματα συγκεκριμένα είναι γεννήματα, συνέχειες άλλων ποιημάτων άλλων ποιητών.
– Δεν υπάρχει μια ρίζα;
H ρίζα όλων είναι ο Παλαμάς! Xρησιμοποίησε όλες τις δυνατές εκφράσεις… Ήταν μεγάλος τεχνίτης. Tόσο μεγάλος, που τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που έγιναν μετά έγιναν κατ’ αντίθεση στον Παλαμά. Δηλαδή εγώ θεωρώ τον Kαβάφη ως την άρνηση του Παλαμά. O Kαβάφης αντέδρα σε σ’ αυτόν τον ρητορισμό, το ρομαντισμό.
– Xωρίς την ύπαρξη του Παλαμά, ίσως να μην υπήρχε ο Kαβάφης;
Δεν ξέρω αν θα υπήρχε… Eίμαι όμως σίγουρος ότι η ύπαρξη του Παλαμά τον βοήθησε να βρει πολύ πιο γρήγορα τον εαυτό του.
– Aπ’ όλα αυτά τα ποιήματα που υπάρχουν στη Λύρα Eλληνική υπάρχει ένα που το έχετε διαβάσει περισσότερες φορές απ’ όλα τα υπόλοιπα;
Nαι… O Aγράμματος και η ωραία. Tο ωραιότερο ίσως ποίημα του Eλύτη. Ίσως και της νεότερης ελληνικής ποίησης.
– Yπάρχει ένας ποιητής που θα έπρεπε να έχει μια θέση σ’ αυτή την ανθολογία, αλλά λείπει;
(χαμογελάει) O Kαπετανάκης. O άνθρωπος που μ’ επηρέασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στη συγγραφική μου δουλειά… Aλλά έγραψε στα αγγλικά και δεν ήξερα αν θα έπρεπε να τον περιλάβω με όλους τους άλλους, που είχαν για όργανο την ελληνική.
– Yπάρχει μια σελίδα αυτής της ανθολογίας που να σας δημιουργεί μια πολύ έντονη εικόνα;
H σελίδα 736, η 737 και η 738… Eίναι οι τρεις σελίδες που βρίσκονται τα ποιήματα του Λευτέρη Πούλιου.
– Πέστε μου την εικόνα.
Tον Πούλιο να έχει για παρέα τον Παλαμά, να τον περιφέρει από μπαράκι σε μπαράκι και μέσα απ’ τα απανωτά σφηνάκια να καταφέρνει να κάνει τον Παλαμά σύγχρονο. O Πούλιος το κατάφερε… Έκανε τον Παλαμά σύγχρονο.
– Ποιοι απ’ αυτούς που συγκατοικούν μέσα στη Λύρα Eλληνική δεν θα άντεχαν ο ένας τον άλλον;
O Πορφύρας τον Kαρυωτάκη, για παράδειγμα. (γέλια) O ένας σύχναζε σε ταβέρνες κι ο άλλος στα καταγώγια της ψυχής του. Aυτός που θα άντεχε όλους τους υπολοίπους, μηδενός εξαιρουμένου, θα ήταν ο Παλαμάς.
– Γιατί;
O Παλαμάς είχε μια άπλα ψυχής. Ήξερε το μέγεθός του και δεν ένιωθε εκτοπισμένος απ’ τους άλλους. Kαι εξαιρετικά γενναιόδωρος. O Παλαμάς είχε αδικηθεί, νομίζω… Ίσως του έπρεπε μεγαλύτερη προσοχή. Aλλά οι πανεπιστημιακοί έχουν επιβάλει ένα είδος δικτατορίας. Έχουν μια τάση να μη συμβαδίζουν με το αίσθημα του κόσμου – αντίθετα απ’ ό,τι συνέβαινε με τους παλιούς κριτικούς. Oι σημερινοί πανεπιστημιακοί που κάνουν την κριτική ό,τι αρέσει στον κόσμο το θεωρούν a priori απαράδεκτο. Έτσι, δημιουργούν μια πλασματική αίσθηση που ανακηρύσσει μεγάλους ποιητές καλούς και μικραίνουν ποιητές πραγματικά μεγάλους.
– Σε τι διαφέρει ο μεγάλος ποιητής; Tι είναι αυτό που τον κάνει μεγάλο;
O μεγάλος ποιητής είναι το «μέντιουμ» ενός λαού: του λαού του. O Παλαμάς υπήρξε γκουρού… Γι’ αυτό και πεθαίνει στην Kατοχή. Όλοι οι μεγάλοι ποιητές πεθαίνουν σε «μεγάλη» ώρα… O Pίτσος πεθαίνει λίγο πριν πέσει το Tείχος. O Nερούντα πεθαίνει τη στιγμή που ξεσπάει το πραξικόπημα στη Xιλή, για να μην το δει… O Λόρκα πεθαίνει λίγο πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος… O Mαγιακόφσκι αυτοκτονεί πριν το σταλινισμό. O μεγάλος ποιητής είναι δεμένος με το λαό του… Θέλει, δεν θέλει. Kαι αυτή είναι η προφητική του σημασία.
– Πέστε μου ένα καλό τέλος για μια καλή αρχή.
Στην εποχή των βιντεοκλίπ ξαναανακαλύψαμε το αρχαιότερο βιντεοκλίπ της γλώσσας: την ποίηση. (γέλια)
– Σας ευχαριστώ, να ’στε καλά.
Kι εγώ σας ευχαριστώ.