Δεν γινόταν να μην κάνω το λογοπαίγνιο περί «παραμορφωτικού σωλήνα». Είναι, άλλωστε, κάτι που σχεδόν επιτάσσει κάθε σου κουβέντα με αυτό το αναρχικά δημιουργικό (ή μήπως «δημιουργικώς αναρχικό») μυαλό που ονομάζεται Θάνος Κόης.

Όσοι – ελπίζω, λίγοι – από εσάς δεν έχετε ακούσει ένα από τα πιο καλτ (και ταυτόχρονα, απολύτως ειλικρινή και αληθινά, τόσο στην επιφάνεια, όσο και στο βάθος τους) τραγούδια της εγχώριας δισκογραφίας, τους «Σωλήνες» των Lost Bodies, ένα τραγούδι που πρωτοκυκλοφόρησε πριν ακριβώς 35 χρόνια, αλλά ακόμη δονεί – και ενίοτε, στοιχειώνει – την ατμόσφαιρα τριγύρω μας, σπεύσατε αμέσως να το κάνετε.

Όλοι οι υπόλοιποι, γνωρίζετε καλά για τι μιλάω.

Ο Θάνος Κόης, ο Θάνος Λόst, ο καλλιτέχνης και μουσικός και ιθύνων νους πίσω από τους Lost Bodies και ένα σωρό άλλα πράγματα, τα βλέπει όλα διαμέσου του προσωπικού του «παραμορφωτικού σωλήνα». Ο ανωτέρω ισχυρισμός είναι κατά 96,7% αληθής, καθώς μπαίνοντας στο σπίτι του Θάνου, στην Καλλιθέα, το πρώτο πράγμα που αντικρίζεις είναι μια τεράστια επιτοίχια βιβλιοθήκη μήκους 4-5 μέτρων, στοιβαγμένη και στουμπωγμένη με βιβλία πάσης φύσεως, από ελληνική και ξένη ποίηση και πεζογραφία μέχρι ολόκληρες εγκυκλοπαίδειες περί Τέχνης, Ιατρικής και ό,τι άλλο σας περνάει από το νού.

Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Η παρα-μόρφωση του Θάνου επετεύχθη χάρη (και εξαιτίας) αυτής της βιβλιοθήκης, αλλά όχι αποκλειστικά λόγω αυτής: ο Θάνος, εκτός του ότι έχει διαβάσει πολύ, έχει επίσης ταξιδέψει και πολύ. Διέμενε, μάλιστα, για αρκετά χρόνια μόνιμα στο Μπέλο Οριζόντε της Βραζιλίας, μέχρι που πριν 4-5 χρόνια αποφάσισε και μετοίκησε ξανά μόνιμα στην μαμά-πατρίδα (αν και, όπως μού λέει, στην πραγματικότητα πηγαινοερχόταν διαρκώς σε ρυθμό τριμήνου-τετραμήνου, μεταξύ Αθήνας και Μπέλο Οριζόντε).

Υπάρχει «Καλός Ορίζοντας» όμως για τους Lost Bodies; Υπάρχει, αν και το έτερο μέλος της αρχικής σύνθεσης της μπάντας, ο Αντώνης Παπασπύρου, μετά το άλμπουμ «Specific Ocean» (Eιδικός Ωκεανός) του 2018, αποφάσισε να μην ξανασχοληθεί με τα «Χαμένα Κορμιά» της ελληνικής δισκογραφίας.

Ο Θάνος έμεινε μοναχικός καβαλάρης ων πάνω στο άρμα των Lost Bodies, χωρίς, ωστόσο, ποτέ του να σταματήσει να σκέφτεται, να συλλογάται ελέυθερα, άρα καλά, ενίοτε μέχρι και να διαλογίζεται. Και συνεχίζει, μέχρι και σήμερα, να συνθέτει και να ηχογραφεί μουσική για σινεμά, θέατρο και οτιδήποτε άλλο τού προταθεί κατά καιρούς.

«Με τον Αντώνη γνωριστήκαμε κάποια στιγμή στα μέσα της δεκαετίας του ’80, κάπου εκεί θα ήταν, μέσω του αδελφού του, που ήταν φίλος μου. Μας ένωσε το φλιπεράκι [σ.σ: το γνωστό pinball]. Μετά ανακαλύψαμε ότι ακούγαμε και τα ίδια πράγματα, πάνω κάτω. Και το ότι ήμασταν και, ελαφρώς, χαμένα κορμιά αμφότεροι. Κάπως έτσι δέσαμε. Αρχικά, φτιάξαμε τους Us and Us, μετά τους Μαουρίτσιο Τερσίνι Όρκεστρα και μετά τους Lost Bodies», θυμάται.

Η δεκαετία του ’80 για την ελληνική δισκογραφία ήταν μια περίεργη περίοδος, καθώς πολλά πράγματα που ηχογραφούνταν, αρχικώς, λόγω έλλειψης ανεξάρτητων δισκογραφικών εταιρειών και μιας αξιοπρεπούς διανομής, διακινούνταν από χέρι σε χέρι με την μορφή κασσέτας. Αυτό έκανε με την «απαγορευμένη κασσέτα του Χολαργού» ο Δημήτρης Μεντζέλος των μετέπειτα Ημισκουμπρίων στις αρχές του ’90, αυτό έκαναν και οι Lost Bodies το 1988 με τις κασσέτες «Δο Ντίεση» και «Αναρρόφηση Τροφής» – μάλιστα, η δεύτερη ονομάστηκε έτσι επειδή η αναρρόφηση τροφής ήταν ένας από τους λόγους που πέθαιναν πολλοί πιτσιρικάδες εκείνη την εποχή, μετά από πολύ πιοτό. Και ο ντράμερ Τζον Μπόναμ των Led Zeppelin, επίσης, το 1980.

Κάπου εκεί, στα τέλη των ’80s, ο Θάνος κουράστηκε από την φάση στην Αθήνα. Έφτιαξε γύρω του μια ομάδα από ανθρώπους που ασχολούνταν με την ψυχεδελική μουσική και την jungle και πήγε στην Κόρινθο, διοργανώνοντας αυτοσχέδια trance και rave πάρτυ, ίσως τα πρώτα του είδους στην Ελλάδα που διοργανώθηκαν εκτός Αττικής.

Και μετά ήρθε η οικογένεια και οι «Σωλήνες». Ο Θάνος παντρεύτηκε, έκανε δυο παιδιά, αλλά ο γάμος διαλύθηκε, οπότε γύρισε στην Αθήνα πάλι. Και κάπου ενδιάμεσα, γράφτηκαν οι «Σωλήνες».

«Είχαμε πάει για διακοπές κάπου κοντά στο Ξυλόκαστρο, έξω από την Κόρινθο. Ήταν η ώρα γύρω στις 3-4 το βράδυ και ακούγαμε που έφτιαχναν σωλήνες, τότε είχε όντως πολλά σωληνουργεία η γύρω περιοχή, και ακουγόταν “μπαμ-μπουμ” μέσα στη νύχτα, εντωμεταξύ εμείς και είχαμε πιεί και τα ποτά μας, οπότε αυτό το “μπαμ-μπουμ” το ακούγαμε διπλάσιο στα αυτιά μας. Εγώ αυτομάτως σχεδόν, αναρωτήθηκα “μα καλά τόση ανάγκη έχει αυτός ο πλανήτης για σωλήνες; 24 ώρες το 24ώρο να φτιάχνουν σωλήνες;”. Ε, λοιπόν, από μια τέτοια φαινομενική κουταμαρίτσα, χτυπήσαμε “φλέβα”. Πολλοί άνθρωποι αναγνώρισαν τον εαυτό τους ως τον συγκεκριμένο εργαζόμενο στην ιστορία που κάθε λίγο και λιγάκι πετάει αυτό το “που, ρε πούστη μου, δουλειά”. Μου έχει στείλει μήνυμα άνθρωπος που εργαζόταν σε έναν χώρο εστίασης με πάρα πολύ κίνηση για να μου πει ότι τον είχαν βάλει να αλείφει το βούτυρο στα ψωμάκια του τοστ – αυτό μόνο να κάνει για να βγαίνει πιο γρήγορα η δουλειά. Ταυτίστηκε πολύς κόσμος με αυτο το τραγούδι τελικά», μου επισημαίνει.

Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

Οι Lost Bodies συνέχισαν να ηχογραφούν, παρ’ όλα αυτά και ο πρώτος δίσκος τους βγήκε στη Lazy Dog, που βασικά ήταν ένα CD με επιλογές από τις δύο πρώτες κασέτες τους. Το δεύτερο άλμπουμ τους, το «Γενετικά Καθαροί», βγήκε λίγο μετά στην εταιρεία του Γιάννη Αγγελάκα, τη ΧΑ!!! Records που ήταν παρακλάδι της τότε Virgin. Και οι Lost Bodies, από ένα από τα καλύτερα κρυμμένα μυστικά της ελληνικής δισκογραφίας (μαζί με τους άλλους υπέροχους, τους The Loutsa Project), βγήκαν στην επιφάνεια. Στο φως.

Aν και, όπως μού λέει ο Θάνος που κάθεται απέναντί μου, είναι τοσο ξενερωμένος από την ζωή του και από αυτά που βλέπει και βιώνει γύρω του τα τελευταία χρόνια, που δεν ξέρει πού την κεφαλήν κλίνει, προκειμένου να ανακουφιστεί ψυχολογικά. Το χιούμορ του, λέει, είναι αυτό που τον σώζει.

«Βασικά είναι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του εαυτού μου και είναι πολύ σημαντικό στη ζωή μου. Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που δεν έχουν χιούμορ, γιατί προφανώς δεν έχουν και φαντασία», συνοψίζει, προσθέτοντας ότι ακόμη είναι «μπερδεμένος» ως προς το τι πραγματικά εστί «εργασία», καθότι, όπως σπεύδει να μου υπερτονίσει, η σκέψη του είναι βαθιά «αναρχική».

Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

«Έχω κάνει πάνω από 30 δουλειές στη ζωή μου, από το να πουλάω βάσεις για ψυγεία, δουλειά σε ξυλουργείο, ταξιτζής, οικοδόμος, να ζωγραφιζω Πλακιώτικα στενά σε ταβέρνες, μαγαζί με είδη προικός, να πουλάω οριγκάμι στο δρόμο, κ.λ.π. Σε γραφείο δεν θα μπορούσα να δουλέψω με τίποτα. Φυσικά θα προτιμούσα να ζω απο την μουσική μου, και τα υπόλοιπα θα προτιμούσα να μην τα κάνω, αν και σίγουρα με έχουν διαμορφώσει και με έχουν εμπνεύσει στη δουλειά μου».

Και σίγουρα τον εμπνέει το περιρρέον κλίμα της εποχής, πηγμένο (και εξίσου πνιγμένο) στον ζόφο και την απογοήτευση:

«Ζουμε την δικτατορία των ΜΜΕ, και η εποχή θυμίζει έντονα τη φάση πριν το δημοψήφισμα περί του «ναι ή του όχι» του Ιουλίου του 2015. Οι ειδήσεις είναι το σημείο G της αθλιότητας και τα γκάλοπ τα κάνουν για να μετρήσουν την προσβασιμότητά τους στον κόσμο», μου λέει και αυτοστιγμεί μπαίνω στον πειρασμό να τον ρωτήσω ποια είναι η άποψή του, ως υπέρμαχος αναρχικών απόψεων, ως προς την βία.

«Είμαι ξεκάθαρα ενάντια στην βία. Πιστεύω στην ευγένεια, την καλοσύνη, την αλληλεγγύη, την αγάπη, την ακεραιότητα, την ελευθερία. Ωστόσο επειδή δεχόμαστε απίστευτη βία καθημερινά, από την υγεία, την αστυνομοκρατία, την ανελέητη ακρίβεια, με την φτώχεια να θερίζει, γιατί, ξέρεις, το έχεις ακούσει, ότι υπάρχει κόσμος που αρνείται να φύγει απο τα νοσοκομεία γιατί δεν έχει να φάει, όπου μετά απο την οικονομική λιτότητα τόσων χρόνων που κατέληξε σε οικονομική κρίση, και ξανά σε οικονομική κρίση, και ξανά σε οικονομική κρίση. Πιστεύω ή μάλλον είμαι σίγουρος πως η λιπόθυμη κοινωνία πρέπει να ξυπνήσει, να μην περιμένει τις εκλογές για να τους τιμωρήσει. Πρέπει να κατέβουμε στους δρόμους, να μην κοιμόμαστε άλλο, να αντισταθούμε με μολότωφ, με οδοφράγματα, με οργισμένες πορείες, για να προασπίσουμε την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη και την ευγένεια ενάντια στην χυδαιότητα και το απύθμενο θράσος. Και οι εξεγέρσεις αυτές να μην είναι ειρηνικές. Καλύτερα να πεθάνουμε στους δρόμους παρά στα ξεχαρβαλωμένα νοσοκομεία του Πλεύρη. Και να σου πω και του στραβού το δίκιο, κάπου έχω αρχίσει να νοσταλγώ και τη “17 Νοέμβρη”. Και εμείς είμαστε μεν πολύ θυμωμένοι, αλλά δεν έχουμε βρει τον τρόπο να εκτονώσουμε αυτή μας την αγανάκτηση. Και κάπως έτσι έχουμε καταντήσει εξαγριωμένοι ειρηνιστές».

Τον ρωτάω ευθέως τι θα έκανε αν κατέβαινε σε μια πορεία και ερχόταν φάτσα με φάτσα με έναν ΜΑΤατζή: «Θα φρόντιζα να μην τον συναντήσω, αλλά όσες φορές τους έχω συναντήσει τους πετάω πέτρες ή ότι βρω μπροστά μου. Δεν μπορεί να είναι δουλειά αυτό το πράγμα, δεν μπορεί να το κάνεις άμα δεν το έχεις. Είναι κτήνη, πάει και τελείωσε. Γνωστό και το χιούμορ που λέει: “Tι διαφορά έχει ένας ΜΑΤατζής απο ένα κρεμμύδι; Το κρεμμύδι όταν το κόβεις σε κομματάκια κλαίς”».

«Κανονικά θα έπρεπε να είμαστε πολύ πλούσια χώρα, αν δεν μας είχαν σβερκώσει τα τεράστια συμφέροντα, μία και έχουμε 30 εκατομμύρια τουρίστες το χρόνο δηλαδή τρεις φορές τον πληθυσμό. Ωστόσο, οι φόροι αυξάνονται και οι παροχές μειώνονται, υγεία παιδειά, συντάξεις, όλα, γιατί αυτή η μαφία που μας κυβερνάει, μας τσουρομαδάει κανονικά. Η χώρα μας είναι πολύ όμορφη και έχει πολύ καλό κλίμα αλλά άθλιους, τρισάθλιους και εντελώς διεφθαρμένους πολιτικούς», επισημαίνει ο Θάνος και σπεύδει να συμπληρώσει:

«Η τεχνολογία έχει φτάσει σε εκπληκτικα επίπεδα και πιστεύω ότι εάν δεν υπήρχε τόσο απίστευτη ανισότητα στον πλανήτη, θα μπορούσαμε να ζούμε όλοι μία χαρά δουλεύοντας ακόμα και το μισό χρόνο. Ωστόσο, ζούμε στον παράδεισο και κάποιοι τον μετατρέπουν σε κόλαση. Τους πολέμους τους βλέπουμε στην τηλεόραση, αλλά η φρίκη και ο πόνος που σπέρνουν είναι ασύλληπτος. Ζούμε σε έναν πλανήτη οπου άλλοι φυτεύουν δέντρα και άλλοι καίνε τα δάση για την κονόμα. Εδώ σκοτώνουν τεράστια ζώα, όπως ελέφαντες ή ρινόκερους για να τους πάρουν τα δόντια να τα πουλήσουν. Είναι η λογική της κονόμας που δεν γνωρίζει καμία ηθική. Είναι ο νεοφιλελευθερισμός που μας γαμάει και η δυστυχία που σπέρνει σε όλο τον πλανήτη», καταλήγει ο ίδιος εμφατικά.

➳ INFO

https://lostbodies.gr/

www.youtube.com/lostbodies

www.lostbodies.gr/blog