Θέατρο δεν είναι μόνο ηθοποιοί και σκηνοθέτες, είναι ένα ολόκληρο σύμπαν συντελεστών που με δημιουργικότητα και έμπνευση δίνουν ζωή σε μία παράσταση. Μία θεατρική παραγωγή περικλείει μήνες δουλειάς από μία μεγάλη ομάδα επαγγελματιών που συνεργάζονται στενά για ένα αρμονικό αποτέλεσμα. Και η δουλειά του σκηνογράφου, όπως είναι ο Σωτήρης Μελανός είναι και μία από τις πιο απαιτητικές στο θεατρικό σύμπαν. Απαιτεί τεχνικές γνώσεις, ισχυρή φαντασία, δημιουργικό ταλέντο, οργανωτικές δεξιότητες και μία επιμονή στη λεπτομέρεια για να καταφέρει να συνθέσει με αρμονία την τελική εικόνα μιας παράστασης. Ο Σωτήρης, που έχει σπουδάσει αρχιτεκτονική, κατάφερε να συνδυάσει την αγάπη του για την τέχνη και τα εικαστικά με τις τεχνικές γνώσεις που πήρε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και να γίνει ουσιαστικά ένας αρχιτέκτονας για το θέατρο. Συναντηθήκαμε ένα ηλιόλουστο πρωινό, και μου παρουσίασε κομμάτια της δουλειάς του -που είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό-, μίλησε για τις δουλειές του, για τη σπουδαία συνεργασία που έκανε με τον σκηνοθέτη Μάριο Μπανούσι στο “Goodbye Lindita” και το “Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia” ενώ αποκάλυψε τα μελλοντικά του σχέδια και την αγάπη του γι’ αυτή τη μαγική πλευρά του θεάτρου που συνθέτει σκηνικές εικόνες. Εικόνες που δεν είναι απλά διακοσμητικές, αλλά μία ισχυρή εικαστική κατάθεση που συμπληρώνει τον κόσμο μίας θεατρικής παράστασης.
-Πώς προέκυψε η δημιουργία και η σκηνογραφία στη ζωή σου;
Μεγάλωσα στην Καλαμάτα, και νιώθω πολύ τυχερός γι’ αυτό. Από το νηπιαγωγείο, ήμουν στο εικαστικό εργαστήριο της Καλαμάτας, οπότε κάθε σαββατοκύριακο, έκανα κεραμική, ζωγραφική και γλυπτική. Ήμουν πολύ τυχερός που ήμουν από τόσο μικρός σε αυτό το περιβάλλον κάτι που ξεκίνησε από τη νηπιαγωγό μου είπε στους δικούς μου «Ο Σωτήρης κάνει το γαϊδουράκι στη φάτνη διαφορετικά από τα άλλα παιδιά, κάτι σημαίνει αυτό». Έτσι το εργαστήριο έγινε το 2ο σπίτι μου. Και όταν αργότερα ήρθα να σπουδάσω αρχιτεκτονική στην Αθήνα και ήξερα τεχνικές ιαπωνικής κεραμικής που δεν τις μαθαίνεις ούτε εδώ. Καθηγητές και δάσκαλοι προσέφεραν σε μικρά παιδιά τόσο ανοιχτά υλικό και τις γνώσεις τους, που μας έδιναν τη δυνατότητα να μπούμε σε αυτόν τον κόσμο της δημιουργίας από πολύ μικρή ηλικία. Το ότι έχω την αντίληψη των όγκων και των επιπέδων όταν σχεδιάζω έχει να κάνει ξεκάθαρα με το ότι από παιδί έπιανα πηλό, εξοικειώθηκα με τα υλικά και τη δημιουργία. Αργότερα, ήθελα να περάσω στη σχολή καλών τεχνών -με είχαν περάσει και στην κατηγορία με τα ταλέντα που μπορούσαμε να δώσουμε εξετάσεις από πολύ 16 χρονών, πριν ακόμα πάρω απολυτήριο. Για καλή μου τύχη δεν με πήραν,και το λέω από την άποψη ότι ίσως δεν είχα την ωριμότητα στα 16 μου να διαχειριστώ τη σχολή. Μαθαίνεις την τεχνική, μαθαίνεις το πως να χρησιμοποιείς τα υλικά, αλλά δεν υπάρχει ωριμότητα στο τι κάνω εδώ; Γιατί θέλω να είμαι καλλιτέχνης; Επομένως, το ότι πέρασα στην σχολή αρχιτεκτόνων με συνομήλικους στη σχολή, που όλοι περνούσαμε από την ίδια φάση και ήμασταν στο ίδιο επίπεδο, με βοήθησε σημαντικά στην εξέλιξή μου. Και βέβαια, η βάση της αρχιτεκτονικής, η σκέψη του αρχιτέκτονα, είναι πολύ σημαντικό εργαλείο στη δουλειά μου, με έχει βοηθήσει σημαντικά, τη συναντώ διαρκώς. Ειδικά στο πρακτικό κομμάτι, με τον κατασκευαστή, πάντα μπορώ να προβλέψω καταστάσεις, να υπολογίζω σχεδιαστικά τις δυσκολίες και να υπολογίζω αποτελεσματικά το μπάτζετ. Σπουδάζοντας αρχιτεκτονική, κάπου στο 3ο έτος, κατάλαβα ότι δεν θέλω να γίνω αρχιτέκτονας. Παρακολούθησα και ένα μάθημα σκηνογραφίας και συνειδητοποίησα ότι η προς τα εκεί κλίνω να πάω. Έτσι κατηύθυνα την διπλωματική μου προς τα εκεί, είχα την υποστήριξη από καθηγητές, παρακολούθησα τη δουλειά του Robert Wilson (που είναι επίσης αρχιτέκτονας) που έκανε πρόβες στο εθνικό θέατρο και έκανα έρευνα πάνω στο έργο του. Είχα την ευκαιρία να δω στην πράξη, πώς αυτός ο δημιουργός με την αρχιτεκτονική βάση δημιουργεί αυτές τις απίστευτες εικόνες που βλέπουμε. Με το που τελείωσα τη σχολή ξεκίνησα να δουλεύω ως βοηθός σκηνογράφου και επιτέλους είχα την ευκαιρία να μεταφέρω τις θεωρητικές γνώσεις στη δημιουργία. Η βασική διαφορά με την αρχιτεκτονική που δημιουργείς κάτι που συνήθως μένει στο χρόνο, είναι ότι στην σκηνογραφία ετοιμάζεις κάτι το οποίο μετά από ένα μήνα θα καταστραφεί, θα εξαφανιστεί.Το πώς να αντιμετωπίζεις το εφήμερο και πώς να αποχωριστείς κάτι που έχεις δημιουργήσει είναι κάτι που πρέπει να διαχειριστείς.
-Τι κάνει ένας σκηνογράφος; Ποιος είναι ο ρόλος του σε μία θεατρική παράσταση;
O σκηνογράφος είναι κάτι μεταξύ αρχιτέκτονα, γλύπτη και ποιητή στη θεατρική σκηνή. Φαντάζεται ονειρικούς κόσμους, τους σκιτσάρει, τους κάνει τρισδιάστατους στη θεατρική μακέτα και συνεργάζεται με όλους τους συντελεστές που είναι πάνω αλλά και πίσω από τη σκηνή για να συνθέσει την τελική εικόνα του σκηνικού χώρου. Συνήθως σε επιλέγει ο σκηνοθέτης, ή σε προτείνει ένας παραγωγός στον σκηνοθέτη. Ξεκινά η συνεργασία μαζί του και μέσα από αυτή τη συνδιαλλαγή χτίζεται κάπως η εικόνα στην οποία θα βασιστεί το έργο. Ο σχεδιασμός, το σκηνικό, η συνεργασία με όλους τους επαγγελματίες, τα κοστούμια, απαιτούν μήνες δουλειάς από την ομάδα. Και ειδικά για μία παράσταση που δεν έχει κείμενο όπως το Goodbye Lindita, ή μία παράσταση χορού, θα νόμιζε κάποιος ότι οι απαιτήσεις είναι μικρότερες, ωστόσο είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον σκηνοθέτη να δομήσει μία παράσταση χωρίς λόγο. Η σκηνογραφική δουλειά συγκεκριμένα είναι μία τεράστια διαδικασία συνεργασίας με τον υπεύθυνο παραγωγής, πρέπει να υπολογίσεις αν φτάνουν τα χρήματα για όλο αυτό που έχεις σκεφτεί, αν προλαβαίνεις να κατασκευάσεις το σκηνικό σε συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Και μετά έρχεται η συνεργασία με σιδεράδες, γλύπτες, κατασκευαστές, μοδίστρες και να φροντίζεις κάθε ζήτημα που μπορεί να προκύψει, αλλά και να επικοινωνήσεις σε αυτούς τους ανθρώπους την ιδέα που έχεις στο μυαλό σου. Κάθε έργο έχει μήνες δουλειάς από πίσω, λεπτομέρειες που προκύπτουν για όλα, τη συνολική εικόνα αλλα και το πώς θα λειτουργήσει όλο στο backstage, το πως θα αποθηκευτεί, πώς θα μεταφερθεί το σκηνικό για να στηθεί η παράσταση αλλού. Εκεί είναι που η εμπειρία παίζει ρόλο καθώς είναι μία ιδέα που τη μετουσιώνεις σε ένα δημιούργημα το συνθέτεις και το επιβλέπεις μέχρι τέλους.
-Από που αντλείς έμπνευση για τη δουλειά σου;
Είναι ευρύ το φάσμα. Πρέπει να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά, παντού. Στην καθημερινή βόλτα, να δεις πράγματα που μπορεί κανείς να μην προσέχει. Ένα άδειο οικόπεδο ανάμεσα σε πολυκατοικίες, με κάτι δέντρα που φύτρωσαν μόνα τους, δημιουργεί μία αίσθηση διαφορική στη πόλη. Περνάμε και δεν του δίνουμε σημασία, αλλά μπορεί να το φανταστείς σε μία θεατρική συνθήκη, σε ένα πλαίσιο, για ένα συγκεκριμένο χώρο και να ταιριάζει. Τα ταξίδια με εμπνέουν πολύ, τα τοπία και οι εναλλαγές τους, οι πίνακες. Τα πάντα μπορούν να δώσουν έμπνευση, μια απλή βόλτα, μία ταινία, ένα μουσείο, είμαι πάντα σε ετοιμότητα, να το σκιτσάρω είτε να το φωτογραφίσω και κρατάω αρχείο. Έχω μία τεράστια βιβλιοθήκη στον υπολογιστή, υλικό άπειρο από κινηματογράφο μέχρι κείμενα, εικόνες που κάπως νιώθω ότι έχουν κάτι να μου πουν και ανατρέχω πάντα όταν έχω να δημιουργήσω κάτι. Και μετά παίζει ρόλο η γνώση για το πώς λειτουργούν τα υλικά, πως συνδυάζονται οι διαφορετικές υφές, να γνωρίζεις την αγορά, το που θα τα βρεις και αν μπορούν πρακτικά να συνδυαστούν. Κρατάω υλικά στο σπίτι, κομμάτια από υφάσματα, στοιχεία που μπορεί να βοηθήσουν.
-Έχεις αγάπη στη δημιουργία, φτιάχνεις μόνος σου στοιχεία για τα σκηνικά, όπως μάσκες, που υπήρχε άλλωστε και στο Goodbye Lindita.
Η σκηνογραφία ένωσε τις τέχνες που με ενδιαφέρουν όλες μαζί με έναν πολύ δημιουργικό τρόπο. Την αρχιτεκτονική με τα εικαστικά, τη δύναμη ενός λογοτεχνικού κειμένου μαζί με τη μαγεία της μουσικής. Ασχολούμαι με τα εικαστικά από παιδί και δεν μπορώ να αποχωριστώ το γλυπτικό στοιχείο, μου αρέσει να φτιάχνω πράγματα, να σκιτσάρω, να δημιουργώ. Ψηφιακή μακέτα θα κάνω μόνο όποτε δεν μπορεί να αποτυπωθεί αυτό που θέλω με γλυπτικό τρόπο. Πάντα θα προτιμήσω τη χειροποίητη μακέτα που θεωρώ ότι είναι απαραίτητη, την οποία κάνω σε κάθε έργο. Βοηθά όλη την ομάδα να καταλάβει το χώρο που προτείνω, αλλά και εμένα να προλάβω να αντιμετωπίσω ζητήματα που θα προκύψουν, το αν οι αναλογίες είναι σωστές, τα χρώματα και οι υφές αν ταιριάζουν. Τα κατασκευαστικά σχέδια τα κάνω σε σχεδιαστικό ψηφιακό πρόγραμμα, αλλά ο ψηφιακός κόσμος είναι μέχρι ενός σημείου. Tο κομμάτι της Τεχνητής Νοημοσύνης, που είναι και επίκαιρη, με στεναχωρεί, καθώς βλέπω συναδελφους να πηγαίνουν στον κατασκευαστή με εικόνες που έχουν παραχθεί από πρόγραμμα ΤΝ και όχι δική τους. Χάνεις όλη την ουσία της δημιουργίας, η ΤΝ μπορεί σίγουρα να βοηθήσει αλλά θέλει όριο, ισορροπία. Οι μάσκες είναι μεγάλη αγάπη. Τη μάσκα στο Goodbye Lindita τη σχεδίασα εγώ αλλά κατασκευάστηκε από γλύπτρια του εθνικού. Έγινε μία έρευνα συνολική για τα Bαλκάνια και συγκεκριμένα την Αλβανία, και ειδικά στη νύφη θέλαμε να μπει το έντονο παραδοσιακό αλβανικό στοιχείο. Στην έρευνά μας είδαμε ότι η παραδοσιακή αλβανική φορεσιά έχει αυτό το περίτεχνο και στο κοστούμι και στο make up. Είναι γεωμετρικό, με έντονα χρώματα, λευκό κόκκινο, γαλάζιο μερικές φορές και έχει έντονα σχέδια. Από τη στιγμή που έπρεπε να φτιάξουμε πολύ σύντομα την εικόνα μιας νύφης έπρεπε να μπει κάτι πολύ γρήγορα, και η μάσκα ήταν μία πολύ καλή λύση. Ωστόσο, επειδή κάναμε κλειστά τα μάτια της λειτούργησε και σαν νεκρική μάσκα. Επομένως η νυφική μάσκα, μετατράπηκε σε νεκρική μάσκα και η μετάβαση έγινε τόσο γρήγορα και αβίαστα που νομίζω είχε ενδιαφέρον για την απόδοση της ιδέας.
-Ο φωτισμός παίζει σημαντικό ρόλο για το σκηνικό και την απόδοση βέβαια του έργου και της ιδέας. Ένα κορμί ή ένα αντικείμενο στη σκηνή μπορεί να μεταμορφωθεί ανάλογα με το από ποια πλευρά θα φωτιστεί. Έχει άμεση σχέση με τη σκηνογραφια ο φωτισμός;
Χωρίς φώτα δε βλέπεις τίποτα, το θέατρο βασίζεται στο φως, έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Η απόδοση του φωτισμού σε ένα θεατρικό σκηνικό είναι ουσιαστικά αποτέλεσμα συνεργασίας. Ο σχεδιαστής φωτισμού θα ρωτήσει για τις παλέτες, τα χρώματα στα κοστούμια, στους τοίχους, δε θα πετάξει ένα φως με χρώμα που θα αλλάξει την αίσθηση του σκηνικού και της συνθήκης. Ο φωτισμός και οι εντάσεις μπορούν να επηρεάσουν πολύ την παράσταση, τα χρώματα και το συνάισθημα. Ειδικά στο Goodbye Lindita υπήρχε εξαιρετική συνεργασία με τον φωτιστή Τάσο Παλαιορούτα, και τον υπεύθυνο μουσικής το Μάνο Ροβίθη. Κάπως μπήκαμε όλοι σε μία συνθήκη όπου θέλαμε στην αρχή να υπάρχει ρεαλισμός. Δηλαδή ξεκινάς μπαίνοντας σε ένα χώρο που τον αισθάνεσαι γνώριμο. Κάτι μου θυμίζει, το σπίτι μιας θείας στο χωριό; Είχε λεπτομέρειες, το φωτάκι νυχτός στον τοίχο, που μας ήταν γνώριμες. Δημιουργόυσαν μία συνθήκη που την έχουμε όλοι λίγο πολύ βιώσει. Ο Τάσος έβαζε φως από το παράθυρο, έβαζε φως από την πόρτα, ήταν κυρίως πηγές ρεαλιστικές, δεν ήταν κατακόρυφος θεατρικός φωτισμός που εξ αρχής σε βγάζει εκτός συνθήκης. Οι ήχοι του Μάνου έρχονται σε απόλυτη αρμονία με αυτό το ρεαλισμό. Ένας κούκος ακούγεται έξω από το παράθυρο, ενώ κάποια σκυλιά γαβγίζουν στο βάθος στη γειτονιά. Ακούμε τη σαπουνόπερα από την τηλεόραση, το φως της οποίας συχνά αποτελεί τη βασική πηγή φωτός. Ήταν μία κατασκευή με λεντοταινίες η τηλεόραση και μπορούσαμε να ρυθμίζουμε την ένταση της φωτεινότητας ακριβώς για να λειτουργήσει έτσι ρεαλιστικά στον χώρο.Υπάρχει μία ομαδική συνεργασία. Και εκεί είναι που ο Μάριο έχει την απίστευτη συνθετική ικανότητα να παίρνει φως, ήχο, εικόνα, μουσική και να τα συνθέτει όλα αρμονικά. Έχει αντίληψη της σύνθεσης. Και σε άλλες παραγωγές, όπως στο Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia, υπήρχε τέλεια συνεργασία και επικοινωνία με την με Ελίζα Αλεξανδροπούλου, για να τονίσει αυτά που χρειάζονταν και να δώσει μία δική της ερμηνεία στη ροή του έργου.
-Η δημιουργία των κοστουμιών πως προέκυψε;
Κατά κύριο λόγο κάνω σκηνικά, κοστούμια είχα κάνει λίγες φορές και σε ελάχιστες παραγωγές. Μου το πρότεινε ο Μάριο, ήθελε μία απλή, λιτή εικόνα στα ρούχα. Ακόμα βέβαια και στο πιο απλό προκύπτουν πολλά ζητήματα. Συνειδητοποίησα όμως, ότι ήταν πολύ σημαντικό που τελικά τα ανέλαβα, γιατί βρήκα μία ισορροπία σε όλη την εικόνα, μία αρμονία. Επέλεξα συγκεκριμένη παλέτα χρωμάτων στην απλή αμφίεση, και αφαίρεσα εντελώς το λευκό και κόκκινο χρώμα ώστε να εμφανιστεί αργότερα μόνο στην νύφη για να ξεχωρίσει και να είναι η εικόνα της επιβλητική, το ρούχο της είχε σχεδιαστεί με βάση την παραδοσιακή φορεσιά και ήθελα να ξεχωρίζει. Το κόκκινο αποφάσισα να μην μπει καθόλου, ούτε στο σκηνικό, ούτε στα φώτα, ήταν αποκλειστικά το χρώμα της νύφης. Μπορεί να έχει τις δυσκολίες του το να κάνεις κοστούμια αλλά είναι δημιουργικό και ιδιαίτερα αποδοτικό στο να επιτευχθεί αρμονία. Ιδανικά θα ήθελα να συνεχίσω με κοστούμια. Συνέχισα μάλιστα και έκανα και τα κοστούμια στο Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia. Η μάσκα αφορά τον ενδυματολόγο και όχι το σκηνογράφο, και επειδή το θέμα της μάσκας με ενδιαφέρει πάρα πολύ, είναι πολύ σημαντικό να διαχειρίζομαι εγώ το κομμάτι αν θα μπει μάσκα ή κάτι που θα λειτουργεί σαν μάσκα, γιατί μάσκα μπορεί να γίνει οτιδήποτε, είναι κάτι που κρύβει ή παραμορφώνει τα χαρακτηριστικά του προσώπου, μπορεί να είναι ένα ψάθινο κάλυμμα όπως ήταν για παράδειγμα στο Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia, που στο φινάλε ήταν ένα πλάσμα όλο από ψάθινο υλικό.
-Τα σκηνικά σου είναι ιδιαίτερα ευρηματικά και έχουν πρακτικότητα. Λειτουργείς με τη λογική του ότι μπει στο σκηνικό πρέπει να έχει κάποιο ρόλο;
Πολλοί είναι της λογικής «δε μου αρέσουν τα σκηνικά που είναι αμιγώς διακοσμητικά» και συμφωνώ κάπως, αλλα συχνά, μπορεί κάποιο στοιχείο του σκηνικού να μη χρησιμοποιηθεί αλλά να έχει λόγο ύπαρξης στη συνολική εικόνα. Όπως βλέπεις σε κάτι πίνακες ζωγραφικής κάποιες έξτρα πινελιές, που αν έλειπαν όμως δεν θα είχαν το ίδιο αποτέλεσμα. Στο Goodbye Lindita όλα σχεδόν χρησιμοποιήθηκαν. Στο έπιπλο της τηλεόρασης για παράδειγμα υπήρχε ένα πολύ μικρό άγαλμα της Πιετά για να υπάρχει αντιστοιχία με την Πιετά που εμφανίζεται στην τελευταία σκηνή με τη φωλιά. Το λιβάνι που υπάρχει επίσης στην τηλεόραση έχει αντιστοιχία με το απόκοσμο στοιχείο, ήταν μία ενδιαφέρουσα πρόταση του Μάριο, το πώς εισάγεις ξαφνικά ένα ακόμα στοιχείο: την οσμή, ώστε να συμμετέχουν όλες οι αισθήσεις. Αυτή η εκστατική σκηνή στο φινάλε, αλλάζει όλα τα δεδομένα, υπάρχει αλλαγή στο φως, τα κορμιά ξεγυμνώνονται, το σκηνικό έχει αποδομηθεί εντελώς, οι μουσικές και οι ήχοι αλλάζουν, επικρατεί κάτι απόκοσμο. Η ευρηματικότητα των σκηνικών ήταν αποτέλεσμα της σπουδαίας συνεργασίας με τον Μάριο. Η συνάντηση μας ήταν τυχαία, μας έφερε σε επαφή η Αμάλια Μπένετ η χορογράφος. Στην πρώτη συζήτηση είπε ότι ήθελε «το κρεβάτι να έχει νερό», δεν υπήρχε η ιδέα της κολυμπήθρας, ούτε το πώς θα μπει αυτή η ιερότητα στο σκηνικό, και «ο καναπές να είναι τάφος». Βασιστήκαμε στη λογική ότι όλα μεταμορφώνονται, αλλά έπρεπε να βρω έναν τρόπο και συνθετικά πώς θα ταιριάξουν ,αλλά και να μην κουράσει το ότι όλα μηχανικά μετατρέπονται σε κάτι άλλο. Έπρεπε η μεταμόρφωση να γίνει ποιητικά. Ακόμα και η αποδόμηση του σκηνικού, ήθελα να αποδοθεί οργανικά, να μη φανεί ότι ο τοίχος θα ανοίξει, και αυτή ήταν βέβαια η δυσκολία σε αυτήν την παραγωγή. Στην ίδια λογική κινήθηκε και η παράσταση Τaverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia , ο χώρος να μεταμορφωθεί με τρόπο που θα είναι σωστός στη ροή του έργου και θα έχει κάτι να πει.
-Πόσο δύσκολο είναι να σκηνογραφείς μία παράσταση που δεν έχει κείμενο, όπως το Goodbye Lindita;
Έχει πολλές προκλήσεις. Το πιο απαιτητικό κομμάτι είναι ότι μπαίνεις στα χωράφια του σκηνοθέτη. Από τη στιγμή που προτείνεις πράγματα που θα επηρεάσουν τη δραματουργία, πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος που θα συνεργαστείς με την ομάδα καλά και θα συνθέσετε αρμονικά την ιδέα. Σε αυτήν την ομάδα, οι ίδιοι ηθοποιοί επίσης επηρέασαν την ίδια την δραματουργία. Το ότι η Αλεξάνδρα η Χασάνι αποφάσισε ότι θα δοκιμάσει να κλειστεί στο έπιπλο, ήταν πολύ σημαντικό. Όλη η ομάδα έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να χτιστεί αυτό το τελικό αποτέλεσμα. Η κίνηση, το σκηνικό, το που έχεις πύκνωση σωμάτων, παίζει σημαντικό ρόλο σε μία παράσταση χωρίς κείμενο, και αυτήν ήταν η συνθετική ικανότητα του Μάριο. Το κείμενο από την άλλη μέχρι ένα σημείο θα σου δώσει στοιχεία, αλλά συχνά υπάρχει κίνδυνος να σε περιορίσει. Φυσικά ακολουθώ το πλαίσιο που ορίζει τις αισθήσεις του έργου, αλλά θέλω να το προσεγγίζω πιο αφαιρετικά, να μην με περιορίσει στον απόλυτο ρεαλισμό του και να δημιουργήσω κάτι που θα έρχεται σε αρμονία με όλην την ομάδα.
-Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;
Έχω αναλάβει τη σκηνογραφία για τη νέα δουλειά του Ευριπίδη Λασκαρίδη, “Lapis Lazuli” που θα κάνει πρεμιέρα τον Απρίλιο στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση. Επιπλέον, συμμετέχω στα ταξίδια της παράστασης “Goodbye Lindita”, του Mario Banushi στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα, συνεργάζομαι με τον οίκο Hermès, σχεδιάζοντας τις βιτρίνες του καταστήματος στην Αθήνα.
❈ Ο Σωτήρης Μελανός γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Σπούδασε στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, κατευθύνοντας τη διάλεξη και τη διπλωματική του εργασία στη σκηνογραφία. Από το 2015, έχει συνεργαστεί με σκηνογράφους σε παραγωγές θεάτρου, όπερας και χορού στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Εθνική Λυρική Σκηνή, Εθνικό Θέατρο, Ωδείο Ηρώδου Αττικού, Αρχαίο Θέατρο Παλαιάς Επιδαύρου, Βασιλικό Δραματικό Θέατρο Στοκχόλμης κ.α.). Από το 2019 ως το 2021 δούλεψε πλάι στη σκηνογράφο και ενδυματολόγο Έλλη Παπαγεωργακοπούλου. Το 2022 ανέλαβε την ολοκλήρωση του τελευταίου της σκηνικού για την όπερα “Μέσα Χώρα” (Εθνική Λυρική Σκηνή). Προσωπικές του δουλειές είναι “Τα τραγούδια της Σωτηρίας” (Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, 2021), “Nadja-Who Am I?” (Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, 2021), “το Κήτος” (Bios, 2021), “Αντιγόνη, μετέωρη” (Θέατρο Σφενδόνη, 2022), “In the Presence of Absence” (Αρχαίο Θέατρο Μήλου, 2022), “Goodbye, Lindita” (Εθνικό Θέατρο, 2023) και “Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia” (Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, 2023).
Θέατρο δεν είναι μόνο ηθοποιοί και σκηνοθέτες, είναι ένα ολόκληρο σύμπαν συντελεστών που με δημιουργικότητα και έμπνευση δίνουν ζωή σε μία παράσταση. Μία θεατρική παραγωγή περικλείει μήνες δουλειάς από μία μεγάλη ομάδα επαγγελματιών που συνεργάζονται στενά για ένα αρμονικό αποτέλεσμα. Και η δουλειά του σκηνογράφου, όπως είναι ο Σωτήρης Μελανός είναι και μία από τις πιο απαιτητικές στο θεατρικό σύμπαν. Απαιτεί τεχνικές γνώσεις, ισχυρή φαντασία, δημιουργικό ταλέντο, οργανωτικές δεξιότητες και μία επιμονή στη λεπτομέρεια για να καταφέρει να συνθέσει με αρμονία την τελική εικόνα μιας παράστασης. Ο Σωτήρης, που έχει σπουδάσει αρχιτεκτονική, κατάφερε να συνδυάσει την αγάπη του για την τέχνη και τα εικαστικά με τις τεχνικές γνώσεις που πήρε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και να γίνει ουσιαστικά ένας αρχιτέκτονας για το θέατρο. Συναντηθήκαμε ένα ηλιόλουστο πρωινό, και μου παρουσίασε κομμάτια της δουλειάς του -που είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό-, μίλησε για τις δουλειές του, για τη σπουδαία συνεργασία που έκανε με τον σκηνοθέτη Μάριο Μπανούσι στο “Goodbye Lindita” και το “Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia” ενώ αποκάλυψε τα μελλοντικά του σχέδια και την αγάπη του γι’ αυτή τη μαγική πλευρά του θεάτρου που συνθέτει σκηνικές εικόνες. Εικόνες που δεν είναι απλά διακοσμητικές, αλλά μία ισχυρή εικαστική κατάθεση που συμπληρώνει τον κόσμο μίας θεατρικής παράστασης.
-Πώς προέκυψε η δημιουργία και η σκηνογραφία στη ζωή σου;
Μεγάλωσα στην Καλαμάτα, και νιώθω πολύ τυχερός γι’ αυτό. Από το νηπιαγωγείο, ήμουν στο εικαστικό εργαστήριο της Καλαμάτας, οπότε κάθε σαββατοκύριακο, έκανα κεραμική, ζωγραφική και γλυπτική. Ήμουν πολύ τυχερός που ήμουν από τόσο μικρός σε αυτό το περιβάλλον κάτι που ξεκίνησε από τη νηπιαγωγό μου είπε στους δικούς μου «Ο Σωτήρης κάνει το γαϊδουράκι στη φάτνη διαφορετικά από τα άλλα παιδιά, κάτι σημαίνει αυτό». Έτσι το εργαστήριο έγινε το 2ο σπίτι μου. Και όταν αργότερα ήρθα να σπουδάσω αρχιτεκτονική στην Αθήνα και ήξερα τεχνικές ιαπωνικής κεραμικής που δεν τις μαθαίνεις ούτε εδώ. Καθηγητές και δάσκαλοι προσέφεραν σε μικρά παιδιά τόσο ανοιχτά υλικό και τις γνώσεις τους, που μας έδιναν τη δυνατότητα να μπούμε σε αυτόν τον κόσμο της δημιουργίας από πολύ μικρή ηλικία. Το ότι έχω την αντίληψη των όγκων και των επιπέδων όταν σχεδιάζω έχει να κάνει ξεκάθαρα με το ότι από παιδί έπιανα πηλό, εξοικειώθηκα με τα υλικά και τη δημιουργία. Αργότερα, ήθελα να περάσω στη σχολή καλών τεχνών -με είχαν περάσει και στην κατηγορία με τα ταλέντα που μπορούσαμε να δώσουμε εξετάσεις από πολύ 16 χρονών, πριν ακόμα πάρω απολυτήριο. Για καλή μου τύχη δεν με πήραν,και το λέω από την άποψη ότι ίσως δεν είχα την ωριμότητα στα 16 μου να διαχειριστώ τη σχολή. Μαθαίνεις την τεχνική, μαθαίνεις το πως να χρησιμοποιείς τα υλικά, αλλά δεν υπάρχει ωριμότητα στο τι κάνω εδώ; Γιατί θέλω να είμαι καλλιτέχνης; Επομένως, το ότι πέρασα στην σχολή αρχιτεκτόνων με συνομήλικους στη σχολή, που όλοι περνούσαμε από την ίδια φάση και ήμασταν στο ίδιο επίπεδο, με βοήθησε σημαντικά στην εξέλιξή μου. Και βέβαια, η βάση της αρχιτεκτονικής, η σκέψη του αρχιτέκτονα, είναι πολύ σημαντικό εργαλείο στη δουλειά μου, με έχει βοηθήσει σημαντικά, τη συναντώ διαρκώς. Ειδικά στο πρακτικό κομμάτι, με τον κατασκευαστή, πάντα μπορώ να προβλέψω καταστάσεις, να υπολογίζω σχεδιαστικά τις δυσκολίες και να υπολογίζω αποτελεσματικά το μπάτζετ. Σπουδάζοντας αρχιτεκτονική, κάπου στο 3ο έτος, κατάλαβα ότι δεν θέλω να γίνω αρχιτέκτονας. Παρακολούθησα και ένα μάθημα σκηνογραφίας και συνειδητοποίησα ότι η προς τα εκεί κλίνω να πάω. Έτσι κατηύθυνα την διπλωματική μου προς τα εκεί, είχα την υποστήριξη από καθηγητές, παρακολούθησα τη δουλειά του Robert Wilson (που είναι επίσης αρχιτέκτονας) που έκανε πρόβες στο εθνικό θέατρο και έκανα έρευνα πάνω στο έργο του. Είχα την ευκαιρία να δω στην πράξη, πώς αυτός ο δημιουργός με την αρχιτεκτονική βάση δημιουργεί αυτές τις απίστευτες εικόνες που βλέπουμε. Με το που τελείωσα τη σχολή ξεκίνησα να δουλεύω ως βοηθός σκηνογράφου και επιτέλους είχα την ευκαιρία να μεταφέρω τις θεωρητικές γνώσεις στη δημιουργία. Η βασική διαφορά με την αρχιτεκτονική που δημιουργείς κάτι που συνήθως μένει στο χρόνο, είναι ότι στην σκηνογραφία ετοιμάζεις κάτι το οποίο μετά από ένα μήνα θα καταστραφεί, θα εξαφανιστεί.Το πώς να αντιμετωπίζεις το εφήμερο και πώς να αποχωριστείς κάτι που έχεις δημιουργήσει είναι κάτι που πρέπει να διαχειριστείς.
-Τι κάνει ένας σκηνογράφος; Ποιος είναι ο ρόλος του σε μία θεατρική παράσταση;
O σκηνογράφος είναι κάτι μεταξύ αρχιτέκτονα, γλύπτη και ποιητή στη θεατρική σκηνή. Φαντάζεται ονειρικούς κόσμους, τους σκιτσάρει, τους κάνει τρισδιάστατους στη θεατρική μακέτα και συνεργάζεται με όλους τους συντελεστές που είναι πάνω αλλά και πίσω από τη σκηνή για να συνθέσει την τελική εικόνα του σκηνικού χώρου. Συνήθως σε επιλέγει ο σκηνοθέτης, ή σε προτείνει ένας παραγωγός στον σκηνοθέτη. Ξεκινά η συνεργασία μαζί του και μέσα από αυτή τη συνδιαλλαγή χτίζεται κάπως η εικόνα στην οποία θα βασιστεί το έργο. Ο σχεδιασμός, το σκηνικό, η συνεργασία με όλους τους επαγγελματίες, τα κοστούμια, απαιτούν μήνες δουλειάς από την ομάδα. Και ειδικά για μία παράσταση που δεν έχει κείμενο όπως το Goodbye Lindita, ή μία παράσταση χορού, θα νόμιζε κάποιος ότι οι απαιτήσεις είναι μικρότερες, ωστόσο είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον σκηνοθέτη να δομήσει μία παράσταση χωρίς λόγο. Η σκηνογραφική δουλειά συγκεκριμένα είναι μία τεράστια διαδικασία συνεργασίας με τον υπεύθυνο παραγωγής, πρέπει να υπολογίσεις αν φτάνουν τα χρήματα για όλο αυτό που έχεις σκεφτεί, αν προλαβαίνεις να κατασκευάσεις το σκηνικό σε συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Και μετά έρχεται η συνεργασία με σιδεράδες, γλύπτες, κατασκευαστές, μοδίστρες και να φροντίζεις κάθε ζήτημα που μπορεί να προκύψει, αλλά και να επικοινωνήσεις σε αυτούς τους ανθρώπους την ιδέα που έχεις στο μυαλό σου. Κάθε έργο έχει μήνες δουλειάς από πίσω, λεπτομέρειες που προκύπτουν για όλα, τη συνολική εικόνα αλλα και το πώς θα λειτουργήσει όλο στο backstage, το πως θα αποθηκευτεί, πώς θα μεταφερθεί το σκηνικό για να στηθεί η παράσταση αλλού. Εκεί είναι που η εμπειρία παίζει ρόλο καθώς είναι μία ιδέα που τη μετουσιώνεις σε ένα δημιούργημα το συνθέτεις και το επιβλέπεις μέχρι τέλους.
-Από που αντλείς έμπνευση για τη δουλειά σου;
Είναι ευρύ το φάσμα. Πρέπει να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά, παντού. Στην καθημερινή βόλτα, να δεις πράγματα που μπορεί κανείς να μην προσέχει. Ένα άδειο οικόπεδο ανάμεσα σε πολυκατοικίες, με κάτι δέντρα που φύτρωσαν μόνα τους, δημιουργεί μία αίσθηση διαφορική στη πόλη. Περνάμε και δεν του δίνουμε σημασία, αλλά μπορεί να το φανταστείς σε μία θεατρική συνθήκη, σε ένα πλαίσιο, για ένα συγκεκριμένο χώρο και να ταιριάζει. Τα ταξίδια με εμπνέουν πολύ, τα τοπία και οι εναλλαγές τους, οι πίνακες. Τα πάντα μπορούν να δώσουν έμπνευση, μια απλή βόλτα, μία ταινία, ένα μουσείο, είμαι πάντα σε ετοιμότητα, να το σκιτσάρω είτε να το φωτογραφίσω και κρατάω αρχείο. Έχω μία τεράστια βιβλιοθήκη στον υπολογιστή, υλικό άπειρο από κινηματογράφο μέχρι κείμενα, εικόνες που κάπως νιώθω ότι έχουν κάτι να μου πουν και ανατρέχω πάντα όταν έχω να δημιουργήσω κάτι. Και μετά παίζει ρόλο η γνώση για το πώς λειτουργούν τα υλικά, πως συνδυάζονται οι διαφορετικές υφές, να γνωρίζεις την αγορά, το που θα τα βρεις και αν μπορούν πρακτικά να συνδυαστούν. Κρατάω υλικά στο σπίτι, κομμάτια από υφάσματα, στοιχεία που μπορεί να βοηθήσουν.
-Έχεις αγάπη στη δημιουργία, φτιάχνεις μόνος σου στοιχεία για τα σκηνικά, όπως μάσκες, που υπήρχε άλλωστε και στο Goodbye Lindita.
Η σκηνογραφία ένωσε τις τέχνες που με ενδιαφέρουν όλες μαζί με έναν πολύ δημιουργικό τρόπο. Την αρχιτεκτονική με τα εικαστικά, τη δύναμη ενός λογοτεχνικού κειμένου μαζί με τη μαγεία της μουσικής. Ασχολούμαι με τα εικαστικά από παιδί και δεν μπορώ να αποχωριστώ το γλυπτικό στοιχείο, μου αρέσει να φτιάχνω πράγματα, να σκιτσάρω, να δημιουργώ. Ψηφιακή μακέτα θα κάνω μόνο όποτε δεν μπορεί να αποτυπωθεί αυτό που θέλω με γλυπτικό τρόπο. Πάντα θα προτιμήσω τη χειροποίητη μακέτα που θεωρώ ότι είναι απαραίτητη, την οποία κάνω σε κάθε έργο. Βοηθά όλη την ομάδα να καταλάβει το χώρο που προτείνω, αλλά και εμένα να προλάβω να αντιμετωπίσω ζητήματα που θα προκύψουν, το αν οι αναλογίες είναι σωστές, τα χρώματα και οι υφές αν ταιριάζουν. Τα κατασκευαστικά σχέδια τα κάνω σε σχεδιαστικό ψηφιακό πρόγραμμα, αλλά ο ψηφιακός κόσμος είναι μέχρι ενός σημείου. Tο κομμάτι της Τεχνητής Νοημοσύνης, που είναι και επίκαιρη, με στεναχωρεί, καθώς βλέπω συναδελφους να πηγαίνουν στον κατασκευαστή με εικόνες που έχουν παραχθεί από πρόγραμμα ΤΝ και όχι δική τους. Χάνεις όλη την ουσία της δημιουργίας, η ΤΝ μπορεί σίγουρα να βοηθήσει αλλά θέλει όριο, ισορροπία. Οι μάσκες είναι μεγάλη αγάπη. Τη μάσκα στο Goodbye Lindita τη σχεδίασα εγώ αλλά κατασκευάστηκε από γλύπτρια του εθνικού. Έγινε μία έρευνα συνολική για τα Bαλκάνια και συγκεκριμένα την Αλβανία, και ειδικά στη νύφη θέλαμε να μπει το έντονο παραδοσιακό αλβανικό στοιχείο. Στην έρευνά μας είδαμε ότι η παραδοσιακή αλβανική φορεσιά έχει αυτό το περίτεχνο και στο κοστούμι και στο make up. Είναι γεωμετρικό, με έντονα χρώματα, λευκό κόκκινο, γαλάζιο μερικές φορές και έχει έντονα σχέδια. Από τη στιγμή που έπρεπε να φτιάξουμε πολύ σύντομα την εικόνα μιας νύφης έπρεπε να μπει κάτι πολύ γρήγορα, και η μάσκα ήταν μία πολύ καλή λύση. Ωστόσο, επειδή κάναμε κλειστά τα μάτια της λειτούργησε και σαν νεκρική μάσκα. Επομένως η νυφική μάσκα, μετατράπηκε σε νεκρική μάσκα και η μετάβαση έγινε τόσο γρήγορα και αβίαστα που νομίζω είχε ενδιαφέρον για την απόδοση της ιδέας.
-Ο φωτισμός παίζει σημαντικό ρόλο για το σκηνικό και την απόδοση βέβαια του έργου και της ιδέας. Ένα κορμί ή ένα αντικείμενο στη σκηνή μπορεί να μεταμορφωθεί ανάλογα με το από ποια πλευρά θα φωτιστεί. Έχει άμεση σχέση με τη σκηνογραφια ο φωτισμός;
Χωρίς φώτα δε βλέπεις τίποτα, το θέατρο βασίζεται στο φως, έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Η απόδοση του φωτισμού σε ένα θεατρικό σκηνικό είναι ουσιαστικά αποτέλεσμα συνεργασίας. Ο σχεδιαστής φωτισμού θα ρωτήσει για τις παλέτες, τα χρώματα στα κοστούμια, στους τοίχους, δε θα πετάξει ένα φως με χρώμα που θα αλλάξει την αίσθηση του σκηνικού και της συνθήκης. Ο φωτισμός και οι εντάσεις μπορούν να επηρεάσουν πολύ την παράσταση, τα χρώματα και το συνάισθημα. Ειδικά στο Goodbye Lindita υπήρχε εξαιρετική συνεργασία με τον φωτιστή Τάσο Παλαιορούτα, και τον υπεύθυνο μουσικής το Μάνο Ροβίθη. Κάπως μπήκαμε όλοι σε μία συνθήκη όπου θέλαμε στην αρχή να υπάρχει ρεαλισμός. Δηλαδή ξεκινάς μπαίνοντας σε ένα χώρο που τον αισθάνεσαι γνώριμο. Κάτι μου θυμίζει, το σπίτι μιας θείας στο χωριό; Είχε λεπτομέρειες, το φωτάκι νυχτός στον τοίχο, που μας ήταν γνώριμες. Δημιουργόυσαν μία συνθήκη που την έχουμε όλοι λίγο πολύ βιώσει. Ο Τάσος έβαζε φως από το παράθυρο, έβαζε φως από την πόρτα, ήταν κυρίως πηγές ρεαλιστικές, δεν ήταν κατακόρυφος θεατρικός φωτισμός που εξ αρχής σε βγάζει εκτός συνθήκης. Οι ήχοι του Μάνου έρχονται σε απόλυτη αρμονία με αυτό το ρεαλισμό. Ένας κούκος ακούγεται έξω από το παράθυρο, ενώ κάποια σκυλιά γαβγίζουν στο βάθος στη γειτονιά. Ακούμε τη σαπουνόπερα από την τηλεόραση, το φως της οποίας συχνά αποτελεί τη βασική πηγή φωτός. Ήταν μία κατασκευή με λεντοταινίες η τηλεόραση και μπορούσαμε να ρυθμίζουμε την ένταση της φωτεινότητας ακριβώς για να λειτουργήσει έτσι ρεαλιστικά στον χώρο.Υπάρχει μία ομαδική συνεργασία. Και εκεί είναι που ο Μάριο έχει την απίστευτη συνθετική ικανότητα να παίρνει φως, ήχο, εικόνα, μουσική και να τα συνθέτει όλα αρμονικά. Έχει αντίληψη της σύνθεσης. Και σε άλλες παραγωγές, όπως στο Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia, υπήρχε τέλεια συνεργασία και επικοινωνία με την με Ελίζα Αλεξανδροπούλου, για να τονίσει αυτά που χρειάζονταν και να δώσει μία δική της ερμηνεία στη ροή του έργου.
-Η δημιουργία των κοστουμιών πως προέκυψε;
Κατά κύριο λόγο κάνω σκηνικά, κοστούμια είχα κάνει λίγες φορές και σε ελάχιστες παραγωγές. Μου το πρότεινε ο Μάριο, ήθελε μία απλή, λιτή εικόνα στα ρούχα. Ακόμα βέβαια και στο πιο απλό προκύπτουν πολλά ζητήματα. Συνειδητοποίησα όμως, ότι ήταν πολύ σημαντικό που τελικά τα ανέλαβα, γιατί βρήκα μία ισορροπία σε όλη την εικόνα, μία αρμονία. Επέλεξα συγκεκριμένη παλέτα χρωμάτων στην απλή αμφίεση, και αφαίρεσα εντελώς το λευκό και κόκκινο χρώμα ώστε να εμφανιστεί αργότερα μόνο στην νύφη για να ξεχωρίσει και να είναι η εικόνα της επιβλητική, το ρούχο της είχε σχεδιαστεί με βάση την παραδοσιακή φορεσιά και ήθελα να ξεχωρίζει. Το κόκκινο αποφάσισα να μην μπει καθόλου, ούτε στο σκηνικό, ούτε στα φώτα, ήταν αποκλειστικά το χρώμα της νύφης. Μπορεί να έχει τις δυσκολίες του το να κάνεις κοστούμια αλλά είναι δημιουργικό και ιδιαίτερα αποδοτικό στο να επιτευχθεί αρμονία. Ιδανικά θα ήθελα να συνεχίσω με κοστούμια. Συνέχισα μάλιστα και έκανα και τα κοστούμια στο Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia. Η μάσκα αφορά τον ενδυματολόγο και όχι το σκηνογράφο, και επειδή το θέμα της μάσκας με ενδιαφέρει πάρα πολύ, είναι πολύ σημαντικό να διαχειρίζομαι εγώ το κομμάτι αν θα μπει μάσκα ή κάτι που θα λειτουργεί σαν μάσκα, γιατί μάσκα μπορεί να γίνει οτιδήποτε, είναι κάτι που κρύβει ή παραμορφώνει τα χαρακτηριστικά του προσώπου, μπορεί να είναι ένα ψάθινο κάλυμμα όπως ήταν για παράδειγμα στο Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia, που στο φινάλε ήταν ένα πλάσμα όλο από ψάθινο υλικό.
-Τα σκηνικά σου είναι ιδιαίτερα ευρηματικά και έχουν πρακτικότητα. Λειτουργείς με τη λογική του ότι μπει στο σκηνικό πρέπει να έχει κάποιο ρόλο;
Πολλοί είναι της λογικής «δε μου αρέσουν τα σκηνικά που είναι αμιγώς διακοσμητικά» και συμφωνώ κάπως, αλλα συχνά, μπορεί κάποιο στοιχείο του σκηνικού να μη χρησιμοποιηθεί αλλά να έχει λόγο ύπαρξης στη συνολική εικόνα. Όπως βλέπεις σε κάτι πίνακες ζωγραφικής κάποιες έξτρα πινελιές, που αν έλειπαν όμως δεν θα είχαν το ίδιο αποτέλεσμα. Στο Goodbye Lindita όλα σχεδόν χρησιμοποιήθηκαν. Στο έπιπλο της τηλεόρασης για παράδειγμα υπήρχε ένα πολύ μικρό άγαλμα της Πιετά για να υπάρχει αντιστοιχία με την Πιετά που εμφανίζεται στην τελευταία σκηνή με τη φωλιά. Το λιβάνι που υπάρχει επίσης στην τηλεόραση έχει αντιστοιχία με το απόκοσμο στοιχείο, ήταν μία ενδιαφέρουσα πρόταση του Μάριο, το πώς εισάγεις ξαφνικά ένα ακόμα στοιχείο: την οσμή, ώστε να συμμετέχουν όλες οι αισθήσεις. Αυτή η εκστατική σκηνή στο φινάλε, αλλάζει όλα τα δεδομένα, υπάρχει αλλαγή στο φως, τα κορμιά ξεγυμνώνονται, το σκηνικό έχει αποδομηθεί εντελώς, οι μουσικές και οι ήχοι αλλάζουν, επικρατεί κάτι απόκοσμο. Η ευρηματικότητα των σκηνικών ήταν αποτέλεσμα της σπουδαίας συνεργασίας με τον Μάριο. Η συνάντηση μας ήταν τυχαία, μας έφερε σε επαφή η Αμάλια Μπένετ η χορογράφος. Στην πρώτη συζήτηση είπε ότι ήθελε «το κρεβάτι να έχει νερό», δεν υπήρχε η ιδέα της κολυμπήθρας, ούτε το πώς θα μπει αυτή η ιερότητα στο σκηνικό, και «ο καναπές να είναι τάφος». Βασιστήκαμε στη λογική ότι όλα μεταμορφώνονται, αλλά έπρεπε να βρω έναν τρόπο και συνθετικά πώς θα ταιριάξουν ,αλλά και να μην κουράσει το ότι όλα μηχανικά μετατρέπονται σε κάτι άλλο. Έπρεπε η μεταμόρφωση να γίνει ποιητικά. Ακόμα και η αποδόμηση του σκηνικού, ήθελα να αποδοθεί οργανικά, να μη φανεί ότι ο τοίχος θα ανοίξει, και αυτή ήταν βέβαια η δυσκολία σε αυτήν την παραγωγή. Στην ίδια λογική κινήθηκε και η παράσταση Τaverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia , ο χώρος να μεταμορφωθεί με τρόπο που θα είναι σωστός στη ροή του έργου και θα έχει κάτι να πει.
-Πόσο δύσκολο είναι να σκηνογραφείς μία παράσταση που δεν έχει κείμενο, όπως το Goodbye Lindita;
Έχει πολλές προκλήσεις. Το πιο απαιτητικό κομμάτι είναι ότι μπαίνεις στα χωράφια του σκηνοθέτη. Από τη στιγμή που προτείνεις πράγματα που θα επηρεάσουν τη δραματουργία, πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος που θα συνεργαστείς με την ομάδα καλά και θα συνθέσετε αρμονικά την ιδέα. Σε αυτήν την ομάδα, οι ίδιοι ηθοποιοί επίσης επηρέασαν την ίδια την δραματουργία. Το ότι η Αλεξάνδρα η Χασάνι αποφάσισε ότι θα δοκιμάσει να κλειστεί στο έπιπλο, ήταν πολύ σημαντικό. Όλη η ομάδα έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να χτιστεί αυτό το τελικό αποτέλεσμα. Η κίνηση, το σκηνικό, το που έχεις πύκνωση σωμάτων, παίζει σημαντικό ρόλο σε μία παράσταση χωρίς κείμενο, και αυτήν ήταν η συνθετική ικανότητα του Μάριο. Το κείμενο από την άλλη μέχρι ένα σημείο θα σου δώσει στοιχεία, αλλά συχνά υπάρχει κίνδυνος να σε περιορίσει. Φυσικά ακολουθώ το πλαίσιο που ορίζει τις αισθήσεις του έργου, αλλά θέλω να το προσεγγίζω πιο αφαιρετικά, να μην με περιορίσει στον απόλυτο ρεαλισμό του και να δημιουργήσω κάτι που θα έρχεται σε αρμονία με όλην την ομάδα.
-Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;
Έχω αναλάβει τη σκηνογραφία για τη νέα δουλειά του Ευριπίδη Λασκαρίδη, “Lapis Lazuli” που θα κάνει πρεμιέρα τον Απρίλιο στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση. Επιπλέον, συμμετέχω στα ταξίδια της παράστασης “Goodbye Lindita”, του Mario Banushi στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα, συνεργάζομαι με τον οίκο Hermès, σχεδιάζοντας τις βιτρίνες του καταστήματος στην Αθήνα.
❈ Ο Σωτήρης Μελανός γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Σπούδασε στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, κατευθύνοντας τη διάλεξη και τη διπλωματική του εργασία στη σκηνογραφία. Από το 2015, έχει συνεργαστεί με σκηνογράφους σε παραγωγές θεάτρου, όπερας και χορού στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Εθνική Λυρική Σκηνή, Εθνικό Θέατρο, Ωδείο Ηρώδου Αττικού, Αρχαίο Θέατρο Παλαιάς Επιδαύρου, Βασιλικό Δραματικό Θέατρο Στοκχόλμης κ.α.). Από το 2019 ως το 2021 δούλεψε πλάι στη σκηνογράφο και ενδυματολόγο Έλλη Παπαγεωργακοπούλου. Το 2022 ανέλαβε την ολοκλήρωση του τελευταίου της σκηνικού για την όπερα “Μέσα Χώρα” (Εθνική Λυρική Σκηνή). Προσωπικές του δουλειές είναι “Τα τραγούδια της Σωτηρίας” (Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, 2021), “Nadja-Who Am I?” (Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, 2021), “το Κήτος” (Bios, 2021), “Αντιγόνη, μετέωρη” (Θέατρο Σφενδόνη, 2022), “In the Presence of Absence” (Αρχαίο Θέατρο Μήλου, 2022), “Goodbye, Lindita” (Εθνικό Θέατρο, 2023) και “Taverna Miresia – Mario, Bella, Anastasia” (Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, 2023).