Η Σάντρα Λειβαδάρα, μέσα από το έργο "Χρονικό" του Ρίτσου σε διασκευή και σκηνοθεσία του Βασίλη Καλφάκη, ισορροπεί ανάμεσα στην ποίηση και το θέατρο, σαν αγωγός ενός λόγου που γεφυρώνει το παρελθόν, το παρόν και το «χρέος» του μέλλοντος.
Η Σάντρα Λειβαδάρα είναι μια δημιουργός που αναμετριέται με την τέχνη ως πράξη ευθύνης και μετασχηματισμού. Γεννημένη στο Μαρούσι και μεγαλωμένη μεταξύ Κερατσινίου και Πειραιά, η πορεία της διατρέχει τον χώρο του χορού και του θεάτρου, με σπουδές και στα δύο πεδία. Ως καλλιτέχνης, αντιλαμβάνεται την τέχνη όχι ως μια αυτοαναφορική πολυτέλεια, αλλά ως χρέος προς την κοινωνία και την Ιστορία, αφού το θέατρο για εκείνη δεν είναι απλώς μια επαγγελματική ενασχόληση αλλά μια πράξη επαναδιαπραγμάτευσης της συλλογικής μνήμης.
Στην ερμηνευτική της προσέγγιση για το “Χρονικό” του Γιάννη Ρίτσου σε διασκευή και σκηνοθεσία του Βασίλη Καλφάκη, η Λειβαδάρα εστιάζει στην αφαίρεση: η σκηνή γίνεται πεδίο απογύμνωσης της προσωπικής θέσης, επιτρέποντας στις λέξεις του ποιητή να καθοδηγήσουν το σώμα και τη φωνή. Η μεταφορά της ποίησης στη θεατρική πράξη δεν είναι εύκολη υπόθεση· απαιτεί έναν ηθοποιό-αγωγό, που εγκαταλείπει τον εαυτό του για να γίνει φορέας ενός ρυθμού που ξεπερνά τον ατομικό χρόνο.
Το “Χρονικό”, μια ποιητική αφήγηση για την Ιστορία και το Χρέος, δεν είναι για εκείνη απλώς ένα ιστορικό τεκμήριο, αλλά ένας καθρέφτης της σημερινής κοινωνίας. Διαβάζοντάς το πριν από χρόνια, πριν από την οικονομική κρίση και την πανδημία, είχε ήδη αναγνωρίσει την οικειότητά του με την εποχή μας. Σήμερα, το κείμενο μοιάζει ακόμη πιο σκληρό, πιο άμεσο, πιο αληθινό. Η επιλογή να ανέβει τώρα το έργο στο Θέατρο 104 δεν είναι τυχαία—είναι μια προσπάθεια να ανοίξει μια συνομιλία μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, με βλέμμα στο μέλλον.
Το θέατρο, όπως το αντιλαμβάνεται, δεν μπορεί να λειτουργήσει σε ρυθμούς fast-forward. Οι βιολογικοί ρυθμοί του ηθοποιού—η διαδικασία της προετοιμασίας, της εσωτερικής ζύμωσης, της ενσωμάτωσης του λόγου—έρχονται σε σύγκρουση με την ταχύτητα της σύγχρονης ζωής. Η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα είναι να βρει κανείς τον χρόνο να δημιουργήσει σε έναν κόσμο που απαιτεί ακαριαία αποτελέσματα και εύπεπτες αφηγήσεις. Και όταν η συζήτηση έρχεται στις νέες γενιές δημιουργών, η Λειβαδάρα διατηρεί την πεποίθηση ότι η ποίηση θα συνεχίσει να μιλά στους αιώνες. Η διαφορά έγκειται στη διαθεσιμότητα του θεατή: θα είναι ανοιχτός να συναντήσει το κείμενο; Ίσως όχι άμεσα, αλλά, όπως λέει κι εκείνη, η ποίηση δουλεύει υπόγεια, περνά στο υποσυνείδητο και αναδύεται όταν τη χρειαστούμε. «Αυτή είναι η μαγεία της».
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / OLAFAQ
– Το έργο βασίζεται στο “Χρονικό” του Γιάννη Ρίτσου, μια ποιητική αφήγηση που ανατέμνει την Ιστορία και το Χρέος. Τι σημαίνει για εσάς, ως ηθοποιό, να ενσαρκώνετε έναν κόσμο που ισορροπεί ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον;
Ακριβώς όπως το θέτετε, ισορροπώ άλλοτε με επιτυχία και άλλοτε όχι και τόσο. Αλλά σε κάθε περίπτωση είναι συν- κινητικό τόσο για μένα όσο και για τους συνοδοιπόρους μου στη σκηνή. Ευχόμαστε και για τους θεατές μας.
– Η ποίηση του Ρίτσου είναι βαθιά πολιτική και ταυτόχρονα βαθιά ανθρώπινη. Πώς επηρεάζει τη σκηνική σας προσέγγιση αυτή η διττή φύση του λόγου του;
Εξ αρχής πιάνοντας ένα ποιητικό κείμενο στα χέρια μου η μεγάλη αγωνία είναι πως θα ανοίξω τον σκηνικό λόγο ώστε να μεταφέρω τη συμπύκνωση του γραπτού ποιητικού λόγου. Έτσι και με το “Χρονικό”. Η προσέγγιση μου βασίζεται στην αφαίρεση. Ανοίγω την φαντασία στην εικόνα και αφαιρώντας προσωπικές θέσεις και απόψεις γίνομαι αγωγός του ρυθμού των λέξεων που επέλεξε ο ποιητής. Έχω την πεποίθηση ή την ελπίδα ότι έτσι αγκαλιάζει το έργο περισσότερες φύσεις και ότι κάτι τέτοιο ενδιέφερε τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο.
– Το έργο θέτει το ερώτημα αν η πολιτεία που περιγράφεται είναι κτήμα του παρελθόντος ή αν διαθλάται στο μέλλον. Βλέπετε στο έργο έναν καθρέφτη της σημερινής κοινωνίας;
Θυμάμαι την πρώτη φορά που διάβασα το κείμενο ήταν πριν από αρκετά χρόνια. Πριν από την οικονομική κρίση, πριν από την πανδημία, και μου έκανε εντύπωση πόσο κοντά στις τότε συνθήκες ζωής ήταν. Τώρα οι συνθήκες είναι πιο σκληρές και άγριες και προσωπικά βλέπω ότι είναι ακόμα πιο κοντά μας αυτή η πολιτεία. Γι’αυτό έγινε και η συγκεκριμένη επιλογή να ανέβει στο τώρα. Στην πολιτεία που περιγράφει το ποίημα επέρχεται η κάθαρση, από το «Παιδιά και αρνιά μες την κοπριά.» στο «.. τις υψηλές ιδέες της Δικαιοσύνης, της Ενότητας και της Ελευθερίας.» και ίσως εκεί οφείλει η σημερινή πολιτεία να στραφεί για να αρχίσει σιγά σιγά η ανάδυση.
– Σε μια εποχή «δίσεκτη» όπως λέει το κείμενο, όπου κυριαρχεί η αυτοαναφορικότητα και η εμπορευματοποίηση της τέχνης, πώς πιστεύετε ότι το θέατρο μπορεί να υπηρετήσει την ποίηση ως “Χρέος”;
Με όλη μου την ειλικρίνεια δε γνωρίζω. Αυτό που προσεύχομαι είναι να κατανοήσουμε περισσότερο οι «άνθρωποι του καιρού μας», που λέει και ο Ρίτσος, ότι η Τέχνη, η Ποίηση και το Θέατρο δεν μας έχει ανάγκη εμείς τα έχουμε. Η δόξα και το χρήμα είναι εφήμερα και σοφό είναι να μην μπαίνουμε στην υπηρεσία τους αλλά να τα χρησιμοποιήσουμε για να υπηρετήσουμε μεγαλύτερα ιδανικά.
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / OLAFAQ
– Πώς ήταν η διαδικασία με τις πρόβες; Υπήρξε κάποια στιγμή που σας σημάδεψαν ιδιαίτερα στη συνάντησή σας με το κείμενο του Ρίτσου στη σκηνή;
Ναι φυσικά. Ήταν η στιγμή που ένιωσα στο σώμα μου την αλλαγή της έννοιας του «Χρέους». Την θυμάμαι καλά αυτή τη στιγμή γιατί το είχε ανάγκη η ψυχή μου. Ως millennial η έννοια του «Χρέους» είχε εγγράψει διαφορετικά. Κατά τη διάρκεια της αφήγησης ο ποιητής μετακινεί την έννοια του «Χρέους». Από κάτι μικρό και θνητό σε κάτι μεγάλο ιδεώδες και εκεί κάτι μετακινήθηκε και μέσα μου. Ωραία στιγμή.
– Πιστεύετε ότι ο Ρίτσος συνεχίζει να μιλά στις νεότερες γενιές; Πώς μπορεί το “Χρονικό” να συναντήσει τον σημερινό θεατή, που ζει στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα;
Πιστεύω ότι η ποίηση μιλά στους αιώνες των αιώνων. Τώρα σε τι κατάσταση θα έρθει ο κάθε θεατής και αν θα συναντηθεί δεν το γνωρίζω. Όμως έχω την πίστη ότι κάτι περνάει στο υποσυνείδητο και ίσως μετά από καιρό σε συναντήσει. Αυτή είναι η μαγεία στην ποίηση.
– Αν μπορούσατε να μεταφέρετε μία φράση από το έργο που σας στοιχειώνει ακόμα και εκτός σκηνής, ποια θα ήταν αυτή;
Είναι πολλές που με στοιχειώνουν: «… και ώρα πολλή απομένει κάτω απ’ το πουκάμισο τους η αδιάλλακτη ανάσα της θάλασσας…» «… χωρίς να μάθουμε ποιος νίκησε, ο Απόλλων ή ο Άρης, ο Πλούτος ή ο Χρονος, ο τελευταίος πάντοτε νικούσε. Δεν μάθαμε.» «… να στήσει ανάγλυφες με αριθμό και πράξη, τις υψηλές ιδέες της Δικαιοσύνης, της Ενότητας και της Ελευθερίας.»
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / OLAFAQ
– Οι νέες γενιές δημιουργών φέρνουν διαφορετικές αισθητικές και θεματολογίες στο ελληνικό θέατρο. Υπάρχει χώρος για ρίσκο και πειραματισμό σήμερα;
Πάντα υπάρχει χώρος για ρίσκο και πειραματισμό αλλιώς θα ήταν πολύ βαρετή η ζωή. Το ερώτημα για μένα είναι ποια είναι η πρόθεση του κάθε δημιουργού στο ρίσκο και στον πειραματισμό. Υπάρχει δηλαδή μια βαθιά εσωτερική ανάγκη η απλά ρισκάρει για να ρισκάρει; Σε αυτό δεν υπάρχει σταθερή απάντηση. Έχω παρατηρήσει ότι υπάρχουν φορές που με κινεί μια βαθιά ανάγκη και άλλες πειραματίζομαι απλά για το πείραμα. Έχω αποδεχτεί ότι δεν πειράζει να είναι και έτσι. Προς την αναζήτηση του «κέντρου» μας χρειάζεται και η πλάνη.
– Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για έναν ηθοποιό που δουλεύει σήμερα στο ελληνικό θέατρο;
Η επιβίωση αρχικά και έπειτα για μένα η ταχύτητα. Το ένα είναι αλληλένδετο με το άλλο. Η ταχύτητα που συμβαίνουν όλα στη σημερινή πραγματικότητα δε βοηθά τη βιολογική διαδικασία του ηθοποιού που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την δημιουργική διαδικασία. Το θέατρο χρειάζεται τους χρόνους της βιολογίας που δυστυχώς στις μέρες μας είναι σχεδόν απίθανο να βρεθούν.
– Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στη θεατρική σκηνή της Ελλάδας σήμερα, τι θα ήταν αυτό;
Θα επαναφέρω τη φράση «δεν ξέρω» με την παιδική της αθωότητα όμως. Την έχω ιερή αυτή την άγνοια μέσα μου τη φυλάω καλά. Μια σκέψη όμως που κάνω συχνά, είναι ότι χρειάζεται μια παραπάνω βοήθεια από την πολιτεία. Ίσως απλά να χρειάζεται να κατανοηθεί από εκεί αυτό που ανέφερα πιο πάνω ως «βιολογικούς χρόνους». Οι χρόνοι που δίνει η πολιτεία στους καλλιτέχνες κάθε άλλο παρά βιολογικοί είναι. Δε θέλω καθόλου να αναφέρω την πενιχρή οικονομική στήριξη. Είναι τόσο αυτονόητο ότι η τέχνες χρειάζονται κι αυτές χρήματα . Αλλά στην κοινωνία του «άμα δεν τα φέρνεις δε σου τα δίνω» οι άνθρωποι του μέλλοντος θα κληρονομήσουν προϊόντα fast art και αυτό είναι κρίμα.
☞︎ Πληροφορίες παράστασης “Χρονικό” στο Θέατρο 104
Η Σάντρα Λειβαδάρα, μέσα από το έργο "Χρονικό" του Ρίτσου σε διασκευή και σκηνοθεσία του Βασίλη Καλφάκη, ισορροπεί ανάμεσα στην ποίηση και το θέατρο, σαν αγωγός ενός λόγου που γεφυρώνει το παρελθόν, τ
Η Σάντρα Λειβαδάρα, μέσα από το έργο "Χρονικό" του Ρίτσου σε διασκευή και σκηνοθεσία του Βασίλη Καλφάκη, ισορροπεί ανάμεσα στην ποίηση και το θέατρο, σαν αγωγός ενός λόγου που γεφυρώνει το παρελθόν, τ
Ένας καλλιτέχνης που κινείται ανάμεσα στο θέατρο, τη μουσική και τη λογοτεχνία, ο Ελισσαίος Βλάχος δεν ερμηνεύει απλώς ρόλους – δίνει φωνή σε κόσμους ολόκληρους, με πάθος και πολιτική συνείδηση.
Ένας καλλιτέχνης που κινείται ανάμεσα στο θέατρο, τη μουσική και τη λογοτεχνία, ο Ελισσαίος Βλάχος δεν ερμηνεύει απλώς ρόλους – δίνει φωνή σε κόσμους ολόκληρους, με πάθος και πολιτική συνείδηση.
Στην πόλη που αλλάζει διαρκώς πρόσωπο, η έννοια του gentrification μπλέκεται με τις διαρκείς μεταμορφώσεις της γυναικείας μνήμης. Με το νέο της έργο "Μπλου", η χορογράφος Κατερίνα Φώτη εστιάζει στην α
Στην πόλη που αλλάζει διαρκώς πρόσωπο, η έννοια του gentrification μπλέκεται με τις διαρκείς μεταμορφώσεις της γυναικείας μνήμης. Με το νέο της έργο "Μπλου", η χορογράφος Κατερίνα Φώτη εστιάζει στην α
Οι Stereo MC’s δεν έπαιξαν ποτέ με τους κανόνες. Από τα πρώτα τους beats φτιαγμένα με tape loops μέχρι τις παγκόσμιες επιτυχίες, η πορεία τους ήταν πάντα DIY, ανυπότακτη και γεμάτη ρυθμό. Μιλούν στο O
Οι Stereo MC’s δεν έπαιξαν ποτέ με τους κανόνες. Από τα πρώτα τους beats φτιαγμένα με tape loops μέχρι τις παγκόσμιες επιτυχίες, η πορεία τους ήταν πάντα DIY, ανυπότακτη και γεμάτη ρυθμό. Μιλούν στο O