Με τον Γιώργο a.k.a. Blend Mishkin, είχαμε μιλήσει με το που ανακοινώθηκε η κυκλοφορία του νέου άλμπουμ του. Ο δίσκος έσκασε – για ακόμα μία φορά – ως ένα ευχάριστο γεγονός και το μόνο αναπάντεχο της υπόθεσης, θα ήταν να μην είναι καλός.

Το “Unity of opposites, αν και βασίζεται σε αντιθέσεις, καταφέρνει και τις συνδυάζει όλες τόσο ομαλά, σαν η μία να συμπληρώνει την άλλη. Ένα σύνολο από επιρρόες Καραϊβικής, με αρώματα Ανατολής και το βλέμμα προς την Δύση.

Σε αυτό το ταξίδι βέβαια, δεν είναι μόνος του. Το αντίθετο του lone ranger. Η μπάντα του Roots Evolution είναι πάντα εκεί, πιστή στο εκάστοτε όραμα και ικανή να το αποδώσει μουσικά όπως πρέπει. Ήθελα να τον ρωτήσω για όλα αυτά, να μου πει την άποψη του και να μου σχολιάσει οτιδήποτε άλλο προέκυπτε όσο το rec θα έγραφε. Τελικά, εν μέσω υψηλών θερμοκρασιών και προετοιμασιών για τα επόμενα gigs που θα δώσει σε διάφορα μέρη, καταφέραμε να συγχρονιστούμε. «Ήταν δίκαιο και έγινε πράξη» για το OLAFAQ.

– Mοιάζει να βρίσκεσαι σε ένα συνεχές ταξίδι αναζήτησης εμπειριών και μετάδοσης της μουσικής σου. Έχω δίκιο;

Δεν το έχω σκεφτεί έτσι. Σίγουρα υπάρχει μια ανάγκη για επικοινωνία μέσω της μουσικής, αλλά και κοινωνικοποίησης. Μπορεί να είναι ο τρόπος μου να ενταχθώ στο κοινωνικό σύνολο.

 – Θα λέγαμε πως έκανες ένα δυνατό δισκογραφικό comeback το ‘19 με τον δίσκο “Wildfire”, και έκτοτε, κάθε χρόνο, παρουσιάζεις μία νέα ολοκληρωμένη δουλειά. Έχει αλλάξει κάτι στην ζωή σου που σε γέμισε έμπνευση;

Νομίζω πως από το ‘00 που κυκλοφόρησα το πρώτο μου album ως Blend, κυκλοφορώ κάτι σταθερά κάθε ένα ή το πολύ δύο χρόνια. Πριν το “Wildfire” το ’19, ήταν το άλμπουμ με τον Promise no Promises το ‘17 και πριν απ’ αυτό ήταν το “Survival of the Fittest” το ‘15. Συνολικά έχω κυκλοφορήσει 14 άλμπουμ και 50 singles μέσα σε 22 χρόνια. Φυσικά, έχουν αλλάξει πάρα πολλά μέσα σε αυτά τα χρονιά. Η έμπνευση για μένα είναι κάτι που έρχεται δουλεύοντας. Πότε δεν έχει έρθει ενώ κάθομαι και την περιμένω.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου/olafaq

 – Πέρσι, με την Sugahspank! κυκλοφορήσατε το “Paint Everything White”. Ένα άλμπουμ προϊόν καραντίνας. Τώρα που δεν βρισκόμαστε σε μία τέτοια κατάσταση, αν και σε πανδημία, πώς ήταν το συναίσθημα να δημιουργείς κάτι χωρίς κατ΄οίκον περιορισμό; Ένιωσες περισσότερο απελευθερωμένος;

Οι συνθήκες στο στούντιο όταν ηχογραφείς ένα άλμπουμ είναι σαν να βρίσκεσαι σε κατ’ οίκον περιορισμό. Τουλάχιστον εγώ, όταν πρόκειται για ένα νέο δίσκο, μπαίνω σε μια «μοναστική» καθημερινότητα και επικεντρώνομαι σ’ αυτό που γράφω. Το “Paint Everything White” σε αντίθεση με άλλες δουλείες έγινε πολύ γρήγορα. Λόγω καραντίνας δεν υπήρχαν πολλοί αντιπερισπασμοί και αυτό μας βοήθησε.

 – “Unity of Opposites” είναι ο τίτλος του νέου σου δίσκου. Έχει κάποιον συμβολισμό η ονομασία;

Ο τίτλος είναι βασισμένος στην θεωρία του Ηρακλείτου σχετικά με την ενότητα των αντιθέτων. Σύμφωνα με αυτήν, αντίθετες δυνάμεις αλληλοσυμπληρώνονται και όλα εξαρτώνται από την συνύπαρξη τουλάχιστον δύο καταστάσεων που είναι αντίθετες μεταξύ τους. Η ίδια θεωρία υπάρχει και στην κινέζικη φιλοσοφία με το Γιν-Γιανγκ.

Blend
Φωτ.: Κική Παπαδοπούλου / Olafaq

 – H Αθήνα πόσο reggae είναι; Τηρουμένων των αναλογιών (συγκρίνοντας με άλλα είδη μουσικής και κουλτούρες) και συνθηκών (κοινωνικών και πολιτισμικών), θα μπορούσε κάποιος να πει πως έχουμε αρκετά Soundsystem που διοργανώνουν υπαίθρια parties και συγκεντρώνουν αρκετό κόσμο. Υπάρχει φυσικά και το ιστορικό Red Sea στην Ποταμιάνου με την Caribbean και underground αισθητική του.

Ο όρος reggae καλύπτει ένα φάσμα ακουσμάτων τόσο μεγάλο, όσο και ο όρος rock για παράδειγμα. Περιέχει μέσα του ρετρό ήχους που γεννήθηκαν στην Τζαμάικα την δεκαετία του ‘60 όπως το ska και το rock steady, την περίοδο των roots, τις digital προσεγγίσεις στα ‘80s, την αρχή του dub στα ‘70s, το dancehall των ‘80s, των ‘90s, του ‘00 και του τώρα που όλοι θέλουν να παίξουν με στοιχεία trap. Υπάρχουν κι άλλες εκδοχές, Άγγλων κυρίως καλλιτεχνών, με τα steppers και το UK dub και περισσότερο ηλεκτρονικούς ήχους που κυριαρχούν στις μέρες μας στην Ευρώπη κ.α. Δεν είναι απαραίτητα όλα αυτά αποδεκτά και αγαπητά απ’ όλους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ακόμα και μέσα στην reggae κοινότητα διαφορετικές φυλές, όπως και τα Soundsystem που το καθένα έχει τον δικό του χαρακτήρα. Το Red Sea είναι πραγματικά ένα μοναδικό μαγαζί που υπάρχει από το 1986 και θυμίζει περισσότερο μαγαζιά που συναντάς στην Ευρώπη σε αυτό το είδος.

 – Έχεις ασχοληθεί με πολλά είδη μουσικής. Breaks, hip-hop, latin/cumbia, reggae, dub κ.α. Νιώθεις πιο οικεία με κάποιο απ’ αυτά; Ποιο είδος σου είναι πιο ευχάριστο να δημιουργείς και τι γουστάρεις περισσότερο να ακούς;

Μπορώ και βλέπω όλα τα παραπάνω είδη σαν κλαδιά στο ίδιο μεγάλο δέντρο. Όλα συνδέονται μεταξύ τους, στον ήχο και την κουλτούρα που τα περιβάλλει. Μ’ αρέσουν εξίσου όλα, όπως και άλλα ακούσματα όπως η soul, η jazz, το funk.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου/olafaq

– (Και) φέτος το καλοκαίρι, έκανες και συνεχίζεις να κάνεις, μεγάλα road trips σε Ελλάδα και εξωτερικό με τους Roots Evolution. Πως είναι να ταξιδεύεις με άλλους ανθρώπους, ακόμα και αν αυτοί είναι η μπάντα σου; Σας έχω γνωρίσει από κοντά και διέκρινα το απαραίτητο δέσιμο μεταξύ σας. Αλλά η αίσθηση να είσαι συνεχώς με τον άλλον, πως λειτουργεί εκτός studio και σκηνής;

Ο καθένας από εμάς έχει τον δικό του χαρακτήρα. Είναι ωραίο που ενώ είμαστε όλοι διαφορετικοί υπάρχει κατανόηση και αυθεντικά φιλική διάθεση. Άλλωστε μας συνδέει η μουσική και έχουμε καλή χημεία μεταξύ μας. Έχω ταξιδέψει πολύ μόνος μου στο παρελθόν για dj gigs, οπότε καταλαβαίνω την διαφορά και είμαι ευγνώμων για το πόσο τυχεροί είμαστε.

 – Υπάρχει κάποιο live που δεν θα ξεχάσεις ποτέ; Αν ναι, ποιο και γιατί.

Είναι πολλά και μένουν αξέχαστα για διάφορους λόγους. Μία εμπειρία που δεν θα ξεχάσω, είναι η συναυλία που κάναμε μαζί με το El Sistema Youth Orchestra στο Ηρώδειο πέρυσι. Ο χώρος έχει μια πολύ ιδιαίτερη ενέργεια αλλά και το συγκεκριμένο πρότζεκτ με την συμφωνική του El Sistema που αποτελείται από παιδιά περισσότερων από 30 εθνικοτήτων, το έκανε μοναδική εμπειρία.

Φωτ: Κική Παπαδοπούλου/olafaq

 – Στερεοτυπικά μιλώντας, reggae – τζίβες – μπάφος. Δημιουργείς reggae, οπότε ok. Με τζίβες δεν σε έχω δει σε κάποιο αρχειακό φωτογραφικό υλικό και υποθέτω δεν θα είχες. Με το τελευταίο κομμάτι της τριπλέτας τι σχέση έχεις; Σε έχω δει με CBD και αν δεν κάνω λάθος, είχες σχολιάσει κάποια στιγμή για το “420 weed day” που εορτάζεται στις 20 Απριλίου.

Δεν καπνίζω τα τελευταία δύο χρόνια και ξέρω πολλούς καλλιτέχνες τις σκηνής, παγκοσμίως, που δεν το κάνουν. Είναι όπως είπες, στερεότυπα. Δεν χρειάζεται να έχεις dreadlocks ή να μιλάς patois slang (σ.σ. αργκό με ρίζες στην γαλλική γλώσσα και την Τζαμαϊκανή διάλεκτο) για να είσαι μέρος της μουσικής. Οι άνθρωποι τείνουν να έχουν την ανάγκη να ανήκουν σε κάποια ομάδα. Είναι πολύ συνηθισμένο κάποιοι να ακολουθούν τη μουσική και την κουλτούρα γύρω της ως οπαδοί με «γηπεδικά» κριτήρια. Και αυτό μερικές φορές γεννά γραφικές καταστάσεις.

 – Επίσης, πόσο «καταστροφικό» είναι για την κοσμοθεωρία της reggae το συγκεκριμένο στερεότυπο; Αλλά και για τον ακροατή της φυσικά.

Δυστυχώς είναι αυτό που επικρατεί. Είναι όμως ανθρώπινο να συνδέουμε τα πάντα με κάτι στερεοτυπικό. Τα blues με το whisky, τα εύκολα ακούσματα με τα ασανσέρ, τον Dean Martin με τα Χριστούγεννα, το heavy metal με σκοτεινές δυνάμεις. Έτσι παίρνει η μπάλα και την reggae.

 – Για που ετοιμάζεις βαλίτσες τώρα;

Είμαστε εδώ και δύο μήνες σε συνεχή περιοδεία και έχουμε ακόμα αρκετά μέρη να επισκεφτούμε. Τις επόμενες εβδομάδες πάμε Σάμο, Χίο, Μυτιλήνη, Σερβία, Ισπανία, Σόφια, Θεσσαλονίκη και σε άλλα μέρη που ξεχνάω τώρα.