Το 1983, στο Εδιμβούργο της Σκωτίας, ο Mike Scott (ένας ανήσυχος καλλιτέχνης που έπαιζε μουσική καθ’ όλη τη φοιτητική ζωή του) ίδρυσε μια μπάντα η οποία ταξίδεψε σχεδόν σε όλον τον κόσμο και έμελλε να καθορίσει την ζωή του.
Παραμένει μέχρι σήμερα το μοναδικό μόνιμο μέλος τους, μιας που αυτός έχει γράψει (όχι πάντοτε μόνος του) όλη τη μουσική και τους στίχους. Η φάση των Waterboys είναι, βασικά, μια κατάδυση στην ιρλανδική παράδοση, αλλά και σε μουσικά στοιχεία του Ηνωμένου Βασιλείου εν γένει, μαζί με τα μπλουζ και τις φόλκ ρίζες της Αμερικής. Η ροκ είναι, άλλοτε το θεμέλιο, άλλοτε το επιστέγασμα των τραγουδιών, είναι ο πυρήνας και η καρδιά. Τα τελευταία χρόνια, οι Waterboys έχουν επιχειρήσει μια ενδιαφέρουσα στροφή στην country, αλλά έχουν τόσο υλικό ακόμα να δώσουν που, «με αυτούς, ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις».
Η αγάπη του Mike Scott για την αρχαία Ελλάδα αποδεικνύεται ότι είναι περισσότερο αγάπη για τον θεό Πάνα, αλλά επίσης είναι σημαντικό να πούμε ότι πέρασε ταξίδι μέλιτος με την πρώτη γυναίκα του στη Στεμνίτσα της Αρκαδίας. Από πού πηγάζει η μυσταγωγικότητα της μπάντας του; Ποια δύναμη τον ενεργοποιεί για ασίγαστη δημιουργία όλα αυτά τα χρόνια; Αν πέθαινε αύριο, θα είχε ζήσει την ζωή που ονειρεύτηκε κάποτε ως φοιτητής φιλοσοφίας;
Η μαγεία της δημοσιογραφίας είναι υπαρκτή, τόσες και τόσες φορές: στην οθόνη του λάπτοπ μου, ο Mike Scott φορώντας το καπέλο-σήμα κατατεθέν του, με τα μακριά μαλλιά του από μέσα και όλη του την καλή διάθεση μού χαμογελά. Έχω μαζί του 15 λεπτά και πολλή όρεξη να μυηθώ στο υδάτινο μουσικό σύμπαν. Στο κεφάλι μου παίζει -και δεν μπορώ με τίποτα να το σταματήσω- αυτό το κλασικό τους κομμάτι:
Θα το πουν σίγουρα στο Ηρώδειο, στις 22 Ιουνίου.
– Κύριε Scott, τι είναι αυτό που λέμε «αρχαία ψυχή», για εσάς;
Α, μάλιστα, ξεκινάμε με μετενσάρκωση! Είναι κάτι που πιστεύω ότι είναι καλό να το πει κάποιος για σένα. Δεν είναι μια ποιότητα που μπορείς να αναγνωρίσεις εύκολα στον εαυτό σου. Εκτός κι αν ανήκεις σε εκείνους τους ανθρώπους με μνήμη από την προηγούμενη ζωή τους. Υπάρχουν, ξέρετε, τέτοιοι άνθρωποι, αν και ελάχιστοι. Βέβαια, όλη αυτή η ιδέα περί αρχαίων ψυχών είναι κάπως ρομαντική, glamorous. Σαν αλατοπίπερο στην καθημερινότητα και στην κανονική ζωή όλων μας. Πάντα χρειάζεται λίγο αλατοπίπερο.
– Η αγάπη σας για την Αρχαία Ελλάδα τι και ποιους αφορά;
Κυρίως τον Πάνα. Γι’ αυτόν γνωρίζω, είμαι φαν του. Δεν είμαι και ο πρώτος γνώστης της ελληνικής μυθολογίας, αν και το μέσο παιδί στην Αγγλία και την Ιρλανδία είναι εξοικειωμένο, λίγο πολύ, με την ιστορία σας, κυρίως την μυθολογία σας. Ο Πάνας για μένα είναι ό, τι πιο ενδιαφέρον.
– Γιατί, αυτό;
Μα είναι ο θεός της ευεξίας και της ελευθερίας. Ζει στα βουνά, στην φύση, μιλά στην καρδιά μου.
– Εσείς ταυτίζεστε με τον Πάνα ή θα θέλατε να έχετε τον Πάνα κολλητό σας;
Τρελή ερώτηση είναι αυτή! Ορίζω τον Πάνα ως αρχέτυπο ενέργειας, δεν μπορείς να ζεις σαν τον Πάνα. Οι αρχαίοι Έλληνες ανθρωποποίησαν την έννοια της ελευθερίας στην μορφή του Πάνα. Τις δυνάμεις του Πάνα μπορούμε όλοι, αν θέλουμε, να τις εντάξουμε στις ζωές μας. Και, ναι, έχουν υπάρξει περίοδοι κατά τις οποίες έχω νιώσει πολύ συνδεδεμένος μαζί του, σε όσα έχω πράξει και σκεφτεί. (πλατύ χαμόγελο)
– Για τη νεότερη Ελλάδα γνωρίζετε πράγματα; Ξέρετε, ίσως, κάποιον Έλληνα συνθέτη;
Θα σας είμαι ειλικρινής. Όχι, αλλά είμαι ανοιχτός στο να μάθω τι μουσική ακούνε οι Έλληνες σήμερα. Ξέρω την σχέση τους με τη ροκ εν ρολ, πάνω κάτω. Είστε ωραίο συναυλιακό κοινό. Αλλά, όχι, δεν έχω ακούσει ας πούμε μουσική σε ταβέρνα. Ούτε ελληνόφωνο ροκ ή ποπ. Ναι, θα με ενδιέφερε.
– Πιστεύετε ότι οι Έλληνες έχουν κοινά με τους Ιρλανδούς; Είναι κάτι που λέγεται συχνά.
Ναι, το πιστεύω. Μουσικά, υπάρχει βαθιά ρίζα και παράδοση στους δυο λαούς και, ως άνθρωποι, είναι ανοιχτόκαρδοι και επικοινωνιακοί. Το έχω παρατηρήσει σε όλες μου τις -όχι λίγες!- επισκέψεις στην Ελλάδα.
– Έχετε ζήσει σε τρεις ιδιοσυγκρασιακές πόλεις, το Εδιμβούργο, το Δουβλίνο και το Λονδίνο. Ποια σας αρέσει, τελικά, περισσότερο;
Αγαπώ να ζω στο Δουβλίνο, να επισκέπτομαι το Λονδίνο και να θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια στο Εδιμβούργο με χαρά. Το Εδιμβούργο είναι, θα μπορούσε να πει κανείς, η Αθήνα του Βορρά, λόγω της ομορφιάς του, περισσότερο, παρά λόγω της ιστορίας του.
-Υπάρχουν άλλοι τόποι στον κόσμο με τους οποίους νιώθετε σύνδεση;
Βεβαίως. Κάποιες αμερικάνικες πόλεις και το Τόκιο, θα πω. Το Τόκιο το βρήκα πολύχρωμο, ζωντανό, δημιουργικό. Να σας πω, όμως, ότι στο ταξίδι του μέλιτος με την πρώτη γυναίκα μου πήγαμε Αρκαδία, στην Στεμνίτσα.
-Κύριε Scott, παίζετε διαφορετικά επί σκηνής όταν είστε ερωτευμένος;
Οπωσδήποτε. Ναι, είναι κάτι που έχω παρατηρήσει μες στα χρόνια. Παίζω περισσότερα love songs στην διάρκεια μιας συναυλίας, και γενικώς, εκφράζομαι με μεγαλύτερο πάθος. Ναι, η αγάπη και ο έρωτας είναι στοιχεία που με επηρεάζουν!
– Με καλό ή κακό τρόπο;
Α, πάντα με καλό, πάντα με καλό…
– Έχετε κλάψει ποτέ στην διάρκεια μιας συναυλίας σας;
Όχι να ξεσπάσω σε κλάματα, αλλά έχουν υπάρξει δύο ή τρεις φορές που έχω δακρύσει στην διάρκεια λάιβ. Λόγω των στίχων που τραγουδούσα. Υπήρξαν αυτές οι στιγμές υψηλής σύνδεσης με τους στίχους που έλεγα, τα λόγια.
– Το κατανοώ, λόγω της σχέσης σας με την γραφή, με τον λόγο, που γνωρίζουμε όλοι πάνω κάτω. Εκτός από στίχους, είχατε κι ένα δικό σας fanzine παλιά.
Ναι και το λέγαμε “Jungleland” από το ομότιτλο τραγούδι του Springsteen. Οι στίχοι είναι πολύ σημαντικό στοιχείο για ένα τραγούδι. Και αγαπώ να γράφω πολύ. Διαβάζω αρκετά επίσης, αρκετά βιβλία συγχρόνως, ανά περιόδους. Αυτόν τον καιρό, διαβάζω “The Writings of Brendan Behan”, ενός σημαντικού συγγραφέα από τα τέλη της δεκαετίας του 50.
– Θα λέγατε ότι, μουσικά, σας καθόρισαν οι δεκαετίες του 50 και του 60;
Είναι πολύ σημαντικές αυτές οι δεκαετίες. Μεγάλωσα την δεκαετία του 60, τότε που υπήρχε αυτή η μουσική έκρηξη, η οποία είχε ξεκινήσει από το 50. Το 70 άρχισε να καταλαγιάζει. Ναι, καθορίστηκα ως καλλιτέχνης από τα 60s, πώς θα γινόταν αλλιώς; Τότε, η μουσική ήταν τρόπος σκέψης και ζωής, ήταν ζωή. Τώρα, είναι περισσότερο σαν χόμπι, για την πλειοψηφία των ανθρώπων. Μη φανταστείτε, όμως, είμαι εξοικειωμένος με το streaming, ακούω μουσική όλη μέρα από πλατφόρμες και Youtube, απλώς έχω παραδεχθεί πια ότι το νόημα της μουσικής έχει αλλάξει για τα καλά. Έχει γίνει πιο προσωπική υπόθεση, έχει φύγει από το συλλογικό. Κάποτε, η μουσική ξεκινούσε επαναστάσεις, τώρα πολύ δύσκολο ή αδύνατο να συμβεί αυτό.
– Η ιστορία με το όνομα των Waterβoys είναι γνωστή: από το τραγούδι “The Kids” του Lou Reed το οποίο περιλάμβανε την λέξη “the Waterboy”. Ένα κομμάτι του 1973. Όμως, γιατί διαλέξατε αυτήν την λέξη και όχι κάποια άλλη;
Μου άρεσε πολύ. Τα αγόρια του νερού, το αγόρι του νερού. Αρχικά, δεν καταλάβαινα πλήρως τι μπορεί να σημαίνει, αν ίσως αναφέρεται σε κάποιο μυθικό πλάσμα. Αργότερα, έμαθα σε τι ακριβώς αναφέρεται αυτή η αμερικάνικη λέξη. Είναι μια ονομασία, που μέχρι σήμερα, κεντρίζει την φαντασία μου. Κάτι που συνεχώς κινείται και ρέει, όπως ακριβώς και η μπάντα.
– Κολυμπάτε; Σας αρέσει η θάλασσα, οι λίμνες;
Όχι, όχι, δεν θα το’ λεγα. Μου αρέσει η ιδέα ότι κάτι προχωράει, εξελίσσεται, αλλάζει, συνεχίζει να ρέει ζωντανό.
– Ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Ηράκλειτος έλεγε «τα πάντα ρει», everything flows, νομίζω θα σας άρεσε να μαθαίνατε γι’ αυτόν περισσότερα. Πώς είναι να ρέεις γύρω και μέσα από μια μπάντα για σαράντα χρόνια;
Δεν μου έχουν φανεί τόσα. Κάθε μέρα κάνω κάτι καινούργιο μουσικά, δοκιμάζομαι με νέα όρια, η μπάντα μου δίνει αυτή την δυνατότητα και έτσι όλα φαντάζουν στην αρχή τους συνεχώς.
– Προτιμάτε να παίζετε σε κλειστούς ή ανοιχτούς χώρους;
Σε κλειστούς, η αλήθεια είναι, κυκλοφορεί και ανταλλάσσεται καλύτερα η ενέργεια. Αλλά και οι ανοιχτοί χώροι έχουν την δική τους χάρη, αν και περισσότερο απαιτητικοί σε σχέση με το πώς θα επικοινωνηθεί η μουσική, ο στίχος.
– Θα είναι μαγικά στο Ηρώδειο, θέλω να πιστεύω, κι ας μιλάμε για ανοιχτό χώρο. Τι άλλο σχεδιάζετε, αλήθεια, να κάνετε στην Αθήνα;
Τα έχω δει τα μνημεία, έχω γυρίσει λίγο πολύ στην πόλη. Αυτή τη φορά, φυλώ όλη μου την ενέργεια για την συναυλία, τίποτα δεν θέλω να με αποσπάσει από αυτό. Αισθάνομαι ότι θα είναι τόσο σπουδαία εμπειρία, το να παίζεις δηλαδή σε ένα μνημείο, με τέτοια θέα, σε αυτήν την τοποθεσία, που δεν ξέρω αν χρειάζεται να κάνω και τίποτα άλλο.
– Αν πεθαίνατε αύριο, θα λέγατε πως έχετε ζήσει την ζωή που θέλατε, που ονειρευτήκατε;
Ναι, σίγουρα. Αλλά έχω κι άλλα που θέλω και ονειρεύομαι. Δεν έχω τελειώσει ακόμα (γέλια). Έχω και τα παιδιά μου, που είναι μικρά, έξι και εννιά χρονών. Θέλω να ζήσω πολλά χρόνια, για να τους προσφέρω όσα μπορώ και να τα φροντίσω.
– Ευχαριστώ πολύ, κύριε Scott. Θα σας δω στο Ηρώδειο!
Ανυπομονώ για αυτή τη συναυλία. Ευχαριστώ πολύ.