Χωρίς τον Μανώλη Μητσιά η εποποιία του ελληνικού τραγουδιού θα ήταν φτωχότερη και πάντως πολύ, πολύ διαφορετική. Ο άνθρωπος που τραγουδάει με την ίδια φωνή και ψυχή που διαθέτει καθώς μιλά ή απαντά σε ερωτήσεις ή πίνει τον καφέ του στα στέκια του στο κέντρο της Αθήνας δίνει μια μεγάλη συναυλία στο θέατρο Ολύμπια στην Ακαδημίας και αυτό αποτελεί μια σπουδαία πολιτιστική είδηση από μόνο του.

Το θρυλικό κτίριο της οδού Ακαδημίας, που για περισσότερα από 50 χρόνια στέγαζε την Εθνική Λυρική Σκηνή, αποτελεί πλέον το Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας. Η πόλη αποκτά λοιπόν ξανά το δικό της δημοτικό θέατρο, το Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο “Μαρία Κάλλας”.

Και εκεί, ο Μανώλης Μητσιάς θα κάνει για μια νύχτα, αυτήν της 18ης Γενάρη, ό, τι κάνει εδώ και πολλές δεκαετίες: θα καταθέσει ψυχή και βιώματα. Τραγούδια του Χατζιδάκι, του Κηλαηδόνη, του Κραουνάκη, του Μικρούτσικου, του Θεοδωράκη, του Μούτση. Κάθε τραγούδι και μια ιστορία, μια μνήμη του.

Δεν είναι διόλου μυστηριώδης, δεν θυμίζει καν καλλιτέχνη με τον κλισέ τρόπο που έχει εγκατασταθεί αυτή η έννοια στα κεφάλια μας. Είναι ένα ατόφιο κομμάτι του ελληνικού λαού, ένα παιδί που κατέβηκε από την Μακεδονία με όπλο την δωρική, αξέχαστη φωνή του για να κατακτήσει την Αθήνα και, έπειτα, την Ελλάδα και τον κόσμο. Αφηγείται τα πιο πολύτιμα και ακριβά κομμάτια της διαδρομής του, προσωπικής και καλλιτεχνικής, στο Οlafaq σα να μιλά για ένα απλό πρωινό του ξύπνημα.

Μοιάζει με πρωινό ξύπνημα η ζωή του. Πιθανώς, κυριακάτικο.

Το σπουδαιότερο όλων είναι πως το παιδί δεν λέει να γεράσει, κυρίως γιατί συνεχίζει να κάνει αυτό που αγαπά πολύ, αυτό που ξέρει καλά: να τραγουδά και να ονειρεύεται.

Σιγανά και ταπεινά.

Φωτ.: Παναγιώτης Γιαννούτσος (taphteam)

Τι να πούμε για μένα; Δεν έχουμε και πολλά να πούμε, πιστέψτε με.

Πραγματικά, δεν ξέρω αν θα πετύχαινα στην ζωή μου σε κάτι άλλο εκτός του τραγουδιού. Πήγαινα για σπουδές, αλλά μόνο το τραγούδι με ενδιέφερε. Και νομίζω ότι μόνο σε αυτό είμαι καλός. Δεν έχω δοκιμαστεί σε τίποτε άλλο, κιόλας, αν εξαιρέσεις τις αγροτικές δουλειές που έκανα μικρό παιδί.

Νομίζω ότι γεννήθηκα μόνο γι’ αυτό. Για να τραγουδάω.

Ξεκίνησα χωρίς να κάνω δίσκο και είχα επιτυχία, από μια μπουάτ στην Θεσσαλονίκη, την 107.

Γινότανε χαμός, πραγματικά, από κόσμο. Ο πρώτος μου δίσκος, η Ελευσίνα, με καθιέρωσε σε όλη την Ελλάδα. Με έσπρωξαν, ευτυχώς, άνθρωποι δικοί μου και του περιβάλλοντός μου να πάω στην Αθήνα γιατί τότε η καριέρα μόνο εδώ γινόταν.

Σήμερα, κάνεις καριέρα από τον καναπέ σου. Από παντού.

Ένας άνθρωπος που οπωσδήποτε σημάδεψε το ξεκίνημά μου είναι ο Ανδρέας ο Πρέζας, ένας καταπληκτικός Θεσσαλονικιός συνθέτης και μαέστρος. Ήταν, θυμάμαι, 25 Μαρτίου και έδινα την πρώτη μεγάλη μου συναυλία με την Χορωδία της Λέσχης Γραμμάτων και Τεχνών. Δήμος Συκεών! Είχε αρρωστήσει ο τότε σολίστας, ένας βαρύτονος, και έπρεπε να τον αντικαταστήσω και να πω το Άξιον Εστί του Μίκη Θεοδωράκη.

Ο Άκης Κυνηγόπουλος, ο ιδιοκτήτης της μπουάτ, επίσης με πίστεψε πάρα πολύ. Ήθελαν να πετάξω, να κάνω καριέρα, κι ας με έχαναν.

Δεν θα ξεχάσω ότι στην αρχή της πορείας μου, συνεργάστηκα με τον Βασίλη Τσιτσάνη και μου έδωσε τέσσερα τραγούδια. Και βέβαια στην Μαυροματαίων, στο θέατρο, παίζαμε μαζί. Μεγάλη παρακαταθήκη. Αντίστοιχη με αυτής που μου άφησε η Σωτηρία Μπέλλου, που με κατέβασε στην Αθήνα και δουλέψαμε μαζί στις Τζιτζιφιές. Αργότερα στην Πλάκα, στο Ζουμ και πολλές συναυλίες. Ξέρετε, αγαπούσα και αγαπώ βαθιά το ρεμπέτικο τραγούδι.

Ως παιδί, άκουγα βυζαντινούς ύμνους, έψαλλα και στην εκκλησία του χωριού μου. Βεβαίως, και δημοτικά τραγούδια της Μακεδονίας. Έχω ζήσει και δεν ξεχνώ ποτέ πανηγύρια, οικογενειακές συνάξεις με την πάρα πολύ ωραία φωνή της μητέρας μου. Ο Καζαντζίδης, ο Γαβαλάς, ο Αγγελόπουλος είναι μερικές από τις φωνές που σημάδεψαν το μεγάλωμά μου, το μπάσιμό μου στο τραγούδι.

Δεν ήξερα άλλον τρόπο έκφρασης από το τραγούδι, το οποίο ειλικρινά πρωταγωνιστούσε στην ζωή μας. Και τραγούδαγα ακόμα και στους τόπους εργασίας, στα χωράφια, στο σπίτι μας. Και να μην ήθελα δηλαδή, καμιά φορά, εκεί που δουλεύαμε τα καλοκαίρια, δεχόμουν παραγγελίες από διπλανούς. «Πες ένα τραγούδι, να περάσει η μέρα, ρε Μανώλη!». Με πίεζαν με αγάπη…

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι το τραγούδι είναι και ο στίχος, η ποίηση δηλαδή, και η μουσική. Ρόλο στα μεγάλα τραγούδια που έβγαλε ο τόπος μας, και με κάθε ταπεινότητα πρέπει να παραδεχτώ ότι έχω τραγουδήσει αρκετά από αυτά, έπαιξαν οι ποιητές μας. Τους οποίους διαβάζω, μαζί με τους συγγραφείς. Έχω μελετήσει πολύ τον Ελύτη, τον Ρίτσο, τον Γκάτσο, τον Αναγνωστάκη. Μην φαντάζεστε ότι διαβάζω και κάθε μέρα…

Μια σύγχρονη ποιήτρια που εκτιμώ βαθιά είναι, φυσικά, και η Λίνα Νικολακοπούλου. Τελείως τυχαία γνωριστήκαμε. Κάποια στιγμή, ένας παραγωγός μου είπε ότι έχει μια νέα δουλειά για μένα, έξι τραγούδια. Από δύο νέα παιδιά, τον Σταμάτη και τη Λίνα. Ήταν η Επέτειος, το Ποτέ, το Πάρτυ… Το Ποτέ ήταν και είναι μια μεγάλη επιτυχία. Ένα τραγούδι που, για μένα, πρέπει να λέγεται σε κάθε γάμο. Είναι η υπόσχεση του άντρα στη γυναίκα για πίστη.

Μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι η δική μου με την γυναίκα μου. Νωρίς ερωτεύτηκα και προχώρησα στην προσωπική μου ζωή, δημιουργώντας μαζί της μια οικογένεια που απολαμβάνω. Δεν είχα ποτέ γκρίνιες στο σπίτι μου και αυτό είναι πολύ σπουδαίο για έναν καλλιτέχνη, δεν φαντάζεστε πόσο. Για να μπορεί να δημιουργεί, να προχωρά… Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να λέω τα ίδια αν είχα γεννηθεί γυναίκα και αν ήμουν τραγουδίστρια. Μπορώ να πω ότι έχω λείψει ώρες και μέρες από το σπίτι μου, μου λείπει το μεγάλωμα του γιου μου, αλλά ίσως το αναπληρώνω τώρα με τα εγγόνια μου.

Κρίνω πως είμαι ευτυχισμένος και πλήρης. Έκανα και κάνω ωραία πράγματα. Σίγουρα υπάρχουν ανεκπλήρωτα όνειρα. Ο Μάνος Λοϊζος είναι μια τέτοια περίπτωση. Ήθελε πάντα να συνεργαστούμε και περιμέναμε να λήξει το συμβόλαιο της εταιρείας μου για να το κάνουμε. Έπειτα, όμως, πέθανε. Παραμένει το μεγάλο μου απωθημένο. Αλλά είμαι χαρούμενος που τον γνώρισα, ήμασταν φίλοι. Ένας απλός, λαϊκός άνθρωπος, σπουδαίος συνθέτης επίσης.

Και σήμερα υπάρχουν καταπληκτικοί άνθρωποι και καλλιτέχνες. Πάντα θα υπάρχουν. Ο λαϊκός άνθρωπος είναι καλά με την συνείδησή του. Μπορείς να έχεις τρισεκατομμύρια και να είσαι λαϊκός. Και να μην έχεις φράγκο και να είσαι αστός. Όλα είναι θέμα στάσης στην ζωή. Ο τρόπος του καθενός, που λέμε. Είμαι αισιόδοξος για τις νέες γενιές και ας γκρινιάζουν συχνά οι συνομίληκοί μου για τα νέα παιδιά. Τα πράγματα προχωρούν, αλλάζουν, και μαζί και οι άνθρωποι, οι νοοτροπίες. Το καλό πάντοτε βρίσκεται και ξεχωρίζει.

Φωτ.: Παναγιώτης Γιαννούτσος (taphteam)

Καμιά φορά, νιώθω εκτός εποχής κι ίσως είμαι κολλημένος στο τότε. Ιδίως στην χρυσή δεκαετία του 70. Αλλά, από την άλλη, ξέρω ότι τα τραγούδια που λέω δεν είναι εκτός εποχής. Όμως, άνθρωπος είμαι και νιώθω νοσταλγία ίσως και πίκρα με τις παρέες που αλλάζουν, τους ανθρώπους που φεύγουν από την ζωή, ένα σκηνικό μπλοκαρίσματος και αδικίας. Ανέκαθεν, ήμουν πολιτικοποιημένος. Με δίκασε και η Χούντα, είχα μπει μες στο Πολυτεχνείο και τραγούδησα, έχω περάσει πολλά. Και βλέπω ότι πολλοί κόσμοι δεν κατόρθωσαν να λυθούν μέχρι σήμερα. Είμαι κάπως απογοητευμένος, ίσως και κουρασμένος. Δεν έχει λειτουργήσει, ας πούμε, το σχήμα της ΕΕ. Δεν μου αρέσουν αυτά που ζούμε, αυτά που μαθαίνουμε και ακούμε από τις ειδήσεις.

Όταν πρωτοξεκίνησα και συναντούσα Μούτση, Γκάτσο, Χατζιδάκι βίωνα κάθε φορά και από ένα μικρό σοκ. Δεν ήταν δεδομένο κι εύκολο για ένα νέο παιδί να συνομιλεί με αυτά τα θηρία. Θυμάμαι το 1968 είχα πάει στο Βραχάτι να συναντήσω τον Μίκη Θεοδωράκη και να μου πει, ουσιαστικά, αν κατά την γνώμη του κάνω για τραγουδιστής. Την χρειαζόμουν, την ήθελα με έναν τρόπο την έγκρισή του. Μπορεί να μην γινόμουν ό, τι έγινα, αν δεν είχα το OK του. Με ενδιέφερε να κάνω δισκογραφία, όχι να γίνω τραγουδιστής των κέντρων και των μπουζουκιών και ας μου προσφέρονταν κατά καιρούς μεγάλα ποσά. Ποσά στα οποία είπα όχι, κι ας τα είχα ανάγκη, αλλά που αν τα έπαιρνα τότε, μπορεί να μην τα λέγαμε εδώ σήμερα.

Ανακαλύπτω ξανά τα τραγούδια μου, όσο μεγαλώνω και με την αφορμή κάθε νέας συναυλίας. Τώρα, στο Θέατρο Ολυμπία, έναν καταπληκτικό χώρο θα αναμετρηθώ πάλι με την ιστορία και με τις δικές μου ιστορίες-πάντα, μέσα από τα τραγούδια. Συμπράττω με το Εργαστήρι Ελληνικής Μουσικής του Δήμου Αθηναίων σε μια παράσταση με αναδρομές σε τραγούδια των μεγαλύτερων Ελλήνων συνθετών που πίστεψαν σε εμένα και μου εμπιστεύτηκαν τα σημαντικότερα έργα τους. Ξανακούω λοιπόν, ακόμα και κάποια που μπορεί αν αδίκησα, ή που δεν έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Κάποια του Μούτση, του Λεοντή, του Λίνου Κόκοτου.

Φωτ.: Παναγιώτης Γιαννούτσος (taphteam)

Αλλά, να σας πω την αλήθεια, γυρεύω μια μπουάτ. Θυμάμαι τις εμφανίσεις στην μπουάτ Απανεμιά, όπου είχαμε παίξει χωρίς χρήματα με την Μαίρη Δαλάκου και μια ορχήστρα από την Θεσσαλονίκη. Έτσι, για να μας ακούσει ο κόσμος… Ίσως να προτιμούσα τώρα έναν ελαφρώς μεγαλύτερο χώρο να κάνω μερικές εμφανίσεις και να τραγουδήσω χωρίς πρόγραμμα, ίσως και να αφηγηθώ ιστορίες, να είμαι κάπως πιο ελεύθερος, να αυτοσχεδιάσω.

Όσο θυμάμαι τις ζωντανές εμφανίσεις, χαμογελώ. Μια φορά στην Κατερίνη, μου ζητούσε όλο το βράδυ ο κόσμος τον «Τρελό» του Άκη Πάνου. Το είπα είκοσι φορές, θέλαν κι άλλες. Οι συναυλίες στο εξωτερικό, ειδικά Αυστραλία, Αμερική, έχω να θυμάμαι τα καλύτερα, το πάθος, την ορμή της ομογένειας. Κόσμος να κλαίει, να κλαίμε κι εμείς, να μην μπορούμε να τραγουδήσουμε. Και ακόμα αφήνομαι στην συγκίνηση, στις ερμηνείες.

Τραγουδώ κατατάσσοντας κάθε κομμάτι στις δικές μου εμπειρίες και βιώματα. Έρχονται μνήμες και ιστορίες. Γι΄αυτό ίσως δεν έχω βαρεθεί να λέω κανένα τραγούδι. Και να θέλω να αποφύγω κάποια τραγούδια, ο κόσμος φροντίζει να μου υπενθυμίσει την αξία κάποιων κομματιών αθάνατων. Ίσως, η αδυναμία μου να είναι η «Ελευσίνα», η αρχή μου. Και η αρχή είναι το ήμισυ του παντός.

Η γενιά μου έβγαλε σπουδαίους καλλιτέχνες. Είμαστε η γενιά του Ξυλούρη, του Πάριου, του Νταλάρα, της Γαλάνη, της Αλεξίου. Η μουσική έγινε η ζωή μας και μέσω της μουσικής εκφράσαμε τον λαό, τον κόσμο. Καταθέσαμε την ψυχή μας, μια για πάντα.

Φωτ.: Παναγιώτης Γιαννούτσος (taphteam)

Η πορεία συνεχίζεται. Έχω κι άλλα όνειρα, κι άλλους στόχους. Αλλιώς, πεθαίνεις, δεν υπάρχεις. Αλλά σίγουρα εκτιμάς κι αυτά που έκανες.

Ετοιμάζω τώρα αυτήν εποχή μια ωραία δουλειά με τον μεγάλο ροκά, τον Δημήτρη Πουλικάκο. Και είμαι ανοιχτός στα νέα παιδιά, πάντοτε. Χαίρομαι που μου στέλνουν δουλειές τους, που είμαστε σε επικοινωνία. Γι’ αυτό και ειλικρινά στενοχωρήθηκα-αν και γέλασα κιόλας- όταν παρερμηνεύτηκε εκείνη η φράση μου σε σχέση με τους ομοφυλόφιλους. Είναι δυνατόν να μιλάς ελληνικά και να κατανοούν τούρκικα; Έχω γνωρίσει τόσον κόσμο, έχω γυρίσει τόσα μέρη, έχω συνεργάτες και φίλους γκέι, λεσβίες, στρέιτ, έχω αγαπήσει, έχω εργαστεί σκληρά, έχω αποδεχτεί. Κι είμαι ένας άνθρωπος που δεν υπήρξα φιλάργυρος, ψεύτης ή να κρατήσω κακίες. Έχω πει συγγνώμη όπου έχει χρειαστεί. Όταν ξέσπασε αυτό το κύμα εναντίον μου για μερικές ημέρες, είδα πόσος κόσμος με υπερασπίστηκε. Κόσμος από όλον τον πλανήτη, κυριολεκτικά.

Και δεν μπόρεσα να μην σκεφτώ, βεβαίως, ότι αν ζούσε η αείμνηστη φίλη μου, η Σωτηρία η Μπέλλου, θα τους είχε περιλάβει κανονικά. Θα τους είχε κυνηγήσει! Θα γελούσε βέβαια κι αυτή πολύ, πάρα πολύ!

Σας περιμένω στην συναυλία. Ανυπομονώ κι εγώ πραγματικά. Κι ας με πονάει κάπως η μέση μου αυτές τις μέρες…

➭ Μανώλης Μητσιάς: Συναυλία με το Εργαστήρι Ελληνικής Μουσικής Δήμου Αθηναίων στο Θέατρο Ολύμπια

Καλλιτεχνική επιμέλεια: Αχιλλέας Γουάστωρ

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2022, Ακαδημίας 59

Ο Μανώλης Μητσιάς με τη συντάκτρια του Olafaq Γεωργία Δρακάκη | Φωτ.: Παναγιώτης Γιαννούτσος (taphteam)