Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σύρου (SIFF) ξεκινά σε λίγες ημέρες (28–31 Ιουλίου) και γιορτάζει 10 χρόνια παρουσίας στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων με κεντρική θεματική τον Τόπο και ένα πλούσιο πρόγραμμα που περιλαμβάνει προβολές σπάνιων ταινιών, οπτικοακουστικές live περφόρμανς, εργαστήρια, ομιλίες και παράλληλες εκδηλώσεις που αναδεικνύουν την πλούσια ιστορία, τη μοναδική πολιτιστική, βιομηχανική και περιβαλλοντική κληρονομιά του νησιού.

Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος το SIFF αξιοποιεί την πολιτιστική κληρονομιά του νησιού πραγματοποιώντας προβολές και δράσεις σε επιλεγμένα σημεία της Σύρου που έρχονται πάντοτε σε διάλογο με την ιστορία του τόπου, όπως το Ναυπηγείο Ταρσανάς, τον θερινό κινηματογράφο «Παλλάς», το εμβληματικό Δημοτικό Θέατρο Απόλλων και το δημοφιλές αυτοσχέδιο ντράιβ-ιν στην Ντελαγκράτσια (Ποσειδωνία). Παράλληλες εκδηλώσεις θα πραγματοποιηθούν σε παραλίες του νησιού και χώρους κοινωνικής συνεύρεσης στην Ερμούπολη.

Με κύριο θέμα τον Τόπο, το SIFF επικεντρώνεται φέτος στην ανάδειξη της τοπικότητας της Σύρου ως αναπόσπαστο κομμάτι της εξελικτικής και δημιουργικής πορείας του νησιού. Ταυτόχρονα, προωθεί την αντίληψη ότι η περιφέρεια μπορεί να έχει δυναμική αντίστοιχη με αυτή των μεγάλων αστικών κέντρων και να λειτουργεί ως τόπος σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας και προβολής.

Με αφορμή της δεκάχρονης παρουσίας του φεστιβάλ στο νησί που πλέον έχει καθιερωθεί, ζητήσαμε από τον συνδιοργανωτή του φεστιβά, Jacob Moe, να μας κάνει μια ιστορική αναδρομή από τις απαρχές του εγχειρήματος μέχρι σήμερα, ξεκινώντας από την παιδική αγάπη των ανθρώπων του και φτάνοντας μέχρι την εξέλιξή του σε ένα πρότυπο για τα ελληνικά δεδομένα και την κινηματογραφική εμπειρία. Εγώ λέω να αρχίσουμε να ετοιμάζουμε βαλίτσες για Ερμούπολη για μια πολυαισθητηριακή εμπειρία για το τι σημαίνει κινηματογράφος και τόπος.

– Ποια ήταν η ιδέα που γέννησε το Syros International Film Festival πριν από μια δεκαετία;

Με την Cassandra Celestin που είναι συνιδρύτρια του φεστιβάλ μαζί με μένα, μας ενώνει μια κοινή αγάπη για την Σύρο και τον κινηματογράφο. Καθώς ήμασταν οικογενειακοί φίλοι, περνούσαμε τα καλοκαίρια στο νησί, κι έτσι αποκτήσαμε μια σχέση με αυτό. Η ιδέα του εγχειρήματος γεννήθηκε το 2012, το καλοκαίρι πριν από το πρώτο μας φεστιβάλ όταν ολοκληρώνοντας τις σπουδές μας -που συμπεριλάμβαναν και για τους δύο τον κινηματογράφο- αποφασίσαμε να μοιραστούμε την κοινή μας αγάπη για τη Σύρο και τον κινηματογράφο με μια κάπως τυχαία και αυθόρμητη ιδέα. Σκεφτήκαμε λοιπόν να παντρέψουμε το ενδιαφέρον μας για ένα κινηματογραφικό είδος που δεν το συναντούσες τόσο συχνά στην Ελλάδα και γενικά σε άλλα φεστιβάλ που πηγαίναμε τότε, με το ενδιαφέρον μας για το νησί. Να συνδυάζαμε δηλαδή την εξερεύνηση των πολιτιστικών, ιστορικών αλλά και αρχιτεκτονικών ιδιαιτεροτήτων του νησιού με το να δείχνουμε ταινίες που μας ενδιέφεραν σε άλλους, σε έναν ανοικτό διάλογο του κινηματογράφου με τον τόπο.

– Ποιο ήταν αυτό το είδος κινηματογράφου που δεν ήταν τόσο διαδεδομένο τότε στην Ελλάδα στο οποίο αναφέρεστε;

Περισσότερο ήταν η επιμέλεια του προγράμματος που έκανε τη διαφορά. Θέλαμε να εμπεριέχει μια ευρεία διαθεματική γκάμα κινηματογραφικών ειδών που εμάς μας ενδιέφερε. Να δημιουργήσουμε έναν διάλογο ανάμεσα σε διάφορα είδη, για παράδειγμα ανάμεσα στο διεθνές και το ελληνικό στοιχείο, ή ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τις ταινίες φαντασίας από συγκεκριμένες σκοπιές και θεματικές. Οπότε μάλλον αυτό που ουσιαστικά θέλαμε ήταν να διαφοροποιηθούμε κυρίως στο κομμάτι του προγραμματισμού, δηλαδή της επιλογής ταινιών που ξεπερνά τα όρια ενός και μόνο κινηματογραφικού είδους.

– Ήθελα να σταθώ πάνω σε αυτό και να σας ρωτήσω αν υπάρχει κάτι άλλο που σας διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα φεστιβάλ κινηματογράφου που γίνονται στην Ελλάδα;

Σίγουρα αυτό που μας διαφοροποιεί τόσο σε ελληνικό επίπεδο αλλά και στην Μεσόγειο γενικότερα, είναι η αναφορά στον τόπο και τον χώρο που αποτελεί αναπόσπαστη συνιστώσα του φεστιβάλ. Όλες οι προβολές μας βρίσκονται σε έναν συνεχή διάλογο με τα εξωτερικά σημεία προβολής που ξεφεύγουν από τις καθιερωμένες κι αναμενόμενες αίθουσες προβολής. Για παράδειγμα, γίνονται προβολές σε παραλίες, χωράφια, στην κεντρική πλατεία Μιαούλη, κι αυτό δημιουργεί μια πολύ ιδιαίτερη συνθήκη σε ένα πλαίσιο που δεν είναι τόσο γνωστό στο κοινό. Δηλαδή όταν το σινεμά το μεταφέρεις σε διαφορετικά εξωτερικά πλαίσια, -όπως στην δική μας περίπτωσή σε ένα κυκλαδίτικο τοπίο. Επομένως, αυτό που θα έλεγα πως μας διαφοροποιεί είναι αυτή η εμπειρία θέασης σε αυτή την εποχή της έντονης ψηφιοποίησης του streaming και της εικονικής πραγματικότητας. Είναι μια πολυαισθητηριακή εμπειρία που δεν μπορεί να επαναληφθεί.

– Τι άλλες παράλληλες δράσεις συμβαίνουν παράλληλα στα πλαίσια του φεστιβάλ;

Η παραγωγή γνώσης σε σχέση με το σινεμά και την κινούμενη εικόνα είναι κάτι που μας ενδιαφέρει πολύ. Εδώ και πολλά χρόνια διοργανώνουμε εργαστήρια για νέους που περιλαμβάνουν σεμινάρια για παραγωγή κινηματογράφου και film programming. Παράλληλα συνεχίζουμε για δεύτερη χρονιά με την υποστήριξη του Ινστιτούτου Γκαίτε, ένα εργαστήρι για την περιφερειακή όραση που εστιάζει στα αρχεία της κινούμενης εικόνας ως μια αφορμή για πρακτικές επιμέλειες που δημιουργεί ένα δίκτυο ανάμεσα στη Σύρο, τον Λίβανο και το Κάϊρο, ανάμεσα σε τρεις θεσμούς και τρία κινηματογραφικά αρχεία όπου καλέσαμε τους συμμετέχοντες να δημιουργήσουν έργα που θα βασίζονται σε κάποια κοινά στοιχεία και θεματικές που θα ενώνουν αυτές τις περιοχές.

– Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για τη διαδικασία των συμμετοχών; Ποια είναι η σχέση του φεστιβάλ με τους καλλιτέχνες;

Όσον αφορά τους καλλιτέχνες, μας ενδιαφέρει η ουσιαστική και πρωτότυπη συνεργασία μαζί τους. Για παράδειγμα όταν καλούμε έναν σκηνοθέτη, δεν θα παρουσιάσουμε κάποια ταινία που έχει ήδη προβληθεί κάπου αλλού ή με τον ίδιο τρόπο. Θα είναι μια αφορμή να δείξουμε διάφορες πτυχές του έργου. Για παράδειγμα πολλές φορές έχουμε παρουσιάσει τη διαδικασία της παραγωγής μιας ταινίας από πρωτοεμφανιζόμενους σκηνοθέτες, κι άλλες φορές δημιουργούμε -όπως και φέτος σε δύο περιπτώσεις- αναθέσεις ζωντανής και πρωτότυπης μουσικής, που συνοδεύει τις ταινίες από μουσικούς παραγωγούς και συνθέτες. Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία πολύ στενών δεσμών ανάμεσα στο φεστιβάλ και τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες, οι οποίοι έρχονται και ξανάρχονται κάθε χρονιά και δημιουργείται μια αίσθηση κοινότητας.

– Πώς ανταποκρίνεται το κοινό του φεστιβάλ και ποια είναι η σύστασή του;

Αυτό είναι κάτι που εξελίσσεται με τα χρόνια και μάλιστα κάθε χρονιά εξελίσσεται θετικά. Επιπλέον, με την πάροδο του χρόνου ανανεώνεται η σχέση μας με το κοινό. Μέρος του κοινού είναι Συριανοί κάτοικοι. Το κοινό αποτελείται από διάφορες κοινότητες και ομάδες του νησιού που μας υποστηρίζουν, αλλά ταυτόχρονα έχει και μια διεθνή εμβέλεια, καθώς το πρόγραμμά μας εμπεριέχει ένα αρκετά διεθνές πλαίσιο παραγωγής και διανομής ταινιών. Θα έλεγα ότι το 1/3 του κοινού είναι συριανό, 1/3 από την υπόλοιπη Ελλάδα που έρχονται για το φεστιβάλ, και 1/3 από όλο τον κόσμο.

– Ποια θα λέγατε ότι είναι η σχέση σας με την τοπική κοινωνία; Οι άνθρωποι της Σύρου και οι επιχειρήσεις στηρίζουν το εγχείρημα;

Πιστεύω πώς η τοπική κοινωνία στηρίζει σε πολλά επίπεδα το φεστιβάλ. Σε θεσμικό επίπεδο καταρχάς, έχουμε την υποστήριξη του δήμου και της περιφέρειας, καθώς και πολλών άλλων θεσμών και επιχειρήσεων. Μας παραχωρούν χώρους κτλ., αλλά και οι κάτοικοι είναι πάντα πολύ θετικά προσκείμενοι απέναντί μας. Για παράδειγμα στο στο ναυπηγείο στον ταρσανά πάρα πολλές φορές οι λιμενεργάτες και φίλοι μας εκεί πέρα με δική τους πρωτοβουλία μας έχουν βοηθήσει να μεταφέρουμε διάφορα βαριά αντικείμενα.

– Ποιοι ήταν οι στόχοι σας πως διαμορφώθηκαν μέσα στα χρόνια;

Για μας είναι πολύ σημαντικό να είμαστε ανοικτοί και να έχουμε μια ρευστότητα στην ταυτότητα και στους στόχους μας, ακριβώς για να χωράνε καινούργιες προτάσεις τόσο από την ίδια την ομάδα όσο και από το κοινό αλλά και από τη  ανατροφοδότηση που λαμβάνουμε όλα αυτά τα χρόνια. Είχαμε ξεκινήσει περισσότερο επικεντρωμένοι στον προγραμματισμό σύγχρονων παραγωγών και αποκλειστικά ανεξάρτητου σινεμά, συνεχίσαμε ανοίγοντας αρκετά τη θεματολογία μας, ειδικά το 2015  με το δημοψήφισμα που ήταν ένα καλοκαίρι με έντονη πολιτικοοικονομική στοχοπροσήλωση. Κάποιες άλλες χρονιές παρουσιάσαμε μεγάλα καλλιτεχνικά ονόματα, ενώ αργότερα αφαιρέσαμε το διαγωνιστικό μέρος και στραφήκαμε προς ένα μοντέλο που ταιριάζει περισσότερο στο ίδιο το φεστιβάλ αλλά και στην κλίμακα του νησιού, όπου για παράδειγμα δεν γίνονται παράλληλες προβολές. Δέκα χρόνια μετά εστιάζουμε περισσότερο στην ποιότητα παρά στην ποσότητα.

– Ποια προβολή θα λέγατε ότι ξεχωρίζετε από το φετινό πρόγραμμα;

Γενικά φέτος έχουμε ένα πολύ επιλεγμένο πρόγραμμα και θα το πρότεινα ολόκληρο σαν μια ενιαία εμπειρία, που μπορεί να βιώσει ο θεατής μέσα σε 4 μέρες σε 4 σημεία. Τώρα αν θα έπρεπε να ξεχωρίσω κάποια από αυτά θα ανέφερα την πρώτη προβολή του φεστιβάλ όπου θα παρουσιάσουμε για πρώτη φορά ένα ντοκιμαντέρ που ψηφιοποιήσαμε εμείς οι ίδιοι. Σκηνοθετημένο από τον Αντώνη Αλμπανόπουλο, εδαφικοποιείται στην Σύρο της δεκαετίας του 1960, ονομάζεται «Σύρος το δαντελένιο νησί», και αποτελεί έναν ύμνο σε εκείνη την εποχή της Σύρου. Θα γίνει μια παρουσίαση από τον ίδιο τον σκηνοθέτη,  και μιας και ταιριάζει με τη φετινή μας θεματική που είναι ο «Τόπος», θεωρώ πως είναι ένας όμορφος τρόπος να ανοίξει η φετινή αυλαία του φεστιβάλ.

Επιπλέον, σε έναν πολύ αγαπημένο χώρο προβολής του νησιού τον Ταρσανά, θα προβάλουμε την ταινία «The Architect Congress» που γυρίστηκε την δεκαετία του ’30 στις Κυκλάδες και αφορά ένα αρχιτεκτονικό συνέδριο και εμπεριέχει κάποιες πολύ σπάνιες λήψεις των κυκλαδίτικων λιμανιών με έναν εθνογραφικό χαρακτήρα. Αυτό βέβαια που ξεχωρίζει τη συγκεκριμένη προβολή, είναι ότι θα συνδυάζεται από την ζωντανή πειραματική μουσική της Ελληνίδα συνθέτριας Saber Rider η οποία θα παρουσιάσει ζωντανά μια πρωτότυπη μουσική σύνθεση, ένα  αυτοσχεδιαστικό ηχοτοπίο που αναδεικνύει το εθνογραφικό θέμα και τη φόρμα της ταινίας.

– Μετά από μια δεκάχρονη πορεία, ποιες είναι οι σκέψεις σας και τα συναισθήματά σας για αυτό το εγχείρημα. Θα φανταζόσασταν στο ξεκίνημά του ότι θα εξελισσόταν και θα επεκτεινόταν χρονικά και ποιοτικά;

Η αλήθεια είναι πως όταν ξεκινούσαμε αυτό το εγχείρημα 10 χρόνια πριν δεν φανταζόμασταν σε καμία περίπτωση αυτή την εξέλιξη. Κάθε χρόνο ο οραματικός μας ορίζοντας φτάνει μέχρι το επόμενο φεστιβάλ. Αλλά επειδή βλέπουμε ότι υπάρχει έντονη απήχηση, τόσο από το κοινό, όσο και από την ομάδα μας με την οποία στήνουμε το φεστιβάλ, αυτό μας δίνει τη δύναμη να το συνεχίσουμε. Επικρατεί περισσότερο το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης για την ευρύτερη ομάδα ανθρώπων που υποστηρίζει και συντηρεί το εγχείρημα όλα αυτά τα χρόνια.

– Κάποια μελλοντικά σας σχέδια, πώς οραματίζεστε τη συνέχεια;

Για μένα το όραμα μας μπορεί να παραλληλιστεί κάπως με την ταινία του Αντωνόπουλου που σας ανέφερα πιο πριν. Βλέπουμε μια δυνατότητα να προσφέρουμε περισσότερο τοπικά, στο επίπεδο του νησιού και της περιοχής των Κυκλάδων, και να δημιουργήσουμε ένα πιο μικρής κλίμακας αλλά και παράλληλα διεθνές κόμβο γύρω από την κινηματογραφική κινούμενη εικόνα στην Σύρο και στις Κυκλάδες. Δηλαδή απομακρυνόμαστε από το εκθεσιακό στοιχείο που επικεντρώνεται αποκλειστικά στις προβολές ταινιών και στρεφόμαστε περισσότερο στην έρευνα και στην παραγωγή ταινιών. Μας ελκύει η ιδέα της εξερεύνησης αυτού του νέου πεδίου και το να δούμε τα νησιά και σαν μια πηγή έμπνευσης αλλά και σαν τόπους παραγωγής μακριά από τα αστικά κέντρα. Να συνεισφέρουμε στην επικράτηση της αντίληψης ότι ένα νησί αποτελεί πολλά περισσότερα από ένα τουριστικό θέρετρο, και πρέπει να δουλέψουμε ώστε να συνεχίζουν να εξελίσσονται πολιτιστικά ολόχρονα. Ένα είδος πολιτιστικής αποκέντρωσης. Αυτό είναι που προσπαθούμε και επιδιώκουμε δέκα χρόνια τώρα.

Περισσότερες πληροφορίες:
Syros International Film Festival – SIFF (syrosfilmfestival.org)

Facebook

Syros International Film Festival | Facebook

Instagram

SIFF (@syrosinternationalfilmfestival) • Instagram photos and videos