Ποια είναι η Άννα Καρένινα; Μια ερωτευμένη γυναίκα που σπάει τις κοινωνικές συμβάσεις; Μια ζωντανή απόδειξη μιας κοινωνίας όπου η γυναίκα υπόκειται σε κανόνες ιδιοκτησίας και επιτήρησης; Μια τοιχογραφία μιας άλλης εποχής η βαθιά σημερινή ηρωΐδα;
Στο παραπάνω ερώτημα καλείται να απαντήσει η θεατρική ομάδα ΠΥΡ προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις δια της μεταγραφής του τολστοϊκού πρωτοτύπου, και με την ενδιάμεση την παρεμβολή του ονειρικού στοιχείου να επανασυστήνει τους ήρωες ενός έργου που εξακολουθεί να συγκινεί και εξεγείρει.
Αιχμή του εγχειρήματος η Δέσποινα Κούρτη, ένα από τα πιο ζωντανά και ήπια ταυτόχρονα στοιχεία του ελληνικού θεάτρου, μίλησε στο OLAFAQ για την δική της προσέγγιση στην σπουδαία θεατρική ηρωΐδα αλλά και τη σημασία του να είσαι γυναίκα στο σκηνικό και κοινωνικό περιβάλλον στον κόσμο του σήμερα.
– Ποια η αιτία και η αφορμή να επαναπροσεγγίσετε την Άννα Καρένινα;
Ήμουν η τελευταία πρέπει να σου πω που είχε την ιδέα να καταπιαστούμε με την Άννα Καρένινα, μεσολαβούσαν αρκετά χρόνια από την πρώτη μου επαφή ως αναγνώστριας με το κείμενο και ήμουν περισσότερο ντοστογιεφσκική από ένα σημείο και μετά. Ο Αργύρης (σ.σ. Ξάφης) πριν 13 χρόνια είχε την πρόθεση να κάνει μια μεταγραφή για δύο ηθοποιούς εντυπωσιασμένος από το φινάλε του έργου και ειδικά την σκηνή της αυτοκτονίας της ηρωΐδας που παραπέμπει για πρώτη φορά σε αυτό που ονομάζεται ροή συνείδησης. Ο ίδιος θεωρεί τον τρόπο που λειτουργεί ο Τολστόι δραματουργικό προπομπό που αργότερα ανέπτυξαν συγγραφείς όπως η Βιρτζίνια Γουλφ και ο Τζέιμς Τζόις. Υπάρχει επίσης η ανάγνωση από πλευράς του έργου ως ιστορίας παράλληλων χαρακτήρων. Καταλαβαίνεις διαβάζοντάς το ότι ουσιαστικά το έργο έχει σε παράλληλο χρόνο συμπρωταγωνιστή της Καρένινα τον Κονσταντίν Λέβιν, για αυτό στο μυαλό του Τολστόι υπήρχε η ιδέα να λέγεται αρχικά «Δύο γάμοι». Εκεί νομίζω έδεσε η ματιά του Αργύρη με εκείνη της Ιούς Βουλγαράκη και του Δημήτρη Γεωργιάδη που έχουν ισχυρή γνώση για το συγκεκριμένο έργο, αφού το έχουν μελετήσει επανειλημμένα στο πλαίσιο των σπουδών τους στο Ρωσικό Πανεπιστήμιο Θεατρικής Τέχνης GIDDIS στη Ρωσία και ερχόμενοι στην Ελλάδα ασχολήθηκαν με αυτό επί ένα ακαδημαϊκό έτος στη Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Η συνάντηση αυτών των αναγνώσεων στο πλαίσιο της ομάδας έφερε στην επιφάνεια μια μεταγραφή που νομίζω αναδεικνύει το στοιχείο του ασυνείδητου, μια γκρίζα ζώνη μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας που ονομάζουμε limbo και η καταβύθιση της Άννας σε αυτά βοηθά να δούμε πως συναντιέται η ιστορία του ενός ήρωα με του άλλου.
– Σε αυτή την αναζήτηση για μια διαφορετική ανάγνωση στην Καρένινα τι έπρεπε να μετασχηματιστεί, να αναιρεθεί; Και τι σε δυσκόλεψε;
Η εμπλοκή με το ασυνείδητο ήταν το πλέον δύσβατο σκέλος της δικής μου συμμετοχής αλλά από ένα σημείο και έπειτα αν έχεις διάθεση για δουλειά και εμπιστοσύνη στους συντελεστές αφήνεσαι. Και η επικοινωνία της Άννας με τον Λέβιν ήταν ένα στοίχημα που με προβλημάτισε στο πως θα βγει σε περιβάλλον μη γραμμικής αφήγησης. Βέβαια εδώ λειτούργησε προωθητικά ο Αργύρης και η Ιώ, έχουν μια διάθεση να «σπάσουν αυγά», ξεκαθάρισαν εξαρχής ότι δεν τους ενδιαφέρει μια απλή επικαιροποίηση, σε αντίθεση με το δικό μου δέος προς τους κλασικούς που στην αρχή με κράτησε λίγο πίσω. Η απόφαση να ακολουθήσω το δικό τους όραμα με απελευθέρωσε και από ένα σημείο και μετά ότι φαινόταν δύσκολο έγινε αντιστρόφως απολαυστικό σε δημιουργικό επίπεδο.
– Υπάρχει μια δεδομένη χρονική απόσταση από όταν πρωτοέπιασες το κείμενο. Ποιες είναι οι διαφορές στον τρόπο που βλέπεις εσύ την Άννα Καρένινα;
Όταν το πρωτοδιάβασα ως μυθιστόρημα πριν αρκετά χρόνια με είχε παρασύρει η ερωτική ιστορία, αναρωτιόμουν πόσο όμορφος ήταν αυτός ο Βρόνσκι ώστε η Άννα να χάσει το μυαλό της. Και με είχε «τραβήξει» όλη η υποκρισία της ρωσικής κοινωνίας, ο ηθικισμός μέσα από τον οποίο δικαιολογούνταν οι κοινωνικές συμβάσεις που καταπίεζαν μια γυναίκα. Η τωρινή ανάγνωση με έφερε σε επαφή με μια βαθύτερη ερμηνεία της Καρένινα, την καταλαβαίνω πιο πολύ γιατί το ερώτημα που επιπλέον τίθεται έχει να κάνει με τη ζωή, με την αιτία της ύπαρξης. Η Καρένινα εκφράζει μια προσπάθεια να απαντηθεί το γιατί ζούμε, τι έχει νόημα και κατά πόσο είμαστε ή όχι συνεπείς προς αυτό. Αυτό το ερώτημα θέτει ο Τολστόι, μου είναι πια ξεκάθαρο. Για αυτό και έχουμε να κάνουμε με μια σοφία του μυθιστορήματος που ανάγκασε με έναν τρόπο τον ίδιο τον συγγραφέα του να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει την Άννα, από μια μοιχαλίδα ικανή να τραυματίσει το παιδί της σε μια γυναίκα γεμάτη ελευθερία και γενναιότητα, μεταγγίζοντάς της ίσως και δικά του διλήμματα. Στο τέλος βλέπουμε την Άννα να «τραβάει από τα γένια» τον άνθρωπο που τη δημιούργησε.
– Η Καρένινα σου/σας επομένως συνιστά διπλό σύμβολο, χειραφέτησης και αλήθειας.
Ακριβώς, τώρα μέσα από τη ματιά της ομάδας την κατανοώ περισσότερο. Σε κινηματογράφο, θέατρο, τηλεόραση υπάρχουν πιο προκλητικές ιστορίες από της Καρένινα, το έργο δεν ελκύει γιατί είναι cheesy. Το γεγονός έχει να κάνει με το ότι η Άννα ψάχνει μια τιμιότητα και μια αλήθεια πρωτόγνωρα ασυμβίβαστη. Την ενδιαφέρει κυρίως η συνέπεια με τον εαυτό της και σε αυτή την αναζήτηση δεν σου κρύβω ότι με γοήτευσε. Υπάρχει κάτι επαναστατικό, αναρχικό στην Άννα. Παράλληλα βέβαια αυτή η αναζήτηση της αλήθειας αποτελεί μια άκρως ενδιαφέρουσα διαδικασία χειραφέτησης, πράγμα ζητούμενο για τις γυναίκες του σήμερα.
– Η Καρένινα του 19ου αιώνα και η Καρένινα του 21ου. Πόσο μπορεί να μιλήσει η ηρωΐδα του Τολστόι θεωρείς στις γυναίκες και τους άνδρες του σήμερα; Είναι εφικτή η ταύτιση;
Απολύτως ναι. Η αναζήτηση μιας ζωής σε νόημα πάντα έχει να μας πει πράγματα για το σκάλωμα που τρώμε αιώνες τώρα και συνοψίζεται στο «τι κάνουμε στη ζωή μας». Η Άννα μας στο προσφέρει το γήπεδο αυτό γενναιόδωρα για να σκεφτείς και να συγκινηθείς πάνω στο ερώτημα αυτό. Όσο για τις γυναίκες και τους περιορισμούς που υφίστανται στο σήμερα, ακόμη και το ζήτημα της απιστίας που είναι πιο απενοχοποιημένο από 140 χρόνια πριν είναι ένα taboo για μια γυναίκα και ειδικότερα μητέρα, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι για έναν άντρα. Και από πάνω βλέπουμε την μητρότητα, αντί να προσδίδει ως ρόλος φροντίδα και χαρά, να φορτώνεται με μεγαλύτερες καταπιέσεις και δεσμά. Είναι παράξενο αλλά μια κοινωνία που θέλει διακαώς την αναπαραγωγή της φροντίζει να επιβαρύνει την βασική φορέα της γέννησης. Όσο για τη συγχρονία του έργου ας σκεφτούμε το εξής. Υπάρχει μια στιχομυθία μεταξύ παραγόντων της ρωσικής ελίτ στο έργο και γίνεται αναφορά στο πόσο πατριωτικό είναι να γεννιούνται πολλά παιδιά. Στη Ρωσία πριν λίγες εβδομάδες ποινικοποιήθηκε η «child-free προπαγάνδα», η ιδέα ότι δεν έγινε κάτι αν μια γυναίκα δεν γίνεται μητέρα. Αν μια σημερινή Ρωσίδα έβλεπε τι παίζουμε θα γελούσε και θα έκλεγε ταυτόχρονα έχω την εντύπωση. Και όχι μόνο Ρωσίδα ασφαλώς, αυτά είναι πράγματα που αγγίζουν και τη χώρα μας και όλο τον πλανήτη από διαφορετική σκοπιά.
– Το ίδιο το ελληνικό θέατρο βγαίνει από μια διαδικασία κάθαρσης μέσα από το ξέσπασμα του #Metoo. Θεωρείς πως για τις γυναίκες καλλιτέχνιδες σήμερα τα πράγματα είναι καλύτερα σε σχέση με πριν σε ότι αφορά την έμφυλη βία;
Το ότι συζητήθηκε το θέμα, ότι μπήκε στον δημόσιο διάλογο ανοικτά το όλο ζήτημα και υπήρξαν καταγγελίες, ότι σε τελική ανάλυση υπήρξε μια διαδικασία Δικαιοσύνης που ακολουθήθηκε θα μας κάνει καλύτερους ως κοινωνία. Το ότι στα πλαίσια ενός κινήματος μπορεί να υπάρξουν υπερβολές που ίσως μας φτάνουν ορισμένες φορές στα όρια της αιμοδιψίας είναι κάτι που επίσης πρέπει να προσέξουμε. Υπάρχουν διαδικασίες και οι ρυθμοί του Διαδικτύου δεν πρέπει να μας κάνουν τιμητές. Είμαι υπέρ των συλλογικών οργάνων και των θεσμών, γιατί αυτό είναι δημοκρατία.
Ποια είναι η Άννα Καρένινα; Μια ερωτευμένη γυναίκα που σπάει τις κοινωνικές συμβάσεις; Μια ζωντανή απόδειξη μιας κοινωνίας όπου η γυναίκα υπόκειται σε κανόνες ιδιοκτησίας και επιτήρησης; Μια τοιχογραφία μιας άλλης εποχής η βαθιά σημερινή ηρωΐδα;
Στο παραπάνω ερώτημα καλείται να απαντήσει η θεατρική ομάδα ΠΥΡ προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις δια της μεταγραφής του τολστοϊκού πρωτοτύπου, και με την ενδιάμεση την παρεμβολή του ονειρικού στοιχείου να επανασυστήνει τους ήρωες ενός έργου που εξακολουθεί να συγκινεί και εξεγείρει.
Αιχμή του εγχειρήματος η Δέσποινα Κούρτη, ένα από τα πιο ζωντανά και ήπια ταυτόχρονα στοιχεία του ελληνικού θεάτρου, μίλησε στο OLAFAQ για την δική της προσέγγιση στην σπουδαία θεατρική ηρωΐδα αλλά και τη σημασία του να είσαι γυναίκα στο σκηνικό και κοινωνικό περιβάλλον στον κόσμο του σήμερα.
– Ποια η αιτία και η αφορμή να επαναπροσεγγίσετε την Άννα Καρένινα;
Ήμουν η τελευταία πρέπει να σου πω που είχε την ιδέα να καταπιαστούμε με την Άννα Καρένινα, μεσολαβούσαν αρκετά χρόνια από την πρώτη μου επαφή ως αναγνώστριας με το κείμενο και ήμουν περισσότερο ντοστογιεφσκική από ένα σημείο και μετά. Ο Αργύρης (σ.σ. Ξάφης) πριν 13 χρόνια είχε την πρόθεση να κάνει μια μεταγραφή για δύο ηθοποιούς εντυπωσιασμένος από το φινάλε του έργου και ειδικά την σκηνή της αυτοκτονίας της ηρωΐδας που παραπέμπει για πρώτη φορά σε αυτό που ονομάζεται ροή συνείδησης. Ο ίδιος θεωρεί τον τρόπο που λειτουργεί ο Τολστόι δραματουργικό προπομπό που αργότερα ανέπτυξαν συγγραφείς όπως η Βιρτζίνια Γουλφ και ο Τζέιμς Τζόις. Υπάρχει επίσης η ανάγνωση από πλευράς του έργου ως ιστορίας παράλληλων χαρακτήρων. Καταλαβαίνεις διαβάζοντάς το ότι ουσιαστικά το έργο έχει σε παράλληλο χρόνο συμπρωταγωνιστή της Καρένινα τον Κονσταντίν Λέβιν, για αυτό στο μυαλό του Τολστόι υπήρχε η ιδέα να λέγεται αρχικά «Δύο γάμοι». Εκεί νομίζω έδεσε η ματιά του Αργύρη με εκείνη της Ιούς Βουλγαράκη και του Δημήτρη Γεωργιάδη που έχουν ισχυρή γνώση για το συγκεκριμένο έργο, αφού το έχουν μελετήσει επανειλημμένα στο πλαίσιο των σπουδών τους στο Ρωσικό Πανεπιστήμιο Θεατρικής Τέχνης GIDDIS στη Ρωσία και ερχόμενοι στην Ελλάδα ασχολήθηκαν με αυτό επί ένα ακαδημαϊκό έτος στη Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Η συνάντηση αυτών των αναγνώσεων στο πλαίσιο της ομάδας έφερε στην επιφάνεια μια μεταγραφή που νομίζω αναδεικνύει το στοιχείο του ασυνείδητου, μια γκρίζα ζώνη μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας που ονομάζουμε limbo και η καταβύθιση της Άννας σε αυτά βοηθά να δούμε πως συναντιέται η ιστορία του ενός ήρωα με του άλλου.
– Σε αυτή την αναζήτηση για μια διαφορετική ανάγνωση στην Καρένινα τι έπρεπε να μετασχηματιστεί, να αναιρεθεί; Και τι σε δυσκόλεψε;
Η εμπλοκή με το ασυνείδητο ήταν το πλέον δύσβατο σκέλος της δικής μου συμμετοχής αλλά από ένα σημείο και έπειτα αν έχεις διάθεση για δουλειά και εμπιστοσύνη στους συντελεστές αφήνεσαι. Και η επικοινωνία της Άννας με τον Λέβιν ήταν ένα στοίχημα που με προβλημάτισε στο πως θα βγει σε περιβάλλον μη γραμμικής αφήγησης. Βέβαια εδώ λειτούργησε προωθητικά ο Αργύρης και η Ιώ, έχουν μια διάθεση να «σπάσουν αυγά», ξεκαθάρισαν εξαρχής ότι δεν τους ενδιαφέρει μια απλή επικαιροποίηση, σε αντίθεση με το δικό μου δέος προς τους κλασικούς που στην αρχή με κράτησε λίγο πίσω. Η απόφαση να ακολουθήσω το δικό τους όραμα με απελευθέρωσε και από ένα σημείο και μετά ότι φαινόταν δύσκολο έγινε αντιστρόφως απολαυστικό σε δημιουργικό επίπεδο.
– Υπάρχει μια δεδομένη χρονική απόσταση από όταν πρωτοέπιασες το κείμενο. Ποιες είναι οι διαφορές στον τρόπο που βλέπεις εσύ την Άννα Καρένινα;
Όταν το πρωτοδιάβασα ως μυθιστόρημα πριν αρκετά χρόνια με είχε παρασύρει η ερωτική ιστορία, αναρωτιόμουν πόσο όμορφος ήταν αυτός ο Βρόνσκι ώστε η Άννα να χάσει το μυαλό της. Και με είχε «τραβήξει» όλη η υποκρισία της ρωσικής κοινωνίας, ο ηθικισμός μέσα από τον οποίο δικαιολογούνταν οι κοινωνικές συμβάσεις που καταπίεζαν μια γυναίκα. Η τωρινή ανάγνωση με έφερε σε επαφή με μια βαθύτερη ερμηνεία της Καρένινα, την καταλαβαίνω πιο πολύ γιατί το ερώτημα που επιπλέον τίθεται έχει να κάνει με τη ζωή, με την αιτία της ύπαρξης. Η Καρένινα εκφράζει μια προσπάθεια να απαντηθεί το γιατί ζούμε, τι έχει νόημα και κατά πόσο είμαστε ή όχι συνεπείς προς αυτό. Αυτό το ερώτημα θέτει ο Τολστόι, μου είναι πια ξεκάθαρο. Για αυτό και έχουμε να κάνουμε με μια σοφία του μυθιστορήματος που ανάγκασε με έναν τρόπο τον ίδιο τον συγγραφέα του να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει την Άννα, από μια μοιχαλίδα ικανή να τραυματίσει το παιδί της σε μια γυναίκα γεμάτη ελευθερία και γενναιότητα, μεταγγίζοντάς της ίσως και δικά του διλήμματα. Στο τέλος βλέπουμε την Άννα να «τραβάει από τα γένια» τον άνθρωπο που τη δημιούργησε.
– Η Καρένινα σου/σας επομένως συνιστά διπλό σύμβολο, χειραφέτησης και αλήθειας.
Ακριβώς, τώρα μέσα από τη ματιά της ομάδας την κατανοώ περισσότερο. Σε κινηματογράφο, θέατρο, τηλεόραση υπάρχουν πιο προκλητικές ιστορίες από της Καρένινα, το έργο δεν ελκύει γιατί είναι cheesy. Το γεγονός έχει να κάνει με το ότι η Άννα ψάχνει μια τιμιότητα και μια αλήθεια πρωτόγνωρα ασυμβίβαστη. Την ενδιαφέρει κυρίως η συνέπεια με τον εαυτό της και σε αυτή την αναζήτηση δεν σου κρύβω ότι με γοήτευσε. Υπάρχει κάτι επαναστατικό, αναρχικό στην Άννα. Παράλληλα βέβαια αυτή η αναζήτηση της αλήθειας αποτελεί μια άκρως ενδιαφέρουσα διαδικασία χειραφέτησης, πράγμα ζητούμενο για τις γυναίκες του σήμερα.
– Η Καρένινα του 19ου αιώνα και η Καρένινα του 21ου. Πόσο μπορεί να μιλήσει η ηρωΐδα του Τολστόι θεωρείς στις γυναίκες και τους άνδρες του σήμερα; Είναι εφικτή η ταύτιση;
Απολύτως ναι. Η αναζήτηση μιας ζωής σε νόημα πάντα έχει να μας πει πράγματα για το σκάλωμα που τρώμε αιώνες τώρα και συνοψίζεται στο «τι κάνουμε στη ζωή μας». Η Άννα μας στο προσφέρει το γήπεδο αυτό γενναιόδωρα για να σκεφτείς και να συγκινηθείς πάνω στο ερώτημα αυτό. Όσο για τις γυναίκες και τους περιορισμούς που υφίστανται στο σήμερα, ακόμη και το ζήτημα της απιστίας που είναι πιο απενοχοποιημένο από 140 χρόνια πριν είναι ένα taboo για μια γυναίκα και ειδικότερα μητέρα, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι για έναν άντρα. Και από πάνω βλέπουμε την μητρότητα, αντί να προσδίδει ως ρόλος φροντίδα και χαρά, να φορτώνεται με μεγαλύτερες καταπιέσεις και δεσμά. Είναι παράξενο αλλά μια κοινωνία που θέλει διακαώς την αναπαραγωγή της φροντίζει να επιβαρύνει την βασική φορέα της γέννησης. Όσο για τη συγχρονία του έργου ας σκεφτούμε το εξής. Υπάρχει μια στιχομυθία μεταξύ παραγόντων της ρωσικής ελίτ στο έργο και γίνεται αναφορά στο πόσο πατριωτικό είναι να γεννιούνται πολλά παιδιά. Στη Ρωσία πριν λίγες εβδομάδες ποινικοποιήθηκε η «child-free προπαγάνδα», η ιδέα ότι δεν έγινε κάτι αν μια γυναίκα δεν γίνεται μητέρα. Αν μια σημερινή Ρωσίδα έβλεπε τι παίζουμε θα γελούσε και θα έκλεγε ταυτόχρονα έχω την εντύπωση. Και όχι μόνο Ρωσίδα ασφαλώς, αυτά είναι πράγματα που αγγίζουν και τη χώρα μας και όλο τον πλανήτη από διαφορετική σκοπιά.
– Το ίδιο το ελληνικό θέατρο βγαίνει από μια διαδικασία κάθαρσης μέσα από το ξέσπασμα του #Metoo. Θεωρείς πως για τις γυναίκες καλλιτέχνιδες σήμερα τα πράγματα είναι καλύτερα σε σχέση με πριν σε ότι αφορά την έμφυλη βία;
Το ότι συζητήθηκε το θέμα, ότι μπήκε στον δημόσιο διάλογο ανοικτά το όλο ζήτημα και υπήρξαν καταγγελίες, ότι σε τελική ανάλυση υπήρξε μια διαδικασία Δικαιοσύνης που ακολουθήθηκε θα μας κάνει καλύτερους ως κοινωνία. Το ότι στα πλαίσια ενός κινήματος μπορεί να υπάρξουν υπερβολές που ίσως μας φτάνουν ορισμένες φορές στα όρια της αιμοδιψίας είναι κάτι που επίσης πρέπει να προσέξουμε. Υπάρχουν διαδικασίες και οι ρυθμοί του Διαδικτύου δεν πρέπει να μας κάνουν τιμητές. Είμαι υπέρ των συλλογικών οργάνων και των θεσμών, γιατί αυτό είναι δημοκρατία.