Διαβάζω το προεκλογικό φυλλάδιο που μου έδωσε ο ίδιος: Κάτω από τη φωτογραφία και το ονοματεπώνυμό του, αναγράφεται πρώτη – πρώτη η ιδιότητα «Ηθοποιός» και αμέσως μετά «Υποψήφιος Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ Δυτικής Αττικής». Μα, ποιος δεν ξέρει τον Γιώργο Πάντζα που μας έχει χαρίσει πολύ γέλιο μέσα από τις κινηματογραφικές ταινίες του, οι οποίες δεν έχουν πάψει να προβάλλονται από την τηλεόραση; Όχι πως δεν ήταν εξίσου γνωστή η έντονη πολιτικοποίησή του. Από τα γεννοφάσκια του, θα έλεγα, τώρα που τον γνώρισα προσωπικά και είχα την ευκαιρία να μου αφηγηθεί όλη του τη ζωή. Γιος ενός αντιστασιακού ποιητή, του Σπύρου Πάντζα, που γνώρισε την αγριότητα του κράτους (και του παρακράτους) της δεξιάς σ’ αυτόν τον τόπο, ο Γιώργος μεγάλωσε με το όνειρο να γίνει ηθοποιός. Κι αν και τα κατάφερε μια χαρά, ποτέ δεν ξέχασε το πολιτικό οικογενειακό του υπόβαθρο. Αυτό που τον έφερε κοντά στον Ανδρέα Παπανδρέου από την εποχή που φτιαχνόταν το ΠΑΣΟΚ με το όραμα της Αλλαγής και που σήμερα τον έκανε να συστρατευθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. «Έφυγα από το ΠΑΣΟΚ το 1996 που πέθανε ο Ανδρέας, αφού για μένα αυτός ήταν το ΠΑΣΟΚ» εξομολογείται στη συνέντευξη που θα διαβάσετε. Ο Γιώργος Πάντζας κατοικεί με την οικογένεια του σ’ ένα πανέμορφο σπίτι στα ψηλά της Καλλιτεχνούπολης, στη Ραφήνα, απ’ όπου η θέα είναι εντυπωσιακή. «Το μοναδικό περιουσιακό μου στοιχείο είναι το σπίτι αυτό» νιώθει την ανάγκη να μου πει σ΄ ένα άλλο σημείο της συζήτησής μας. Δίπλα του, πάντα η κυρία Στέλλα, η αγαπημένη σύζυγός του, που είναι μαζί από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Τον συνάντησα ευδιάθετο και ναι, θα το πω, άνευ ηλικίας, σαν να έβλεπα έναν άνθρωπο άχρονο. Μου φαινόταν σχεδόν παράδοξο να τον ακούω να μιλάει για ιστορίες από τη δεκαετία του 1950 ή να πέφτουν στο τραπέζι ονόματα «αρχαία», σαν του Αυλωνίτη, του Σταυρίδη και του Κωνσταντάρα. Αυτές είναι, όμως, οι περγαμηνές του Γιώργου Πάντζα, ενός καλλιτέχνη δουλευταρά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του κι ενός ανθρώπου ευαίσθητου και με περιεχόμενο. Όλα αυτά θα τα διαπιστώσετε διαβάζοντας την αποκλειστική συνομιλία μας για το olafaq.

– Πότε συνειδητοποιήσατε την τάση αυτής της εμπλοκής σας με τα κοινά;
Από έξι – εφτά χρονών. Ήμουν πάντα κοντά στους ανθρώπους και τα προβλήματά τους, που δεν ήταν μόνο δικά τους, αλλά και δικά μου. Ο πατέρας μου ήταν για δεκαεφτάμισι χρόνια εξορία, εγώ τελείωσα νυχτερινό γυμνάσιο γιατί δεν είχαμε τα βασικά και σ’ όλη μου τη ζωή, τόσο με το θέατρο και τον κινηματογράφο, όσο και με τα πολιτικά, πάντα με τον άνθρωπο ασχολούμουν. Ήθελα όλοι να ζουν ανθρώπινα και με αξιοπρέπεια. Αυτός ήταν ο στόχος της ζωής μου, και επαγγελματικά, και ιδεολογικά.

– Όταν λέτε «από έξι – εφτά χρονών», είναι μια πολύ καθοριστική ηλικία.
Είχα κλείσει τα εφτά μου, όταν τον Δεκέμβρη του ΄44 έγινε το μεγάλο συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος και τότε είχαν κατέβει όλες οι οργανώσεις του ΕΑΜ κι εγώ ήμουν αετόπουλο. Ο πατέρας μου ήταν πολιτικός καθοδηγητής Ανατολικών συνοικιών. Τον έχω δει με βγαλμένα νύχια στα χέρια επί Κατοχής, μαχαιρωμένο με ξιφολόγχη επίσης, πέντε μήνες ετοιμοθάνατο στο νοσοκομείο, από Χίτες και Ιταλούς φασίστες μαζί. Τα ζούσα στο πετσί μου. Σε εκείνο το συλλαλητήριο ήταν περίπου 300.000 άνθρωποι κι απ’ όλα τα γύρω κτίρια αγγλικά στρατεύματα, Χίτες, δωσίλογοι, φασίστες, ότι χειρότερο είχε η κοινωνία μας, πυροβολούσαν στο ψαχνό. Εμείς είχαμε σταθεί με τη μάνα μου έξω από τον Εθνικό Κήπο στην οδό Αμαλίας. Ο πατέρας μου είχε προχωρήσει πιο μέσα. Εκεί έφερναν τους νεκρούς, εκατοντάδες τραυματίες και το αίμα να τρέχει ποτάμι. Στις 3 Δεκέμβρη του ΄44 ξεκίνησε ο Εμφύλιος πόλεμος κατά τη γνώμη μου. Στην πορεία, εγώ αγωνίστηκα με την ΕΔΑ του Ηλία Ηλιού, αυτού του σπουδαίου ανθρώπου και ιδεολόγου. Από το ’65 αγωνίστηκα δίπλα στον Παπανδρέου και από το ’74 ανήκα στα ιδρυτικά μέλη του ΠΑΣΟΚ και μέχρι σήμερα, όπου σταθώ κι όπου βρεθώ, επαναλαμβάνω τη φράση του προέδρου: «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά».

– Πάντως, η μισή κυβέρνηση του Μητσοτάκη σήμερα αποτελείται από Πασοκτζήδες κι η άλλη μισή από ακροδεξιούς. Αυτή είναι η αλήθεια. Τι θα έλεγε επ’ αυτού ο Παπανδρέου;
Διαφωνώ και θα σας εξηγήσω τι εννοώ: Η δεξιά πάντοτε ήταν δεξιά. Δεν έχει αλλάξει από την εποχή του βασιλέως Κωνσταντίνου μέχρι τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, στη συνέχεια με τους δωσίλογους πρωθυπουργούς που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, πιο μετά με όλες τις δεξιόφρονες κυβερνήσεις και τον Εθνάρχη Καραμανλή που έφυγε κρυπτόμενος ως Τριανταφυλλίδης. Πέσαμε στη χούντα και σ’ όλες τις επόμενες κυβερνήσεις της δεξιάς. Αυτή την πορεία συνεχίζει η δεξιά του Μητσοτάκη και δεν αλλάζει ποτέ. Μέσα στο DNA της δεξιάς υπάρχει ο φασισμός. Είναι βασικό συστατικό της δεξιάς και της ακροδεξιάς μυθολογίας της. Σήμερα έχουμε μια κυβέρνηση που λέει ότι είναι νεοφιλελεύθερη. Όχι, δεξιά – ακροδεξιά είναι, όταν έχει υπουργούς τον Βορίδη, τον Γεωργιάδη και τον Πλεύρη με τα τσεκούρια και τις τσουγκράνες…Πολλά φρούτα της ακροδεξιάς περιέχονται στην κυβέρνησή του και ο ίδιος ο Μητσοτάκης είναι φορέας αυτών των πραγμάτων. Θα το καταλάβετε απ’ τον τρόπο που αντιμετώπισε τον πρώην βασιλιά, τον Κοκό, με την κηδεία του. Πως να έκανε αλλιώς αφού μια ζωή η δεξιά ήταν ταυτισμένη με το βασιλικό και το φασιστικό κίνημα.

– Η Ελλάδα είναι μια παραδοσιακά συντηρητική «δεξιά» χώρα;
Εάν βάλουμε κάτω τα ποσοστά των κομμάτων, σαφώς όχι. Η νίκη της δεξιάς του Καραμανλή ας πούμε, είχε πάει στο 53%. Αν προσθέσουμε τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ, της ΕΔΑ, του ΚΚΕ, όλων των προοδευτικών εξωκοινοβουλευτικών ομάδων κλπ., θα δούμε ότι είναι πολύ περισσότεροι όλοι αυτοί. Ένα 38% μάξιμουμ είναι το ποσοστό της δεξιάς στην Ελλάδα.

Φωτ.: Αγγελική Παπαϊωάννου

– Είστε γιος του Σπύρου Πάντζα, ο οποίος ήταν ποιητής και πολυγραφότατος.
Όντως, είχε βγάλει πολλές ποιητικές συλλογές ο πατέρας μου. Μια είχε βραβευθεί με το βραβείο Λένιν στη Μόσχα μέσα σε εφτά – οχτώ συνολικά βιβλία του. Κερκυραίος ήταν ο πατέρας μου, ευαίσθητος και μορφωμένος. Ήταν απόφοιτος Γυμνασίου, μιλούσε δύο γλώσσες, γαλλικά και ιταλικά, ενώ εργαζόταν στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων. Γεννημένος το 1914, κυνηγήθηκε πολύ από τον Μεταξά. Πέθανε το 1987.

– Στα χέρια σας, νομίζω…
Ακριβώς, στην αγκαλιά μου πέθανε. Βασανισμένος, στα 73 του έφυγε.

– Σας έλειψε η παρουσία του με τόσα χρόνια εξορίας.
Είχα κι άλλον έναν πατέρα. Τον θείο μου, τον Σπύρο Αναγνωστόπουλο, απ’ τη μεριά της μάνας μου. Μεσολογγίτης, φιλόλογος, αλλά όχι αριστερός. Πολέμησε το 1912 – 13, μετά στη Μικρά Ασία 1919 – 22, το ΄40 ήταν έφεδρος λοχαγός και διοικητής στρατοπέδου Ιταλών αιχμαλώτων. Φιλοξενούσε 4.000 Ιταλούς αιχμαλώτους από το αλβανικό μέτωπο στο στρατόπεδο που διοικούσε. Ήταν ήρεμος άνθρωπος, δεν τον ενοχλούσε που ο πατέρας μου ήταν αριστερός, ενώ ήξερε και για μένα. Με είχε σαν παιδί μου, δεν μ’ αγαπούσε απλά, με λάτρευε.

– Και πότε πέθανε ο θείος;
Το 1965. Ήταν γεννηθείς το 1889 και πέθανε 76 χρονών.

– Από τον ποιητή πατέρα, πάντως, προήλθε το καλλιτεχνικό σας μικρόβιο.
Πιστεύω ότι ο καλλιτέχνης έχει κάτι στο αίμα του. Εγώ από παιδάκι δεν ασχολούμουν με τίποτα άλλο εκτός από τον κινηματογράφο. Με βάζανε τζάμπα επειδή ο θείος μου ήταν καθηγητής στο γυμνάσιο, οπότε έμπαινα στο σινεμά στις 6 το απόγευμα και έβλεπα τρεις φορές το έργο.

– Θυμάστε ποιες ταινίες της εποχής βλέπατε;
Λάτρεψα την κωμωδία, τον Τσάρλι Τσάπλιν, τον Ντάνι Κέι, τον Τζέρι Λούις, τους Marx Brothers, τους Άμποτ και Κοστέλο (σ.σ. προφέρει σε καλά αγγλικά τα ονόματα αυτά). Μου άρεσαν όλα τα υπέροχα χολιγουντιανά μιούζικαλ, Φρεντ Αστέρ, Τζιν Κέλι κλπ. Μάθαινα τα έργα απ’ έξω και μετά μάζευα τα παιδάκια στη γειτονιά μου στο Παγκράτι. Καθόντουσαν έξω από ένα σπίτι, θυμάμαι, που είχε λίγα σκαλοπάτια και τους έπαιζα το έργο που είχα δει. Από κει ξεκίνησαν όλα.

– Είχατε όμως υποστήριξη κι από το σπίτι.
Η μάνα μου! Ότι έχω κάνει στη ζωή μου το οφείλω στη μητέρα μου. Την έχασα πολύ νωρίς, το ’74, σε ηλικία 57 ετών. Καρκίνο…Σε εννιά μήνες, δυστυχώς. Η μάνα μου είναι ο μεγαλύτερος έρωτας της ζωής μου. Ήμουν και μοναχοπαίδι και όπως καταλαβαίνετε, ήταν το σημαντικότερο πρόσωπο στη ζωή μου. Πάντα δίπλα μου την έχω, στο δωμάτιό μου υπάρχουν δύο φωτογραφίες της στο κομοδίνο.

– Μου θυμίζετε τον συνάδελφό σας, τον Γιώργο Κωνσταντίνου, που του είχε κοστίσει πολύ επίσης ο θάνατος της μητέρας του.
Ναι, ο Γιώργος την αγαπούσε πολύ τη μάνα του. Το ίδιο κι εγώ. Στην κηδεία της, είχα ορμήξει να μπω μες τον λάκκο και ο Λάμπρος Κωνσταντάρας μ’ άρπαξε και μ’ έβγαλε έξω. Ήταν φοβερό πλήγμα και δεν μπόρεσα να της δώσω περισσότερα πράγματα να χαρεί (σ.σ. δακρύζει). Η ζωή της όλη ήμουν εγώ. Το κομμάτι της απουσίας του πατέρα μου το κάλυπτε ο θείος, που σας είπα. Μια φορά τον είδα το 1960 – 61, μετά τον έπιασαν πάλι επί χούντας κι έτσι συμπληρώθηκαν τα δεκαεφτάμισι χρόνια εξορίας. Είχε πλήρη ένσημα (γέλια).

– Απορούσατε ως πιο νέος με όλη αυτή τη θαρραλέα ιδεολογική του στάση;
Πολλές φορές ρώτησα τον εαυτό μου αν θα έκανα όλα αυτά που έκανε ο πατέρας μου. Για να είμαι ειλικρινής, η απάντηση ήταν όχι, ότι δεν θα μπορούσα. Τα έζησα αυτά τα χρόνια και είδα όλους αυτούς τους ανθρώπους που έδωσαν το αίμα τους μέσα στις πόλεις και στα βουνά της Ελλάδας. Ένα μόνο κράτησα απ’ όλα αυτά: Να πολεμάω τον φασισμό. Απ’ την πρώτη μέρα που κατάλαβα τον κόσμο γύρω μου μέχρι την τελευταία μέρα που θα πεθάνω! Θα πολεμάω τον φασισμό!

– Κι εδώ πάλι μου θυμίζετε μια άλλη συνάδελφό σας, αγωνίστρια, που είναι εν ζωή και αρκετά μεγαλύτερή σας: Την Καλή Καλό.
Α, βέβαια, έχουμε κάνει και μια ταινία μαζί. Σπουδαία γυναίκα. Πρέπει να ξέρετε ότι έχω μια τεράστια εκτίμηση στις γυναίκες μαζί με σεβασμό. Θα ήταν πολύ άσχημη η ζωή των ανθρώπων χωρίς τη γυναίκα. Η γυναίκα είναι η μάνα, η σύζυγος. Την είχα από πολύ νέος αυτή την αξία κι ήταν κι η αδυναμία μου οι γυναίκες. Τις λάτρευα. Ακούω πολλές φορές για βιασμούς και σκέφτομαι κάτι πολύ απλοϊκό: Μα πως γίνεται να σκοτώνεις ή να δέρνεις μια γυναίκα και να είσαι σε θέση, ικανός δηλαδή, να κάνεις έρωτα μαζί της; Δεν μπόρεσα ποτέ να το καταλάβω, αφού εμένα, αυτό που με τράβαγε πάντα, ήταν η διάθεση της γυναίκας. Να με θέλει και να τη θέλω.

– Ε, ναι, γιατί είστε νορμάλ άνθρωπος και όχι ανώμαλος.
Τουλάχιστον στη σχέση άνδρα και γυναίκας, το «ναι» της γυναίκας είχε τη νοστιμιά, όχι το «όχι» της. Σε ότι αφορά το κίνημα metoo, διότι είναι σχετικό το θέμα που συζητάμε, εγώ θα έλεγα ότι είναι ο άνθρωπος ο ίδιος και το πώς νιώθει. Είναι αποδεκτό και το μεταφράζω ως δημοκρατία στον τρόπο ζωής των ανθρώπων.

Φωτ.: Αγγελική Παπαϊωάννου

– Ο Κουν δεν θα άκουγε τα σχολιανά του σήμερα; Πολλοί το έχουν πει αυτό.
Ο Κουν είχε μια άποψη ζωής και ήταν πολύ μεγάλος δάσκαλος. Σας είπα, το metoo είναι η άποψη των ανθρώπων για το πώς θέλουν να ζήσουν. Τι να κριτικάρουμε τώρα εκ των υστέρων για ανθρώπους που δεν είναι στη ζωή… Εγώ παντρεύτηκα στα 42 μου, αλλά παράσημα στον εαυτό μου δεν θα αποδώσω ως προς τις γυναίκες. Πρώτα απ’ όλα παντρεύτηκα γιατί την αγάπησα τη γυναίκα μου. Η Στέλλα είναι ο άγγελός μου, ο προστάτης μου κι όχι μόνο εμένα, αλλά και των παιδιών μας και των εγγονιών μας. Είμαι σίγουρος πως τη Στέλλα μού την έστειλε η μάνα μου. Άσε που ήταν μια κούκλα που είχε βγει Μις Θεσσαλονίκη. Είδα κι έπαθα για να την ψήσω (γέλια). Δεν είχε καμία σχέση με τον καλλιτεχνικό χώρο.

– Δεν κάνουν δηλαδή χωριό δυο καλλιτέχνες μεταξύ τους;
Θα μπορούσα, πράγματι, να είχα παντρευθεί κάποια συνάδελφο. Υπήρχαν καλές ηθοποιοί και πολύ ωραίες γυναίκες, που δούλεψα μαζί τους σε θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση. Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ να προχωρήσω σε γάμο. Όταν πια έγινα 42 κι ήμουν μόνος μου – η μάνα μου είχε φύγει, η θειά μου είχε φύγει και μόνο τον πατέρα μου είχα – θεώρησα ότι δεν έπρεπε να είμαι τόσο κουμπωμένος απέναντι στο γάμο. Ξέρετε γιατί; Φοβόμουν μήπως δεν ήμουν συνεπής και δημιουργούσα δυστυχισμένους ανθρώπους γύρω μου.

– Ώριμη σκέψη.
Ναι, αλλά εν πάση περιπτώσει ήρθε η Στέλλα μου και όλα πήγαν καλά μέχρι τώρα. Είμαστε 44 ολόκληρα χρόνια μαζί, σχεδόν μισό αιώνα. Μας δίνει ο Θεός, ο δημιουργός, υγεία κι αυτό είναι το πιο βασικό.

– Έχετε θρησκευτικές πεποιθήσεις;
Έχω. Πιστεύω στον Χριστό. Όλοι πλάσματα κάποιας δημιουργίας είμαστε. Τώρα, αν ο Χριστός είναι Γιος του Θεού ή κάποιος μεγάλος φιλόσοφος ή επαναστάτης ή προοδευτικός άνθρωπος, εγώ πίστεψα αυτά που είπε. Και πιο πολύ αυτό το «Ο έχων δύο χιτώνες, να δίνει τον ένα σ’ αυτόν που δεν έχει κανένα χιτώνα». Το ότι έκανε από ένα καλάθι με ψάρια να χορτάσουν τόσοι άνθρωποι, τι είναι αυτό; Μια αλληγορία δεν είναι; Απ’ την άλλη, βλέπω και ότι γίνεται με τους παπάδες και δεν…Οι παπάδες έχουν ενταχθεί στο σύστημα εξουσίας. Τους βλέπεις με κορώνες στο κεφάλι να είναι δίπλα στην εκάστοτε εξουσία και ιστορικά, με τους φασίστες. Να έχουν περιουσία και να μη βοηθάνε τον αδύναμο. Βλέπω και τα εγκλήματα της Καθολικής Εκκλησίας, θυμάμαι που στον Β’ ΠΠ ήταν σύμμαχοι με τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι. Είναι κομμάτι της εξουσίας που στόχο έχει, σαν εξουσία, να εκμεταλλεύεται τη μάζα και τον λαό.

– Ως νέο, πόσο σας επηρέασαν τα προοδευτικά κινήματα της δεκαετίας του ’60;
Το ’68 είχαμε πάει με τον Αλέκο Τζανετάκο στο Παρίσι. Λίγο μετά είδαμε το «Ζ» του Γαβρά που δεν μπορούσε να παιχτεί εδώ. Συμμετείχα στα κινήματα, αλλά χίπης δεν ήμουν (γέλια). Ήταν κι η δουλειά μου, που έπρεπε να είμαι ευπαρουσίαστος και καλοντυμένος. Οι αγώνες μου ήταν πάντα δίπλα στο λαό για σοσιαλισμό και δημοκρατία.

– Βλέπετε τις παλιές ταινίες σας; Εγώ, π.χ., έβλεπα πρόσφατα τον «Αρχιψεύταρο» και σερνόμουν απ’ τα γέλια.
(γελάει) Θα δεις πολλές δικές μου να παίζονται κάθε εβδομάδα. Εγώ πάλι θυμάμαι μια ωραία ατάκα μου στο «Ο εμίρης κι ο κακομοίρης»! Έρχεται ο Σειληνός, που έκανε τον γιο του εμίρη, με κάποιους επαναστάτες. Λέει στην αδερφή του: «Μήπως έχεις τίποτα λεφτά να μου δώσεις γιατί δεν έχουμε φάει τίποτα;» Απαντά αυτή: «Ναι, να σου δώσω», αλλά εκεί πετάγομαι εγώ και λέω: «Πολύ ωραία! Ο δημοκρατικός αγώνας γίνεται με βασιλικά έξοδα» (γέλια).

– Είναι γεγονός πως σας χαρίστηκε η ζωή, παίξατε με πολλούς μεγάλους πρωταγωνιστές.
Βουγιουκλάκη, Καρέζη, Κωνσταντάρα, Λάσκαρη, Σταυρίδη, Γκιωνάκη, Παπαγιαννόπουλο, Βέγγο, Αυλωνίτη – μ’ όλους αυτούς έπαιξα! Μου λείπουν πολύ, πάρα πολύ. Σπουδαίοι ηθοποιοί! Ξέρετε πόσο σημαντικό ήταν να παίζεις δίπλα σ’ όλα αυτά τα τεράστια ταλέντα και να συμπρωταγωνιστείτε; Και την ευθύνη που ένιωθα ταυτόχρονα.

– Τελειώσατε το Εθνικό, έτσι δεν είναι;
Με άριστα μπήκα το 1955, με άριστα βγήκα το ΄58. Είχα δασκάλους την Παξινού, τον Μινωτή, τον Κωτσόπουλο, τον Γιώργο Παππά, τον Αλέξη Σολωμό, τον Δημήτρη Χορν, τον Γρηγόρη Βαφιά κ.α. Ζητώ συγγνώμη αν ξεχνάω κάποιον. Πάντα με τη συμπαράσταση της μάνας μου, αφού μαζί πήγαμε και δώσαμε εξετάσεις.

– Σας πήγε εκείνη, εννοείτε.
Ναι, αφού ήξερα από παιδάκι, όπως σας είπα, τι ήθελα να κάνω.  Φτώχεια μεγάλη, ο πατέρας εξορία και ο θείος, έχοντας βγει στη σύνταξη, δεν μπορούσε πια να με πριμοδοτεί. Χρειαζόμουν χρήματα. Τελείωσα το νυχτερινό και συζητούσαμε με τον θείο μου για μια δουλειά που θα είχα οικονομικό μέλλον. Τη βρήκαμε, βγάζοντας ναυτικό φυλλάδιο που εκείνα τα χρόνια θα μπορούσα να πάω τρίτος καπετάνιος, εφόσον ήμουν απόφοιτος γυμνασίου. Μόλις το άκουσε αυτό η μάνα μου, απογειώθηκε! «Τι είναι αυτά, εσύ δεν ήθελες να γίνεις ηθοποιός;» γύρισε και μου είπε, αλλά της εξήγησα ότι δεν έχω λεφτά να πληρώνω τη σχολή. «Θα πας στο Εθνικό Θέατρο που είναι δωρεάν» επέμενε εκείνη. Βρήκε δυο αριστερούς φίλους του πατέρα μου, ηθοποιούς, που μου κάνανε μαθήματα όλο το καλοκαίρι. Έδωσα εξετάσεις με τρία κομμάτια: Ένα από αρχαία τραγωδία, ένα μονόλογο από Σαίξπηρ και ένα δημοτικό ποίημα, το «Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια την κόρη». Διευθυντής της σχολής ήταν ένας μεγάλος θεατράνθρωπος, ο Άγγελος Τερζάκης. Για όλα αυτά που έζησα, είμαι κάθετα αντίθετος με το ντροπιαστικό προεδρικό διάταγμα του 2022, που θα το καταργήσουμε εμείς αμέσως, γιατί προσβάλλει τους καλλιτέχνες και την πατρίδα μας. Η πατρίδα αυτή γέννησε το θέατρο με χιλιάδες θεατές. Είναι δυνατό να απαξιώνονται όλοι οι άνθρωποι που δουλεύουν σήμερα στις τέχνες και στον πολιτισμό;

– Πώς δρα τόσο αψυχολόγητα η Μενδώνη; Πραγματικά απορώ.
Είναι θέμα ιδεολογίας. Αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν καμία σχέση με τον πολιτισμό και τις τέχνες.

– Συγγνώμη, η Μενδώνη ήταν όμως στενή συνεργάτιδα του Ευάγγελου Βενιζέλου από το ΠΑΣΟΚ.
Και; Το ΠΑΣΟΚ τελείωσε μετά το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου. Οι εναπομείναντες δημιούργησαν ένα άλλο κόμμα, δικαιολογημένα το βγάλανε ΚΙΝΑΛ, αλλά τώρα επανέφεραν το όνομα ΠΑΣΟΚ. Δικαίωμά τους, αλλά συμμετείχαν στη συγκυβέρνηση με τη δεξιά. Και το 45% που έπαιρνε ο Παπανδρέου στις εκλογές, στις τελευταίες εκλογές έπεσε στο 8%. Αυτό δείχνει πως ο κόσμος τους εγκατέλειψε και οι ψήφοι του πήγαν στα προοδευτικά κόμματα. Το μεγαλύτερο ποσοστό πήγε στον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ.

– Πάμε πάλι στο Εθνικό. Ποιοι ήταν συμμαθητές σας;
Ο Νίκος Κούρκουλος, η Ελένη Καρπέτα, που μετά έγινε σύζυγος του Νίκου Ξανθόπουλου, η Ελένη Βουλισμά και η Κατερίνα Χέλμη, που πέθανε πρόσφατα. Είχαμε δώσει 316 άτομα και περάσαμε οι 12 μόνο. Μέχρι σήμερα 12 μαθητές παίρνει το Εθνικό, μόνο που δίνουν εξετάσεις γύρω στα 800 παιδιά.

– Ισχύει ότι τη θητεία σας στο σινεμά την οφείλετε στον Λάμπρο Κωνσταντάρα;
Απόλυτα! Τον γνώρισα όταν έπαιξα στο θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, η οποία με είχε πάρει απ’ άλλο θίασο. Πολλοί χρωστάνε την καριέρα τους στην Κυρία Κατερίνα. Η Βουγιουκλάκη, η Καρέζη, η Φόνσου, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, λέγε μου ονόματα που να μην έπαιξαν στο θίασό της! Πρωτόπαιξα μαζί της στη «Μαριάννα Πινέδα» του Λόρκα, αλλά δυστυχώς πέσαμε σε μια μεγάλη απεργία των εφημερίδων και δεν «πήγε» το έργο. Μετά έπαιξα ακόμη μερικά έργα μαζί της κι εκεί γνώρισα τον Κωνσταντάρα, που ναι μεν ήταν μεγαλύτερός μου ηλικιακά, αλλά ο Λάμπρος δεν είχε ηλικία στην πραγματικότητα. Δεν ήταν ποτέ μεγάλος! Κι αν ήταν δεξιός, εμένα δεν μου το έδειξε ποτέ αυτό, παρότι ήξερε από που προερχόμουν.

– Γνωστό πως πολλοί ηθοποιοί του καιρού εκείνου ήταν είτε δεξιοί, είτε φιλομοναρχικοί.
Εγώ πάλι λέω ότι στο μεγαλύτερο ποσοστό του κλάδου μας ήταν προοδευτικοί άνθρωποι.  Δεξιά, ας πούμε, ήταν η Ρένα Βλαχοπούλου, που την αγαπώ πάρα πολύ και παίξαμε τρεις – τέσσερις σαιζόν μαζί. Θίασος Βλαχοπούλου – Πάντζα στο Ακροπόλ και αλλού. Διαφωνούσαμε πολιτικά, αλλά ήρεμα. Πάντως, κατά 85% οι συνάδελφοι ήταν αριστεροί.

– Ίσως εκεί να έγκειται, ιστορικά, η απαξίωσή τους από τις δεξιές κυβερνήσεις.
Όχι, δεν είναι αυτό, αλλά αυτό που σας είπα. Δεν είχαν και δεν έχουν καμία σχέση με τις τέχνες, με τον πολιτισμό, με τις ευαισθησίες και με τον ανθρωπισμό στην τελική. Δεν την ενδιαφέρει τη δεξιά τι συμβαίνει στον πολύ κόσμο και πάντα στηρίζει μια μικρή κάστα ανθρώπων με όλο το χρήμα στα χέρια τους. Είναι τυχαίο που σήμερα όλα τα κανάλια, οι εφημερίδες και τα μεγάλα αθλητικά σωματεία ανήκουν σε εκατομμυριούχους, οι οποίοι παίζουν το παιχνίδι της δεξιάς και της ΝΔ; Κι αν είναι και αμφιβόλου ηθικής, αυτά λέγονται, ακούγονται και άλλοι δικάζονται, αθωώνονται ή όχι. Αυτά τα βρίσκει η δικαιοσύνη, όπως και πρέπει να βρει η δικαιοσύνη το τι ακριβώς έγινε μ’ αυτή τη δολοφονία στα Τέμπη. Οι έχοντες την πολιτική και την ποινική ευθύνη πρέπει άμεσα να λογοδοτήσουν και πρώτα απ’ όλα ο άμεσα υπεύθυνος, ο υπουργός Μεταφορών. Γνώριζε τι ακριβώς συνέβαινε, πολύ καλά, μόνο που στη Βουλή βγήκε κι είπε άλλα αντ’ άλλων. Πρέπει κι αυτός να απολογηθεί. Δεν ενδιαφέρονται γι’ αυτά τα πράγματα στη ΝΔ. Αν ήταν εν ζωή ο Κοκό, μπορεί να κατέβαζαν κι αυτόν υποψήφιο. Ακόμη και τον Παπαδόπουλο τον δικτάτορα. Δεν έχουν τέτοια προβλήματα στη δεξιά, μια οικογένεια είναι όλοι αυτοί, μια φάρα.

– Ποια ήταν η πρώτη ταινία που σας πρότεινε, λοιπόν, ο Κωνσταντάρας;
«Ερωτικά παιχνίδια» λεγόταν. Μου λέει: «Γιατί δεν παίζεις εσύ στον κινηματογράφο; Δεν θες να παίξεις;» Λέω: «Όχι, θέλω, αλλά νομίζετε, κύριε Κωνσταντάρα, πως μπορώ να παίξω μεγάλους ρόλους;» Εκεί μου απάντησε: «Αν μπορείς; Μπορείς και παραμπορείς»! Δεν πέρασαν είκοσι μέρες και με ειδοποιεί να πάω στον Γιώργο Θεοδοσιάδη τον σκηνοθέτη. «Θα πάρεις πέντε χιλιάρικα και θα παίξεις πρωταγωνιστής» μου είπε. «Θα κάνεις το ζευγάρι με τη Μίρκα Καλαντζοπούλου». Οι πάντες έπαιξαν σ’ αυτή την ταινία του 1960, το μισό ελληνικό θέατρο.

– Ήταν μια μεγάλη εμπειρία ο κινηματογράφος;
Τεράστια εμπειρία. Άλλο η σκηνή, άλλο ο φακός. Το θέατρο για τον ηθοποιό και ειδικά για τον κωμικό είναι απόλαυση. Πετάει το αστείο του και βλέπει από κάτω το θέατρο να σείεται από το γέλιο. Οι άνθρωποι ξεχνάνε για δύο ώρες τα προβλήματά τους, τους έχεις κερδίσει και διασκεδάζουν. Ταξιδεύουν μαζί σου. Στο σινεμά δεν υπάρχει τίποτα απ’ όλα αυτά. Υπάρχουν κάτι προβολείς, τα στάνταρ πλάνα και ο τρόπος ερμηνείας, που πρέπει να είναι πιο μαζεμένος. Είναι σαν να βλέπεις από πολύ κοντά έναν άνθρωπο, ο οποίος όμως δεν μεγεθύνει την υποκριτική του.

– Υπήρξε περίοδος που γυρίζατε τη μια ταινία μετά την άλλη.
Άσε, άσε…Πολλή κούραση. Δούλευα 16 ώρες την ημέρα. Συν τέσσερις που ήθελα για την προσωπική ζωή μου, σύνολο: 20 ώρες. Κοιμόμουν ένα τετράωρο και κυνηγούσα να κλέψω ένα τεταρτάκι στα διαλείμματα των παραστάσεων για να ρίξω έναν υπνάκο. Ήμουν και ζωηρούλης και ξενυχτούσα τα βράδια μετά το θέατρο.

– Οι φίλοι σας ποιοι ήταν;
Φίλοι μου ήταν αυτοί που μεγάλωσα μαζί τους, απ’ τη γειτονιά μου κι απ’ το Παγκράτι. Δεν είχαν καμία σχέση με το επάγγελμα. Οι περισσότεροι έφυγαν πια. Και με αρκετούς απ’ τον καλλιτεχνικό χώρο έκανα παρέα αλλά όταν τύχαινε να παίζουμε μαζί. Δεν ήταν ποτέ, όμως, οι σταθεροί φίλοι μου.

– Τον ίδιο καιρό πώς βλέπατε τις ταινίες του Κακογιάννη και του Κούνδουρου;
Ωραίες ταινίες, αλλά το σινεμά είναι ένα: Υπάρχει ωστόσο το σινεμά που έχει μια πιο έντονη πινελιά τέχνης και κουλτούρας και υπάρχει και το σινεμά για να διασκεδάζει ο κόσμος. Θεωρώ ότι όλες οι ταινίες που κάναμε τότε είχαν πολύ ωραίους σκηνοθέτες, οπερατέρ, σκηνογράφους, σεναριογράφους και φυσικά, ηθοποιούς συναδέλφους. Ότι καλύτερο έβγαλε η φυλή μας τα τελευταία 70 χρόνια πέρασαν από το θέατρο και τον κινηματογράφο της εποχής μου.

– Πάντως, ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πει πως τον καιρό του Φίνου μόνο με τους τεχνικούς των ταινιών μπορούσες να κάνεις ενδιαφέρουσες κουβέντες.
(χαμογελάει) Με τον Χατζιδάκι συνεργαστήκαμε στο θέατρο. Το ’63 στο «Καίσαρ και Κλεοπάτρα» με την Αλίκη. Εγγονόπουλος σκηνικά, Χατζιδάκις μουσική. Έπαιζα τον Απολλόδωρο, θυμάμαι, και ο Χατζιδάκις μου είχε γράψει ένα είδος τουίστ την ώρα που κατέβαζα κάτι τελάρα και έπεφτε κάτω το θέατρο. Δυστυχώς το έργο δεν «πήγε», λόγω μελαχρινής Αλίκης, κι έτσι ανεβάσαμε στη συνέχεια τα «Χτυποκάρδια στο θρανίο». Στο σινεμά το δικό μου ρόλο τον έπαιξε ο καλός συνάδελφος, που έφυγε κι αυτός, Δημήτρης Παπαμιχαήλ.

– Η Βουγιουκλάκη δεν είναι ένα κομβικό πρόσωπο στη ζωή σας;
Τεράστιο πρόσωπο και της οφείλω πολλά. Όπως οφείλω και στον Κωνσταντάρα. Η Αλίκη με πήρε πρωταγωνιστή, παρτενέρ της στο θέατρο και παίξαμε τρία χρόνια μαζί. Μεγάλες επιτυχίες κάναμε μαζί. Όπως και μια τεράστια περιοδεία σ όλη την Ελλάδα και στην Κωνσταντινούπολη. Θυμάμαι πως πηγαίναμε όλοι μαζί με το καράβι. Εγώ θα ήμουν πρωταγωνιστής στο θέατρο και ο Παπαμιχαήλ στην ταινία «Χτυποκάρδια στο θρανίο», την τουρκική βερσιόν. Το γιατί δεν έπαιξα στην ταινία, είναι μια μεγάλη ιστορία που δεν ξέρω αν θέλω να την πω. Δεν έφταιγε απόλυτα η Αλίκη, αλλά μπορεί και να έφταιγε….Μην τα ψάχνεις, την αγαπώ πολύ και τη σκέφτομαι συχνά. Η Αλίκη και ο κινηματογραφικός φακός είχαν μια καθαρά ερωτική σχέση. Αν τη βλέπατε πως έπαιζε μπροστά στην κάμερα! Την αγαπούσε εξίσου η κάμερα και είχε πάθος μαζί της. Και αυτή το ίδιο με την κάμερα. Θεωρώ ότι σ’ αυτά που έπαιζε η Αλίκη ήταν η καλύτερη απ’ όλους. Η Καρέζη, πάλι, ήταν άλλη περίπτωση και είχαμε κάνει μαζί μια τεράστια επιτυχία, το «Μαίρη – Μαίρη». Πέντε άτομα παίζαμε όλοι κι όλοι με το θέατρο Χατζηχρήστου να είναι πίτα απ’ τον κόσμο κάθε μέρα, διπλή παράσταση, απογευματινή και βραδινή. Και μιλάμε για μεγάλο θέατρο, που έπαιρνε πάνω από 600 άτομα. Η Καρέζη, που τότε ήταν με τον Ζάχο Χατζηφωτίου, είχε βγάλει πολλά χρήματα γιατί ήταν και δική της επιχείρηση.

– Πάντως, απ’ τον Καζάκο και μετά, η Καρέζη καλλιέργησε το αριστερό προφίλ της.
Ναι, άλλαξε ρεπερτόριο, αλλά, κοιτάξτε, ήταν και λεβέντισσα η μακαρίτισσα. Αντράκι με προσωπικότητα!

– Η Αλίκη δεν ήταν αντράκι;
Ήταν και η Αλίκη, αλλά άλλο στυλ. Ήταν πιο σφιχτός χαρακτήρας η Τζένη. Καλλιτεχνικό ζευγάρι υπήρξα και με την Ελένη Προκοπίου, ήμασταν πολύ καλοί φίλοι. Ποιον να αφήσουμε απ’ έξω; Τον Σωτήρη Μουστάκα; Μέγας ηθοποιός! Στον «Αρχιψεύταρο», που σας αρέσει, γυρίζαμε μια σκηνή μέσα σ’ ένα μπαράκι. Έκανε πολύ ψιλή τη φωνή του και γυρνάω και του λέω: «Σωτήρη, μ’ αυτή την ψιλή νότα που πιάνεις, θα κάνεις μεγάλη καριέρα»! Τον θεωρούσα πολύ μεγάλο κωμικό και ό,τι του είπα, έγινε.

– Σωστό, αφού ο Μουστάκας πρωτοβγήκε στο σινεμά το ΄65 με τον «Ζορμπά» του Κακογιάννη.
Ακριβώς, αλλά έκτοτε κάναμε πολλές δουλειές μαζί σε σενάρια του Γιώργου Λαζαρίδη, ο οποίος ήταν άλλη μεγάλη προσωπικότητα.

– Πώς σας «έπιασε» το πέρασμα από το εμπορικό σινεμά του Φίνου στον ΝΕΚ του Αγγελόπουλου και του Βούλγαρη;
Το σινεμά ήταν και είναι ένα, όπως είπα. Αυτοί έφτιαχναν ένα είδος συγκεκριμένης τέχνης με ένα δικό τους όραμα και συγκεκριμένο τάιμινγκ.

– Κι όχι μόνο αυτό, αλλά αυτοί οι δημιουργοί ήταν πιο κοντά και στο δικό σας σοσιαλιστικό όραμα.
Ναι, σαφώς κι έκαναν σπουδαίες δουλειές. Του Αγγελόπουλου έχω δει δυο – τρεις ταινίες. Στην πρώτη, θυμάμαι, μέτρησα ένα μονοπλάνο γύρω στα τέσσερα λεπτά. Εκεί κάπου προβληματίστηκα, είπα «για κάτσε λίγο, ταινίες κάνω κι εγώ, άνθρωπος του κινηματογράφου είμαι». Κι όμως, βλέποντας την ταινία στο σύνολο της και καταλαβαίνοντας το πνεύμα του Αγγελόπουλου, συνειδητοποίησα ότι κανένα πλάνο δεν ήταν τυχαίο, απλά για να γεμίσει την ταινία. Αν το δεις συνολικά μες την ταινία, θα καταλάβεις τι εστί Αγγελόπουλος.

– Η τηλεόραση σας εξέφρασε στη συνέχεια;
Έκανα κι εκεί πολλές δουλειές. Πήγαινα, θυμάμαι, στις εκπομπές του Φρέντυ Γερμανού, που ήταν και φίλος μου.

– Ας ξαναπάμε στον πατέρα σας. Όντας ποιητής, είχε σχέση με τους άλλους ποιητές τους γνωστούς ως «ποιητές της ήττας»;
Δεν το θυμάμαι πολύ καλά αυτό, αλλά με τον Ρίτσο ξέρω ότι κάνανε μαζί εξορία. Δεν είχε πολλές επαφές με το ποιητικό συνάφι και δεν προλάβαινε κιόλας. Αισθανόταν, βέβαια, μέρος του λεγόμενου ποιητικού κυκλώματος. Έχει γράψει κι ένα ποίημα για μένα, που λεγόταν «Στη γιορτή σου» (σ.σ. το απαγγέλλει και δακρύζει. Το ποίημα κατέληγε ως εξής: «Λείπω, μα δεν θα μετανιώσεις. Ετοιμάζω τη μεγάλη τη γιορτή σου») Εννοούσε τη γιορτή της νίκης του σοσιαλισμού.

– Να που οι άνθρωποι, παρόλες τις κακοτοπιές, δεν έχαναν την πίστη και την ελπίδα τους.
Και σήμερα υπάρχουν αγωνιστές, ιδεολόγοι, αγωνιζόμενοι σε σαφώς καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και προοπτικής. Είναι μεγάλη διαφορά αυτή. Η Έλενα Ακρίτα, ας πούμε, είναι σπουδαίος άνθρωπος. Τη διαβάζω και την παρακολουθώ στα social media. Κι αν είναι μια πλούσια κυρία, δεν τα πήρε από πουθενά τα χρήματα. Δεν τα στέρησε από άλλους. Από τη δουλειά της τα έβγαλε και από το οικογενειακό background της, προερχόμενη από μια σημαντική πολιτική οικογένεια. Εγώ μπορεί να μην είχα δεύτερο παντελόνι να βάλω, αλλά θα μπορούσε να μου είχε τύχει το αντίθετο. Να μη δανειζόμουν δηλαδή κοστούμι από φίλο μου για να φωτογραφιζόμουν για το Εθνικό Θέατρο. Κουράστηκα από τη δουλειά μου, αλλά κι εγώ έβγαλα χρήματα. Τα διαχειρίστηκα βάσει της οικογένειας και των παιδιών μου, των αναγκών μας. Αυτό το σπίτι που βλέπετε, είναι το μοναδικό περιουσιακό μου στοιχείο.

– Έχετε κατακτήσει τη γαλήνη, κύριε Πάντζα;
Ναι, έχω γαλήνη μέσα μου, αλλά όχι σε slow motion. Την έχω στους ρυθμούς και στις ώρες που θέλω εγώ. Αν την είχα σε μόνιμη βάση, δεν θα μπορούσα να λειτουργήσω, ούτε τότε σαν ηθοποιός, μα ούτε και τώρα ασκούμενος με την ιδεολογική μου μάχη. Η ηρεμία θέλει και speed. Και μη σας περάσει από το μυαλό ότι πολιτεύομαι, δεν είμαι επαγγελματίας πολιτικός. Εγώ είμαι ηθοποιός, καλλιτέχνης, που αγωνίζομαι γι’ αυτό που πιστεύω.

– Η τέχνη από μόνη της είναι πολιτική;
Βεβαίως! Μπαίνοντας ο θεατής στο θέατρο για να δει μια παράσταση, ξέρει πέντε πράγματα. Βγαίνοντας, όμως, θα ξέρει δέκα ή δώδεκα πράγματα που αγνοούσε και σ’ αυτό τον βοήθησε το κείμενο και η ερμηνεία των συναδέλφων μου. Άνοιξε το μυαλό του, έμαθε κάτι επιπλέον που δεν το ήξερε. Γι’ αυτό και το θέατρο είναι μεγάλο πανεπιστήμιο και γι’ αυτό και το προεδρικό διάταγμα 85 του 2022 είναι κατάπτυστο και οφείλουμε να το καταργήσουμε αμέσως.

Φωτ.: Αγγελική Παπαϊωάννου

– Πόσο αισιόδοξος είστε ως προς το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών;
Πιστεύω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα βγει πρώτο κόμμα με μια – μιάμιση μονάδα μπροστά από τη ΝΔ. Κι από την πρώτη Κυριακή με απλό αναλογικό σύστημα. Την απλή αναλογική τη ζητούσαν εδώ και χρόνια όλες οι προοδευτικές δυνάμεις. Για πρώτη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ το υιοθέτησε για μια Κυριακή και πιστεύω ότι δεν θα χρειαστεί να πάμε σε δεύτερη αναμέτρηση. Όλες οι προοδευτικές δυνάμεις – άσε τι λένε προεκλογικά – θα αντιμετωπίσουν την υποχρέωση που έχουν απέναντι στον λαό μας. Δεν γεννηθήκαμε κι αγωνιστήκαμε για να φτιάξουμε ένα κόμμα, αλλά για να ζήσουν όλοι οι άνθρωποι καλύτερα. Με αξιοπρέπεια!

– Και από που θα έρθει αυτή η σύμπνοια των προοδευτικών δυνάμεων;
Από το εκλογικό αποτέλεσμα. Θα είναι καθοριστικό. Όποιος δεν συντρέξει σε μια προοδευτική αριστερή συμμαχία, σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, θα δει τεράστια απώλεια των ποσοστών του στις επαναληπτικές εκλογές.

– Ο Μητσοτάκης είπε ότι με το να θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να κατέβει στις εκλογές ο Κασιδιάρης, στην ουσία πριμοδοτεί την ακροδεξιά.
Ακούστε, το Μητσοτακαίικο είναι ένα σόι που δεν έχει δουλέψει ποτέ κανείς στη ζωή του και δεν ξέρουν τι έχουν. Όλα τα βρήκαν απ’ τον πατέρα τους, τον γνωστό Αποστάτη ή Εφιάλτη, επικεφαλής των 45 που αποστάτησαν και πληρώθηκαν αδρά από τους Αμερικάνους. Τα λένε όλες οι εφημερίδες, μέχρι και μέσα στη Βουλή γινόταν η συναλλαγή. Τώρα τελευταία ο Κυριάκος αποκάλεσε τερατογένεση την αριστερή προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας, που θα προκύψει μετά τις εκλογές. Ο λαός ρωτάει εν προκειμένω: «Μα, ποιος είναι το τέρας; Ο Μητσοτάκης ή αυτά που λέει ο απόγονός του;» Όντας βουλευτής για εφτά χρόνια με τον ΣΥΡΙΖΑ, το μεγαλύτερο γέλιο που έχω ρίξει στη ζωή μου, ήταν όταν βγήκε ο Κούλης στη Βουλή των Ελλήνων κι είπε ότι ήταν εξόριστος μαζί με τον πατέρα του. Το γέλιο της αρκούδας έπεσε! Κλαίγοντας απ’ τα γέλια, του φώναζα από κάτω: «Σύντροφε Κυριάκο, σύντροφε αγωνιστή»! Καταλαβαίνετε τώρα! Ν’ ακούς τον Κούλη τον Μητσοτάκη να λέει πως ήταν εξορία στο Παρίσι. Ναι, ναι, τον θυμάμαι εγώ που πήγα στο Παρίσι το ΄68 και το ΄69 να έχουν στήσει οικογενειακώς ένα αντίσκηνο στο δασάκι δίπλα από τον Πύργο του Άιφελ και να κρατάνε μια ταμπέλα: «Είμαστε πολιτικοί πρόσφυγες, μας έδιωξε η χούντα. Βοηθήστε, δώστε κάτι»! Όλοι, ο μπαμπάς, η μαμά, η κόρη και ο γιος στο καροτσάκι. Ήθελαν να έδινε ο λαός γιατί δεν είχαν στον ήλιο μοίρα οι κακόμοιροι.

– Αναρωτιέμαι αν έχετε συνομιλήσει ποτέ με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Τι να μιλήσω με τον Κούλη; Να χάσω τα λόγια μου; Δεν θα ήθελα! Μια φορά που τον είδα να έρχεται προς το μέρος μου, έκανα μια στροφή αριστερά το κεφάλι μου. Ούτε να τον κοιτάξω δεν ήθελα! Διότι ξέρω την ιστορία, ξέρω τι ήταν το Μητσοτακαίικο. Πιστεύω ότι είναι το χειρότερο σόι στην πολιτική ιστορία της πατρίδας μας.

– Ποια ήταν η τελευταία φορά που ασκήσατε την τέχνη της υποκριτικής;
Το 2007. Με δικό μου θίασο, έκανα μια περιοδεία σ’ όλη την Ελλάδα, αν και ήμουν ενεργά αναμεμιγμένος με την πολιτική. Ήμουν και υποψήφιος δήμαρχος το ’86 με το ΠΑΣΟΚ στην Καισαριανή, όπως και υποψήφιος νομάρχης με τη ΝΑΣ λίγο αργότερα.

– Ποιος ο λόγος που αποσυρθήκατε από την ηθοποιία;
Είχα παίξει πια πενήντα χρόνια και βάλε. Δεν κουράστηκα, αλλά ήθελα να κλείσει αυτός ο κύκλος. Ήθελα το πολιτικό όραμα να πάρει μια συγκεκριμένη μορφή που είδα με τον Ανδρέα Παπανδρέου και ξανάδα με τον Αλέξη Τσίπρα. Προσπαθώ να το ξαναδώ με τον Τσίπρα και πάλι!

– Τέλος πάντων, εγώ σας βλέπω κοτσονάτο…
(με διακόπτει) Α, δεν σου είπα! Με παρουσιάζουν ότι είμαι ετοιμοθάνατος. Κι αν είμαι μεγάλος σε ηλικία, έχω να πω το εξής: Οι αγώνες στην Αριστερά δεν έχουν ηλικίες, είναι σημαίες. Λοιπόν, όποιος λέει τέτοια πράγματα, να είναι πιο προσεκτικός στο τι λέει.

– Κι αν έρθει ένας νέος σκηνοθέτης και σας πει: «Κύριε Πάντζα, σας γουστάρω και θέλω να κάνετε ένα ρόλο».
Όχι ρόλο! Εγώ αγωνίστηκα πολύ στη ζωή μου για να γίνω πρωταγωνιστής και δεν προτίθεμαι στη φάση που είμαι να παίξω δεύτερους ρόλους. Έπειτα εξαρτάται από το τι θα μου προτείνει, τι θα είναι αυτό. Επαγγελματίας ηθοποιός ήμουν κι έκανα καλές, μέτριες και πιο αδιάφορες ταινίες – ζούσα απ’ αυτή τη δουλειά. Σήμερα, αν θα έκανα κάτι και δεν λέω κύκνειο άσμα, γιατί προτίθεμαι να ζήσω πολλά χρόνια ακόμη, θα ήθελα να είναι κάτι ωραίο, καλό.

– Τι ρόλο έπαιξε το χιούμορ στη ζωή σας;
Μοναδικό, πάντα στις παρέες μου άρεσε το χιούμορ και το καλαμπούρι. Μόνο στο γήπεδο καυγάδιζα κι αυτό λόγω της Μικρασιάτισσας μάνας μου, που ήταν ΑΕΚ. Η ΑΕΚ είναι η ομάδα της προσφυγιάς και των χαμένων πατρίδων, αυτά πρεσβεύει κι όχι μόνο η ΑΕΚ, αλλά και ο ΠΑΟΚ. Η μάνα μου ήταν πρόσφυγας, γι’ αυτό και έγινα ΑΕΚ κι εγώ. Μπορεί να λογοφέρναμε με άλλους στις κερκίδες, αλλά όχι αυτά που γίνονται σήμερα. Ε, καμιά φορά στις χίλιες, έπεφτε και καμιά ψιλή, τι να κάναμε; (γέλια) Δεν χάλασε κι ο κόσμος!

– Αποτυπώθηκε ποτέ η φωνή σας σε δίσκο;
Εμένα μου άρεσε φυσικά η ελληνική μουσική, αλλά η μεγάλη μου αγάπη ήταν η τζαζ. Ο Φρανκ Σινάτρα ήταν η αδυναμία μου. Δίσκο δεν έκανα, αλλά σε μια βιντεοταινία απέδωσα στα ελληνικά τρία – τέσσερα τζαζ στάνταρ. Όταν πήγαινα στα κλαμπ, ανέβαινα πάνω στην ορχήστρα και τραγουδούσα. Με γνώριζαν οι μουσικοί, με καλούσαν να πω μερικά τραγούδια και χάλαγε ο κόσμος. Πήγαινα συχνά και στα μπουζούκια, αφού αγάπησα το λαϊκό τραγούδι μέσα από τον κινηματογράφο. Μια φωνή που θεωρούσα σπουδαία ήταν η Τζένη Βάνου. Θυμάμαι και τη Νάνα Μούσχουρη που κάναμε παρέα στο Παγκράτι από παιδιά και μου τραγουδούσε τζαζίστικα τραγούδια. Ωραία χρόνια.

– Και πιο ωραίο που οι μνήμες από την καλλιτεχνική ζωή συμβαδίζουν μ’ αυτές από την πολιτική.
Είναι σφιχταγκαλιασμένες αυτές οι δύο μνήμες. Αγώνες για θέατρο και κινηματογράφο μαζί με αγώνες για την ιδεολογία. Και η διασκέδαση μέσα, εφόσον η ζωή μου ήταν μια μείξη αυτών των πραγμάτων. Πήγαιναν χέρι – χέρι, όχι με τον Καρατζαφέρη βέβαια (γέλια).

– Πόσο σας άλλαξε η πατρότητα;
Είχα αντιμετωπίσει κι άλλες εγκυμοσύνες γυναικών που ήμουν μαζί τους στο παρελθόν. Είναι άλλο, όμως, να φέρνεις στον κόσμο ένα παιδί με τον άνθρωπο σου, να γεννηθεί και να το πιάνεις στα χέρια σου. Να νιώθεις τη ζεστασιά, το κλάμα, την ανάσα του.

– Λοιπόν, για να κλείνουμε, ας υποθέσουμε ότι σήμερα είναι 22 Μαΐου του 2023 και ο ΣΥΡΙΖΑ πράγματι έχει προπορευθεί με αυτή τη μιάμιση μονάδα μπροστά, που είπατε. Εσείς, ως Γιώργος Πάντζας, τι θα κάνατε;
(σ.σ. φωνάζει τη σύζυγο του να του φέρει ένα από τα προεκλογικά προσπέκτους του). Αυτό είναι το φυλλάδιό μου κι εκεί μέσα θα βρείτε αυτό που με ρωτάτε. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ότι θελήσετε.

– Σας ευχαριστώ πολύ γι’ αυτή τη συζήτηση.
Εγώ σας ευχαριστώ και πραγματικά, απόλαυσα αυτό το πισωγύρισμα στο χρόνο περί τέχνης και πολιτικής.