Η εμφάνιση του ελληνικού πανκ ως αναγνωρισμένης πολιτιστικής μορφής και μουσικού είδους δυστυχώς δεν συνδέεται με την κυκλοφορία ενός σημαδιακού δίσκου, αντιθέτως το πανκ στην Ελλάδα έσκασε κυριολεκτικά ως νεανική κουλτούρα, και όχι ως τρόπος καλλιτεχνικής έκφρασης. Ωστόσο, τα κύρια μέσα έκφρασης του ελληνικού πανκ ήταν το στυλ, η μουσική που έφτανε αρχικά σε λίγα δισκάδικα ως “δίσκοι εισαγωγής” και μια ραδιοφωνική εκπομπή, αυτή του Γιάννη Πετρίδη, που μέσα σε όλα έπαιζε και κάποια άγνωστα ονόματα, τα οποία σιγά σιγά, αυτοί οι λίγο διαφορετικοί και περίεργοι πάνκηδες, τα αγκάλιαζαν όλο και περισσότερο. Οι κύριοι οπαδοί του ήταν στην εφηβεία τους και στα τέλη της δεκαετίας του ’70, αυτά τα λιγοστά παιδιά μπορούσαν μέσω του ντυσίματος και των ιδεών τους να ασκήσουν κριτική στις προηγούμενες μορφές οποιασδήποτε δημοφιλούς νεανικής (ή μη) κουλτούρας, αλλά και στην ίδια πολιτιστική βιομηχανία της οποίας αποτελούσαν ένα ξεχωριστό κομμάτι. Και να διαμορφώσουν, εν τέλει, μια αλλιώτικη παρέα η οποία απέδειξε ότι άντεχε το bullying μιας κοινωνίας που τους έβλεπε σαν καταραμένες καρικατούρες.
Εκείνο το ζεστό καλοκαίρι του ’79 θυμάμαι πώς μπήκα κι εγώ σ’ εκείνη την μικρή παρέα εξί-εφτά νέων που έδινε κάθε απόγευμα ραντεβού στην Πλάκα. Θυμάμαι τον Νικολάκη που δούλευε στο Remember, τον Στέφανο, τον Νίκο, τον Ζανή, και τον Φρανκ. Με τους οποίους ζήσαμε πολλά αξέχαστα βράδια, αλλά μετά, με τα χρόνια χαθήκαμε. Ειδικά τον τελευταίο, όμως, δεν θα μπορούσα να τον ξεχάσω ποτέ, όχι μόνο επειδή ήταν ο πιο ψηλός απ’ όλους, αλλά γιατί κάποτε μου είχε πει μια φοβερή ατάκα, την οποία κρατώ ακόμα μέσα μου και δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Τότε, πριν ακόμη η Αρετούσα αρχίσει να φιλοξενεί τις πανκ βραδιές της (όπου μετά το ‘80 φιλοξενούσε όλο και περισσότερες πανκ βραδιές και λίγο αργότερα συναυλίες με μπάντες όπως οι Stress και οι Άουσβιτς) αυτοί οι λίγοι νέοι έβρισκαν καταφύγιο στο παλιό Mad της Πλάκας. Κάθε βράδυ έπαιζε εκεί μουσική ο Κώστας Κωνσταντίνου, ή ο Mod, όπως τον φωνάζαμε, επειδή φορούσε συνέχεια κοστούμι και γραβάτα. Και κάθε βράδυ, από τα τέλη της δεκαετίας μέχρι τα πρώτα χρόνια των 80s, η παρέα γινόταν όλο και πιο μεγάλη.
Κάποια στιγμή τα ίχνη αυτών των παιδιών χάθηκαν, άλλοι έφτιαξαν μπάντες, άλλοι έκαναν πάρτυ, άλλοι έγιναν κιθαρίστες, άλλοι έγιναν ντράμερ, άλλοι έπαιζαν ηλεκτρονική μουσική, άλλοι έπιασαν δουλειές σε τράπεζες, άλλοι έφυγαν νωρίς από τα ναρκωτικά. Ωστόσο, κάποιοι, πολύ πιστά, διατήρησαν εκείνη την αρχική πανκ φλόγα αναμένη, και σε δύσκολα και σε εύκολα χρόνια. Με αγώνες και θυσίες. Με χαρές και συναυλίες. Με επαναστατικά και ξεσηκωτικά ρεφρέν. Ο Φρανκ, η φωνή των Panx Romana, είναι ένας από τους κύριους πρωταγωνιστές της ελληνικής πανκ κουλτούρας, ο οποίους μέχρι σήμερα διατηρεί και μια ιστορική μπάντα ενωμένη, αλλά συνάμα περιεργάζεται και εξερευνά νέα μουσικά μονοπάτια με τους Σαλταδόρους, γιατί ενώ ξέρει ότι πολλά έχουν γραφτεί εκεί πίσω στον παλιό χρόνο, αυτό που έχει αξία και σημασία είναι η πάλη για να αλλάξει το σήμερα. Με αφορμή τη συναυλία υποστήριξης που διοργανώνεται αυτήν την Παρασκευή 24/2 στο ARCH, όπου όλα τα έσοδα θα διατεθούν για την κάλυψη ιατρικών εξόδων και υγειονομικών δαπανών αποκατάστασης ενός εξάχρονου παιδιού, βρεθήκαμε και μιλήσαμε με τον Φρανκ, για εκείνα τα χρόνια, και όλα όσα προλάβαμε σε ένα κυριακάτικο απόγευμα στην πλατεία…
– Γιατί άργησε να πάρει φωτιά το πανκ στην Ελλάδα; Ο πρώτος αμιγώς δίσκος ελληνικού πανκ βγήκε το 1983…
Ενώ υπήρξαν νέοι άνθρωποι που το αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή της έκρηξης στην Αγγλία, παράλληλα και εδώ στην Ελλάδα, δεν υπήρξε κανένας που θα μπορούσε να βοηθήσει μουσικά τα μέλη της πρώτης παρέας των 15-16χρονων τότε πανκ ώστε να μπορέσουν να εκφράσουν τη φωτιά που είχαν μέσα τους, μέσω της μουσικής. Δηλαδή, έχω στα χέρια μου ένα δείγμα από μια προσπάθεια να φτιάξουμε μπάντα και στο τραγούδι αυτό, αναφέρεται στους στίχους ο Γεώργιος Ράλλης. Τότε ήταν υπουργός παιδείας από το 1976 έως τα μέσα του 1977 και εμείς γράφουμε ένα τραγούδι για το σχολείο. Για τους καθηγητές συγκεκριμένα. Επειδή με το παρουσιαστικό που είχαμε τότε μας απέβαλλαν μέχρι που χάσαμε δύο τάξεις. Κάναμε, λοιπόν, μια προσπάθεια να φτιάξουμε μια μπάντα, αλλά φαντάσου αντί για όργανα, μια απλή κιθάρα που έπαιζα χωρίς να ξέρω να παίζω, και κάτι καπάκια από κατσαρόλες και βαρέλια, και απλά κάναμε θόρυβο και λέγαμε τους στίχους που έγραφα τότε. Αυτή είναι μια απόδειξη ότι το πανκ αγκαλιάστηκε άμεσα από απλά παιδιά του δρόμου.
– Από τους νέους και πιο παθιασμένους…
Ναι, εννοείται. Τα φρικιά της εποχής, οι ροκάδες, δεν το αποδέχτηκαν. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο, κάτι πολύ έξω από τα νερά τους. Πολύ αργότερα, λοιπόν, κατάφεραν να έρθουν πιο κοντά και να ορίσουν έτσι και κάποιο είδος επικοινωνίας με τις πανκ μπάντες. Βέβαια, εμείς πηγαίναμε στις συναυλίες από μπάντες σαν τη Σπυριδούλα και τον Σιδηρόπουλο, τον Άσημο, τους Αγάπανθος και ένα σωρό μπάντες στο Tiffany’s, στη Λήδρα και σε κάθε ροκάδικο της Πλάκας. Πηγαίναμε, γιατί δεν υπήρχε κάτι άλλο και γουστάραμε, εννοείται. Αλλά δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε ουσιαστικά. Γι΄αυτό υπήρχε κι ένα κυνήγι τότε, το ξέρεις κι εσύ πολύ καλά, ανάμεσα στα φρικιά και τους πανκ…
– Αυτό είναι ένα δογματικό καπρίτσιο εκείνης της εποχής. Οι εταιρείες δεν ήταν καθόλου τολμηρές να βγάλουν κάτι ελληνικό. Για παράδειγμα η Enigma Records ιδρύθηκε από δύο παιδιά που πίστεψαν σε αυτήν την νέα μουσική και έβγαλαν εμβληματικά για την εποχή άλμπουμ.
Ο Σπύρος Περιστέρης και η Πουπέτα Λάππα, στήριξαν τις πρώτες αμειγώς πανκ μπάντες έμπρακτα με πολλές πανκ κυκλοφορίες με πιο γνωστή την θρυλική Διατάραξη Κοινής Ησυχίας. Ο Σπύρος είχε πολλές γνώσεις και μουσική παιδεία, ήταν και εγγονός του Σπύρου Περιστέρη, του ρεμπέτη. Το ‘χε.
– To πρώτο άλμπουμ των T.V.C. που βγήκε το 1982 δεν το λες καθαρό πανκ, περισσότερο προς το new wave έγερνε, γι’ αυτό λέω ότι οι πρώτες καθαρά πανκ κυκλοφορίες βγήκαν το ’83 από την Enigma.
Ναι, και τον Ιανουάριο του ’83 ήρθε η πρώτη πανκ μπάντα από το εξωτερικό, οι Infa Riot. Την συναυλία άνοιξαν οι T.V.C., στους οποίους έπαιζε ο Δημήτρης (σσ, Δημητράκας), ο ντράμερ των Panx Romana. Τι να πρωτοπείς για αυτή τη συναυλία. Μας έχουν μείνει ανεξίτηλες αναμνήσεις. Εμείς τότε θεωρούσαμε ότι το «φτύσιμο» ήταν μέρος ενός τελετουργικού που σε έφερνε πιο κοντά στην μπάντα, γινόσουν ένα με την μπάντα, κι εμείς το είχαμε για ένα διάστημα, παιδιά του δρόμου ήμασταν και μπορεί να ακούγεται τρελό και ακραίο αλλά αυτό μας έδενε. Ειδικά στην συναυλία στον Πανελλήνιο με Infa Riot, T.V.C. και F.M.Q., το lightshow που είχανε φέρει και το διαφήμιζαν αν θυμάσαι και στην αφίσα, μαζί με τις ροχάλες ήταν κάτι μοναδικό. (γέλια).
– Εντάξει, δεν πρέπει να ξεχάσουμε και τη βροχή στον συγχωρεμένο τον Ian Dury. O οποίος μέχρι τελικής πτώσης λουζόταν από ροχάλες, κρατούσε συνέχεια μια πετσέτα για να σκουπίζεται, και παρόλα τα νεύρα, παρέδωσε ένα εξαιρετικό λάιβ.
Στον Dury, όχι τόσο πολύ, όσο στους Boomtown Rats. O Bob Geldof, ο τραγουδιστής, τότε είχε σταματήσει τη συναυλία και γύρισε και μας είπε: «Παιδιά, ξέρετε; Πέρασε το πάνκ!». Και τι ήταν να το πει αυτό! Βροχή ακόμα περισσότερο. Θυμάμαι εκείνο το βράδυ ήταν ο Δημήτρης ο Δημητράκας στη συναυλία και μου λέει «με κάνατε εσύ και η παρέα σου να κλάψω». Για το πώς φερθήκατε στους Boomtown Rats. Που τους αγαπάμε, και τους αγαπάω ακόμα και τώρα.
– Άρα, αυτό αν μη τι άλλο δείχνει ότι όντως υπήρχε μια καθυστέρηση, αλλά και μια δίψα ταυτόχρονη να ζήσουμε ανάλογες εποχές με την Αγγλία. Γενικά εκείνη η εποχή, και το πανκ, επειδή είσαι από τους πιο παλιούς στη φάση, θα έλεγες ότι ήταν ένα καλό σχολείο για εσένα; Πώς σε διαμόρφωσε;
Κοίτα, όταν έχεις μεγαλώσει στην περίοδο της χούντας ήδη κουβαλάς πολλά απωθημένα που κάπου θα ξεσπάσουν. Και επειδή όλα τα παιδιά της πρώτης παρέας, αυτή του ’76, του ΄77, ήταν αυτής της γενιάς, και όλοι κουβαλούσαν σκοτάδια μέσα τους και δύσκολες καταστάσεις, αυτό ήταν που μας ώθησε στο πανκ. Δηλαδή ήταν ένα φως στη σκοτεινιά μας, στα αδιέξοδά μας, που μας ένωσε και μας έδωσε έναν τρόπο να εκφραστούμε. Προερχόμασταν όλοι από πολύ φτωχές οικογένειες δίχως δεύτερο ζευγάρι παπούτσια. Δίχως πικαπ, κάποιο μουσικό όργανο ή την δυνατότητα να κάνουμε κάποια μαθήματα… Οπότε, όλοι είχαμε στο μυαλό μας μια μπάντα, γιατί έτσι φανταζόμασταν ότι θα μπορούσαμε να αλλάξουμε τον κόσμο που μας ενοχλούσε και του πηγαίναμε κόντρα. Όλοι είχαμε το όνειρο μιας μπάντας με όνομα στο μυαλό μας. Αν ρώταγες τον Νικολάκη θα σου έλεγε, την λένε «Χάος», αν ρώταγες εμένα θα σου έλεγα «Παραμάνα Μπάντ» και φυσικά δεν υπήρχε καμία μπάντα. Πέρα από τις τρέλες αυτές που ανέφερα προηγουμένως που κάναμε με τα αυτοσχέδια όργανα, δεν υπήρχε τίποτα άλλο στην παρέα των πανκ. Μετά μπήκαν στην παρέα κάποια παιδιά σαν τον Αυστραλό, που ήταν μουσικός, αλλά κι αυτός λίγο αργότερα πήρε μονοπάτια πιο ηλεκτρονικά, οπότε δεν μπόρεσε να εκφραστεί το πανκ από μέσα του. Βέβαια ξεκίνησαν αν δεν κάνω λάθος το ’78 οι Παρθενογένεσις, το ’80 οι Magic De Spell, οι Stress που μέλος τους ήμουν και εγώ και κάναμε το πρώτο πανκ ελληνόφωνο αντιεξουσιαστικό τραγούδι. Μετά ακολούθησε και όλη η γενιά της Διατάραξης Κοινής Ησυχίας.
– Να πούμε εδώ ότι ο Γιώργος, ο Αυστραλός όπως τον φωνάζαμε τότε, δημιούργησε με τον Billy Knight (Βασίλης Παλαιοκώστας από τους Παρθενογένεσις) τους Statues in Motion, που το ’83 έβγαλαν το ομώνυμο άλμπουμ τους.
Ναι, μια καταπληκτική μπάντα.
– Ας κάνουμε ένα ξαφνικό fast-forward από εκείνη την εποχή στο σήμερα. Μιας και ανέφερες την καταπίεση της χούντας, η εποχή σήμερα είναι γόνιμη για ανάλογες εκρήξεις;
Αν δεν είναι γόνιμη αυτή η εποχή για κάποια έκρηξη, τότε ποια είναι; Γιατί απ’ όπου και να το πιάσεις το πράγμα μυρίζει μπαρούτι.
– Για να υπάρξει μια επανάσταση, ή μια έκρηξη, θα πρέπει από την αντίθετη πλευρά να υπάρχει μια συνεχής πίεση που θα σπρώχνει τα πράγματα συνεχώς προς τα κάτω. Σήμερα δεν είμαι σίγουρος αν αυτή η πίεση ωθεί τα πράγματα προς τα κάτω ή απλά τα υπνωτίζει και τα νανουρίζει με χαζοχαρούμενη πληροφορία…
Και κυριαρχεί έτσι μια παθητικότητα.
– Ακριβώς, είμαστε παθητικοί παρατηρητές ή αθώοι θεατές, που μας παρασέρνει το ρεύμα;
Μην πας μακριά. Ήδη το hip-hop όπως και το πανκ είναι μια τέτοια έκρηξη. Πολλά από τα παιδιά που ήδη γράφουν μουσικές, γράφουν και καταπληκτικούς στίχους και έχουν και μια στάση ζωής που αξίζει το σεβασμό μας. Γουστάρω να ψάχνω σε αυτές τις μουσικές του δρόμου το σήμερα. Υπάρχουν πολλά αδέλφια από αυτόν τον χώρο που στέκονται αλληλέγγυα και στις συναυλίες / δράσεις ζωής που κάνουμε σαν και αυτή που έχουμε την Παρασκευή 24/2/2023. Υπάρχει μια καλή συνεργασία γιατί μας δένει μια κοινή στάση ζωής και αντίστασης για το δικαίωμα στη ζωή. Οπότε γεφυρώνεται και το χάσμα των γενεών έτσι.
– Εσένα προσωπικά σε εκφράζει αυτή η μουσική;
Εγώ αγαπάω τον στίχο. Δεν ήμουν ποτέ πίσω από τον ήχο, το κλειδί ήταν ο στίχος που θα μου μιλούσε στην καρδιά και μετά η μουσική.
– Πάντα έτσι ήσουν;
Πάντα έτσι, ναι. Το ότι κόλλησα με το πανκ ήταν επειδή τα περισσότερα τραγούδια μου ενέπνεαν το πάθος για μια ελευθερία που στα μάτια ενός έφηβου ήταν η ίδια η ζωή. Μια ελευθερία που είχα στερηθεί στα χρόνια της χούντας. Οπότε, πλέον αυτού του είδους την ελευθερία μπορώ να τη βρω όχι μόνο μέσα από το πανκ αλλά και από την reggae, το hip-hop, μέσα από παραδοσιακές μουσικές όλου του κόσμου και του δρόμου.
– Νομίζω ότι μπορούμε να πούμε με πολλή σιγουριά ότι η reggae ήταν ανέκαθεν κομμάτι της πανκ κουλτούρας.
Πάντα, και αγαπημένο.
– Ναι, απλά εννοώ ότι η reggae ήταν ένα αδερφικό είδος στη γέννηση του πανκ. To χιπ-χοπ σήμερα έχει και την χλιδάτη ή πλούσια πλευρά του, έχει και την πλευρά παιδιών σαν τον ΛΕΞ, ο οποίος μαζεύει χιλιάδες κόσμου στο γήπεδο της Νέας Σμύρνης. Η ερώτησή μου είναι, αυτό το κοινό είναι ικανό να δραστηριοποιηθεί σε κάτι άλλο, κοινωνικό, πέρα από μια χιπ-χοπ, ή ροκ συναυλία;
Κάπως έτσι ξεκινάνε όλες οι επαναστάσεις. Κάπου βρίσκονται μερικοί από αυτές τις χιλιάδες που λες, συσπειρώνονται και κάπως βρίσκουν έναν κοινό παρονομαστή που θα τους οδηγήσει να κυνηγίσουν έναν σκοπό, ένα όνειρο. Ή να δράσουν με κάποιον τρόπο. Γι’ αυτό το βλέπω πολύ θετικά το να υπάρχουν σχήματα που μπορούν να μαζέψουν και να συσπειρώσουν κόσμο. Προσωπικά, αγαπώ να παίζω και για συνδέσμους οπαδών ποδοσφαιρικών ομάδων που έχουν δράσεις και για τον άνθρωπο. Πρέπει να λειτουργούμε σαν αντιβιωτικό σε όλο αυτό που έχει διαμορφωθεί σαν ζωή σήμερα. Και γι’ αυτόν τον λόγο με τους Σαλταδόρους έχουμε παίξει και για τους Πάνθηρες, την Original και για την Σούπερ.
– Σου αρέσει το ποδόσφαιρο;
Σαν άθλημα μου αρέσει πάρα πολύ, σαν προιόν το απεχθάνομαι. Μου αρέσουν όλα τα αθλήματα εξάλλου, εκτός αυτά που εμπεριέχουν βία. Ήμουν αθλητής στο άλμα εις ύψος στον Πανιώνιο και έπαιζα βόλευ. Με μαγνητίζει ένας αγώνας μιας μικρής ομάδας σε μια αλάνα. Πάω και χαζεύω εκεί στη γειτονιά που παίζουνε ακόμα και πιτσιρίκια. Αλλά σε αυτό το εμπορικό πράγμα που έχει καταντήσει σήμερα θα πω όχι. Μου αρέσει που υπάρχουν σύνδεσμοι φιλάθλων, οι οποίοι έχουν και μια δράση παράλληλη με κοινωνικό πρόσημο. Κι αυτό που εξέφραζαν οι ομάδες για παράδειγμα την προσφυγιά την νιώθουν ακόμα αυτά τα νέα παιδιά και προσπαθούν να το περνάνε στις δράσεις τους. Βέβαια αυτή η πλευρά δεν προβάλεται ποτέ από τα media. Δείχνούν μόνο αν παιχτούν τσαμπουκάδες που έχει κυλήσει αίμα. Επειδή ως άνθρωπος είμαι αισιόδοξος και μου αρέσει να βλέπω τα θετικά, από εκεί αγκιστρώνομαι και με αυτά βαδίζω. Και μαζί τους. Δεν συμφωνώ σε όλα, εννοείται, αλλά έχω μάθει να σέβομαι το διαφορετικό και να ψάχνω τρόπους επικοινωνίας και κοινής δράσης με τα νέα παιδιά για το καλό του συνόλου. Είναι πολύ όμορφο αυτό να το βρίσκεις. Ξέρεις είναι ανάσα ζωής. Βλέπεις ότι υπάρχει ελπίδα.
– Στην Ελλάδα του 2023 υπάρχει ελπίδα;
Κοίτα, στο μέτρο του δυνατού θα πρέπει να λειτουργούμε σαν τις ομάδες που πήγαν τώρα στην Τουρκία, λόγω του σεισμού. Ενώ έχουν πεθάνει δεκάδες χιλιάδες αυτοί έψαχναν στα χαλάσματα την μία ζωή. Τι ελπίδα λες να υπάρχει εκεί; Κι όμως υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν να βρουν αυτήν την μία ζωή. Με αυτό το σκεπτικό πρέπει να λειτουργούμε. Γιατί δεν μένει και τίποτα άλλο, πέρα από την αγάπη σου για τον συνάνθρωπό σου. Ο πόνος και η αγάπη δεν μαντρώνονται σε κράτη και σύνορα, είναι κοινά παντού. Γι’ αυτό και… αυτό που με στενοχωρεί είναι ότι στις 9 Απριλίου παίζουμε με τους Σαλταδόρους στην Κωνσταντινούπολη. Ψάχνουμε να βρούμε τρόπο να πάμε με τρένο. Δεν υπάρχει. Γέφυρα καμία. Ψάχνουμε με πούλμαν. Δεν υπάρχει. Τίποτα. Για να πας στην Κωνσταντινούπολη από την Αθήνα ή την Θεσσαλονίκη πρέπει να πας πρώτα στη Σόφια κι από εκεί να πάρεις άλλο πούλμαν να πας Κωνσταντινούπολη. Αυτές τις γέφυρες που συνειδητά γκρεμίζουν οι κυβερνήσεις μας, εμείς με τις ταπεινές μας δυνάμεις προσπαθούμε να τις ενώσουμε. Δεν έχουμε μια, άδεια τσέπη, και πάμε. Προσπαθούμε να έρθουμε σε επαφή και να παίξουμε μουσική και να δείξουμε έναν άλλον δρόμο επικοινωνίας. Αντί για εξοπλισμούς και λεονταρισμούς πολιτικών δηλώσεων θα μπορούσε να φτιαχτεί μια κοινή ομάδα πρώτης ανάγκης. Και να συνδράμει σε έναν σεισμό, σε μια καταστροφή. Και έτσι να έρθουν οι άνθρωποι πιο κοντά. Θυμάσαι στον μεγάλο σεισμό στην Αλβανία που από το πουθενά μιλάγαμε για την «αλληλεγγύη των Βαλκανίων»; Τώρα κάτι αντίστοιχο συνέβη με την Τουρκία η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη μας έφεραν πιο κοντά.
– Σέβομαι και συμφωνώ με όσα λες, αλλά να σε ρωτήσω κάτι πάνω σε αυτό, που τουλάχιστον εμένα μου δείχνει ότι ναι, θα γλιτώσουμε για την ώρα, αλλά ως είδος είμαστε καταδικασμένο. Λίγο πιο πέρα από την Τουρκία, χτυπήθηκε και η Συρία από τον μέγα σεισμό. Πολλές ανθρωπιστικές αποστολές υπογράμμισαν πως τους αρνήθηκε η διέλευση από περιοχές που ελέγχει η συριακή κυβέρνηση προς αντικαθεστωτικές περιοχές. Θα μου πεις πάντα έτσι δεν ήταν;
Απλά πλέον είναι πιο ξεκάθαρο. Το βλέπεις και τρως μπροστά από την τηλεόρασή σου.
– Ή τρως και χαζεύεις την κατάληψη των ηθοποιών στο Εθνικό σε όλες τις ειδήσεις στο κινητό σου.
Έτσι είναι, και δεν είναι ο μόνος τομέας αυτός που η Ελλάδα υστερεί και τρώει τα παιδιά της. Απαξιώνεται η παιδεία. Απαξιώνεται η υγεία. Γιατί μήπως βοήθησαν την πράσινη ανάπτυξη τα προηγούμενα χρόνια; Τώρα θυμηθήκαμε πως η Ελλάδα έχει ήλιο και μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε στην ενέργεια; Και πάλι σου λέω, αυτός είναι ο ρόλος και της τέχνης και των νέων ανθρώπων: να δίνει ελπίδα.
– Η τέχνη μπορεί να ανατρέψει καταστάσεις σήμερα;
Η ανατροπή θα έρθει με κάποιον τρόπο που δεν τον περιμένουμε. Θα έρθει σαν κλέφτης και θα πιάσει το κακό στον ύπνο.
– Υπάρχει κάποια φλόγα που καίει; Την νιώθεις; Τη βλέπεις;
Ναι, το καλό και η αγάπη, είναι φλόγες. Με αυτά τα ταπεινά όπλα πορευόμαστε. Με τα «Αντισώματα», μια παρέα μουσικών, δεν είναι τυχαίο που όλοι αυτοί οι μουσικοί κρατούν ακόμα από τη δεκαετία του ’80. Και είναι ενεργοί και σαν μουσικοί, αλλά και αλληλέγγυοι και συνασπισμένοι σε μια ομάδα που ενεργοποιείται σε κάθε ανάγκη για βοήθεια. Πιστεύουμε σε αυτόν τον τρόπο λειτουργίας. Δεν είμαστε μόνο μουσικοί. Είμαστε κομμάτι της ζωής του κόσμου, όπου ο καθένας μας συνεισφέρει αυτό που του αναλογεί. Όσο μπορεί. Με οποιονδήποτε τρόπο. Ο ένας με κάτι που θα γράψει, θα τραγουδήσει, θα παίξει στο θέατρο. Με κάθε τρόπο. Με ένα σύνθημα στους τοίχους, ή με ανακοίνωση μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Έτσι κάνουμε την χώρα μας να μην χωρά σε κανένα χάρτη. Με λένε Frank, Γιάννη, Μαρία, Ελένη, Βασίλη και είμαστε από παντού.
– Το διαδίκτυο νομίζεις ότι δρα κάπως υπόγεια, ως μια άλλου είδους ύπαρξη που έχει διαβρώσει όλη την ανθρωπότητα;
Αυτό που με τρομάζει περισσότερο είναι ότι χειραγωγεί τις μάζες με πολύ εύκολο τρόπο. Αν μπορεί ένας σαν τον Τραμπ να κουμαντάρει ένα φανατικό πλήθος και να το οδηγήσει να καταλάβουν το Καπιτώλιο είναι τρομακτικό. Και ότι αυτά τα μεγάλα δίκτυα και μέσα τα διευθύνουν κοράκια και γύπες του πλούτου και της εξουσίας, εκεί ναι, είναι τρομακτικό. Όσο μπορούμε, όμως, να τα χρησιμοποιούμε με υγιή τρόπο, όσοι μπορούμε ακόμα και σκεφτόμαστε, τότε ας το χρησιμοποιούμε ως εργαλείο.
– Σε ενοχλεί η ιδέα ότι αν κάποια στιγμή το διαδίκτυο πέσει τότε αυτές οι γέφυρες που έχετε χτίσει με το κοινό σας πρέπει να χτιστούν από την αρχή με το χέρι;
Αγαπώ ό,τιδήποτε είναι χειροποίητο ή χειροκίνητο και DIY σαν τις μουσικές παραγωγές συγκροτημάτων. Από τη διατροφή μου, που ένα μέρος της παράγω στον κήπο μου μόνο με κοπριά, την φροντίδα των φίλων μου των ζώων και γενικότερα να δουλέυω σαν μυρμίγκι για τις δ΄θυσκολες μέρες του χειμώνα αλλά και σαν τζίτζικας σκαρώνοντας τραγούδια με τα αδέλφια του. Όπως στην Πλάκα παλιά, καλή ώρα και με σένα, βρισκόμασταν σε κάποια σημεία και δεν είχαμε ούτε καν κινητό τηλέφωνο, αλλά ξέραμε ότι θα βρεθούμε στις 7, στη Λυσίου στα σίδερα, απέναντι από το Εδέμ, το vegan εστιατόριο. Όχι δεν με τρομάζει κάτι τέτοιο.
– Θα μπορούσες να ζήσεις χωρίς internet;
Αγαπάω το δρόμο. Και πολλές από τις δράσεις των Αντισωμάτων ήταν στα σύνορα με το προσφυφικό, που μέναμε κι εμείς ανάμεσα με τους πρόσφυγες σε σκηνές, σε πορτ-μπαγκάζ αυτοκινήτων. Είναι κάτι που το έχουμε ζήσει και το έχουμε δοκιμάσει, δηλαδη πώς μπορούμε να έρθουμε πιο κοντά με άλλους και να καταφέρουμε αυτό που έχουμε σαν στόχο να το πραγματοποιήσουμε. Απλά. Με μια αγκαλιά. Και δύο λόγια συμπόνιας.
– Τι είναι τα Αντισώματα για εσένα;
Είναι μια απάντηση στο πως χωρίς πολιτικές αγκυλώσεις μπορείς με μια παρέα, να κάνεις ουσιαστικά πράγματα. Είναι πολύ καθαρή η φάση. Αυτό που κερδίζουμε πηγαίνει απευθείας στα χέρια του ανθρώπου για τον οποίο γίνεται η κάθε δράση ζωής. Οπότε, αυτό φαίνεται, ξεκάθαρα και από την πλευρά του κόσμου. Και το στηρίζει και μας βοηθάει να το πάμε και πιο μπροστά. Επίσης, είναι μια απάντηση στο πως χωρίς σπόνσορες, μόνο με την βοήθεια των φίλων μας και την δική μας εθελοντική συνεισφορά και εργασία, πώς κάτι συνεχίζει για δέκα χρόνια, αυθόρμητα, αλληλέγγυα και ομόφωνα από όλη την ομάδα. Κάτι ανάλογο είχε γίνει και στη δεκαετία του ΄80 με την ΑΕΤΑ (Ανεξάρτητες Εκφραστικές Τάσεις). Ήταν μια ομάδα που πάλι, κάπως έτσι, έκαναν συναυλίες ακόμα και στις φυλακές και έπαιζαν μπάντες γνωστές και πιο άγνωστες, με αποτέλεσμα το πάντρεμα αυτό να βοηθάει όλους. Αλλά δεν είχε αυτό το κοινωνικό πρόσημο τόσο ξεκάθαρα…
– Δεν το είχε ανάγκη η εποχή τότε;
Το είχε, αλλά είχαμε μάθει να ζούμε με το τίποτα. Ήμασταν παιδιά που μαζεύαμε το δάκρυ από την οξυγονοκόλληση στα πλοία στον Πειραιά και το πουλάγαμε με το κιλό. Αυτό ήταν το χαρτζηλίκι μας. Η φτώχεια ήταν μέρος της ζωής μας. Απλά τώρα μας δίνεται η δυνατότητα, μέσα από αυτές τις δράσεις, να φτάσουμε πιο κοντά και σε έναν άγνωστο συνάνθρωπό μας. Μετά το ρήμα αγάπω, το ρήμα βοηθώ είναι το πιο όμορφο. Έτσι τροφοδοτείται και ο ψυχισμός μας με δυνάμεις που τελικά βοηθούν και εμάς τους ίδιους.
– Αυτό νομίζω σε ολοκληρώνει σαν άνθρωπο, σιγά σιγά.
Δεν θέλει πολύ, μια ανάσα, κι ερχόμαστε πιο δυνατοί.
– Σε έχει κουράσει ποτέ όλο αυτό;
Όχι. Αυτό είναι που μας κρατάει και δημιουργούμε ακόμα τραγούδια σαν μουσικούς εκρηκτικούς μηχανισμούς. Οι δράσεις μας γίνονται και τραγούδια. Από εκεί αντλώ πλέον τη θεματική των τραγουδιών. Και είναι κάτι που δεν το λέω με την έννοια του «θεωρώ» και του «νομίζω». Είναι κάτι που το έχω βαδίσει, το έχω παλέψει και το έχω ζήσει ο ίδιος. Αυτή είναι η ομορφιά του μέσου της μουσικής που χρησιμοποιούμε και με τους Panx Romana και ακόμα περισσότερο με τους Σαλταδόρους, που τώρα ετοιμάζουμε την πρώτης μας δουλειά με τίτλο «Μουσικές από Μπαρούτι».
– Το «μια φορά πανκ, πάντα πανκ» ισχύει για σένα;
(γέλια) Ναι, αλλά το πάντα σαν στίγμα, έτσι; Εγώ δεν το έπιασα ποτέ από την παρακμιακή του πλευρά -γιατί πάντα υπήρχε και μια παρακμιακή πλευρά – και γι’ αυτό είμαι ακόμα ζωντανός και καθαρός και νομίζω πως υπάρχει ακόμα μια συναίσθηση της πραγματικής μου ανάγκης να αναπτύσσομαι και να βρίσκω τρόπους να εκφράζω οτιδήποτε με στενοχωρεί. Και σου λεω δεν είναι τυχαίο το ότι αυτό που λες «μα δεν σε κουράζει;», σε καμιά περίπτωση δεν το νιώθω σαν κούραση. Ίσα ίσα που αυτό είναι που μου δίνει τη δύναμη να προσπαθώ όλο και περισσότερο. Δηλαδή παίξαμε χθες με τους Panx Romana και στις επόμενες έξι μέρες κάνουμε μια μεγάλη συναυλία αλληλεγγύης για ένα παιδάκι με την άλλη μου μπάντα τους Frank Panx & οι Σαλταδόροι. Έχουμε μπροστά μας κάτι, τόσο μεγάλο και τόσο σημαντικό, που το δουλεύουμε συλογικά μαζί με την οικογένεια του παιδιού.
– Μίλησε μας λίγο για αυτή τη συναυλία την Παρασκευή στο ΑRCH.
Πρόκειται για μια συναυλία ζωής για τον μικρό μας φίλο τον 6χρονο Στεφανάκο, παιδί αδελφού μας μουσικού. Ξεκίνησε με μια συναυλία αλληλεγγύης στη Θεσσαλονίκη και εμείς σαν Immigraniada Festival αναλάβαμε να κάνουμε την συναυλία της Αθήνας. Το ARCH ανταποκρίθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο όπως και το WE στη Θεσσαλονίκη. Αφού το ψάξαμε και είδαμε ότι όντως υπάρχει σοβαρή ανάγκη, γιατί ο Στεφανάκος, μετά από μια σειρά σοβαρών εγχειρήσεων χρειάζεται αποκατάσταση, αποφασίσαμε να το κάνουμε. Τόσο απλά, τόσο ανθρώπινα, χωρίς πολλά πολλά λόγια μαζί με αγαπημένες μπάντες, όλοι μια αγκαλιά, οι Άλλος Κόσμος, Εκτός Ελέγχου, Κοινοί Θνητοί, Frank Panx & Σαλταδόροι και Fundracar.
– Σχέδια άλλα; Γράφεις τραγούδια συνέχεια;
Μακάρι να μπορούσα να τα κάνω όλους τους στίχους μου τραγούδια. Θέλω να γράφω για αυτό που με πιέζει μέσα μου βαθειά. Πριν λίγες μέρες κάναμε με τον Βασίλη Ράλλη και τους Σαλταδόρους ένα τραγούδι για το κλείσιμο της Πλάκας και ειδικότερα του πανκ club «Αρετούσα» που δουλεύαμε εμείς το 1982 και ένα τραγούδι για την πλατεία Εξαρχείων. Για τις λαμαρίνες της ντροπής, γι’ αυτό το κλουβί που έστησαν και το περιφρουρούν όλοι αυτοί οι ένστολοι τριγύρω. Και με πολιτικά, και με μηχανές, και με όπλα, και με ολόκληρο στρατό. Η μουσική από μόνη της, σε έναν ιδανικό κόσμο, σε κάνει πιο ευτυχισμένο, πιο χαρούμενο, σε ελευθερώνει. Αν κάνεις ένα ρεφρέν μια υγιή σκέψη στο μυαλό ή στην καρδιά ενός ανθρώπου, τελείωσε. Ήδη έχεις βάλει το λιθαράκι σου να ξεκινήσει κάτι καινούργιο.
– Σε έναν ιδανικό κόσμο, ποιο κομμάτι της Αθήνας θα καθάριζες, όπως καθαρίζεις τον κήπο σου;
Ας ξεκινήσουμε από κάτι βασικό: δεν θέλω να γίνω η συνείδηση κανενός. Αυτό που θα έκανα, γιατί είμαι από τη φύση μου νοικοκύρης (πέρα από τα πράγματά μου στο σπίτι μου και στον κήπο μου), θα ξεκινούσα με νοικοκυριό στην πόλη σαν αυτό που κάνει σε κάθε σπιτικό η μαμά κάνοντας την ζωή μας πιο εύκολη, πιο ευχάριστη και πιο όμορφη. Θα προσπαθούσα συλογικά με τους συμπολίτες μου να δενδροφυτέψουμε κάθε διαθέσιμο σημείο της πόλης. Πάντα με πολύ σεβασμό προς τον συνάνθρωπό μου και τις ελευθερίες του, στη μετακίνησή του ακόμα και αν είναι σε καροτσάκι, θα δημιουργούσαμε χώρους ελεύθερους για κάθε είδους τέχνης, και γιορτές χωρίς αποκλεισμένους που φέρνουν πιο κοντά όλους τους κατοίκους γνωρίζοντας ο ένας την κουλτούρα του άλλου για μια ενεργή συνάντηση στους δρόμους της ζωής. Με χρώμα στο γκρίζο της πόλης, με σεβασμό και στα γκράφιτι, και στα άδεια σπίτια, και τα αδέσποτα, αλλά και κυρίως στον άνθρωπο.
– Ας κλείσουμε αυτή τη συζήτηση με κάτι από το μεγάλο σου παρελθόν. Οι Panx Romana θα βγάλουν καινούργιο δίσκο;
Αυτή την περίοδο κάθε μέλος των Panx δημιουργεί κάτι δικό του. Ο Woody Panx έχει μια φοβερή punk ’n’ roll μπάντα τους Gram Eleven, o Julio Panx αγαπά να κάνει reggae με τους Wrong, ο Δημήτρης Δημητράκας δικές του παραγωγές, εγώ με τους Σαλταδόρους αυτό τον χειμώνα κάνω ένα τουρ με 13 συναυλίες σε Ελλάδα και Τουρκία. Θα έρθει σύντομα η στιγμή για νέα τραγούδια και από τους Panx Romana που παραμένουν ενεργοί 41 μουσικά χρόνια. Τραγουδάμε με κάθε τρόπο όχι για να ξεχωρίσουμε από τον κόσμο, όπως έλεγε ο Ρίτσος, αλλά για να σμίξουμε τον κόσμο. Αυτοί μόνοι τους και όλοι εμείς οι διαφορετικοί μαζί.
➭ INFO:
Immigraniada Fest – ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ, ΚΟΙΝΟΙ ΘΝΗΤΟΙ, FRANK PANX & ΣΑΛΤΑΔΟΡΟΙ, FUNDRACAR
Το Immigraniada Festival επιστρέφει με μια μουσική αγκαλιά / συναυλία ζωής, για την αποκατάσταση της υγείας του μικρού μας φίλου, του 6χρονου Στεφανάκου.
Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2023
ARCH Live Stage Ελασιδών 6 στο Γκάζι
Εισιτήρια προπωλούνται μέσω viva.gr
Tickets link
Η εμφάνιση του ελληνικού πανκ ως αναγνωρισμένης πολιτιστικής μορφής και μουσικού είδους δυστυχώς δεν συνδέεται με την κυκλοφορία ενός σημαδιακού δίσκου, αντιθέτως το πανκ στην Ελλάδα έσκασε κυριολεκτικά ως νεανική κουλτούρα, και όχι ως τρόπος καλλιτεχνικής έκφρασης. Ωστόσο, τα κύρια μέσα έκφρασης του ελληνικού πανκ ήταν το στυλ, η μουσική που έφτανε αρχικά σε λίγα δισκάδικα ως “δίσκοι εισαγωγής” και μια ραδιοφωνική εκπομπή, αυτή του Γιάννη Πετρίδη, που μέσα σε όλα έπαιζε και κάποια άγνωστα ονόματα, τα οποία σιγά σιγά, αυτοί οι λίγο διαφορετικοί και περίεργοι πάνκηδες, τα αγκάλιαζαν όλο και περισσότερο. Οι κύριοι οπαδοί του ήταν στην εφηβεία τους και στα τέλη της δεκαετίας του ’70, αυτά τα λιγοστά παιδιά μπορούσαν μέσω του ντυσίματος και των ιδεών τους να ασκήσουν κριτική στις προηγούμενες μορφές οποιασδήποτε δημοφιλούς νεανικής (ή μη) κουλτούρας, αλλά και στην ίδια πολιτιστική βιομηχανία της οποίας αποτελούσαν ένα ξεχωριστό κομμάτι. Και να διαμορφώσουν, εν τέλει, μια αλλιώτικη παρέα η οποία απέδειξε ότι άντεχε το bullying μιας κοινωνίας που τους έβλεπε σαν καταραμένες καρικατούρες.
Εκείνο το ζεστό καλοκαίρι του ’79 θυμάμαι πώς μπήκα κι εγώ σ’ εκείνη την μικρή παρέα εξί-εφτά νέων που έδινε κάθε απόγευμα ραντεβού στην Πλάκα. Θυμάμαι τον Νικολάκη που δούλευε στο Remember, τον Στέφανο, τον Νίκο, τον Ζανή, και τον Φρανκ. Με τους οποίους ζήσαμε πολλά αξέχαστα βράδια, αλλά μετά, με τα χρόνια χαθήκαμε. Ειδικά τον τελευταίο, όμως, δεν θα μπορούσα να τον ξεχάσω ποτέ, όχι μόνο επειδή ήταν ο πιο ψηλός απ’ όλους, αλλά γιατί κάποτε μου είχε πει μια φοβερή ατάκα, την οποία κρατώ ακόμα μέσα μου και δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Τότε, πριν ακόμη η Αρετούσα αρχίσει να φιλοξενεί τις πανκ βραδιές της (όπου μετά το ‘80 φιλοξενούσε όλο και περισσότερες πανκ βραδιές και λίγο αργότερα συναυλίες με μπάντες όπως οι Stress και οι Άουσβιτς) αυτοί οι λίγοι νέοι έβρισκαν καταφύγιο στο παλιό Mad της Πλάκας. Κάθε βράδυ έπαιζε εκεί μουσική ο Κώστας Κωνσταντίνου, ή ο Mod, όπως τον φωνάζαμε, επειδή φορούσε συνέχεια κοστούμι και γραβάτα. Και κάθε βράδυ, από τα τέλη της δεκαετίας μέχρι τα πρώτα χρόνια των 80s, η παρέα γινόταν όλο και πιο μεγάλη.
Κάποια στιγμή τα ίχνη αυτών των παιδιών χάθηκαν, άλλοι έφτιαξαν μπάντες, άλλοι έκαναν πάρτυ, άλλοι έγιναν κιθαρίστες, άλλοι έγιναν ντράμερ, άλλοι έπαιζαν ηλεκτρονική μουσική, άλλοι έπιασαν δουλειές σε τράπεζες, άλλοι έφυγαν νωρίς από τα ναρκωτικά. Ωστόσο, κάποιοι, πολύ πιστά, διατήρησαν εκείνη την αρχική πανκ φλόγα αναμένη, και σε δύσκολα και σε εύκολα χρόνια. Με αγώνες και θυσίες. Με χαρές και συναυλίες. Με επαναστατικά και ξεσηκωτικά ρεφρέν. Ο Φρανκ, η φωνή των Panx Romana, είναι ένας από τους κύριους πρωταγωνιστές της ελληνικής πανκ κουλτούρας, ο οποίους μέχρι σήμερα διατηρεί και μια ιστορική μπάντα ενωμένη, αλλά συνάμα περιεργάζεται και εξερευνά νέα μουσικά μονοπάτια με τους Σαλταδόρους, γιατί ενώ ξέρει ότι πολλά έχουν γραφτεί εκεί πίσω στον παλιό χρόνο, αυτό που έχει αξία και σημασία είναι η πάλη για να αλλάξει το σήμερα. Με αφορμή τη συναυλία υποστήριξης που διοργανώνεται αυτήν την Παρασκευή 24/2 στο ARCH, όπου όλα τα έσοδα θα διατεθούν για την κάλυψη ιατρικών εξόδων και υγειονομικών δαπανών αποκατάστασης ενός εξάχρονου παιδιού, βρεθήκαμε και μιλήσαμε με τον Φρανκ, για εκείνα τα χρόνια, και όλα όσα προλάβαμε σε ένα κυριακάτικο απόγευμα στην πλατεία…
– Γιατί άργησε να πάρει φωτιά το πανκ στην Ελλάδα; Ο πρώτος αμιγώς δίσκος ελληνικού πανκ βγήκε το 1983…
Ενώ υπήρξαν νέοι άνθρωποι που το αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή της έκρηξης στην Αγγλία, παράλληλα και εδώ στην Ελλάδα, δεν υπήρξε κανένας που θα μπορούσε να βοηθήσει μουσικά τα μέλη της πρώτης παρέας των 15-16χρονων τότε πανκ ώστε να μπορέσουν να εκφράσουν τη φωτιά που είχαν μέσα τους, μέσω της μουσικής. Δηλαδή, έχω στα χέρια μου ένα δείγμα από μια προσπάθεια να φτιάξουμε μπάντα και στο τραγούδι αυτό, αναφέρεται στους στίχους ο Γεώργιος Ράλλης. Τότε ήταν υπουργός παιδείας από το 1976 έως τα μέσα του 1977 και εμείς γράφουμε ένα τραγούδι για το σχολείο. Για τους καθηγητές συγκεκριμένα. Επειδή με το παρουσιαστικό που είχαμε τότε μας απέβαλλαν μέχρι που χάσαμε δύο τάξεις. Κάναμε, λοιπόν, μια προσπάθεια να φτιάξουμε μια μπάντα, αλλά φαντάσου αντί για όργανα, μια απλή κιθάρα που έπαιζα χωρίς να ξέρω να παίζω, και κάτι καπάκια από κατσαρόλες και βαρέλια, και απλά κάναμε θόρυβο και λέγαμε τους στίχους που έγραφα τότε. Αυτή είναι μια απόδειξη ότι το πανκ αγκαλιάστηκε άμεσα από απλά παιδιά του δρόμου.
– Από τους νέους και πιο παθιασμένους…
Ναι, εννοείται. Τα φρικιά της εποχής, οι ροκάδες, δεν το αποδέχτηκαν. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο, κάτι πολύ έξω από τα νερά τους. Πολύ αργότερα, λοιπόν, κατάφεραν να έρθουν πιο κοντά και να ορίσουν έτσι και κάποιο είδος επικοινωνίας με τις πανκ μπάντες. Βέβαια, εμείς πηγαίναμε στις συναυλίες από μπάντες σαν τη Σπυριδούλα και τον Σιδηρόπουλο, τον Άσημο, τους Αγάπανθος και ένα σωρό μπάντες στο Tiffany’s, στη Λήδρα και σε κάθε ροκάδικο της Πλάκας. Πηγαίναμε, γιατί δεν υπήρχε κάτι άλλο και γουστάραμε, εννοείται. Αλλά δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε ουσιαστικά. Γι΄αυτό υπήρχε κι ένα κυνήγι τότε, το ξέρεις κι εσύ πολύ καλά, ανάμεσα στα φρικιά και τους πανκ…
– Αυτό είναι ένα δογματικό καπρίτσιο εκείνης της εποχής. Οι εταιρείες δεν ήταν καθόλου τολμηρές να βγάλουν κάτι ελληνικό. Για παράδειγμα η Enigma Records ιδρύθηκε από δύο παιδιά που πίστεψαν σε αυτήν την νέα μουσική και έβγαλαν εμβληματικά για την εποχή άλμπουμ.
Ο Σπύρος Περιστέρης και η Πουπέτα Λάππα, στήριξαν τις πρώτες αμειγώς πανκ μπάντες έμπρακτα με πολλές πανκ κυκλοφορίες με πιο γνωστή την θρυλική Διατάραξη Κοινής Ησυχίας. Ο Σπύρος είχε πολλές γνώσεις και μουσική παιδεία, ήταν και εγγονός του Σπύρου Περιστέρη, του ρεμπέτη. Το ‘χε.
– To πρώτο άλμπουμ των T.V.C. που βγήκε το 1982 δεν το λες καθαρό πανκ, περισσότερο προς το new wave έγερνε, γι’ αυτό λέω ότι οι πρώτες καθαρά πανκ κυκλοφορίες βγήκαν το ’83 από την Enigma.
Ναι, και τον Ιανουάριο του ’83 ήρθε η πρώτη πανκ μπάντα από το εξωτερικό, οι Infa Riot. Την συναυλία άνοιξαν οι T.V.C., στους οποίους έπαιζε ο Δημήτρης (σσ, Δημητράκας), ο ντράμερ των Panx Romana. Τι να πρωτοπείς για αυτή τη συναυλία. Μας έχουν μείνει ανεξίτηλες αναμνήσεις. Εμείς τότε θεωρούσαμε ότι το «φτύσιμο» ήταν μέρος ενός τελετουργικού που σε έφερνε πιο κοντά στην μπάντα, γινόσουν ένα με την μπάντα, κι εμείς το είχαμε για ένα διάστημα, παιδιά του δρόμου ήμασταν και μπορεί να ακούγεται τρελό και ακραίο αλλά αυτό μας έδενε. Ειδικά στην συναυλία στον Πανελλήνιο με Infa Riot, T.V.C. και F.M.Q., το lightshow που είχανε φέρει και το διαφήμιζαν αν θυμάσαι και στην αφίσα, μαζί με τις ροχάλες ήταν κάτι μοναδικό. (γέλια).
– Εντάξει, δεν πρέπει να ξεχάσουμε και τη βροχή στον συγχωρεμένο τον Ian Dury. O οποίος μέχρι τελικής πτώσης λουζόταν από ροχάλες, κρατούσε συνέχεια μια πετσέτα για να σκουπίζεται, και παρόλα τα νεύρα, παρέδωσε ένα εξαιρετικό λάιβ.
Στον Dury, όχι τόσο πολύ, όσο στους Boomtown Rats. O Bob Geldof, ο τραγουδιστής, τότε είχε σταματήσει τη συναυλία και γύρισε και μας είπε: «Παιδιά, ξέρετε; Πέρασε το πάνκ!». Και τι ήταν να το πει αυτό! Βροχή ακόμα περισσότερο. Θυμάμαι εκείνο το βράδυ ήταν ο Δημήτρης ο Δημητράκας στη συναυλία και μου λέει «με κάνατε εσύ και η παρέα σου να κλάψω». Για το πώς φερθήκατε στους Boomtown Rats. Που τους αγαπάμε, και τους αγαπάω ακόμα και τώρα.
– Άρα, αυτό αν μη τι άλλο δείχνει ότι όντως υπήρχε μια καθυστέρηση, αλλά και μια δίψα ταυτόχρονη να ζήσουμε ανάλογες εποχές με την Αγγλία. Γενικά εκείνη η εποχή, και το πανκ, επειδή είσαι από τους πιο παλιούς στη φάση, θα έλεγες ότι ήταν ένα καλό σχολείο για εσένα; Πώς σε διαμόρφωσε;
Κοίτα, όταν έχεις μεγαλώσει στην περίοδο της χούντας ήδη κουβαλάς πολλά απωθημένα που κάπου θα ξεσπάσουν. Και επειδή όλα τα παιδιά της πρώτης παρέας, αυτή του ’76, του ΄77, ήταν αυτής της γενιάς, και όλοι κουβαλούσαν σκοτάδια μέσα τους και δύσκολες καταστάσεις, αυτό ήταν που μας ώθησε στο πανκ. Δηλαδή ήταν ένα φως στη σκοτεινιά μας, στα αδιέξοδά μας, που μας ένωσε και μας έδωσε έναν τρόπο να εκφραστούμε. Προερχόμασταν όλοι από πολύ φτωχές οικογένειες δίχως δεύτερο ζευγάρι παπούτσια. Δίχως πικαπ, κάποιο μουσικό όργανο ή την δυνατότητα να κάνουμε κάποια μαθήματα… Οπότε, όλοι είχαμε στο μυαλό μας μια μπάντα, γιατί έτσι φανταζόμασταν ότι θα μπορούσαμε να αλλάξουμε τον κόσμο που μας ενοχλούσε και του πηγαίναμε κόντρα. Όλοι είχαμε το όνειρο μιας μπάντας με όνομα στο μυαλό μας. Αν ρώταγες τον Νικολάκη θα σου έλεγε, την λένε «Χάος», αν ρώταγες εμένα θα σου έλεγα «Παραμάνα Μπάντ» και φυσικά δεν υπήρχε καμία μπάντα. Πέρα από τις τρέλες αυτές που ανέφερα προηγουμένως που κάναμε με τα αυτοσχέδια όργανα, δεν υπήρχε τίποτα άλλο στην παρέα των πανκ. Μετά μπήκαν στην παρέα κάποια παιδιά σαν τον Αυστραλό, που ήταν μουσικός, αλλά κι αυτός λίγο αργότερα πήρε μονοπάτια πιο ηλεκτρονικά, οπότε δεν μπόρεσε να εκφραστεί το πανκ από μέσα του. Βέβαια ξεκίνησαν αν δεν κάνω λάθος το ’78 οι Παρθενογένεσις, το ’80 οι Magic De Spell, οι Stress που μέλος τους ήμουν και εγώ και κάναμε το πρώτο πανκ ελληνόφωνο αντιεξουσιαστικό τραγούδι. Μετά ακολούθησε και όλη η γενιά της Διατάραξης Κοινής Ησυχίας.
– Να πούμε εδώ ότι ο Γιώργος, ο Αυστραλός όπως τον φωνάζαμε τότε, δημιούργησε με τον Billy Knight (Βασίλης Παλαιοκώστας από τους Παρθενογένεσις) τους Statues in Motion, που το ’83 έβγαλαν το ομώνυμο άλμπουμ τους.
Ναι, μια καταπληκτική μπάντα.
– Ας κάνουμε ένα ξαφνικό fast-forward από εκείνη την εποχή στο σήμερα. Μιας και ανέφερες την καταπίεση της χούντας, η εποχή σήμερα είναι γόνιμη για ανάλογες εκρήξεις;
Αν δεν είναι γόνιμη αυτή η εποχή για κάποια έκρηξη, τότε ποια είναι; Γιατί απ’ όπου και να το πιάσεις το πράγμα μυρίζει μπαρούτι.
– Για να υπάρξει μια επανάσταση, ή μια έκρηξη, θα πρέπει από την αντίθετη πλευρά να υπάρχει μια συνεχής πίεση που θα σπρώχνει τα πράγματα συνεχώς προς τα κάτω. Σήμερα δεν είμαι σίγουρος αν αυτή η πίεση ωθεί τα πράγματα προς τα κάτω ή απλά τα υπνωτίζει και τα νανουρίζει με χαζοχαρούμενη πληροφορία…
Και κυριαρχεί έτσι μια παθητικότητα.
– Ακριβώς, είμαστε παθητικοί παρατηρητές ή αθώοι θεατές, που μας παρασέρνει το ρεύμα;
Μην πας μακριά. Ήδη το hip-hop όπως και το πανκ είναι μια τέτοια έκρηξη. Πολλά από τα παιδιά που ήδη γράφουν μουσικές, γράφουν και καταπληκτικούς στίχους και έχουν και μια στάση ζωής που αξίζει το σεβασμό μας. Γουστάρω να ψάχνω σε αυτές τις μουσικές του δρόμου το σήμερα. Υπάρχουν πολλά αδέλφια από αυτόν τον χώρο που στέκονται αλληλέγγυα και στις συναυλίες / δράσεις ζωής που κάνουμε σαν και αυτή που έχουμε την Παρασκευή 24/2/2023. Υπάρχει μια καλή συνεργασία γιατί μας δένει μια κοινή στάση ζωής και αντίστασης για το δικαίωμα στη ζωή. Οπότε γεφυρώνεται και το χάσμα των γενεών έτσι.
– Εσένα προσωπικά σε εκφράζει αυτή η μουσική;
Εγώ αγαπάω τον στίχο. Δεν ήμουν ποτέ πίσω από τον ήχο, το κλειδί ήταν ο στίχος που θα μου μιλούσε στην καρδιά και μετά η μουσική.
– Πάντα έτσι ήσουν;
Πάντα έτσι, ναι. Το ότι κόλλησα με το πανκ ήταν επειδή τα περισσότερα τραγούδια μου ενέπνεαν το πάθος για μια ελευθερία που στα μάτια ενός έφηβου ήταν η ίδια η ζωή. Μια ελευθερία που είχα στερηθεί στα χρόνια της χούντας. Οπότε, πλέον αυτού του είδους την ελευθερία μπορώ να τη βρω όχι μόνο μέσα από το πανκ αλλά και από την reggae, το hip-hop, μέσα από παραδοσιακές μουσικές όλου του κόσμου και του δρόμου.
– Νομίζω ότι μπορούμε να πούμε με πολλή σιγουριά ότι η reggae ήταν ανέκαθεν κομμάτι της πανκ κουλτούρας.
Πάντα, και αγαπημένο.
– Ναι, απλά εννοώ ότι η reggae ήταν ένα αδερφικό είδος στη γέννηση του πανκ. To χιπ-χοπ σήμερα έχει και την χλιδάτη ή πλούσια πλευρά του, έχει και την πλευρά παιδιών σαν τον ΛΕΞ, ο οποίος μαζεύει χιλιάδες κόσμου στο γήπεδο της Νέας Σμύρνης. Η ερώτησή μου είναι, αυτό το κοινό είναι ικανό να δραστηριοποιηθεί σε κάτι άλλο, κοινωνικό, πέρα από μια χιπ-χοπ, ή ροκ συναυλία;
Κάπως έτσι ξεκινάνε όλες οι επαναστάσεις. Κάπου βρίσκονται μερικοί από αυτές τις χιλιάδες που λες, συσπειρώνονται και κάπως βρίσκουν έναν κοινό παρονομαστή που θα τους οδηγήσει να κυνηγίσουν έναν σκοπό, ένα όνειρο. Ή να δράσουν με κάποιον τρόπο. Γι’ αυτό το βλέπω πολύ θετικά το να υπάρχουν σχήματα που μπορούν να μαζέψουν και να συσπειρώσουν κόσμο. Προσωπικά, αγαπώ να παίζω και για συνδέσμους οπαδών ποδοσφαιρικών ομάδων που έχουν δράσεις και για τον άνθρωπο. Πρέπει να λειτουργούμε σαν αντιβιωτικό σε όλο αυτό που έχει διαμορφωθεί σαν ζωή σήμερα. Και γι’ αυτόν τον λόγο με τους Σαλταδόρους έχουμε παίξει και για τους Πάνθηρες, την Original και για την Σούπερ.
– Σου αρέσει το ποδόσφαιρο;
Σαν άθλημα μου αρέσει πάρα πολύ, σαν προιόν το απεχθάνομαι. Μου αρέσουν όλα τα αθλήματα εξάλλου, εκτός αυτά που εμπεριέχουν βία. Ήμουν αθλητής στο άλμα εις ύψος στον Πανιώνιο και έπαιζα βόλευ. Με μαγνητίζει ένας αγώνας μιας μικρής ομάδας σε μια αλάνα. Πάω και χαζεύω εκεί στη γειτονιά που παίζουνε ακόμα και πιτσιρίκια. Αλλά σε αυτό το εμπορικό πράγμα που έχει καταντήσει σήμερα θα πω όχι. Μου αρέσει που υπάρχουν σύνδεσμοι φιλάθλων, οι οποίοι έχουν και μια δράση παράλληλη με κοινωνικό πρόσημο. Κι αυτό που εξέφραζαν οι ομάδες για παράδειγμα την προσφυγιά την νιώθουν ακόμα αυτά τα νέα παιδιά και προσπαθούν να το περνάνε στις δράσεις τους. Βέβαια αυτή η πλευρά δεν προβάλεται ποτέ από τα media. Δείχνούν μόνο αν παιχτούν τσαμπουκάδες που έχει κυλήσει αίμα. Επειδή ως άνθρωπος είμαι αισιόδοξος και μου αρέσει να βλέπω τα θετικά, από εκεί αγκιστρώνομαι και με αυτά βαδίζω. Και μαζί τους. Δεν συμφωνώ σε όλα, εννοείται, αλλά έχω μάθει να σέβομαι το διαφορετικό και να ψάχνω τρόπους επικοινωνίας και κοινής δράσης με τα νέα παιδιά για το καλό του συνόλου. Είναι πολύ όμορφο αυτό να το βρίσκεις. Ξέρεις είναι ανάσα ζωής. Βλέπεις ότι υπάρχει ελπίδα.
– Στην Ελλάδα του 2023 υπάρχει ελπίδα;
Κοίτα, στο μέτρο του δυνατού θα πρέπει να λειτουργούμε σαν τις ομάδες που πήγαν τώρα στην Τουρκία, λόγω του σεισμού. Ενώ έχουν πεθάνει δεκάδες χιλιάδες αυτοί έψαχναν στα χαλάσματα την μία ζωή. Τι ελπίδα λες να υπάρχει εκεί; Κι όμως υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν να βρουν αυτήν την μία ζωή. Με αυτό το σκεπτικό πρέπει να λειτουργούμε. Γιατί δεν μένει και τίποτα άλλο, πέρα από την αγάπη σου για τον συνάνθρωπό σου. Ο πόνος και η αγάπη δεν μαντρώνονται σε κράτη και σύνορα, είναι κοινά παντού. Γι’ αυτό και… αυτό που με στενοχωρεί είναι ότι στις 9 Απριλίου παίζουμε με τους Σαλταδόρους στην Κωνσταντινούπολη. Ψάχνουμε να βρούμε τρόπο να πάμε με τρένο. Δεν υπάρχει. Γέφυρα καμία. Ψάχνουμε με πούλμαν. Δεν υπάρχει. Τίποτα. Για να πας στην Κωνσταντινούπολη από την Αθήνα ή την Θεσσαλονίκη πρέπει να πας πρώτα στη Σόφια κι από εκεί να πάρεις άλλο πούλμαν να πας Κωνσταντινούπολη. Αυτές τις γέφυρες που συνειδητά γκρεμίζουν οι κυβερνήσεις μας, εμείς με τις ταπεινές μας δυνάμεις προσπαθούμε να τις ενώσουμε. Δεν έχουμε μια, άδεια τσέπη, και πάμε. Προσπαθούμε να έρθουμε σε επαφή και να παίξουμε μουσική και να δείξουμε έναν άλλον δρόμο επικοινωνίας. Αντί για εξοπλισμούς και λεονταρισμούς πολιτικών δηλώσεων θα μπορούσε να φτιαχτεί μια κοινή ομάδα πρώτης ανάγκης. Και να συνδράμει σε έναν σεισμό, σε μια καταστροφή. Και έτσι να έρθουν οι άνθρωποι πιο κοντά. Θυμάσαι στον μεγάλο σεισμό στην Αλβανία που από το πουθενά μιλάγαμε για την «αλληλεγγύη των Βαλκανίων»; Τώρα κάτι αντίστοιχο συνέβη με την Τουρκία η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη μας έφεραν πιο κοντά.
– Σέβομαι και συμφωνώ με όσα λες, αλλά να σε ρωτήσω κάτι πάνω σε αυτό, που τουλάχιστον εμένα μου δείχνει ότι ναι, θα γλιτώσουμε για την ώρα, αλλά ως είδος είμαστε καταδικασμένο. Λίγο πιο πέρα από την Τουρκία, χτυπήθηκε και η Συρία από τον μέγα σεισμό. Πολλές ανθρωπιστικές αποστολές υπογράμμισαν πως τους αρνήθηκε η διέλευση από περιοχές που ελέγχει η συριακή κυβέρνηση προς αντικαθεστωτικές περιοχές. Θα μου πεις πάντα έτσι δεν ήταν;
Απλά πλέον είναι πιο ξεκάθαρο. Το βλέπεις και τρως μπροστά από την τηλεόρασή σου.
– Ή τρως και χαζεύεις την κατάληψη των ηθοποιών στο Εθνικό σε όλες τις ειδήσεις στο κινητό σου.
Έτσι είναι, και δεν είναι ο μόνος τομέας αυτός που η Ελλάδα υστερεί και τρώει τα παιδιά της. Απαξιώνεται η παιδεία. Απαξιώνεται η υγεία. Γιατί μήπως βοήθησαν την πράσινη ανάπτυξη τα προηγούμενα χρόνια; Τώρα θυμηθήκαμε πως η Ελλάδα έχει ήλιο και μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε στην ενέργεια; Και πάλι σου λέω, αυτός είναι ο ρόλος και της τέχνης και των νέων ανθρώπων: να δίνει ελπίδα.
– Η τέχνη μπορεί να ανατρέψει καταστάσεις σήμερα;
Η ανατροπή θα έρθει με κάποιον τρόπο που δεν τον περιμένουμε. Θα έρθει σαν κλέφτης και θα πιάσει το κακό στον ύπνο.
– Υπάρχει κάποια φλόγα που καίει; Την νιώθεις; Τη βλέπεις;
Ναι, το καλό και η αγάπη, είναι φλόγες. Με αυτά τα ταπεινά όπλα πορευόμαστε. Με τα «Αντισώματα», μια παρέα μουσικών, δεν είναι τυχαίο που όλοι αυτοί οι μουσικοί κρατούν ακόμα από τη δεκαετία του ’80. Και είναι ενεργοί και σαν μουσικοί, αλλά και αλληλέγγυοι και συνασπισμένοι σε μια ομάδα που ενεργοποιείται σε κάθε ανάγκη για βοήθεια. Πιστεύουμε σε αυτόν τον τρόπο λειτουργίας. Δεν είμαστε μόνο μουσικοί. Είμαστε κομμάτι της ζωής του κόσμου, όπου ο καθένας μας συνεισφέρει αυτό που του αναλογεί. Όσο μπορεί. Με οποιονδήποτε τρόπο. Ο ένας με κάτι που θα γράψει, θα τραγουδήσει, θα παίξει στο θέατρο. Με κάθε τρόπο. Με ένα σύνθημα στους τοίχους, ή με ανακοίνωση μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Έτσι κάνουμε την χώρα μας να μην χωρά σε κανένα χάρτη. Με λένε Frank, Γιάννη, Μαρία, Ελένη, Βασίλη και είμαστε από παντού.
– Το διαδίκτυο νομίζεις ότι δρα κάπως υπόγεια, ως μια άλλου είδους ύπαρξη που έχει διαβρώσει όλη την ανθρωπότητα;
Αυτό που με τρομάζει περισσότερο είναι ότι χειραγωγεί τις μάζες με πολύ εύκολο τρόπο. Αν μπορεί ένας σαν τον Τραμπ να κουμαντάρει ένα φανατικό πλήθος και να το οδηγήσει να καταλάβουν το Καπιτώλιο είναι τρομακτικό. Και ότι αυτά τα μεγάλα δίκτυα και μέσα τα διευθύνουν κοράκια και γύπες του πλούτου και της εξουσίας, εκεί ναι, είναι τρομακτικό. Όσο μπορούμε, όμως, να τα χρησιμοποιούμε με υγιή τρόπο, όσοι μπορούμε ακόμα και σκεφτόμαστε, τότε ας το χρησιμοποιούμε ως εργαλείο.
– Σε ενοχλεί η ιδέα ότι αν κάποια στιγμή το διαδίκτυο πέσει τότε αυτές οι γέφυρες που έχετε χτίσει με το κοινό σας πρέπει να χτιστούν από την αρχή με το χέρι;
Αγαπώ ό,τιδήποτε είναι χειροποίητο ή χειροκίνητο και DIY σαν τις μουσικές παραγωγές συγκροτημάτων. Από τη διατροφή μου, που ένα μέρος της παράγω στον κήπο μου μόνο με κοπριά, την φροντίδα των φίλων μου των ζώων και γενικότερα να δουλέυω σαν μυρμίγκι για τις δ΄θυσκολες μέρες του χειμώνα αλλά και σαν τζίτζικας σκαρώνοντας τραγούδια με τα αδέλφια του. Όπως στην Πλάκα παλιά, καλή ώρα και με σένα, βρισκόμασταν σε κάποια σημεία και δεν είχαμε ούτε καν κινητό τηλέφωνο, αλλά ξέραμε ότι θα βρεθούμε στις 7, στη Λυσίου στα σίδερα, απέναντι από το Εδέμ, το vegan εστιατόριο. Όχι δεν με τρομάζει κάτι τέτοιο.
– Θα μπορούσες να ζήσεις χωρίς internet;
Αγαπάω το δρόμο. Και πολλές από τις δράσεις των Αντισωμάτων ήταν στα σύνορα με το προσφυφικό, που μέναμε κι εμείς ανάμεσα με τους πρόσφυγες σε σκηνές, σε πορτ-μπαγκάζ αυτοκινήτων. Είναι κάτι που το έχουμε ζήσει και το έχουμε δοκιμάσει, δηλαδη πώς μπορούμε να έρθουμε πιο κοντά με άλλους και να καταφέρουμε αυτό που έχουμε σαν στόχο να το πραγματοποιήσουμε. Απλά. Με μια αγκαλιά. Και δύο λόγια συμπόνιας.
– Τι είναι τα Αντισώματα για εσένα;
Είναι μια απάντηση στο πως χωρίς πολιτικές αγκυλώσεις μπορείς με μια παρέα, να κάνεις ουσιαστικά πράγματα. Είναι πολύ καθαρή η φάση. Αυτό που κερδίζουμε πηγαίνει απευθείας στα χέρια του ανθρώπου για τον οποίο γίνεται η κάθε δράση ζωής. Οπότε, αυτό φαίνεται, ξεκάθαρα και από την πλευρά του κόσμου. Και το στηρίζει και μας βοηθάει να το πάμε και πιο μπροστά. Επίσης, είναι μια απάντηση στο πως χωρίς σπόνσορες, μόνο με την βοήθεια των φίλων μας και την δική μας εθελοντική συνεισφορά και εργασία, πώς κάτι συνεχίζει για δέκα χρόνια, αυθόρμητα, αλληλέγγυα και ομόφωνα από όλη την ομάδα. Κάτι ανάλογο είχε γίνει και στη δεκαετία του ΄80 με την ΑΕΤΑ (Ανεξάρτητες Εκφραστικές Τάσεις). Ήταν μια ομάδα που πάλι, κάπως έτσι, έκαναν συναυλίες ακόμα και στις φυλακές και έπαιζαν μπάντες γνωστές και πιο άγνωστες, με αποτέλεσμα το πάντρεμα αυτό να βοηθάει όλους. Αλλά δεν είχε αυτό το κοινωνικό πρόσημο τόσο ξεκάθαρα…
– Δεν το είχε ανάγκη η εποχή τότε;
Το είχε, αλλά είχαμε μάθει να ζούμε με το τίποτα. Ήμασταν παιδιά που μαζεύαμε το δάκρυ από την οξυγονοκόλληση στα πλοία στον Πειραιά και το πουλάγαμε με το κιλό. Αυτό ήταν το χαρτζηλίκι μας. Η φτώχεια ήταν μέρος της ζωής μας. Απλά τώρα μας δίνεται η δυνατότητα, μέσα από αυτές τις δράσεις, να φτάσουμε πιο κοντά και σε έναν άγνωστο συνάνθρωπό μας. Μετά το ρήμα αγάπω, το ρήμα βοηθώ είναι το πιο όμορφο. Έτσι τροφοδοτείται και ο ψυχισμός μας με δυνάμεις που τελικά βοηθούν και εμάς τους ίδιους.
– Αυτό νομίζω σε ολοκληρώνει σαν άνθρωπο, σιγά σιγά.
Δεν θέλει πολύ, μια ανάσα, κι ερχόμαστε πιο δυνατοί.
– Σε έχει κουράσει ποτέ όλο αυτό;
Όχι. Αυτό είναι που μας κρατάει και δημιουργούμε ακόμα τραγούδια σαν μουσικούς εκρηκτικούς μηχανισμούς. Οι δράσεις μας γίνονται και τραγούδια. Από εκεί αντλώ πλέον τη θεματική των τραγουδιών. Και είναι κάτι που δεν το λέω με την έννοια του «θεωρώ» και του «νομίζω». Είναι κάτι που το έχω βαδίσει, το έχω παλέψει και το έχω ζήσει ο ίδιος. Αυτή είναι η ομορφιά του μέσου της μουσικής που χρησιμοποιούμε και με τους Panx Romana και ακόμα περισσότερο με τους Σαλταδόρους, που τώρα ετοιμάζουμε την πρώτης μας δουλειά με τίτλο «Μουσικές από Μπαρούτι».
– Το «μια φορά πανκ, πάντα πανκ» ισχύει για σένα;
(γέλια) Ναι, αλλά το πάντα σαν στίγμα, έτσι; Εγώ δεν το έπιασα ποτέ από την παρακμιακή του πλευρά -γιατί πάντα υπήρχε και μια παρακμιακή πλευρά – και γι’ αυτό είμαι ακόμα ζωντανός και καθαρός και νομίζω πως υπάρχει ακόμα μια συναίσθηση της πραγματικής μου ανάγκης να αναπτύσσομαι και να βρίσκω τρόπους να εκφράζω οτιδήποτε με στενοχωρεί. Και σου λεω δεν είναι τυχαίο το ότι αυτό που λες «μα δεν σε κουράζει;», σε καμιά περίπτωση δεν το νιώθω σαν κούραση. Ίσα ίσα που αυτό είναι που μου δίνει τη δύναμη να προσπαθώ όλο και περισσότερο. Δηλαδή παίξαμε χθες με τους Panx Romana και στις επόμενες έξι μέρες κάνουμε μια μεγάλη συναυλία αλληλεγγύης για ένα παιδάκι με την άλλη μου μπάντα τους Frank Panx & οι Σαλταδόροι. Έχουμε μπροστά μας κάτι, τόσο μεγάλο και τόσο σημαντικό, που το δουλεύουμε συλογικά μαζί με την οικογένεια του παιδιού.
– Μίλησε μας λίγο για αυτή τη συναυλία την Παρασκευή στο ΑRCH.
Πρόκειται για μια συναυλία ζωής για τον μικρό μας φίλο τον 6χρονο Στεφανάκο, παιδί αδελφού μας μουσικού. Ξεκίνησε με μια συναυλία αλληλεγγύης στη Θεσσαλονίκη και εμείς σαν Immigraniada Festival αναλάβαμε να κάνουμε την συναυλία της Αθήνας. Το ARCH ανταποκρίθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο όπως και το WE στη Θεσσαλονίκη. Αφού το ψάξαμε και είδαμε ότι όντως υπάρχει σοβαρή ανάγκη, γιατί ο Στεφανάκος, μετά από μια σειρά σοβαρών εγχειρήσεων χρειάζεται αποκατάσταση, αποφασίσαμε να το κάνουμε. Τόσο απλά, τόσο ανθρώπινα, χωρίς πολλά πολλά λόγια μαζί με αγαπημένες μπάντες, όλοι μια αγκαλιά, οι Άλλος Κόσμος, Εκτός Ελέγχου, Κοινοί Θνητοί, Frank Panx & Σαλταδόροι και Fundracar.
– Σχέδια άλλα; Γράφεις τραγούδια συνέχεια;
Μακάρι να μπορούσα να τα κάνω όλους τους στίχους μου τραγούδια. Θέλω να γράφω για αυτό που με πιέζει μέσα μου βαθειά. Πριν λίγες μέρες κάναμε με τον Βασίλη Ράλλη και τους Σαλταδόρους ένα τραγούδι για το κλείσιμο της Πλάκας και ειδικότερα του πανκ club «Αρετούσα» που δουλεύαμε εμείς το 1982 και ένα τραγούδι για την πλατεία Εξαρχείων. Για τις λαμαρίνες της ντροπής, γι’ αυτό το κλουβί που έστησαν και το περιφρουρούν όλοι αυτοί οι ένστολοι τριγύρω. Και με πολιτικά, και με μηχανές, και με όπλα, και με ολόκληρο στρατό. Η μουσική από μόνη της, σε έναν ιδανικό κόσμο, σε κάνει πιο ευτυχισμένο, πιο χαρούμενο, σε ελευθερώνει. Αν κάνεις ένα ρεφρέν μια υγιή σκέψη στο μυαλό ή στην καρδιά ενός ανθρώπου, τελείωσε. Ήδη έχεις βάλει το λιθαράκι σου να ξεκινήσει κάτι καινούργιο.
– Σε έναν ιδανικό κόσμο, ποιο κομμάτι της Αθήνας θα καθάριζες, όπως καθαρίζεις τον κήπο σου;
Ας ξεκινήσουμε από κάτι βασικό: δεν θέλω να γίνω η συνείδηση κανενός. Αυτό που θα έκανα, γιατί είμαι από τη φύση μου νοικοκύρης (πέρα από τα πράγματά μου στο σπίτι μου και στον κήπο μου), θα ξεκινούσα με νοικοκυριό στην πόλη σαν αυτό που κάνει σε κάθε σπιτικό η μαμά κάνοντας την ζωή μας πιο εύκολη, πιο ευχάριστη και πιο όμορφη. Θα προσπαθούσα συλογικά με τους συμπολίτες μου να δενδροφυτέψουμε κάθε διαθέσιμο σημείο της πόλης. Πάντα με πολύ σεβασμό προς τον συνάνθρωπό μου και τις ελευθερίες του, στη μετακίνησή του ακόμα και αν είναι σε καροτσάκι, θα δημιουργούσαμε χώρους ελεύθερους για κάθε είδους τέχνης, και γιορτές χωρίς αποκλεισμένους που φέρνουν πιο κοντά όλους τους κατοίκους γνωρίζοντας ο ένας την κουλτούρα του άλλου για μια ενεργή συνάντηση στους δρόμους της ζωής. Με χρώμα στο γκρίζο της πόλης, με σεβασμό και στα γκράφιτι, και στα άδεια σπίτια, και τα αδέσποτα, αλλά και κυρίως στον άνθρωπο.
– Ας κλείσουμε αυτή τη συζήτηση με κάτι από το μεγάλο σου παρελθόν. Οι Panx Romana θα βγάλουν καινούργιο δίσκο;
Αυτή την περίοδο κάθε μέλος των Panx δημιουργεί κάτι δικό του. Ο Woody Panx έχει μια φοβερή punk ’n’ roll μπάντα τους Gram Eleven, o Julio Panx αγαπά να κάνει reggae με τους Wrong, ο Δημήτρης Δημητράκας δικές του παραγωγές, εγώ με τους Σαλταδόρους αυτό τον χειμώνα κάνω ένα τουρ με 13 συναυλίες σε Ελλάδα και Τουρκία. Θα έρθει σύντομα η στιγμή για νέα τραγούδια και από τους Panx Romana που παραμένουν ενεργοί 41 μουσικά χρόνια. Τραγουδάμε με κάθε τρόπο όχι για να ξεχωρίσουμε από τον κόσμο, όπως έλεγε ο Ρίτσος, αλλά για να σμίξουμε τον κόσμο. Αυτοί μόνοι τους και όλοι εμείς οι διαφορετικοί μαζί.
➭ INFO:
Immigraniada Fest – ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ, ΚΟΙΝΟΙ ΘΝΗΤΟΙ, FRANK PANX & ΣΑΛΤΑΔΟΡΟΙ, FUNDRACAR
ARCH Live Stage Ελασιδών 6 στο Γκάζι