Η Έλλη Πασπαλά γεννήθηκε στην Αστόρια. Παιδί ελλήνων μεταναστών, ανατράφηκε καλλιτεχνικά με την αγάπη και τη νοσταλγία για τις ελληνικές ρίζες, την ελληνική μουσική και τον πολιτισμό, δημιουργώντας όμως παράλληλα μια ισχυρή δυτική ταυτότητα και αισθητική γύρω από τον κόσμο της μουσικής. Σπουδάζει στο Manhattan School of Music, γίνεται σταθερή συνεργάτιδα του Μάνου Χατζιδάκι, ο πρώτος της προσωπικός δίσκος κυκλοφορεί το 1988 και από τότε συμπράττει με μια πλειάδα αξιόλογων μουσικών, στιχουργών τραγουδιστών μεταξύ των οποίων ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, ο David Lynch, ο Σταύρος Λάντσιας, ο Σταματης Κραουνάκης, ο Μιχάλης Γκανάς, ο Θοδωρής Γκόνης, ο Άρης Δαβαράκης, η Δήμητρα Γαλάνη, η Ευανθία Ρεμπούτσικα, η Ελένη Ζιώγα και άλλους.
Έχει πραγματοποιήσει πλήθος εμφανίσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, άλλοτε με μεγάλες ορχήστρες και άλλοτε με μικρότερα μουσικά σχήματα, δοκιμάζοντας τις δυνάμεις της σε πολλά και διαφορετικά μουσικά projects κάθε φορά, πάντοτε με τον ίδιο σεβασμό και προσήλωση απέναντι στη μουσική. Ερμηνεύτρια μοναδικού ηχοχρώματος και στιβαρής θεατρικότητας, η Έλλη Πασπαλά έχει κατορθώσει να συνδέσει το όνομά της με μια πλούσια καλλιτεχνικά πορεία δίχως εκπτώσεις, όπου τον πρώτο λόγο έχει η μουσική και το θαύμα της. Παράλληλα, έχει ασχοληθεί με το θέατρο και τη μουσική διδασκαλία ενώ έχει συνθέσει τη μουσική για το ντοκιμαντέρ «ΜΑΝΑ» (2015) της Valerie Kontakos.
Τη συναντήσαμε με αφορμή τη συμμετοχή της στο έργο «Μέσα χώρα» του Άγγελου Τριανταφύλλου που θα παρουσιαστεί στην Εθνική Λυρική Σκηνή στις 8,10,12, και 13 Ιουλίου, σε λιμπρέτο του Γιάννη Αστερή και σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου.
– Κάνοντας μια ανασκόπηση της πορείας σας, ποια στιγμή θεωρείτε ως σήμερα την πιο καθοριστική καλλιτεχνικά για εσάς;
Δεν μπορώ να διαλέξω μία και μοναδική στιγμή. Υπάρχουν πολλές στιγμές οι οποίες στιγμάτισαν την πορεία μου. Θα έλεγα ότι είναι σαν να διαβάζει κανείς έναν οδικό χάρτη και αυτές να είναι οι στάσεις – η πορεία όμως συνεχίζεται. Ασφαλώς και η γνωριμία μου με τον Χατζιδάκι ήταν καθοριστική. Ωστόσο πριν από τον Μάνο, είχα γνωρίσει και τον Μίκη (Θεοδωράκη), όταν ήμουν πολύ μικρή, συνάντηση επίσης πολύ σημαντική για εμένα. Επίσης θα έλεγα ότι μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή που βίωσα, καθώς ένιωσα ότι επικοινώνησα εσωτερικά με κάτι πάρα πολύ σημαντικό και βαθύ και σπουδαίο που συνέβαινε γύρω μου, ήταν όταν βρέθηκα επί σκηνής με τον Χατζιδάκι σε μια συναυλία στη Ρεματιά Χαλανδρίου για να τραγουδήσω «Του Διγενή τ’ αλώνια». Δεν υπήρξε, θα έλεγα, μία και μόνο στιγμή που άλλαξε το σύμπαν. Όλες οι στιγμές με έχουν χρωματίσει, με έχουν στιγματίσει έτσι ώστε να θέλω να συνεχίσω να αναζητώ εμπειρίες εφάμιλλης αξίας και έντασης.
– Στη Δωδέκατη νύχτα ο Σαίξπηρ, δια στόματος του Δούκα Ορσίνο, λέει: «Αν η μουσική είναι η τροφή της αγάπης, παίξε κι άλλο». Μπορεί η μουσική να μας σπρώξει πιο βαθιά στον έρωτα για τον άλλον;
Σαφώς και ναι. Η μουσική μπορεί να μας σπρώξει σε πολλές κατευθύνσεις. Γι’ αυτό και το ανθρώπινο είδος είμαστε πολύ τυχερό που έχουμε αυτή τη διέξοδο, που η μουσική μπορεί να παίξει έναν τόσο σημαντικό ρόλο στον ψυχισμό μας. Άλλωστε η μουσική μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τα ζώα. Αν παρατηρήσει κανείς πώς αντιδρούν τα κατοικίδια μέσα σε ένα σπίτι όταν ακούγεται μουσική, θα καταλάβει πόσο πολύ επηρεάζονται. Πόσο μάλλον ο άνθρωπος, που είναι ο φορέας και ο δέκτης της. Μπορεί να μην επηρεαστούν τα πράγματα άμεσα στη ζωή του, αλλά έμμεσα είναι σίγουρο ότι η μουσική είναι ικανή να επηρεάσει τον άνθρωπο ώστε να αναζητήσει λύσεις και να ανοίξει την ψυχή του σε νέες εμπειρίες, περιπέτειες και καταστάσεις.
– Κλείνοντας φέτος 28 χρόνια από τον θάνατό του, τι θα λέγατε ότι λείπει περισσότερο από τη δημόσια παρέμβαση και παρουσία του Μάνου (Χατζιδάκι) σήμερα;
Ο Μάνος ήταν οξυδερκής και η άποψή του για τα πράγματα ήταν σαν μια ακτινογραφία. Αυτό λείπει σήμερα, η διεισδυτική ματιά του στα πράγματα, χωρίς προκαταλήψεις και φόβο. Ονόμαζε το καθετί όπως ήταν, δεν στρογγύλευε τις γωνίες. Αυτό θέλει μεγάλο σθένος και θάρρος, το οποίο πιστεύω ότι εκλείπει σήμερα. Ο Μάνος δεν δίσταζε να κάνει τη «διάγνωση» των γεγονότων ακόμη κι αν ήξερε ότι αυτή θα ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων καθώς πάντα υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι ενοχλούνταν από την άποψή του. Αυτή η γενναιότητα βλέπω σήμερα να λείπει απ΄ τους ανθρώπους που έχουν δημόσιο λόγο. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό που έχουμε σήμερα είναι οι μουσικές του, που ήταν και παραμένουν ένα σχόλιο στα πράγματα. Παρατηρώ στα νέα παιδιά που πρωτοσυναντούν τον Χατζιδάκι και φαίνεται ότι ανοίγει ένα καινούριο κεφάλαιο για αυτούς. Ο σχολιασμός του υπάρχει μέσα στη μουσική του και στους στίχους του και είμαστε τυχεροί που έστω και έτσι, μπορούμε να ακούσουμε τη φωνή του.
– Πριν από μερικούς μήνες έφυγε από κοντά μας και ο τελευταίος μεγάλος, Μίκης Θεοδωράκης. Θεωρείτε πως αυτές οι τρανές προσωπικότητες, όπως ο Μάνος ή ο Μίκης, περισσότερο διαμορφώθηκαν από την εποχή τους ή εκείνοι την διαμόρφωσαν;
Νομίζω πως πρόκειται για μια σχέση αλληλεπίδρασης. Αυτές οι προσωπικότητες διάλεξαν να εκφράσουν την εποχή τους ακριβώς για τα ιδιαίτερα ποιοτικά γνωρίσματά της. Ωστόσο, ήταν και οι ίδιοι ήδη παιδιά αυτής της εποχής. Τα δύο λοιπόν αυτά στοιχεία ήταν αλληλένδετα και γέννησαν μια μεγάλη τέχνη που πήγε την εποχή τους μπροστά. Υπάρχει πάντα βέβαια το ερώτημα, τι θα έκαναν αυτοί οι άνθρωποι εάν είχαν γεννηθεί σε μια άλλη εποχή; Υπήρξαν τόσες σημαίνουσες προσωπικότητες όπως ο Γκάτσος, ο Ελύτης, ο Σεφέρης, ο Κουν, ο Τσαρούχης, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Μόραλης, για τις οποίες θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί αυτό το πράγμα. Οι εκπρόσωποι αυτού της εποχής, έβγαλαν πραγματικά την Ελλάδα από ένα φτωχό πνευματικό περιβάλλον και ανέδειξαν ένα άλλο σύμπαν, έναν άλλο κόσμο μέσα σε αυτή τη χώρα.
– Τα τελευταία χρόνια, έχετε πραγματοποιήσει εξαιρετικές εμφανίσεις αφιερωμένες αποκλειστικά στην ερμηνεία Jazz Standars (“Elly loves Jazz”). Ωστόσο, διατηρήσατε δεσμούς με τον κόσμο της τζαζ και καθ’ όλη τη διάρκεια της πορείας σας (με κορυφαίες στιγμές εκείνες της live ηχογράφησης στο Μέγαρο Μουσικής το 1993). Η τζαζ σάς συνδέει με τα χρόνια και τη ζωή της Νέας Υόρκης; Σας λείπει η Αμερική;
Ποτέ δεν ένιωσα ότι είμαι τραγουδίστρια της τζαζ, παρότι έχω επανειλημμένως συνεργαστεί με εξαιρετικούς τζαζ μουσικούς όπως ο David Lynch και ο Τάκης Φαραζής. Η τζαζ όμως είναι μια μουσική διάλεκτος, ένα ιδίωμα το οποίο ρέει πολύ βαθιά μέσα μου αλλά σχεδόν υποσυνείδητα. Το κουβαλούσα μέσα μου, είναι ένα στοιχείο της μουσικής μου προσωπικότητας το οποίο δεν μπορώ να αρνηθώ. Τα τελευταία χρόνια αποφάσισα να κάνω ένα αποκλειστικό αφιέρωμα σε αυτό το κομμάτι μου. Και βέβαια δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό χωρίς αυτούς τους μουσικούς οι οποίοι είναι μετρ του είδους (Lynch, Φαραζής, Ποδαράς, Βαρθακούρης). Την Αμερική, και ιδιαιτέρως τη Νέα Υόρκη την αγαπώ πάρα πολύ καθώς εκεί μεγάλωσα, ενηλικιώθηκα, σπούδασα και ερωτεύτηκα για πρώτη φορά. Εκεί ξεκίνησαν όλα. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που έχω αυτά τα θεμέλια, και ως προς την εκπαίδευσή μου και ως προς τις εμπειρίες μου στη ζωή. Δυστυχώς δεν την επισκέπτομαι πια όσο συχνά θα ήθελα. Την βλέπω να αλλάζει. Νομίζω ότι ήταν πιο δημοκρατική στο παρελθόν. Σήμερα βλέπω ότι οι πολίτες αντιμετωπίζονται με ένα επιφανειακό κριτήριο που έχει ως βάση την ταξική τους θέση. Σήμερα οι άνθρωποι είναι πιο διαχωρισμένοι εκεί. Όταν μεγάλωνα στη Νέα Υόρκη, τα πράγματα ήταν πιο ελεύθερα και ριζοσπαστικά και υπήρχε διαρκής αναζήτηση για νέες ιδέες. Τα ετερόκλητα πολιτισμικά της στοιχεία έσμιγαν αρμονικά μεταξύ τους και γεννούσαν το καινούριο, η Νέα Υόρκη ήταν αυτό που λέμε «melting pot». Παρόλα αυτά παραμένει μια πόλη την οποία αγαπώ πολύ και είναι για μένα ένα πολύ οικείο περιβάλλον.
– Θα ήθελα ένα σχόλιό σας για την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ για την απαγόρευση των αμβλώσεων.
Μου φαίνεται ασύλληπτο. Πρόκειται περί μιας αδιανόητης απόφασης ακραίου συντηρητισμού, η οποία μεθοδεύτηκε αργά και σιωπηλά μέσα στα χρόνια, κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη μας. Φοβάμαι ότι με αυτήν την απόφαση θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και για άλλες δυσάρεστες ανατροπές. Με συγκλονίζει αυτή η οπισθοδρόμηση της Αμερικής. Ελπίζω ότι θα καταπολεμηθεί και από γυναίκες και από άντρες, θα πρέπει να υπάρξει σθεναρή αντίδραση και να ξεσηκωθεί ο κόσμος− με ειρηνικό τρόπο, φυσικά. Οι ακραίες τάσεις μέσα στο εσωτερικό της Αμερικής δημιουργούν την αίσθηση της ύπαρξης δύο διαφορετικών χωρών, πράγμα εξαιρετικό επικίνδυνο. Έχω θυμώσει πάρα πολύ με αυτήν την απόφαση. Χαρακτηριστικά σου λέω ότι διάβαζα προ ολίγου ένα άρθρο για μια κοπέλα 21 ετών η οποία μετά από πολλή σκέψη είχε αποφασίσει να προχωρήσει σε άμβλωση και με την ανατροπή της νομοθεσίας την πήραν τηλέφωνο και της ανακοίνωσαν ότι ακυρώθηκε το ραντεβού της. Πώς μπορεί κάποιος να αλλάζει έτσι ολόκληρη τη ζωή σου, αφαιρώντας σου το δικαίωμα της προσωπικής επιλογής; Και μην ξεχνάς ότι μιλάμε για μια χώρα που, σε αντίθεση με εμάς, δεν έχει δημόσια υγεία. Βλέπεις λοιπόν ότι τα δεδομένα δεν παραμένουνε δεδομένα και αυτό θέλει μεγάλη προσοχή σε μια δημοκρατία. Εν τω μεταξύ οι ίδιοι είναι υπέρ της κατοχής όπλων.
– Η εμφάνιση του κινήματος #Metoo και στη χώρα μας με αφορμή την καταγγελία κακοποιητικών συμπεριφορών, πολλές εκ των οποίων έχουν πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης, έχει θέσει δημόσια τον προβληματισμό γύρω από τα όρια των σχέσεων εξουσίας και της κατάχρησης αυτής ανάμεσα στα άτομα μιας καλλιτεχνικής ομάδας. Πιστεύετε ότι το ταλέντο ενός ανθρώπου μπορεί και να του συγχωρεί παρεκτροπές, στο όνομα της ιδιαιτερότητάς του ως καλλιτέχνη;
Κατηγορηματικά όχι. Πάντοτε πίστευα ότι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης δεν έχει ανάγκη να εξουσιάζει. Η εξουσία του βρίσκεται μέσα στην τέχνη και στο ταλέντο του. Η υπεροχή του μαέστρου αποτελεί ένα στερεότυπο που μου θυμίζει έντονα την ταινία «Πρόβα ορχήστρας» του Φελίνι :η ανάγκη τού να ακολουθήσει κανείς τον διευθυντή ορχήστρας δεν σημαίνει ότι ο διευθυντής μπορεί να κακοποιεί τους μουσικούς. Ο Φελίνι το σχολιάζει πολύ ωραία στο έργο του. Όλοι έχουμε έρθει αντιμέτωποι με τέτοιους τύπους ανθρώπων γι’ αυτό και οφείλει ο καθένας μας να αντισταθεί σε κάθε έκφραση και μορφή κακοποίησης. Σίγουρα υπάρχουν ρόλοι ηγετικοί μέσα σε μια ομάδα αλλά οι άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονται σε θέση υπεροχής οφείλουν κι εκείνοι να επιδείξουν σεβασμό απέναντι στους συνεργάτες τους και αξιοπρέπεια. Είναι γεγονός ότι πάντα υπάρχουν τα ψυχολογικά παιχνίδια. Γι’ αυτό, είναι απαραίτητο να υπάρχει μεγάλη προσοχή και εγρήγορση από όλες τις πλευρές. Κανενός το ταλέντο δεν δικαιολογεί τη βάναυση συμπεριφορά απέναντι στους άλλους.
– Πιστεύετε ότι ένας τραγουδιστής μπορεί να δώσει τον καλύτερό του εαυτό σε οποιαδήποτε μουσική πρόκληση ή υπάρχουν πάντα και πράγματα που δεν μπορεί να τα τραγουδήσει καλά;
Δεν μπορεί ένας τραγουδιστής να πει τα πάντα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να δοκιμάσει. Πιστεύω μάλιστα ότι οφείλει και να δοκιμάσει. Σαφώς βέβαια κάποια είδη θα τα υπηρετήσει πιο οργανικά. Εγώ ως τραγουδίστρια δεν ήθελα να περιοριστώ, αλλά προσπαθούσα πάντα να υπηρετώ τα τραγούδια που ήθελα να πω και ανήκαν σε κάποια μουσική που δεν μου ταίριαζε φωνητικά (όπως πχ. το ρεμπέτικο), λέγοντάς τα με τον δικό μου τρόπο, χωρίς όμως να τα προδίδω. Δεν είμαι λαϊκή τραγουδίστρια ούτε δημοτικά τραγούδια μπορώ να πω: αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν δικαιούμαι να τραγουδήσω ένα δημοτικό τραγούδι με τον δικό μου τρόπο.
– Υπάρχουν κομμάτια άλλων τραγουδιστών που θα θέλατε να είχατε ερμηνεύσει πρώτη;
Δεν με ενδιέφεραν ποτέ οι πρωτιές. Δεν έχω τέτοιο θέμα. Από τη στιγμή που υπάρχει ένα τραγούδι που μου αρέσει και θεωρώ ότι μπορώ να εκφραστώ μέσα από αυτό, δεν με ενοχλεί καθόλου να το πω δεύτερη. Θα το τραγουδήσω με τη δική μου σκευή. Γι’ αυτό και πολλές φορές έχω πει τραγούδια άλλων. Μάλιστα, οφείλω να σου πω ότι ενίοτε τα διάλεξα επειδή ακριβώς τα είχαν τραγουδήσει άλλοι με τέτοιον τρόπο ώστε εμπνεύστηκα από αυτούς και επιθύμησα να τα πω κι εγώ. Για παράδειγμα, η ερμηνεία της Teresa Stratas στο «Youkali» ήταν αυτή που μου δημιούργησε την απόλυτη ανάγκη να πω αυτό το τραγούδι.
– Σπουδάσατε λυρικό τραγούδι και θέατρο στο Manhattan School of Music ενώ είναι γνωστή η αγάπη σας για την κλασική μουσική. Θα είχατε την επιθυμία να ασχοληθείτε πιο ενεργά και με αυτόν τον κόσμο της μουσικής;
Δυστυχώς αυτό πια δεν μπορεί να γίνει, δεδομένου ότι για να υπηρετήσει κανείς αυτού του είδους τη μουσική πρέπει να έχει διατηρήσει τη φωνή και τις δυνάμεις του σε άλλα επίπεδα, κάτι το οποίο, έχοντας χαράξει μια διαφορετική πορεία, δεν έχω κάνει εγώ. Βέβαια, τώρα συμμετέχω σε μια όπερα του Άγγελου Τριανταφύλλου, όχι όμως ως λυρική τραγουδίστρια − αυτά πια ανήκουν στο πολύ μακρινό παρελθόν. Ωστόσο βρίσκομαι και πάλι σε αυτό το μουσικό περιβάλλον το οποίο αγαπώ και θαυμάζω πολύ. Το έργο ονομάζεται «Μέσα χώρα» και θα ανέβει στη Λυρική Σκηνή στις 8,10,12, και 13 Ιουλίου, σε λιμπρέτο του Γιάννη Αστερή και σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου.
– Τι προσφέρει η πείρα σε έναν τραγουδιστή ερμηνευτικά; Πώς είδατε τον εαυτό σας να εξελίσσεται με τα χρόνια;
Εγώ ένιωσα μια μεγάλη διαφορά σε μένα αφού γέννησα τον γιο μου. Από τότε, και όσο μεγαλώνω, νιώθω όλο και περισσότερο την ανάγκη να είμαι πιο απλή και άμεση, χωρίς διάφορα «ντυσίματα». Ούτε νεότερη βέβαια υιοθετούσα υπερβολές. Ωστόσο ο πιο νέος άνθρωπος έχει μια μεγαλύτερη επαναστατικότητα, τώρα μέσα μου τα πράγματα έχουν καταλαγιάσει. Η ανάγκη μου πια είναι να μπω στο μεδούλι των πραγμάτων, να πω την αλήθεια με πολύ απλά λόγια.
– Από το ξεκίνημα της καριέρας σας, τραγουδάτε σε πολλές και διαφορετικές γλώσσες, με μεγάλο σεβασμό και ακρίβεια απέναντί τους. Είναι ίδιο το φορτίο της συγκίνησης όταν ερμηνεύετε σε ξένη γλώσσα ή όλα τα… αισθάνεστε αλλιώς στα ελληνικά λόγια;
Και στα ξένα κομμάτια, επιχειρώ πάντα να κατανοώ πάρα πολύ καλά το τι λέω. Επιπλέον ,η κάθε γλώσσα εμπεριέχει μια μουσικότητα δική της, μοναδική, που δίνει ένα στίγμα το οποίο δεν μπορεί να δώσει καμία άλλη γλώσσα. Το ιδιαίτερο χρώμα της κάθε γλώσσας καθιστά αναντικατάστατη την ερμηνεία του εκάστοτε τραγουδιού ακριβώς στη γλώσσα για την οποία γράφτηκαν οι στίχοι. Αυτό, βέβαια, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να λειτουργήσει εξίσου συγκινητικά ένα τραγούδι και μεταφρασμένο. Εάν, για παράδειγμα, γινόταν μια απόδοση των Jazz Standards στα ελληνικά, μπορεί να έβγαινε ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα, αλλά, στην πραγματικότητα, αλλιώς γεύεσαι το κάθε τραγούδι στη γλώσσα του. Η γλώσσα των τραγουδιών είναι αναπόσπαστο μέρος της ερμηνείας τους. Ταξιδεύω με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με τη μελωδία της κάθε γλώσσας.
– Ποια είναι τα επόμενα επαγγελματικά σας σχέδια;
Για το καλοκαίρι, είναι προγραμματισμένες κάποιες συναυλίες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Μετά την εμπειρία του εγκλεισμού λόγω κορονοϊού, έχω απόλυτη ανάγκη να ξαναέρθω σε επαφή με τον κόσμο.
❈ Μαλλιά και μακιγιάζ: Στέλλα Μαυροδή
Η Έλλη Πασπαλά γεννήθηκε στην Αστόρια. Παιδί ελλήνων μεταναστών, ανατράφηκε καλλιτεχνικά με την αγάπη και τη νοσταλγία για τις ελληνικές ρίζες, την ελληνική μουσική και τον πολιτισμό, δημιουργώντας όμως παράλληλα μια ισχυρή δυτική ταυτότητα και αισθητική γύρω από τον κόσμο της μουσικής. Σπουδάζει στο Manhattan School of Music, γίνεται σταθερή συνεργάτιδα του Μάνου Χατζιδάκι, ο πρώτος της προσωπικός δίσκος κυκλοφορεί το 1988 και από τότε συμπράττει με μια πλειάδα αξιόλογων μουσικών, στιχουργών τραγουδιστών μεταξύ των οποίων ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, ο David Lynch, ο Σταύρος Λάντσιας, ο Σταματης Κραουνάκης, ο Μιχάλης Γκανάς, ο Θοδωρής Γκόνης, ο Άρης Δαβαράκης, η Δήμητρα Γαλάνη, η Ευανθία Ρεμπούτσικα, η Ελένη Ζιώγα και άλλους.
Έχει πραγματοποιήσει πλήθος εμφανίσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, άλλοτε με μεγάλες ορχήστρες και άλλοτε με μικρότερα μουσικά σχήματα, δοκιμάζοντας τις δυνάμεις της σε πολλά και διαφορετικά μουσικά projects κάθε φορά, πάντοτε με τον ίδιο σεβασμό και προσήλωση απέναντι στη μουσική. Ερμηνεύτρια μοναδικού ηχοχρώματος και στιβαρής θεατρικότητας, η Έλλη Πασπαλά έχει κατορθώσει να συνδέσει το όνομά της με μια πλούσια καλλιτεχνικά πορεία δίχως εκπτώσεις, όπου τον πρώτο λόγο έχει η μουσική και το θαύμα της. Παράλληλα, έχει ασχοληθεί με το θέατρο και τη μουσική διδασκαλία ενώ έχει συνθέσει τη μουσική για το ντοκιμαντέρ «ΜΑΝΑ» (2015) της Valerie Kontakos.
Τη συναντήσαμε με αφορμή τη συμμετοχή της στο έργο «Μέσα χώρα» του Άγγελου Τριανταφύλλου που θα παρουσιαστεί στην Εθνική Λυρική Σκηνή στις 8,10,12, και 13 Ιουλίου, σε λιμπρέτο του Γιάννη Αστερή και σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου.
– Κάνοντας μια ανασκόπηση της πορείας σας, ποια στιγμή θεωρείτε ως σήμερα την πιο καθοριστική καλλιτεχνικά για εσάς;
Δεν μπορώ να διαλέξω μία και μοναδική στιγμή. Υπάρχουν πολλές στιγμές οι οποίες στιγμάτισαν την πορεία μου. Θα έλεγα ότι είναι σαν να διαβάζει κανείς έναν οδικό χάρτη και αυτές να είναι οι στάσεις – η πορεία όμως συνεχίζεται. Ασφαλώς και η γνωριμία μου με τον Χατζιδάκι ήταν καθοριστική. Ωστόσο πριν από τον Μάνο, είχα γνωρίσει και τον Μίκη (Θεοδωράκη), όταν ήμουν πολύ μικρή, συνάντηση επίσης πολύ σημαντική για εμένα. Επίσης θα έλεγα ότι μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή που βίωσα, καθώς ένιωσα ότι επικοινώνησα εσωτερικά με κάτι πάρα πολύ σημαντικό και βαθύ και σπουδαίο που συνέβαινε γύρω μου, ήταν όταν βρέθηκα επί σκηνής με τον Χατζιδάκι σε μια συναυλία στη Ρεματιά Χαλανδρίου για να τραγουδήσω «Του Διγενή τ’ αλώνια». Δεν υπήρξε, θα έλεγα, μία και μόνο στιγμή που άλλαξε το σύμπαν. Όλες οι στιγμές με έχουν χρωματίσει, με έχουν στιγματίσει έτσι ώστε να θέλω να συνεχίσω να αναζητώ εμπειρίες εφάμιλλης αξίας και έντασης.
– Στη Δωδέκατη νύχτα ο Σαίξπηρ, δια στόματος του Δούκα Ορσίνο, λέει: «Αν η μουσική είναι η τροφή της αγάπης, παίξε κι άλλο». Μπορεί η μουσική να μας σπρώξει πιο βαθιά στον έρωτα για τον άλλον;
Σαφώς και ναι. Η μουσική μπορεί να μας σπρώξει σε πολλές κατευθύνσεις. Γι’ αυτό και το ανθρώπινο είδος είμαστε πολύ τυχερό που έχουμε αυτή τη διέξοδο, που η μουσική μπορεί να παίξει έναν τόσο σημαντικό ρόλο στον ψυχισμό μας. Άλλωστε η μουσική μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τα ζώα. Αν παρατηρήσει κανείς πώς αντιδρούν τα κατοικίδια μέσα σε ένα σπίτι όταν ακούγεται μουσική, θα καταλάβει πόσο πολύ επηρεάζονται. Πόσο μάλλον ο άνθρωπος, που είναι ο φορέας και ο δέκτης της. Μπορεί να μην επηρεαστούν τα πράγματα άμεσα στη ζωή του, αλλά έμμεσα είναι σίγουρο ότι η μουσική είναι ικανή να επηρεάσει τον άνθρωπο ώστε να αναζητήσει λύσεις και να ανοίξει την ψυχή του σε νέες εμπειρίες, περιπέτειες και καταστάσεις.
– Κλείνοντας φέτος 28 χρόνια από τον θάνατό του, τι θα λέγατε ότι λείπει περισσότερο από τη δημόσια παρέμβαση και παρουσία του Μάνου (Χατζιδάκι) σήμερα;
Ο Μάνος ήταν οξυδερκής και η άποψή του για τα πράγματα ήταν σαν μια ακτινογραφία. Αυτό λείπει σήμερα, η διεισδυτική ματιά του στα πράγματα, χωρίς προκαταλήψεις και φόβο. Ονόμαζε το καθετί όπως ήταν, δεν στρογγύλευε τις γωνίες. Αυτό θέλει μεγάλο σθένος και θάρρος, το οποίο πιστεύω ότι εκλείπει σήμερα. Ο Μάνος δεν δίσταζε να κάνει τη «διάγνωση» των γεγονότων ακόμη κι αν ήξερε ότι αυτή θα ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων καθώς πάντα υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι ενοχλούνταν από την άποψή του. Αυτή η γενναιότητα βλέπω σήμερα να λείπει απ΄ τους ανθρώπους που έχουν δημόσιο λόγο. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό που έχουμε σήμερα είναι οι μουσικές του, που ήταν και παραμένουν ένα σχόλιο στα πράγματα. Παρατηρώ στα νέα παιδιά που πρωτοσυναντούν τον Χατζιδάκι και φαίνεται ότι ανοίγει ένα καινούριο κεφάλαιο για αυτούς. Ο σχολιασμός του υπάρχει μέσα στη μουσική του και στους στίχους του και είμαστε τυχεροί που έστω και έτσι, μπορούμε να ακούσουμε τη φωνή του.
– Πριν από μερικούς μήνες έφυγε από κοντά μας και ο τελευταίος μεγάλος, Μίκης Θεοδωράκης. Θεωρείτε πως αυτές οι τρανές προσωπικότητες, όπως ο Μάνος ή ο Μίκης, περισσότερο διαμορφώθηκαν από την εποχή τους ή εκείνοι την διαμόρφωσαν;
Νομίζω πως πρόκειται για μια σχέση αλληλεπίδρασης. Αυτές οι προσωπικότητες διάλεξαν να εκφράσουν την εποχή τους ακριβώς για τα ιδιαίτερα ποιοτικά γνωρίσματά της. Ωστόσο, ήταν και οι ίδιοι ήδη παιδιά αυτής της εποχής. Τα δύο λοιπόν αυτά στοιχεία ήταν αλληλένδετα και γέννησαν μια μεγάλη τέχνη που πήγε την εποχή τους μπροστά. Υπάρχει πάντα βέβαια το ερώτημα, τι θα έκαναν αυτοί οι άνθρωποι εάν είχαν γεννηθεί σε μια άλλη εποχή; Υπήρξαν τόσες σημαίνουσες προσωπικότητες όπως ο Γκάτσος, ο Ελύτης, ο Σεφέρης, ο Κουν, ο Τσαρούχης, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Μόραλης, για τις οποίες θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί αυτό το πράγμα. Οι εκπρόσωποι αυτού της εποχής, έβγαλαν πραγματικά την Ελλάδα από ένα φτωχό πνευματικό περιβάλλον και ανέδειξαν ένα άλλο σύμπαν, έναν άλλο κόσμο μέσα σε αυτή τη χώρα.
– Τα τελευταία χρόνια, έχετε πραγματοποιήσει εξαιρετικές εμφανίσεις αφιερωμένες αποκλειστικά στην ερμηνεία Jazz Standars (“Elly loves Jazz”). Ωστόσο, διατηρήσατε δεσμούς με τον κόσμο της τζαζ και καθ’ όλη τη διάρκεια της πορείας σας (με κορυφαίες στιγμές εκείνες της live ηχογράφησης στο Μέγαρο Μουσικής το 1993). Η τζαζ σάς συνδέει με τα χρόνια και τη ζωή της Νέας Υόρκης; Σας λείπει η Αμερική;
Ποτέ δεν ένιωσα ότι είμαι τραγουδίστρια της τζαζ, παρότι έχω επανειλημμένως συνεργαστεί με εξαιρετικούς τζαζ μουσικούς όπως ο David Lynch και ο Τάκης Φαραζής. Η τζαζ όμως είναι μια μουσική διάλεκτος, ένα ιδίωμα το οποίο ρέει πολύ βαθιά μέσα μου αλλά σχεδόν υποσυνείδητα. Το κουβαλούσα μέσα μου, είναι ένα στοιχείο της μουσικής μου προσωπικότητας το οποίο δεν μπορώ να αρνηθώ. Τα τελευταία χρόνια αποφάσισα να κάνω ένα αποκλειστικό αφιέρωμα σε αυτό το κομμάτι μου. Και βέβαια δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό χωρίς αυτούς τους μουσικούς οι οποίοι είναι μετρ του είδους (Lynch, Φαραζής, Ποδαράς, Βαρθακούρης). Την Αμερική, και ιδιαιτέρως τη Νέα Υόρκη την αγαπώ πάρα πολύ καθώς εκεί μεγάλωσα, ενηλικιώθηκα, σπούδασα και ερωτεύτηκα για πρώτη φορά. Εκεί ξεκίνησαν όλα. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που έχω αυτά τα θεμέλια, και ως προς την εκπαίδευσή μου και ως προς τις εμπειρίες μου στη ζωή. Δυστυχώς δεν την επισκέπτομαι πια όσο συχνά θα ήθελα. Την βλέπω να αλλάζει. Νομίζω ότι ήταν πιο δημοκρατική στο παρελθόν. Σήμερα βλέπω ότι οι πολίτες αντιμετωπίζονται με ένα επιφανειακό κριτήριο που έχει ως βάση την ταξική τους θέση. Σήμερα οι άνθρωποι είναι πιο διαχωρισμένοι εκεί. Όταν μεγάλωνα στη Νέα Υόρκη, τα πράγματα ήταν πιο ελεύθερα και ριζοσπαστικά και υπήρχε διαρκής αναζήτηση για νέες ιδέες. Τα ετερόκλητα πολιτισμικά της στοιχεία έσμιγαν αρμονικά μεταξύ τους και γεννούσαν το καινούριο, η Νέα Υόρκη ήταν αυτό που λέμε «melting pot». Παρόλα αυτά παραμένει μια πόλη την οποία αγαπώ πολύ και είναι για μένα ένα πολύ οικείο περιβάλλον.
– Θα ήθελα ένα σχόλιό σας για την πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ για την απαγόρευση των αμβλώσεων.
Μου φαίνεται ασύλληπτο. Πρόκειται περί μιας αδιανόητης απόφασης ακραίου συντηρητισμού, η οποία μεθοδεύτηκε αργά και σιωπηλά μέσα στα χρόνια, κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη μας. Φοβάμαι ότι με αυτήν την απόφαση θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και για άλλες δυσάρεστες ανατροπές. Με συγκλονίζει αυτή η οπισθοδρόμηση της Αμερικής. Ελπίζω ότι θα καταπολεμηθεί και από γυναίκες και από άντρες, θα πρέπει να υπάρξει σθεναρή αντίδραση και να ξεσηκωθεί ο κόσμος− με ειρηνικό τρόπο, φυσικά. Οι ακραίες τάσεις μέσα στο εσωτερικό της Αμερικής δημιουργούν την αίσθηση της ύπαρξης δύο διαφορετικών χωρών, πράγμα εξαιρετικό επικίνδυνο. Έχω θυμώσει πάρα πολύ με αυτήν την απόφαση. Χαρακτηριστικά σου λέω ότι διάβαζα προ ολίγου ένα άρθρο για μια κοπέλα 21 ετών η οποία μετά από πολλή σκέψη είχε αποφασίσει να προχωρήσει σε άμβλωση και με την ανατροπή της νομοθεσίας την πήραν τηλέφωνο και της ανακοίνωσαν ότι ακυρώθηκε το ραντεβού της. Πώς μπορεί κάποιος να αλλάζει έτσι ολόκληρη τη ζωή σου, αφαιρώντας σου το δικαίωμα της προσωπικής επιλογής; Και μην ξεχνάς ότι μιλάμε για μια χώρα που, σε αντίθεση με εμάς, δεν έχει δημόσια υγεία. Βλέπεις λοιπόν ότι τα δεδομένα δεν παραμένουνε δεδομένα και αυτό θέλει μεγάλη προσοχή σε μια δημοκρατία. Εν τω μεταξύ οι ίδιοι είναι υπέρ της κατοχής όπλων.
– Η εμφάνιση του κινήματος #Metoo και στη χώρα μας με αφορμή την καταγγελία κακοποιητικών συμπεριφορών, πολλές εκ των οποίων έχουν πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης, έχει θέσει δημόσια τον προβληματισμό γύρω από τα όρια των σχέσεων εξουσίας και της κατάχρησης αυτής ανάμεσα στα άτομα μιας καλλιτεχνικής ομάδας. Πιστεύετε ότι το ταλέντο ενός ανθρώπου μπορεί και να του συγχωρεί παρεκτροπές, στο όνομα της ιδιαιτερότητάς του ως καλλιτέχνη;
Κατηγορηματικά όχι. Πάντοτε πίστευα ότι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης δεν έχει ανάγκη να εξουσιάζει. Η εξουσία του βρίσκεται μέσα στην τέχνη και στο ταλέντο του. Η υπεροχή του μαέστρου αποτελεί ένα στερεότυπο που μου θυμίζει έντονα την ταινία «Πρόβα ορχήστρας» του Φελίνι :η ανάγκη τού να ακολουθήσει κανείς τον διευθυντή ορχήστρας δεν σημαίνει ότι ο διευθυντής μπορεί να κακοποιεί τους μουσικούς. Ο Φελίνι το σχολιάζει πολύ ωραία στο έργο του. Όλοι έχουμε έρθει αντιμέτωποι με τέτοιους τύπους ανθρώπων γι’ αυτό και οφείλει ο καθένας μας να αντισταθεί σε κάθε έκφραση και μορφή κακοποίησης. Σίγουρα υπάρχουν ρόλοι ηγετικοί μέσα σε μια ομάδα αλλά οι άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονται σε θέση υπεροχής οφείλουν κι εκείνοι να επιδείξουν σεβασμό απέναντι στους συνεργάτες τους και αξιοπρέπεια. Είναι γεγονός ότι πάντα υπάρχουν τα ψυχολογικά παιχνίδια. Γι’ αυτό, είναι απαραίτητο να υπάρχει μεγάλη προσοχή και εγρήγορση από όλες τις πλευρές. Κανενός το ταλέντο δεν δικαιολογεί τη βάναυση συμπεριφορά απέναντι στους άλλους.
– Πιστεύετε ότι ένας τραγουδιστής μπορεί να δώσει τον καλύτερό του εαυτό σε οποιαδήποτε μουσική πρόκληση ή υπάρχουν πάντα και πράγματα που δεν μπορεί να τα τραγουδήσει καλά;
Δεν μπορεί ένας τραγουδιστής να πει τα πάντα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να δοκιμάσει. Πιστεύω μάλιστα ότι οφείλει και να δοκιμάσει. Σαφώς βέβαια κάποια είδη θα τα υπηρετήσει πιο οργανικά. Εγώ ως τραγουδίστρια δεν ήθελα να περιοριστώ, αλλά προσπαθούσα πάντα να υπηρετώ τα τραγούδια που ήθελα να πω και ανήκαν σε κάποια μουσική που δεν μου ταίριαζε φωνητικά (όπως πχ. το ρεμπέτικο), λέγοντάς τα με τον δικό μου τρόπο, χωρίς όμως να τα προδίδω. Δεν είμαι λαϊκή τραγουδίστρια ούτε δημοτικά τραγούδια μπορώ να πω: αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν δικαιούμαι να τραγουδήσω ένα δημοτικό τραγούδι με τον δικό μου τρόπο.
– Υπάρχουν κομμάτια άλλων τραγουδιστών που θα θέλατε να είχατε ερμηνεύσει πρώτη;
Δεν με ενδιέφεραν ποτέ οι πρωτιές. Δεν έχω τέτοιο θέμα. Από τη στιγμή που υπάρχει ένα τραγούδι που μου αρέσει και θεωρώ ότι μπορώ να εκφραστώ μέσα από αυτό, δεν με ενοχλεί καθόλου να το πω δεύτερη. Θα το τραγουδήσω με τη δική μου σκευή. Γι’ αυτό και πολλές φορές έχω πει τραγούδια άλλων. Μάλιστα, οφείλω να σου πω ότι ενίοτε τα διάλεξα επειδή ακριβώς τα είχαν τραγουδήσει άλλοι με τέτοιον τρόπο ώστε εμπνεύστηκα από αυτούς και επιθύμησα να τα πω κι εγώ. Για παράδειγμα, η ερμηνεία της Teresa Stratas στο «Youkali» ήταν αυτή που μου δημιούργησε την απόλυτη ανάγκη να πω αυτό το τραγούδι.
– Σπουδάσατε λυρικό τραγούδι και θέατρο στο Manhattan School of Music ενώ είναι γνωστή η αγάπη σας για την κλασική μουσική. Θα είχατε την επιθυμία να ασχοληθείτε πιο ενεργά και με αυτόν τον κόσμο της μουσικής;
Δυστυχώς αυτό πια δεν μπορεί να γίνει, δεδομένου ότι για να υπηρετήσει κανείς αυτού του είδους τη μουσική πρέπει να έχει διατηρήσει τη φωνή και τις δυνάμεις του σε άλλα επίπεδα, κάτι το οποίο, έχοντας χαράξει μια διαφορετική πορεία, δεν έχω κάνει εγώ. Βέβαια, τώρα συμμετέχω σε μια όπερα του Άγγελου Τριανταφύλλου, όχι όμως ως λυρική τραγουδίστρια − αυτά πια ανήκουν στο πολύ μακρινό παρελθόν. Ωστόσο βρίσκομαι και πάλι σε αυτό το μουσικό περιβάλλον το οποίο αγαπώ και θαυμάζω πολύ. Το έργο ονομάζεται «Μέσα χώρα» και θα ανέβει στη Λυρική Σκηνή στις 8,10,12, και 13 Ιουλίου, σε λιμπρέτο του Γιάννη Αστερή και σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου.
– Τι προσφέρει η πείρα σε έναν τραγουδιστή ερμηνευτικά; Πώς είδατε τον εαυτό σας να εξελίσσεται με τα χρόνια;
Εγώ ένιωσα μια μεγάλη διαφορά σε μένα αφού γέννησα τον γιο μου. Από τότε, και όσο μεγαλώνω, νιώθω όλο και περισσότερο την ανάγκη να είμαι πιο απλή και άμεση, χωρίς διάφορα «ντυσίματα». Ούτε νεότερη βέβαια υιοθετούσα υπερβολές. Ωστόσο ο πιο νέος άνθρωπος έχει μια μεγαλύτερη επαναστατικότητα, τώρα μέσα μου τα πράγματα έχουν καταλαγιάσει. Η ανάγκη μου πια είναι να μπω στο μεδούλι των πραγμάτων, να πω την αλήθεια με πολύ απλά λόγια.
– Από το ξεκίνημα της καριέρας σας, τραγουδάτε σε πολλές και διαφορετικές γλώσσες, με μεγάλο σεβασμό και ακρίβεια απέναντί τους. Είναι ίδιο το φορτίο της συγκίνησης όταν ερμηνεύετε σε ξένη γλώσσα ή όλα τα… αισθάνεστε αλλιώς στα ελληνικά λόγια;
Και στα ξένα κομμάτια, επιχειρώ πάντα να κατανοώ πάρα πολύ καλά το τι λέω. Επιπλέον ,η κάθε γλώσσα εμπεριέχει μια μουσικότητα δική της, μοναδική, που δίνει ένα στίγμα το οποίο δεν μπορεί να δώσει καμία άλλη γλώσσα. Το ιδιαίτερο χρώμα της κάθε γλώσσας καθιστά αναντικατάστατη την ερμηνεία του εκάστοτε τραγουδιού ακριβώς στη γλώσσα για την οποία γράφτηκαν οι στίχοι. Αυτό, βέβαια, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να λειτουργήσει εξίσου συγκινητικά ένα τραγούδι και μεταφρασμένο. Εάν, για παράδειγμα, γινόταν μια απόδοση των Jazz Standards στα ελληνικά, μπορεί να έβγαινε ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα, αλλά, στην πραγματικότητα, αλλιώς γεύεσαι το κάθε τραγούδι στη γλώσσα του. Η γλώσσα των τραγουδιών είναι αναπόσπαστο μέρος της ερμηνείας τους. Ταξιδεύω με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με τη μελωδία της κάθε γλώσσας.
– Ποια είναι τα επόμενα επαγγελματικά σας σχέδια;
Για το καλοκαίρι, είναι προγραμματισμένες κάποιες συναυλίες σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Μετά την εμπειρία του εγκλεισμού λόγω κορονοϊού, έχω απόλυτη ανάγκη να ξαναέρθω σε επαφή με τον κόσμο.
❈ Μαλλιά και μακιγιάζ: Στέλλα Μαυροδή