Στην διάρκεια της συνάντησής μας, ένα μεσημέρι στο Μεταξουργείο, αρκετοί άνθρωποι τον αναγνώρισαν από τον «Σασμό», το σήριαλ στο οποίο παίζει φέτος. Ενώ δεν αγνοούσα αυτή την πληροφορία όταν του ζήτησα να συνομιλήσουμε, ο λόγος που ήθελα να συμβεί αυτή η συνέντευξη ήταν η συγκινητική ερμηνεία του στην πολυσυζητημένη παράσταση «…καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», βασισμένη στο κείμενο του Χρόνη Μίσσιου, στο Θέατρο 104.

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που η Ελλάδα παραδίνεται στο χάος του Εμφυλίου, ο δεκαεξάχρονος Χρόνης Μίσσιος συλλαμβάνεται, φυλακίζεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο. Αποφυλακίζεται το 1973, αφού έχει περάσει εικοσιένα χρόνια σε φυλακές και εξορίες. Αυτήν την περίοδο της ζωής του διηγείται στο σπουδαίο αφήγημα-μαρτυρία «…καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς». Το κείμενο του Χρόνη Μίσσιου μετατρέπεται από την ομάδα GAFF  σε μια εξομολόγηση διώξεων, συλλήψεων, φυλακίσεων και βασανιστηρίων.

Από το σκοτεινό, βαθιά πολιτικό αυτό σύμπαν, το αξέχαστο πρόσωπο του Δημήτρη Μαμιού αναδύεται ως άχρονο. Το βλέμμα του περνάει σαν κόσκινο όλα τα συναισθήματα και το σώμα του συναγωνίζεται σε εκφραστικότητα την φωνή του. Εκτός σκηνής, είναι πολύ ήρεμος, προσηλωμένος στην συζήτηση και άμεσος. Γελάει πιο εύκολα από ό, τι περίμενα.

Και μιλάει με τρυφερότητα για την πορεία του στην υποκριτική, ενώ αποκαλύπτει και πτυχές που πιθανώς αγνοούνται για εκείνον, εκείνον που το ευρύ κοινό τώρα τον αναγνωρίζει ως αστυνομικό από ένα σήριαλ. Υπέροχο, σε κάθε περίπτωση, αλλά αρκετά περιορισμένο και περιοριστικό.

Όλοι οι δρόμοι μοιάζουν ανοιχτοί για τον Δημήτρη Μαμιό που, του αρέσει δεν του αρέσει ο χαρακτηρισμός, είναι (αποδεδειγμένα!) ένας από τους πλέον φωτεινούς και ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Είμαι 35 χρονών.

Είναι η πρώτη φορά που κάνω τηλεόραση, δεν είχε καθίσει τόσα χρόνια. Έχω κάνει 32 παραστάσεις, δεν έχω ασχοληθεί και λίγο με το αντικείμενο της υποκριτικής.

Τώρα που παίζω στο σήριαλ, μοιάζει σα να ξεκινώ από την αρχή. Κι ας έχεις χτίσει, ας έχεις κάνει… Αλλά, από την άλλη, σε παραξενεύει πόσο τελείως άλλο πράγμα είναι. Όπως διαφέρει βέβαια και το σινεμά-και από το θέατρο και από την τηλεόραση.

Με την αδερφή μου, που με έκανε και θείο τον Αύγουστο, παίζαμε μαζί συνεχώς, κάναμε ένα σωρό χαζομάρες, πλακωνόμασταν, αλλά ασχολούμασταν και ωραία πράγματα. Μόλις έναν χρόνο μεγαλύτερή μου. Θυμάμαι στιγμές παιδικότητας από το Καστελόριζο, τον τόπο μας. Και θεωρώ ότι η επιλογή μου να ασχοληθώ με την υποκριτική βασίζεται αρκετά στην παιδική μου ηλικία. Ετοιμάζαμε θεατρικά σκετς με την αδερφή μου, μας άρεσε πολύ. Βέβαια, εκείνη ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με το θέατρο, δεν τόλμησε να το δει επαγγελματικά.

Ίσως την «πρόλαβα» εγώ. Μου φαίνεται πως εφόσον το επέλεξα εγώ, μπορεί να της ήταν δύσκολο να το κάνει κι εκείνη. Μεγαλώσαμε σαν δίδυμα, διεκδικούσαμε την ίδια ώρα τα ίδια πράγματα. Εκείνης της άρεσαν οι πατάτες οι τηγανητές, εμένα όχι. Είχαμε την ανάγκη, και οι δυο μας, να διαφοροποιηθούμε.

Όταν χώρισαν οι γονείς μας, η μητέρα μου έψαχνε να βρει τι μας αρέσει, για να μας έχει καλά. Έχουμε και μια μικρότερη αδερφή, έχουμε 9 χρόνια διαφορά. Ασχολήθηκε μαζί μας, να μας βοηθήσει να βρούμε την κλίση μας, να μας κινήσει ενδιαφέρον για την ζωή. Πηγαίνοντας, λοιπόν, σε ένα θεατρικό εργαστήρι, ένιωσα πως επιτέλους με ενδιαφέρει κάτι. Συναντήθηκα με μια γυναίκα, μια σκηνοθέτιδα, που δεν ζει πια, την Ελένη Καραμπέτσου. Άκρως αντισυμβατική και εξωσυστημική. Με επηρέασε πολύ, στάθηκε ως μεντόρισσα για μένα, μου μεταλαμπάδευσε πολύ μεγάλη αγάπη για το θέατρο και από τότε, κάπως σαν να πορεύομαι με αυτό το πράγμα μέσα μου. Είναι σαν να με καθοδηγεί.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Το πρώτο μου καλλιτεχνικό γέμισμα ήταν όταν ολοκληρώσαμε με δύο κορίτσια το γράψιμο ενός θεατρικού έργου που είχαμε ονομάσει Homo Antallacticus. Επιστημονική φαντασία. Τέσσερα πέντε χρόνια το γράφαμε, ακολουθώντας λίγο το αμερικάνικο σύστημα του brainstorming, του παράλληλου γραψίματος. Σαν παιδί μου το ένιωσα αυτό το έργο, ρίξαμε τόση δουλειά, τόσον κόπο. Γι΄αυτό άργησε τόσο να βγει, δεν ένιωθα έτοιμος.

Έχω ασχοληθεί με την ποίηση, με την μουσική, την κιθάρα. Έχω πειραματιστεί αρκετά με το πανκ, το μέταλ… Αλλά, όσο μπορεί να ασχοληθώ πολύ με κάτι, να σκύψω κυριολεκτικά πάνω από κάτι, μπορεί μετά να απομακρυνθώ από αυτό, να είναι σα να μην το έχω κάνει ποτέ στην ζωή μου.

Εν τω μεταξύ,εγώ πέρασα σε μια σχολή για Marketing και δεν έχω το πτυχίο και τώρα, με όλα αυτά με το Προεδρικό Διάταγμα, σκεφτόμουν μήπως και να το έπαιρνα το πτυχίο αυτό. (γέλια) Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να αντιδρούμε και να διεκδικούμε από το κράτος αυτό δικαιώματα: ως καλλιτέχνες, ως πολίτες, ως άνθρωποι… Έχουμε συνηθίσει την καταχνιά, την βρώμα. Πώς μπαίνεις σε ένα δωμάτιο που μυρίζει άσχημα, αλλά ύστερα από λίγο, συνηθίζεις;
Θέατρο σπούδασα στην Δραματική Σχολή Βεάκη και είναι η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσα να έχω κάνει. Είχα βγει πρώτος επιλαχών στο Εθνικό, δεν μπήκα για μια θέση. Είχα πάθει μια ταραχή με τις εξετάσεις, με όλο αυτό το σύστημα. Πήγα στο Υπουργείο, δίνω εξετάσεις κι εκεί, περνάω. Και μετά, εμφανίζομαι στην Βεάκη και λέω «θέλετε να με πάρετε; Αλλά χωρίς εξετάσεις. Τους άρεσε έτσι όπως πήγα και διεκδίκησα την θέση μου. Σημαντική στην καλλιτεχνική ηθική που μου έχει διαμορφωθεί η Πάγια η Βεάκη. Η καλλιτεχνική ηθική είναι κάτι άλλο από την αισθητική. Δεν ξέρω αν και πώς μπορώ να στο εξηγήσω.

Για τον ηθοποιό είναι όλα χρήσιμα. Το να είσαι ηθοποιός σημαίνει πως μεταφέρεις εμπειρίες. Όσο πιο ακομπλεξάριστος είσαι, όσο πιο καλά τα έχεις με τον εαυτό σου, τόσο πιο κοντά έρχεσαι στο να επικοινωνήσει με το κοινό. Γιατί αυτός είναι ο στόχος του ηθοποιού. Δεν λέω ότι δεν έχω κόμπλεξ, όλοι κάτι έχουμε.

Νομίζω απλώς πως προσπαθώ.

Ο ηθοποιός πρέπει να συνειδητοποιήσει, κατά την άποψή μου, ότι δεν είναι η πρόβα που τον οδηγεί στο να κάνει κάτι. Είχε πάει ένας στον Παρθένη, τον ζωγράφο, να του ζητήσει να του φτιάξει κάτι και να του δώσει ένα ικανό ποσό. Ο Παρθένης μέσα σε λίγα λεπτά το είχε σχεδιάσει και ο αγοραστής απόρησε «θα δώσω αυτά τα χρήματα, τόσα πολλά, για τόσο λίγα λεπτά;». Ο μεγάλος ζωγράφους του απάντησε: «Δεν είναι λίγα λεπτά. Είναι μια ζωή και λίγα λεπτά.» Ο ηθοποιός είναι σε συνεχή κίνηση και εξάσκηση και προετοιμασία: γυμνάζεται, δουλεύει με την φωνή του, διαβάζει… Και, φυσικά, μια δουλειά χωρίς ωράριο. Όπως όλες οι δουλειές τις οποίες κανείς θέλει να κάνει καλά.

Δεν αντέχω πολύ, πια, να ακούω για «ταλέντα». Το ταλεντάκι, η ταλεντάρα, ο ταλαντούχος…Σαν να τον παίζουμε ομαδικώς, σα να έχουμε βγάλει τα χέρια μας όλοι και να τα κουνάμε πάνω κάτω. Κάπως μάταιο…Αν θεωρώ για τον εαυτό μου ότι έχει κάποιο ταλέντο, νομίζω ότι θα μπορούσα να κάνω coaching, να βοηθήσω έναν ηθοποιό να πετύχει την Μετάβαση. Να πάει από ένα σημείο, σε ένα άλλο, να προκαλέσει ενδιαφέρον.

Δεν μετάνιωσα που ακολούθησα το θέατρο επαγγελματικά. Ακόμα και αν δεν είχα την επιτυχία που βιώνω αυτή τη στιγμή, πάλι το ίδιο θα έλεγα. Η αναγνώριση, στα μάτια μου, είναι κάτι πολύ μάταιο και προσωρινό: έρχεται και φεύγει. Μετά από έναν χρόνο, αν δεν παίζω στην τηλεόραση, για όποιον λόγο, δεν θα με θυμάται και κανείς, που λέει ο λόγος. Από την άλλη, μια χαρά είναι και η τηλεόραση, δεν θέλω να είμαι αχάριστος.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Δεν στοχεύω στα χρήματα, δεν υπάρχουν χρήματα πολλά, ούτως ή άλλως. Αλλά αν είχα πολλά λεφτά, θα ήθελα και θα μπορούσα να βοηθήσω πολλούς ανθρώπους. Αυτό θα έκανα.

Αντιμετωπίζω το πράγμα πολύ προσγειωμένα, πιστεύω. Προσπαθώ να μην με παρασύρει αυτό το «γλυκό κρασί», να κάνω την δουλειά μου, να είμαι παρών και στέρεος. Αλλιώς, αν αρχίσω να «φεύγω», μπορεί να ξεφύγω εντελώς. Είμαι άνθρωπος με πάθη. Παθιάζομαι πολύ με τα πάντα. Εντάξει, ίσως με το διάβασμα όχι πια και τόσο. Ας πούμε το έργο του Μίσσιου δεν το είχα διαβάσει, πριν έρθει στα χέρια μου. Με τα πολιτικά κάτι με πιάνει και η πρώτη μου αντίδραση ήταν «δεν θέλω να το κάνω». Δηλαδή, ζορίστηκα στην αρχή και, προφανώς, δικαιώθηκα. Η παράσταση έχει πάει καλά, ήρθε ως συνέχεια της Πανούκλας. Αυτή η παράσταση είχε βραβευτεί, είχε συζητηθεί, είχε πάει εξαιρετικά.

Έχουμε βρει με αυτή την ομάδα έναν κώδικα, μια δική μας επικοινωνία και είπαμε να το συνεχίσουμε, να το εξελίξουμε αυτό το πράγμα. Μια επαφή που κινείται σχεδόν δε πλαίσια αυτοματισμού. Κι όλο βαθαίνει. Στο έργο του Χρόνη Μίσσιου είχαμε να εξερευνήσουμε σχέσεις, σχέσεις ανθρώπων ζόρικες, απαιτητικές.

Η παράσταση έχει αχτίδα αισιοδοξίας, υμνεί την ζωή-παρά το ότι αναδεικνύει πτυχές κάποιων μαύρων χρόνων, κατά τα οποία συγκεκριμένοι άνθρωποι μαρτύρησαν. Κι εγώ είμαι αισιόδοξος, παρά το ότι γύρω μας πραγματικά το πράγμα είναι σκοτεινό. Και δεν πιστεύω ότι όλα πάνε από το κακό στο χειρότερο, πιστεύω ότι πολλά έχουν βελτιωθεί. Ψάχνω και ψάχνομαι συνεχώς. Σκέφτομαι διάφορα. Προσπαθώ να σκέφτομαι το παρόν, περισσότερο από το μέλλον. Αν γεμίζω με το τώρα μου, αν συνειδητοποιώ τι κάνω και πού είμαι. Στα πρώτα μου χρόνια στο θέατρο, ας πούμε, γέμιζα πολύ περισσότερο από ό, τι τώρα. Όσο μεγαλώνεις,απογοητεύεσαι αναπόφευκτα. Από τους ανθρώπους, βεβαίως… Το θέμα είναι πώς το αντιμετωπίζουμε όλο αυτό για να προχωρήσουμε. Ένας τρόπος είναι να έχουμε ενδιαφέροντα και εκτός επαγγέλματος, να μας προσέχουμε, να τρεφόμαστε καλα. Κι αν μας δωρίζουμε ποιοτική ζωή, εννοώ στους εαυτούς μας, θα είμαστε θεωρώ σε θέση να δωρίσουμε και στους γύρω μας όμορφα και σημαντικά πράγματα.

Ερωτευμένος πάντως έχω καιρό να νιώσω και αυτό με εκνευρίζει. Με ενδιαφέρει ο έρωτας πολύ, αν και δεν ενθουσιάζομαι εύκολα. Ίσως κρατώ άμυνα, λόγω πληγών. Οι φίλοι μου με έχουν στηρίξει πολύ, και σε ζόρια ερωτικά και σε άλλα, τους νιώθω οικογένειά μου.

Αυτή την περίοδο, έχω τελειώσει ένα σενάριο που προόριζα για μικρού μήκους, αλλά μάλλον με πάει για μεγάλου. Και αυτό θα πάρει, μάλλον, χρόνο. Λέγεται: «Όλες οι μπύρες του κόσμου είναι η εκδίκηση των ατάλαντων». Και αυτό είναι η πρώτη φορά που το λέω σε συνέντευξη.

• Η παράσταση «…καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» σε σκηνοθεσία Σοφίας Καραγιάννη είναι sold out.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq