Οι τριαντάρηδες του παρόντος δε ξυπνούν πια με το φως. Ξυπνούν με το feed. Πριν καν ανοίξει καλά καλά το μάτι, πριν καν ακουστεί η πρώτη σκέψη, έχει ήδη προηγηθεί ένα scroll. Εικόνες, σώματα, ειδήσεις, πολέμοι, επιτυχίες, αποτυχίες, διαφημίσεις, συμβουλές ζωής, οικονομικά tips, αυτοβελτίωση, καταστροφή, έμπνευση, τρόμος. Όλα σε μια αδιάκοπη ροή κι ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί είμαστε κουρασμένοι χωρίς να έχουμε κάνει τίποτα. 

Οι σημερινοί 30άρηδες είναι η πρώτη γενιά που μεγάλωσε αναλογικά, ενηλικιώθηκε ψηφιακά και τώρα ζει αλγοριθμικά. Έζησε την παιδική ηλικία χωρίς social media και την ενήλικη πλήρως βυθισμένη μέσα σε αυτά. Κουβαλούν επομένως μια διπλή μνήμη: θυμούνται πως ήταν να βαριέσαι χωρίς οθόνη και ταυτόχρονα δεν μπορούν να μείνουν μόνοι με τη σκέψη τους πάνω από τρία λεπτά χωρίς να “τσεκάρουν κάτι”. 

Το feed δεν είναι απλώς μια συλλογή από αναρτήσεις. Είναι ένα φίλτρο που επιστρέφει αυτό που ο αλγόριθμος πιστεύει ότι είσαι και σιγά-σιγά, χωρίς να το καταλάβεις, αρχίζεις να προσαρμόζεσαι σε αυτή την εκδοχή του εαυτού σου. Γίνεσαι λίγο πιο θυμωμένος αν σου δείχνει θυμό, λίγο πιο ανεπαρκής αν σου δείχνει τελειότητα. Λίγο πιο αγχωμένος αν σου δείχνει ότι όλοι οι άλλοι τρέχουν πιο γρήγορα από σένα. 

Οι τριαντάρηδες σήμερα ζουν μέσα σε μια μόνιμη σύγκριση. Όχι πια με τον κύκλο τους, τη γειτονιά τους, τους συναδέλφους τους, με τον πλανήτη ολόκληρο. Με ανθρώπους που δε θα συναντήσουν ποτέ, αλλά που μοιάζουν να ζουν καλύτερα, πιο όμορφα, πιο άνετα, πιο ελεύθερα. Το feed είναι το μεγαλύτερο εργοστάσιο ανεπάρκειας που έχει στηθεί ποτέ. 

Κάποτε η κρίση των 30 ήταν υπαρξιακή: “τι έχω κάνει με τη ζωή μου;”. Σήμερα είναι και στατιστική: πόσα likes έχω, πόσοι με ακολουθούν, πόσο “αποδίδω” ψηφιακά ως πρόσωπο. Η ταυτότητα δε διαμορφώνεται πια μόνο από επιλογές ζωής, αλλά κι από μετρήσιμα μεγέθη. 

Μαζί με αυτό αλλάζει και η ψυχολογία. Οι 30άρηδες σήμερα δεν κουβαλούν μόνο άγχη καριέρας, σχέσεων, επιβίωσης. Κουβαλούν και τη διαρκή αίσθηση ότι βρίσκονται “on display”. Ότι η ζωή τους είναι εν δυνάμει περιεχόμενο. Ότι ακόμη και η πιο ιδιωτική στιγμή θα μπορούσε να γίνει δημόσια. 

Το feed δε μας δείχνει απλώς τον κόσμο. Μας μαθαίνει πως “πρέπει” να μοιάζει ο κόσμος. Μας εκπαιδεύει στη γλώσσα της επιτυχίας, στην αισθητική της ευτυχίας, στη σκηνοθεσία της καθημερινότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι όλο και περισσότεροι 30άρηδες μιλούν για μια περίεργη εξάντληση χωρίς σαφή αιτία. Είναι το αποτέλεσμα μιας διαρκούς γνωστικής υπερφόρτωσης. Βιώνουμε την ίδια μέρα σε δεκάδες παράλληλες πραγματικότητες: άλλος ανεβάζει το νεογέννητό του, άλλος το διαζύγιό του, άλλος το six-pack του, άλλος το burnout του. Όλα αποκτούν την ίδια οπτική βαρύτητα. Η χαρά, η τραγωδία, η επίδοση, η απώλεια όλα περνούν από το ίδιο φίλτρο: την οθόνη. 

Κάπως έτσι η συναισθηματική μας κλίμακα ισοπεδώνεται. Συγκινούμαστε, εξοργιζόμαστε, ενθουσιαζόμαστε, βαριόμαστε. Δεν προλαβαίνουμε να νιώσουμε βαθιά. Οι 30άρηδες έγιναν ειδικοί στο να μοιάζουν λειτουργικοί ενώ μέσα τους κάτι αποσυντονίζεται. Κάνουν καριέρες, σχέσεις, οικογένειες, αλλά μέσα στο κεφάλι τους τρέχει ασταμάτητα ένα feed από “τι άλλο θα μπορούσα να είμαι”. Η σύγκριση δεν σταματά ποτέ. Ούτε τη νύχτα, ούτε μέσα στη σιωπή. 

Το πρόβλημα δεν είναι ότι έχουμε feed. Το πρόβλημα είναι όταν το feed γίνεται υποκατάστατο ζωής. Όταν η εμπειρία αρχίζει να έχει αξία μόνο αν καταγραφεί. Όταν η στιγμή δεν ολοκληρώνεται αν δεν ανέβει.  Η νέα ψυχολογία των 30ρηδων είναι μια ψυχολογία ταυτόχρονα υπερενημερωμένη και βαθιά μπερδεμένη. Ξέρουν τα πάντα για όλους, αλλά δυσκολεύονται να μείνουν με τον εαυτό τους χωρίς Wi-Fi. Είναι γενιά υψηλής διασύνδεσης και χαμηλής εσωτερικής ησυχίας. Η μεγαλύτερη πρόκληση των 30ρηδων δεν είναι να βρουν τον εαυτό τους μέσα στο scroll, είναι να τον θυμηθούν τα πρώτα χρόνια της ζωής τους έξω απ’ αυτό.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.