Έχει περάσει πάνω από μια δεκαετία από τότε που ο ψυχοθεραπευτής, Miles Neale επινόησε τον όρο “McMindfulness“, ο οποίος γρήγορα χρησιμοποιήθηκε για να κατακρίνει το mindfulness (ενσυνειδητότητα) στην τρέχουσα εποχή: ένα “fast food mindfulness” που εργαλειοποιείται από τις εταιρείες, τα σχολεία, τις φυλακές, τον στρατό, τα κράτη και τις κυβερνήσεις σαν πανάκεια για το άγχος που βιώνει ο κόσμος στην μετα-καπιταλιστική εποχή.
Η άνοδος του McMindfulness γέννησε ένα ερώτημα που συνεχίζει να διχάζει την κοινότητα του διαλογισμού: Είναι η διάδοση του διαλογισμού εκ των πραγμάτων κάτι καλό, όποιος κι αν είναι ο σκοπός του; Για τον Neale, το μάρκετινγκ και το κίνητρο του κέρδους προσανατολίζουν την προσοχή προς τις πιο επιφανειακές δυνατότητές του. «Είναι σαν να χρησιμοποιείς έναν εκτοξευτήρα πυραύλων για να ανάψεις ένα κερί» είχε πει χαρακτηριστικά.
Ο Ronald Purser, καθηγητής Management και δάσκαλος του Ζεν, προχωρά αυτόν τον συλλογισμό παραπέρα, αποκαλώντας το McMindfulness «τη νέα καπιταλιστική πνευματικότητα».
Το mindfulness, όπως το βλέπουμε στην mainstreaming σφαίρα, δεν έχει χάσει απλώς το νόημά του, οδηγώντας στην άνοδο μιας βιομηχανίας αξίας 300+ εκατομμυρίων δολαρίων. Πολύ περισσότερο, έχει καταστεί αντιπαραγωγικό στα αρχικά ηθικά πλαίσια από τα οποία προέρχεται ο διαλογισμός. Δείτε, για παράδειγμα, πώς αξιοποιείται το mindfulness για να καταπολεμήσει το άγχος και τη δυσφορία που βιώνουμε εξαιτίας των εκμεταλλευτικών εταιρικών πρακτικών, των αποπνικτικών εργασιακών συνθηκών και των απάνθρωπων οικονομικο-πολιτικών δομών της κοινωνίας στην οποία ζούμε.
Ή δείτε πώς έχει χρησιμοποιηθεί το mindfulness και ο διαλογισμός στα σώματα του στρατού, σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, όχι με σκοπό την σωματική, ψυχολογική και πνευματική υγεία των ανθρώπων, αλλά με στόχο την βελτιστοποίηση των στρατιωτικών αποστολών.
Στο βιβλίο του ο Purser υποστηρίζει ότι το McMindfulness ναρκώνει τη συλλογική δυσαρέσκεια, πριν προλάβει να γίνει οργή. Γαληνεύει εκείνο το συναίσθημα αδικίας που θα μπορούσε να οργανωθεί για να επιτευχθούν αλλαγές στον εργασιακό χώρο και στην οικονομία γενικότερα. Αντί να τροφοδοτεί την ενέργεια για συλλογικό αγώνα και αλλαγές, «φαίνεται απλώς ότι γίνεται λιπαντικό για τον καπιταλισμό», σημείωσε σε μια συνέντευξη στο Tricycle: The Buddhist Review.
Ως ένα άτομο που έχει μελετήσει τον βουδισμό και τον ταοισμό κυρίως σε ακαδημαϊκό επίπεδο, πιστεύω πράγματι ότι υπάρχουν πηγές άγχους και πόνου ενσωματωμένες στο modus operandi του εγκεφάλου μας. Ο διαλογισμός βοηθά στο να αποκαλύψουμε αυτές τις πηγές άγχους, ανεξαρτήτως εξωτερικών συνθηκών.
Τώρα, αν οι εταιρείες κόπτονται τόσο να μας απαλύνουν αυτό το άγχος και τον πόνο, μάλλον μια αύξηση στον μισθό ή ένα 4ήμερο ωράριο θα ήταν προτιμότερα από ένα σεμινάριο αυτοβοηθείας ή μια συνδρομή σε app για διαλογισμό. A propos, το Calm έβγαλε νέο πλάνο για επιχειρήσης (Calm Business), για να μπορούν όλοι οι διευθυντές και οι εργαζόμενοι να κάνουν διαλογισμό, να είναι όσο πιο παραγωγικοί γίνεται και να φροντίζουν την ψυχική τους υγεία.
Διαβάζοντας αυτήν την είδηση μου γεννήθηκε μια ανησυχία για αυτό το αυξανόμενο ενδιαφέρον των εταιρικών προγραμμάτων mindfulness για την ψυχική υγεία των εργαζομένων. Από ότι διαβάζω, το Calm Business θα προσφέρει «προηγμένες συμπεριφορικές αναλύσεις και πληροφορίες» καθώς και σεμινάρια παραγωγικότητας και επίλυσης προκλήσεων στη δουλειά.
Τι σχέση μπορεί να έχει το mindfulness (η παρατήρηση της ανθρώπινης εμπειρίας μας στο “εδώ και τώρα”) και ο διαλογισμός με τους οικονομικούς στόχους μιας επιχείρησης; Τι σχέση μπορεί να έχει η ψυχική υγεία με τα σεμινάρια για ένα καλό μίτινγκ στο Zoom; Πόσο δεοντολογικό ή ηθικό είναι οι εργοδότες να έχουν πρόσβαση στις συμπεριφορικές μας αναλύσεις, οι οποίες θα χρησιμοποιούνται -έστω και ανώνυμα- για τη μεγιστοποίηση του κέρδους της εκάστοτε εταιρείας. Για άλλη μια φορά, ακόμη και τα πιο όμορφα πράγματα στον κόσμο, γίνονται όπιο στα χέρια της δυτικής, καπιταλιστικής κουλτούρας.
Με μια νέα εποχή νευροτεχνολογιών προ των πυλών, που πιθανότατα θα περιλαμβάνει άνευ προηγουμένου βαθμούς επιτήρησης και επιρροής στο πνεύμα και τον νου, αξίζει να αναρωτηθούμε πού θα μπορούσαν να οδηγήσουν όλα αυτα.
Η ψυχική μας υγεία στα χέρια των εταιρειών
Στο Super Bowl του 1984, η Apple -τότε ακόμη μια startup εταιρεία κι όχι ο κολοσσός που είναι σήμερα- πρόβαλε ένα διαφημιστικό που απεικόνιζε μια οργουελική κοινωνία πλήρους συμμόρφωσης. Η Apple παρουσιαζόταν ως ο ήρωας, ο επαναστάτης, ο Προμηθέας που θα απελευθέρωνε τους ανθρώπους από την πνευματική σκλαβιά και το Κράτος Επιτήρησης.
Στο βιβλίο του Psychopolitics, ο φιλόσοφος Byung-Chul Han επισημαίνει την ειρωνεία: Η Apple «δεν σηματοδότησε το τέλος του κράτους επιτήρησης αλλά την έναρξη μιας νέας κοινωνίας ελέγχου, της οποίας οι λειτουργίες ξεπερνούν δραματικά το οργουελικό κράτος».
Το σημερινό εταιρικό ενδιαφέρον για την ψυχική υγεία των εργαζομένων έχει μια απόκοσμη ομοιότητα με τα παραπάνω. Η κατάθλιψη βρίσκεται σε υψηλότατα επίπεδα, η υπερκόπωση (burnout) είναι ευρέως διαδεδομένη και μόλις το 23% των εργαζομένων παγκοσμίως νιώθουν ενθουσιασμό για τη δουλειά τους. Και κάπου εδώ μπαίνει το mindfulness στον χώρο εργασίας, πλαισιωμένο ως ο ήρωας που θα μας απαλλάξει από το άγχος, τη θλίψη και την ταλαιπωρία.
Ήδη, περισσότεροι από 20 εκατομμύρια εργαζόμενοι σε 3.000+ οργανισμοί φέρεται να χρησιμοποιούν το business plan του Calm, με έναν πίνακα εργαλείων που παρέχει αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τη χρήση της εφαρμογής από τους εργαζόμενους και πόρους που έχουν σχεδιαστεί για να ενθαρρύνουν τη χρήση.
Κι εφόσον οι εταιρείες ενδιαφέρονται τόσο για την ψυχική ζωή των εργαζομένων τους, αξίζει να αναρωτηθούμε τι σημαίνει ψυχική υγεία για μια επιχείρηση. Και εφόσον η δουλειά είναι πάντα δουλειά, το εταιρικό όραμα της ψυχικής υγείας δεσμεύεται και ορίζεται αναγκαστικά από την παραγωγικότητα.
Αυτό δημιουργεί προβλήματα, αφού η ώθηση για παραγωγικότητα μπορεί από μόνη της να είναι πηγή δυσφορίας για τους εργαζόμενους. Η Amazon, για παράδειγμα, δημιούργησε τα λεγόμενα “ZenBooths” (ζεν θαλάμους), για να παρακολουθούν οι υπάλληλοι βίντεο περί mindfulness, μπολιασμένα με την εταιρική κουλτούρα που οδηγεί τους υπαλλήλους να παραλείπουν μέχρι και το διαλείμματα προς νερού τους, φοβούμενοι ότι θα χάσουν τη δουλειά τους.
Στη χειρότερη περίπτωση, το McMindfulness μας παροτρύνει να κοιτάξουμε μέσα μας για να βρούμε την πηγή του άγχους, εθελοτυφλώντας όσον αφορά τους εξωτερικούς του παράγοντες (δουλειά, οικονομία, κρίση ακρίβειας, μοναξιά, κλπ).
Ο βουδισμός προτρέπει την κατανόηση των βασικών αιτιών του στρες. Και πηγή του πόνου, σύμφωνα με τον Βούδα, είναι η επιθυμία και η προσκόλληση, που απορρέουν από την πίστη σε κάποια σταθερότητα (του εαυτού και της ζωής μας), που όμως δεν υπάρχει. Τι γίνεται, λοιπόν, όταν η πηγή του στρες είναι η ίδια η εργασία; Γίνεται να υπάρξει καλύτερη ψυχική υγεία χωρίς την πτώση της κουλτούρας της παραγωγικότητας;
Στις αρχές του 20ου αιώνα αυτό ήταν σχεδόν κοινός τόπος (το είχαμε συζητήσει κι εδώ). Ο οικονομολόγος, John Maynard Keynes έγραφε ότι η αναγκαιότητα της εργασίας ερχόταν σε σύγκρουση με την ανθρώπινη αρετή. Πίστευε μάλιστα ότι όσο η οικονομική ανάπτυξη συνεχιζόταν, σταδιακά θα απελευθερωνόμασταν από την εργασία και θα χρησιμοποιούσαμε τον ελεύθερο χρόνο μας για να μάθουμε να ζούμε σωστά, ευχάριστα κι ενάρετα.
Περίπου έναν αιώνα μετά, είναι εμφανές ότι ο John Maynard Keynes έπεσε πολύ έξω. Όπως μπορούμε να δούμε από τα στατιστικά στοιχεία, το ωράριο εργασίας δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου τα τελευταία 100 χρόνια. Ακόμη και σήμερα, που η συζήτηση για 4ήμερη ή κατοίκον εργασία ζωντανεύει, αφορά κυρίως σε επιχειρήσεις όπου μια τέτοια αλλαγή δε θα έβλαπτε την παραγωγικότητα. Η ενίσχυση της ψυχικής υγείας από μόνης της δεν είναι αρκετή: οι εργοδότες ποντάρουν σε αυτήν όταν είναι πεπεισμένοι ότι θα έκανε καλό στην επιχείρηση.
Mindfulness, διαλογισμός και αυτο-οργάνωση
Επιστρέφοντας στο αρχικό ερώτημα του κατά πόσο είναι πάντα καλό να έχουμε περισσότερο διαλογισμό ανεξάρτητα από τον σκοπό και τα μέσα, ο Neale έγραψε: «Όσο περισσότερο εξασκείται το mindfulness από οποιονδήποτε κι οπουδήποτε, τόσο καλύτερα θα είμαστε όλοι».
Αλλά για να το εξασκήσουμε πραγματικά και να φτάσουμε στις βασικές αιτίες του στρες, θα πρέπει να θυμόμαστε ότι ακόμη και στον Βουδισμό, το mindfulness κι ο διαλογισμός ήταν μόνο ένα μέρος μιας οκταπλής διαδρομής, ενός ευγενούς οκταπλού μονοπατιού θέασης και μεταμόρφωσης, που κάλυπτε τα πάντα. Μια ολιστική διαδικασία που περιλάμβανε από το πώς βγάζει κανείς τα προς το ζην μέχρι την ειρηνική και μη εξουσιαστική συμβίωση με όλα τα ζωντανά όντα.
Καθώς οι νευροτεχνολογίες φέρνουν το mindfulness, την ψυχική υγεία και την συνείδηση ολοένα και περισσότερο στη σφαίρα των επιχειρηματικών συμφερόντων, οι εργαζόμενοι χρειάζονται δύο πράγματα: εκπροσώπηση στην εταιρική διακυβέρνηση καθώς και έναν δίχτυ ασφαλείας που θα παρέχει πραγματικές επιλογές εξόδου.
Η φωνή και η εκπροσώπηση — μέσω θεσμών όπως τα συνδικάτα, οι κλαδικές διαπραγματεύσεις, η αυτο-οργάνωση, η αυτο-διαχείρηση και τα δίκτυα αλληλεγγύης — θα διασφάλιζαν ότι οι εργαζόμενοι θα είχαν γνώμη και λόγο σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης των νέων νευροτεχνολογιών ή πρωτοκόλλων ψυχικής υγείας στο χώρο εργασίας. Έτσι, οι εργαζόμενοι δε θα υπόκεινται απλώς στο εταιρικό όραμα της ψυχικής υγείας, αλλά θα μπορούν να βοηθήσουν στη διαμόρφωσή του.
Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι οποιοσδήποτε (ιδιαίτερα οι χαμηλόμισθοι), θα μπορεί να εγκαταλείψει ένα υπερβολικά στρεσογόνο επαγγελματικό περιβάλλον, αναζητώντας μια δουλειά που να ευθυγραμμίζεται καλύτερα με τις αξίες του. Γιατί όπως κατέδειξε και η έρευνα του ανθρωπολόγου, David Graeber στο βιβλίο Bullshit Jobs, ακόμα και όταν οι αμοιβές είναι καλές, το άγχος μιας άθλιας δουλειάς είναι διαβρωτικό για την ψυχική υγεία.
Η σελίδα του Calm Business αναφέρει: «Το μέλλον της εργασίας βασίζεται σε ένα ψυχικά υγιές εργατικό δυναμικό». Σε κάνει να αναρωτιέσαι αν γίνεται εκ των πραγμάτων ένα “εργατικό δυναμικό” να είναι ταυτόχρονα “ψυχικά υγιές”. Πόσο υγιείς θα ήμασταν αν δεν ανταλλάσσαμε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας για μια εργασία που δεν μας γεμίζει ιδιαίτερα; Δε ξέρω ποιο είναι το μέλλον της εργασίας (αν και έχω μια πεσιμιστική ιδέα), αλλά το μέλλον της ψυχικής υγείας δε μπορεί παρά να βασίζεται στη σταδιακή απελευθέρωση από το εργασιακό σύστημα.